Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017

Εύστοχο άρθρο για τα κουπόνια του Γκλεν Κιμ


Γκλεν Κιμ: Κουπόνια
Μιχάλης Τσιντσίνης
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Ο Γκλεν Κιμ ήταν ο μηχανικός της αυταπάτης. Δεν είχε την πατρότητά της. Ηταν εκείνος που προσελήφθη για να πάρει το σχέδιο και να το μεταφράσει τεχνικά σε κάτι που θα μπορούσε να υλοποιηθεί – σε κουπόνια σούπερ μάρκετ.

Το σχέδιο, βέβαια, δεν ήταν ακριβώς σχέδιο, γιατί η κυβέρνηση που προσέλαβε τον Κιμ δεν είχε κατασταλάξει σε ποιον κόσμο ήθελε να ανήκει η χώρα που κλήθηκε να κυβερνήσει. Για την ακρίβεια, ήθελε να περάσει τον ελέφαντα από το μάτι της βελόνας: Να μείνει τυπικά στο ευρώ όχι με τους ευρωπαϊκούς κανόνες, αλλά με τις ευκολίες του εθνικού νομίσματος.
Λένε, πάντως, ότι εκείνη την εποχή η σχέση του εντολέα με τον εντολοδόχο του είχε διασαλευτεί. Διαπιστώνοντας τον αυτονόητο κίνδυνο –ότι η κουβέντα για παράλληλο νόμισμα καταρράκωνε τα τελευταία ίχνη εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία– ο Κιμ είχε προσπεράσει τον άμεσο προϊστάμενό του. Λένε ότι είχε προειδοποιήσει με επιστολή του απευθείας τον πρωθυπουργό για τη ζημιά που ήδη προκαλούσε η βαρουφάκεια φλυαρία περί το νόμισμα, γεγονός που εξηγεί και τον όψιμο παραγκωνισμό του από τον Βαρουφάκη. Ο σύμβουλος είχε καταλάβει αυτό που ο Τσίπρας μπορεί να μην ήταν ακόμη σε θέση να ζυγίσει: Ο Βαρουφάκης ήταν «μόνο λόγια», αλλά τα λόγια κόστιζαν.
Εστω και από τη θέση του τεχνοκράτη, ο Κιμ έγινε μέρος της νεότερης ελληνικής ιστορίας, κατά την πιο ενδιαφέρουσα στιγμή τα τελευταία σαράντα χρόνια. Το «ενδιαφέρουσα» μπορεί να ακούγεται προσβλητικά ρηχό για όποιον κινδύνευσε από αυτή την περιπέτεια – για όποιον ήταν πάνω στο σκάφος την ώρα που κλυδωνιζόταν. Αλλά από την οπτική γωνία των εξωτερικών παρατηρητών και των εισαγόμενων επαγγελματιών, η Ελλάδα της κρίσης δεν ήταν απλώς ενδιαφέρουσα. Ηταν ένας ανεξάντλητος κήπος ευκαιριών για να δοκιμάσουν τα μοντέλα τους.
Μάγοι της χρηματοοικονομικής τέχνης και στρατευμένοι δημοσιογράφοι, νομπελίστες αναλυτές και ψυχοπονιάρηδες αστέρες της σόουμπιζ – όλοι βρήκαν στην οριακή περίπτωση της χρεοκοπημένης Ελλάδας έναν κολοσσιαίο δοκιμαστικό σωλήνα για να πειραματιστούν ή μια σκηνή για να αναζωογονήσουν τις καριέρες τους. Ακόμη και ο ίδιος ο Βαρουφάκης θα μπορούσε να καταταγεί στην κατηγορία εκείνων που είδαν την ελληνική περιπέτεια ως πολιτικο-οικονομικό πείραμα και ως κοίτασμα δημοσιότητας – αν όχι κάτι πιο χειροπιαστό.
Αν έπρεπε  πάντως κάποιοι να ξέρουν ότι το ευρώ για την Ελλάδα δεν ήταν μόνο νόμισμα, αυτοί δεν ήταν οι μεγαλοσυμβασιούχοι που ανέλαβαν να σχεδιάσουν την υποκατάστασή του. Δεν ήταν δική τους δουλειά να μετρήσουν τις γεωπολιτικές, θεσμικές και ιστορικές προεκτάσεις του νομίσματος που, ιδίως μετά τη χρεοκοπία, ήταν η άγκυρα της χώρας στη Δύση – τη Δύση όχι μόνο ως σύστημα αξιών αλλά και πεζά, βιοτικά, ως εγγύηση στοιχειώδους επιπέδου διαβίωσης. Δεν ήταν δουλειά των τεχνοκρατών να συναισθάνονται τι θα σήμαινε η κουπονοποίηση αυτής της άγκυρας.