Τετάρτη 26 Ιουλίου 2017

Εξαιρετικός Ν.Φιλιππίδης ότι είναι η υψηλή απόδοση, ανόητε!


Είναι η υψηλή απόδοση, ανόητε!
Του Νίκου Φιλιππίδη
(Πηγή : http://www.liberal.gr/)
Πέστε με ρομαντικό ή όπως αλλιώς θέλετε, αλλά ο διάλογος του πρωθυπουργού με τον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης για το επιτόκιο του νέου ομολόγου, προχτές στο Προεδρικό Μέγαρο, ήταν πολιτικός πολιτισμός.

Το μεγαλύτερο μέρος των ευσήμων δικαίως πηγαίνουν στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Θυμηθείτε έναν, έστω έναν, αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα χρόνια των μνημονίων και ακόμα πιο πίσω που να συμφωνεί με κάτι «κανονικό» που εξελίσσεται μπροστά του. Θυμηθείτε τον Αλέξη Τσίπρα, να άκουγε από τον Αντώνη Σαμαρά παραμονές της έκδοσης του 5ετούς ομολόγου του 2014, ότι το επιτόκιο θα αναμένεται στο «4,7 με 4,9%. Δε θέλω 4,5%, το ζήτημα δεν είναι αυτό το επιτόκιο αλλά το επόμενο να είναι πιο χαμηλά» και ο Τσίπρας του 2014 να συμφωνούσε..
Ο ΣΥΡΙΖΑ του κ. Τσίπρα το 2014,  έφτασε στο σημείο να κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι κατέφυγε στις αγορές για να δανειστεί με επιτόκιο 4,9% – έναντι του 1,5% που κόστιζαν τότε τα δάνεια της τρόικας. Μέσα στην χωρίς νόημα αντιπολιτευτική του μανία, ήθελε και να ακυρώσει το Μνημόνιο και να κρατήσει την φτηνή χρηματοδότηση. Και να διώξει την τρόικα και να του δώσουν οι Ευρωπαίοι ένα σχέδιο τύπου Μάρσαλ, κουρεύοντας του παράλληλα το χρέος.
Κι όμως λέγοντας τέτοιες αστειότητες βρήκε εκατομμύρια ανθρώπους να τον ψηφίσουν..
Γυρνώντας σε παρόντα χρόνο, δεν είναι ακόμα σαφές αν έχουν καταλάβει όλοι στον ΣΥΡΙΖΑ γιατί η χώρα βγήκε επιτυχώς χτες στις αγορές. Οι ξένοι επενδυτές συνέρευσαν μαζικά να αγοράσουν το πενταετές ομόλογο γιατί περιμένουν συμφέρουσες αποδόσεις στην επένδυσή τους, που έχει υψηλό επιτόκιο, ασφάλεια ισχυρού νομίσματος, χωρίς κίνδυνο χρεοκοπίας. Αυτό το προσφέρουν οι θεσμοί και η κυβέρνηση στον εαυτό της εφόσον εφαρμόζει πιστά το πρόγραμμα που έχει συμφωνήσει. Στο παραμικρό ξεστράτημα η Ελλάδα θα θεωρηθεί εκ νέου οικονομία υψηλού κινδύνου.
Σημείο προβληματισμού και η φράση του Τσακαλώτου στο τέλος της χτεσινής του δήλωσης, περί εξόδου από το πρόγραμμα που θα δώσει την δυνατότητα στην κυβέρνηση να εφαρμόσει «τις πολιτικές της». Αυτόματα όταν ακούς κάτι τέτοιο και μέχρι να διευκρινιστεί το περιεχόμενο αυτών των πολιτικών, σε λούζει κρύος ιδρώτας.
Η διαπραγματευτική δύναμη της χώρας είναι σήμερα ισχυρότερη και μετά τον Αύγουστο του 2018 εφόσον έχουμε εφαρμόσει το πρόγραμμα και έχουμε βγει 3-4 φορές ακόμα στις αγορές θα γίνει ισχυρότερη. Ωστόσο ακόμα θα πρέπει να εφαρμόσουμε, απόρροια της τεράστιας ζημιάς άνω των 100 δις. που προκάλεσε η κυβέρνησης Τσίπρα, μέτρα ύψους άνω των 6,5 δις. έως το 2022, με νέες μειώσεις σε συντάξεις και νέα αύξηση της φορολογίας από την μείωση του αφορολόγητου.
Τι μπορεί να κάνει η κυβέρνηση; Να αναζητήσει την ανάπτυξη και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας εφαρμόζοντας το πλήθος των διαρθρωτικών αλλαγών που έχει συμφωνήσει, όπως η προωθούμενη αξιολόγηση στο Δημόσιο. Επίσης μπορεί να βρει έδαφος εργασίας και πρωτοβουλιών στις αμέτρητες δράσεις που θα προσπαθούν να τοποθετήσουν όχι μόνο ελληνικά ομόλογα αλλά ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες σε ξένες αγορές, και να κρατήσουν τα καλύτερα μυαλά στη χώρα.. Όλα αυτά βάση ενός σχεδίου που θα έχουμε καταρτίσει εμείς και όχι η τρόικα... Το θέμα είναι μπορεί να το κάνει αυτό η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ;