Το μέλλον για τα Γλυπτά του Παρθενώνα
Μια ειδική περίπτωση που απαιτεί ειδική λύση
Fabrizio Micalizzi
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Το καλοκαίρι τού 2013 ο τότε υπουργός Πολιτισμού τής Ελλάδας, κ. Πάνος Παναγιωτόπουλος, ζήτησε από την Γενική Γραμματέα τής ΟΥΝΕΣΚΟ, Ιρίνα Μπόκοβα, στήριξη για να βρεθεί μια διέξοδος στην διακοσίων ετών διαφωνία σχετικά με την επιστροφή των Γλυπτών τού Παρθενώνα.
Είναι πράγματι μια από τις πιο διάσημες και φορτισμένες, τόσο πολιτικά όσο και συναισθηματικά, διενέξεις που αφορούν στην πολιτιστική κληρονομιά. Μέσα από αυτήν την πρωτοβουλία, η Ελλάδα επέλεξε να προτείνει στο Ηνωμένο Βασίλειο μια διαδικασία διαβούλευσης στο πλαίσιο κανόνων τής ΟΥΝΕΣΚΟ, όπως αυτοί διαμορφώθηκαν το 2010 από την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Προώθηση της Επιστροφής Πολιτιστικής Ιδιοκτησίας στις Χώρες Προέλευσης ή της Αποκατάστασης σε περίπτωση Αθέμιτης Οικειοποίησης. Ακολούθως, η ΟΥΝΕΣΚΟ απέστειλε μια επιστολή στις βρετανικές Αρχές, δηλαδή στον τότε υπουργό των Εξωτερικών, William Hague, την τότε υπουργό Πολιτισμού, Maria Miller, και τον διευθυντή τού Βρετανικού Μουσείου, Neil MacRegor, ζητώντας τους να συναινέσουν στην έναρξη διαλόγου υπό τους προβλεπόμενους κανόνες διαβούλευσης.
Μέχρι σήμερα, καλοκαίρι τού 2014, αυτό το αίτημα ακόμα περιμένει απάντηση. Οι αναλυτές τής τακτικής των Βρετανών ιθυνόντων σχετικά με την υπόθεση των Μαρμάρων τού Παρθενώνα εντοπίζουν σε αυτό το σημείο ένα ακόμα δείγμα στάσης, έναν τρόπο για να κερδηθεί χρόνος. Όσο εκκρεμεί η απάντηση, ελπίζουν ότι η προσοχή τού κοινού θα ελαττωθεί και ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα πιέσει ιδιαίτερα για επίλυση. Οι Έλληνες πολιτικοί σύντομα θα έρθουν αντιμέτωποι με «καπνογενείς βόμβες» ρητορείας. Όταν οι βρετανικές Αρχές δεν παίζουν με το χρόνο, επιδιώκουν να μεταθέσουν τις ευθύνες στους διοικούντες το Βρετανικό Μουσείο, την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο, αποποιούμενοι, κατά αυτόν τον τρόπο, την ευθύνη για εξεύρεση λύσης. Βεβαίως, κανείς δεν υποστηρίζει ότι θα είναι απλό να βρεθεί λύση. Όμως η πολυπλοκότητα των διαδικασιών λήψης αποφάσεων χρησιμοποιείται από τις βρετανικές Αρχές με τρόπο που καταλήγει σε ένα ατέρμονο κυνηγητό του σκύλου και της γάτας.
Ήρθε πλέον η στιγμή να δοθεί ένα τέλος σε τέτοιου είδους πρακτικές. Να δοθεί απάντηση σε μια ειλικρινή πρόταση για συζήτηση, καλή τη πίστει, σύμφωνα με τους κανόνες τής ΟΥΝΕΣΚΟ. Είναι ένα ζήτημα ευθύτητας να θελήσεις να καθίσεις στο ίδιο τραπέζι και να κουβεντιάσεις ένα τόσο σημαντικό θέμα με ένα φίλο κράτος, μέλος τής ΟΥΝΕΣΚΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, υπάρχει ένα λεπτό αίσθημα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών τής Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ενθαρρύνει ακόμα περισσότερο την δεκτικότητα για διάλογο. Αλλά η επιθυμία της επανένωσης των Μαρμάρων όχι μόνο αποκρυσταλλώνει τα συμφέροντα ενός κράτους-μέλους, αλλά απασχολεί όλους τους Ευρωπαίους, δεδομένης τής σημασίας τού Παρθενώνα ως ένα σπουδαίο μνημείο ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους τού Βρετανικού Μουσείου, το κατά μερικούς αποκαλούμενο «παγκόσμιο μουσείο», είναι ότι η επιστροφή των Μαρμάρων τού Παρθενώνα θα άνοιγε τον ασκό τού Αιόλου, δημιουργώντας ένα προηγούμενο για άλλα ενδεχόμενα αιτήματα σχετικά με την επιστροφή πολιτιστικής κληρονομιάς στις χώρες προέλευσης. Αυτό στην πραγματικότητα θα οδηγούσε στην εκκένωση των θαυμαστών εκθέσεων και των σταθερά αναπληρούμενων αποθεμάτων, τα οποία τόσο επιμελώς – αν και αυτό ελέγχεται σε κάποιες περιπτώσεις – έχουν φροντίσει για περισσότερα από διακόσια χρόνια οι διοικούντες το Βρετανικό Μουσείο. Αυτός ο φόβος μετατρέπεται σε δόγμα πολιτικής, το οποίο μπορεί να αποδοθεί στη φράση: «Δεν πιστεύω στις θεωρίες επιστροφής» (πρωτ. “I don’t believe in returnism”), όπως ελαφρά τη καρδία δήλωσε ο Βρετανός πρωθυπουργός, Ντέιβιντ Κάμερον, το 2013 κατά την διάρκεια επίσκεψης στην Ινδία [3]. Πρόκειται για ένα κατανοητό ψυχολογικό αντανακλαστικό, ωστόσο, ρίχνοντας μια ματιά στο σύνολο των αιτημάτων επιστροφής πρέπει κάποιος να παραδεχτεί ότι γενικεύσεις τέτοιου είδους δύσκολα ευσταθούν. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο στην υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα, όπως ακριβώς εξηγούν ξεκάθαρα τα παρακάτω τρία επιχειρήματα. Πράγματι, η απαίτηση για επανένωση είναι μια ειδική υπόθεση, που αξιώνει ειδική επίλυση.
Πρώτα από όλα, τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, δηλαδή η ζωοφόρος, οι μετόπες και οι τα αετώματα, είναι μια μοναδική υπόθεση διότι αποτελούν ένα καλλιτεχνικό σύνολο. Τα Γλυπτά τού Παρθενώνα, που βρίσκονται στην Έκθεση Duveen, αποτελούν ένα αισθητικά αναπόσπαστο κομμάτι αυτού του συνόλου και των Μαρμάρων που βρίσκονται στην Αθήνα, και είναι εγγενώς συνδεδεμένα με το ναό ως μνημείο αρχιτεκτονικής, όπως το συνέλαβε ο Φειδίας. Το γεγονός ότι λαξεύθηκαν βάρβαρα και αποκόπηκαν βίαια από τον Παρθενώνα από τους ακολούθους τού λόρδου Έλγιν, οδήγησε στην χρήση τού νεολογισμού «ελγινισμός», ο οποίος χρησιμοποιείται για αναφορά σε πράξεις πολιτιστικού βανδαλισμού. Φυσικά, δεν είναι σκόπιμο να κρίνεται