Κύριοι, ομολογώ ότι δεν είμαι φανατικός οπαδός της Εθνικής. Ποτέ δεν ήμουν. Ούτε πριν τον Όττο (ποιος ήταν άλλωστε;), ούτε όταν κατακτήσαμε το Ευρωπαϊκό, ούτε φυσικά τώρα. Δεν με ελκύει η ιδέα να παρακολουθήσω αγώνες της Εθνικής, ουχί επειδή δεν προσφέρει θέαμα (με ποιους;) αλλά διότι αφενός μεν δεν πείθομαι ότι οι όποιοι παίκτες που αγωνίζονται με τα εθνικά χρώματα αντιπροσωπεύουν a priori την Ελλάδα και όχι τα συμβόλαια τους, αφετέρου δε, θεωρώ εθνική ασέβεια αυτό το ιερό πανηγυράκι που έχει στηθεί από τους επιτήδειους.
Για να γίνω περισσότερο συγκεκριμένος, βλέπω ότι επί Όττο κυρίως η Εθνική είναι μάλλον μια ομάδα παικτών που αγωνίζονται πάντοτε οι ίδιοι βασικοί ό,τι και να γίνει, ενώ χάνουν τη θέση τους μόνο αν τραυματιστούν ή βαρεθούν να αγωνίζονται και αποσυρθούν. Παλιότερα εις την Εθνική – προ Όττο – δεν ήταν λίγες οι φορές που καλούσαν κάποιους μόνο και μόνο για να ανέβει το κασέ τους. Τώρα καλούνται μεν πολλοί που αξίζουν όντως να φορέσουν τα εθνικά χρώματα, οι πιθανότητες όμως να αγωνιστούν βασικοί σε επίσημο αγώνα είναι ελάχιστες εάν δεν ανήκουν σε ομάδα του ΠΟΚ ή της Bundesliga. Αν ήταν άλλωστε εις το χέρι του Γερμανού θα αγωνίζονταν ακόμη ο Ζαγοράκης και ο Ντέμης.
Από την άλλη, η πλειοψηφία όσων αγωνίζονται σήμερα βασικοί είναι πια αρκετά μεγάλης ποδοσφαιρικής ηλικίας και εν πολλοίς κορεσμένοι, ενώ συγχρόνως εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων ποτέ δεν ήταν μεγάλης ποδοσφαιρικής αξίας. Εξάλλου εκτός από τον Καραγκούνη και τον Σεϊταρίδη, άντε και τον Κατσουράνη (αν θεωρηθεί η Μπενφίκα μεγάλη ομάδα) ουδείς κατόρθωσε να πάρει μεταγραφή σε κάποιο μεγάλο ευρωπαϊκό σύλλογο που να πρωταγωνιστεί. Είναι τυχαίο δηλαδή ότι ουδείς κουτόφραγκος εμπιστεύτηκε κάποιον εκ των πρωταθλητών Ευρώπης, ή μήπως είναι κομπλεξικοί επειδή η χώρα μας κατέκτησε το Euro;
Οι κουτόφραγκοι λοιπόν είδαν από την πρώτη στιγμή, αυτό που εις την ημεδαπή χρειάστηκε να έλθουν τα πρώτα «στραβά» αποτελέσματα, ότι δηλαδή η Εθνική του 2004 αλλά και μετά, είναι μία ομάδα τυχερή μεν, δεμένη δε, αμυντικογενής και δυσκολοκατάβλητη, η οποία όμως στερείται σε μέγιστο βαθμό ταλέντου. Ότι δηλαδή είναι μία ομάδα που ανέβηκε μεν ένα επίπεδο και κατορθώνει να νικά ή να μην χάνει από ισοδύναμες ομάδες της πλάκας, όπως Ισραήλ, Ελβετία, Νορβηγία κλπ, αλλά έως εκεί. Όταν έχει να αντιμετωπίσει καλύτερες ομάδες έστω και λίγο και δεν της βγει το κατένατσιο, τότε κλατάρει και έρχεται 16η σε σύνολο δεκαέξι ομάδων…
Έχει παίκτες που θα βάλουν μεν κάποιο τέρμα εναντίον κάποιων άμπαλων, αλλά που είναι αναπληρωματικοί ή ακόμη και εις την εξέδρα σε ομάδες της σειράς που αγωνίζονται εις τα προηγμένα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα…
Καθώς λοιπόν το παραμύθι – φανταστικό και ανεπανάληπτο σε κάθε περίπτωση – του 2004 έχει πια ξεθωριάσει, η Εθνική έχασε και εκείνους τους πανηγυρτζήδες φιλάθλους της που είχαν σπεύσει να την αποθεώσουν αγοράζοντας μαζικά διαρκείας, με αποτέλεσμα μέσα εις το Καραϊσκάκη, ο Ολυμπιακός να μαζεύει τριπλάσιο κόσμο εις το εσωτερικό διπλό του. Και μην πει κανείς γιατί γεμίζει το «Παγκρήτιο», αφού ο κόσμος της επαρχίας διψά για μεγάλους αγώνες επειδή σπανίως έχει την ευκαιρία να τους παρακολουθήσει…
Τέλος δύο μόνο λόγια για το εθνικό πανηγυράκι. Σε μία περίοδο απαξίωσης του ελληνικού πρωταθλήματος και συνακόλουθα των ομάδων, τα εγχώρια Μ.Μ.Ε. με την κατάκτηση του Euro έδραξαν της ευκαιρίας να εκμεταλλευτούν εμπορικά την αγάπη αν όχι λατρεία των Ελλήνων για εκείνη την Εθνική, και ευλόγως θα μπορούσε να πει κανείς. Ξάφνου ανακαλύφτηκαν club της Εθνικής, αφιερώματα, συνεντεύξεις, διαγωνισμοί, ανταποκρίσεις και ένα σωρό άλλες επινοήσεις. Η Εθνική πωλούσε τότε σαν το ζεστό ψωμί και οι πάντες έσπευσαν να επωφεληθούν υπερπροβάλλοντας την. Η υπερπροβολή αυτή οδήγησε την Εθνική με μαθηματική ακρίβεια εις την απόλυτη απαξίωση από εκείνους που την αποθέωναν, όταν ήλθαν – φυσιολογικά – τα πρώτα αρνητικά αποτελέσματα, καθώς πια έχει σταματήσει να πουλά…
Η αλήθεια βέβαια είναι ότι σε μία χώρα με το πιο αναξιόπιστο ίσως πρωτάθλημα της Ευρώπης, αξίζουν συγχαρητήρια εις την Εθνική της ομάδα για τις επιτυχίες της.
Μακάρι να προκριθεί η Εθνική εις το Παγκόσμιο της Νότιας Αφρικής. Αν είναι όμως να προκριθεί για να αγωνίζονται οι ίδιοι, οι οποίοι θα είναι ακόμη δύο έτη μεγαλύτεροι, καλύτερα να μείνουμε Ελλάδα…
Δεν αντέχεται για δεύτερη φορά αντίστοιχο γιουχάισμα όλων των φιλάθλων με εκείνο εναντίον της Σουηδίας…
Τα Σέβη μου.
ΜΥΣΤΗΡΙΟΣ
Για να γίνω περισσότερο συγκεκριμένος, βλέπω ότι επί Όττο κυρίως η Εθνική είναι μάλλον μια ομάδα παικτών που αγωνίζονται πάντοτε οι ίδιοι βασικοί ό,τι και να γίνει, ενώ χάνουν τη θέση τους μόνο αν τραυματιστούν ή βαρεθούν να αγωνίζονται και αποσυρθούν. Παλιότερα εις την Εθνική – προ Όττο – δεν ήταν λίγες οι φορές που καλούσαν κάποιους μόνο και μόνο για να ανέβει το κασέ τους. Τώρα καλούνται μεν πολλοί που αξίζουν όντως να φορέσουν τα εθνικά χρώματα, οι πιθανότητες όμως να αγωνιστούν βασικοί σε επίσημο αγώνα είναι ελάχιστες εάν δεν ανήκουν σε ομάδα του ΠΟΚ ή της Bundesliga. Αν ήταν άλλωστε εις το χέρι του Γερμανού θα αγωνίζονταν ακόμη ο Ζαγοράκης και ο Ντέμης.
Από την άλλη, η πλειοψηφία όσων αγωνίζονται σήμερα βασικοί είναι πια αρκετά μεγάλης ποδοσφαιρικής ηλικίας και εν πολλοίς κορεσμένοι, ενώ συγχρόνως εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων ποτέ δεν ήταν μεγάλης ποδοσφαιρικής αξίας. Εξάλλου εκτός από τον Καραγκούνη και τον Σεϊταρίδη, άντε και τον Κατσουράνη (αν θεωρηθεί η Μπενφίκα μεγάλη ομάδα) ουδείς κατόρθωσε να πάρει μεταγραφή σε κάποιο μεγάλο ευρωπαϊκό σύλλογο που να πρωταγωνιστεί. Είναι τυχαίο δηλαδή ότι ουδείς κουτόφραγκος εμπιστεύτηκε κάποιον εκ των πρωταθλητών Ευρώπης, ή μήπως είναι κομπλεξικοί επειδή η χώρα μας κατέκτησε το Euro;
Οι κουτόφραγκοι λοιπόν είδαν από την πρώτη στιγμή, αυτό που εις την ημεδαπή χρειάστηκε να έλθουν τα πρώτα «στραβά» αποτελέσματα, ότι δηλαδή η Εθνική του 2004 αλλά και μετά, είναι μία ομάδα τυχερή μεν, δεμένη δε, αμυντικογενής και δυσκολοκατάβλητη, η οποία όμως στερείται σε μέγιστο βαθμό ταλέντου. Ότι δηλαδή είναι μία ομάδα που ανέβηκε μεν ένα επίπεδο και κατορθώνει να νικά ή να μην χάνει από ισοδύναμες ομάδες της πλάκας, όπως Ισραήλ, Ελβετία, Νορβηγία κλπ, αλλά έως εκεί. Όταν έχει να αντιμετωπίσει καλύτερες ομάδες έστω και λίγο και δεν της βγει το κατένατσιο, τότε κλατάρει και έρχεται 16η σε σύνολο δεκαέξι ομάδων…
Έχει παίκτες που θα βάλουν μεν κάποιο τέρμα εναντίον κάποιων άμπαλων, αλλά που είναι αναπληρωματικοί ή ακόμη και εις την εξέδρα σε ομάδες της σειράς που αγωνίζονται εις τα προηγμένα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα…
Καθώς λοιπόν το παραμύθι – φανταστικό και ανεπανάληπτο σε κάθε περίπτωση – του 2004 έχει πια ξεθωριάσει, η Εθνική έχασε και εκείνους τους πανηγυρτζήδες φιλάθλους της που είχαν σπεύσει να την αποθεώσουν αγοράζοντας μαζικά διαρκείας, με αποτέλεσμα μέσα εις το Καραϊσκάκη, ο Ολυμπιακός να μαζεύει τριπλάσιο κόσμο εις το εσωτερικό διπλό του. Και μην πει κανείς γιατί γεμίζει το «Παγκρήτιο», αφού ο κόσμος της επαρχίας διψά για μεγάλους αγώνες επειδή σπανίως έχει την ευκαιρία να τους παρακολουθήσει…
Τέλος δύο μόνο λόγια για το εθνικό πανηγυράκι. Σε μία περίοδο απαξίωσης του ελληνικού πρωταθλήματος και συνακόλουθα των ομάδων, τα εγχώρια Μ.Μ.Ε. με την κατάκτηση του Euro έδραξαν της ευκαιρίας να εκμεταλλευτούν εμπορικά την αγάπη αν όχι λατρεία των Ελλήνων για εκείνη την Εθνική, και ευλόγως θα μπορούσε να πει κανείς. Ξάφνου ανακαλύφτηκαν club της Εθνικής, αφιερώματα, συνεντεύξεις, διαγωνισμοί, ανταποκρίσεις και ένα σωρό άλλες επινοήσεις. Η Εθνική πωλούσε τότε σαν το ζεστό ψωμί και οι πάντες έσπευσαν να επωφεληθούν υπερπροβάλλοντας την. Η υπερπροβολή αυτή οδήγησε την Εθνική με μαθηματική ακρίβεια εις την απόλυτη απαξίωση από εκείνους που την αποθέωναν, όταν ήλθαν – φυσιολογικά – τα πρώτα αρνητικά αποτελέσματα, καθώς πια έχει σταματήσει να πουλά…
Η αλήθεια βέβαια είναι ότι σε μία χώρα με το πιο αναξιόπιστο ίσως πρωτάθλημα της Ευρώπης, αξίζουν συγχαρητήρια εις την Εθνική της ομάδα για τις επιτυχίες της.
Μακάρι να προκριθεί η Εθνική εις το Παγκόσμιο της Νότιας Αφρικής. Αν είναι όμως να προκριθεί για να αγωνίζονται οι ίδιοι, οι οποίοι θα είναι ακόμη δύο έτη μεγαλύτεροι, καλύτερα να μείνουμε Ελλάδα…
Δεν αντέχεται για δεύτερη φορά αντίστοιχο γιουχάισμα όλων των φιλάθλων με εκείνο εναντίον της Σουηδίας…
Τα Σέβη μου.
ΜΥΣΤΗΡΙΟΣ