η ιστορία με γνώμονα τις σύγχρονες αξίες, αλλά οι πράξεις τού λόρδου Έλγιν έχουν ήδη κριθεί ως καταδικαστέες από τους δικούς του σύγχρονους. Ο λόρδος Βύρωνας είναι ένας από τους πλέον γνωστούς επικριτές, αλλά και ο Βρετανός βουλευτής Hammersley, ο Γερμανός συγγραφέας von Suckow, ο πρώτος Έλληνας αρχαιολόγος Πιττάκης [4], και πολλοί άλλοι καταδίκασαν τις πράξεις τού Έλγιν [5]. Έκτοτε, η κατακρεούργηση αυτού του καλλιτεχνήματος έχει γίνει φανερή σε κάθε γενιά. Δύο ακόμα σημεία συνηγορούν ως προς αυτό. Πρώτον, εκτός φυσικά από τον φυσικό ακρωτηριασμό των μορφών και του ανάγλυφου του γλυπτού, κατακερματίστηκε το αφήγημα που παρουσίαζαν. Ως εκ τούτου, το μήνυμα που αναπαριστούσαν, η πομπή των Παναθηναίων, όπως αποτυπωνόταν ως συνεχής ταινία, νοθεύτηκε. Δεύτερον, διαμελίζοντας στοιχεία όπως ο κορμός τού Δία, με το οπίσθιο τμήμα να εκτίθεται στο Λονδίνο και το εμπρόσθιο – σήμερα κάποιος θα το αποκαλούσε «six-pack» – να παραμένει στην Αθήνα, αποδεικνύεται ο απόλυτος παραλογισμός ενός τέτοιου διαμελισμού. Βλέποντας το απλό φυσικό αποτέλεσμα του ακρωτηριασμού, η επανένωση είναι απαίτηση της κοινής λογικής.
Πρόσφατα έγιναν κάποια μικρά βήματα προς την κατεύθυνση της επανένωσης των Μαρμάρων τού Παρθενώνα και αυτό δείχνει πως αυξάνεται συνεχώς η κατανόηση της αναγκαιότητας για επανένωση. Το 2006, το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης επέστρεψε στην Αθήνα ένα μικρό θραύσμα από την ζωοφόρο, και το 2008 το Μουσείο Salinas του Παλέρμο, όπως και το Μουσείο τοό Βατικανό δάνεισαν στο Μουσείο τής Ακρόπολης τα θραύσματα που κατείχαν. Συμπεραίνουμε, έτσι, ότι η ακεραιότητα των Μαρμάρων τού Παρθενώνα πρέπει να εξετάζεται σαν ένα ζήτημα αισθητικής δικαιοσύνης, μια και η απομάκρυνσή τους επηρεάζει την ουσιαστική αξία αυτού του μοναδικού έργου τέχνης.
Το δεύτερο επιχείρημα το οποίο θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι ότι, όπως ήδη αναφέρθηκε, τα Μάρμαρα του Παρθενώνα αποτελούν κομμάτι ενός αρχιτεκτονικού μνημείου το οποίο συνέλαβε ο Φειδίας και υπάρχει για πάνω από 2500 χρόνια μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, στην Ακρόπολη. Είναι αυτός ο ιερός βράχος που στέκεται πάνω από την πόλη των Αθηνών και ενέπνευσε τον Φειδία και τα γλυπτά του. Όμως, το εν λόγω πλαίσιο είναι κάτι παραπάνω από φυσική τοποθεσία, είναι το φως που επιδρά στο πώς βλέπει κανείς την Ακρόπολη, όπως τόσο εύγλωττα περιέγραφε ο Αίλιος Αριστείδης: «Μπορείς να αναγνωρίσεις την πόλη από μακριά από τον αέρα που την περιτριγυρίζει, είναι σαν ένα φωτοστέφανο» [6]. Έκτοτε ο όρος «Αττικό φως» απέκτησε υπόσταση. Αναμφίβολα, το κλίμα τού Λονδίνου απέχει πολύ από το αττικό φως. Από το 2008, το νέο Μουσείο τής Ακρόπολης προσφέρεται ως το ιδανικό σπίτι για τα Γλυπτά τού Παρθενώνα, μια και σέβεται σε απόλυτο βαθμό το πρωτότυπο πλαίσιο. Έγινε κάθε δυνατή προσπάθεια για να τονισθεί αυτό το αυθεντικό περιβάλλον. Ο αρχιτέκτονας του Μουσείου εξηγεί το πρίσμα υπό το οποίο εμπνεύστηκε αυτό το εξαιρετικά σπουδαίο έργο τέχνης σε σχετική δημοσίευσή του [7]: Οι επισκέπτες τής Έκθεσης του Παρθενώνα, η οποία δημιουργήθηκε σε αρμονία με το ναό, δεν έχουν μόνο την δυνατότητα να θαυμάσουν τα Γλυπτά σε ευθεία γραμμή με το μνημείο, αλλά μπορούν και να περπατήσουν γύρω από την ζωοφόρο όπως θα το έκαναν γύρω από το ναό. Κάθε κομμάτι τής έκθεσης παρουσιάζεται σε συγκεκριμένο σημείο, το οποίο επιτρέπει την ενατένιση της αφήγησης όπως αυτή φαινόταν στο ναό τής Αθηνάς. Επιπλέον, τα γλυπτά μπορούν να ειδωθούν υπό το Αττικό φως το οποίο φωτίζει ολόκληρο το κτίριο και κάνει κάθε επίσκεψη στο Μουσείο μοναδική, ανάλογα με τις αλλαγές τής ώρας, της εποχής και του καιρού.
Τέλος, η επανένωση των Γλυπτών τού Παρθενώνα δεν έχει μεγάλη σημασία μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη, αφού αφορά όχι μόνο ένα ζήτημα εθνικής ταυτότητας, αλλά και ένα εμβληματικό ευρωπαϊκό μνημείο. Εκ των πραγμάτων, ο Παρθενώνας αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα Ευρωπαϊκής κληρονομιάς. Έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στην ιστορία τής Ευρώπης: Πέραν της σύνδεσής του με την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, αποτέλεσε κομμάτι τής πολυτάραχης ιστορίας τής Νοτιοανατολικής Ευρώπης, του Σχίσματος των Εκκλησιών, της για αιώνες οθωμανικής κατοχής και εν τέλει του αγώνα για ανεξαρτησία κατά τον 19ο αιώνα.
Ο Παρθενώνας έχει μια συμβολική αξία για την Ευρώπη: Ο Περικλής, μετά την έγκριση των Αθηναίων συμπολιτών του, διέταξε την κατασκευή τού ναού, ο οποίος αποτέλεσε το σύμβολο της δημοκρατίας [8], της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας. Αποτελεί την ουσία τής ρίζας των κλασικών τής δυτικής φιλοσοφίας, η οποία ανέπτυξε μια καθολική επιρροή ανά τους αιώνες. Μέσω αυτών των ερεθισμάτων, οι Ευρωπαίοι βάδισαν στον δρόμο των δημοκρατικών αρχών και των δικαιωμάτων τού ανθρώπου.
Οι Ευρωπαίοι έχουν, επίσης, την δυνατότητα να διδαχθούν για την κοινή ευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά τους. Ο Παρθενώνας είναι ένα έργο τέχνης, τόσο αρχιτεκτονικό όσο και γλυπτικό, το οποίο καταδεικνύει την υψηλή τεχνική και αισθητική ικανότητα και υπεροχή των αρχαίων Αθηναίων [9]. Είναι αδιαμφισβήτητα ένα σπουδαίο σημείο αναφοράς στον χώρο τής αρχιτεκτονικής. Ο Le Corbusier υποστήριζε στο μανιφέστο του Towards a new architecture (σημ. μτφ. Προς μία νέα αρχιτεκτονική): «Δεν έχει υπάρξει κάτι ανάλογο [του Παρθενώνα] πουθενά και σε καμία άλλη περίοδο. Δημιουργήθηκε σε μια στιγμή που τα πράγματα ήταν στο ζενίθ, όταν ο άνθρωπος, αναδυόμενος από τις ευγενέστερες σκέψεις του, τις αποκρυστάλλωσε σε ένα πλαστικό έργο από φως και σκιές. (...) Για διακόσια χρόνια, αυτοί που είχαν αντικρύσει τον Παρθενώνα είχαν αισθανθεί ότι αποτελούσε μια καθοριστική στιγμή στην ιστορία τής Αρχιτεκτονικής». Μιλάμε για ένα γνήσιο ευρωπαϊκό μνημείο παγκόσμιας εμβέλειας.
Δυστυχώς, η Ακρόπολη και ο Παρθενώνας πρόσφατα έγιναν σύμβολο της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, όπως αυτή αποτυπώθηκε στον Τύπο με αμέτρητες φωτογραφίες, σκίτσα και καρικατούρες. Για αυτό τώρα θα ήταν η ιδανική στιγμή για την επιστροφή των Γλυπτών, στέλνοντας με αυτόν τον τρόπο το θετικό μήνυμα προς τους Έλληνες και τους Ευρωπαίους: Ότι η Ευρώπη δεν περιορίζεται σε χρέη και μέτρα λιτότητας. Μια τέτοια πράξη θα έσβηνε τα σημάδια τής κρίσης, θα έδινε εκ νέου την αίσθηση της αλληλεγγύης μεταξύ των Ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι μοιράζονται κοινές αξίες και πολιτιστική κληρονομιά.
Είναι σημαντικό να τονιστεί για άλλη μια φορά ότι το αίτημα για επανένωση αφορά αποκλειστικά τα Γλυπτά τού Παρθενώνα. Η Ελληνική Κυβέρνηση ήταν πάντα ξεκάθαρη σε αυτό. Δεν μπορεί να υπάρξει μία αόριστη πολιτική «I am Greek and I want to go home» [10] (στμ: Είμαι Έλληνας και θέλω να γυρίσω στο σπίτι μου) ώστε να επιστραφούν όλα τα ελληνικά έργα τέχνης από όλον τον κόσμο. Κανένα άλλο κομμάτι που απομακρύνθηκε από την Ακρόπολη δεν αποτελεί μέρος του συγκεκριμένου αιτήματος επιστροφής, ούτε καν η εμβληματική Καρυάτιδα του ναού τού Ερεχθείου. Θα πρέπει, φυσικά, να αποδεχθούμε ότι δεν συμφωνούν όλοι οι παίκτες τής διεκδίκησης της επιστροφής των Μαρμάρων τού Παρθενώνα σε αυτό το σημείο, και μερικές φορές παράγοντες στην Ελλάδα προσπαθούν να δημιουργήσουν κινήματα θολώνοντας τα νερά ως προς το πραγματικό νόμιμο αίτημα. Χιλιάδες ελληνικά γλυπτά εκθέματα απαντώνται ανά τον κόσμο, εκθειάζοντας έτσι την επίδραση της Αρχαίας Ελλάδας και εμπλουτίζοντας την Γνώση και τις Τέχνες στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο.
Μια ειδική υπόθεση απαιτεί ειδική λύση. Η προτεινόμενη από την ΟΥΝΕΣΚΟ διαβούλευση προσφέρει το ιδανικό πλαίσιο [11] για εξεύρεση λύσης. Αφότου τα δύο μέρη συμφωνήσουν στην έναρξη συνομιλιών, παραμένουν απόλυτα ανεξάρτητα και αυτόνομα να πράξουν ως επιθυμούν, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να αποσυρθούν από την διαδικασία οποιαδήποτε στιγμή (αρθ. 10. 1.d). Οι συζητήσεις λαμβάνουν χώρα σε καθεστώς αμοιβαίας εμπιστοσύνης και σύμφωνα με τις γενικές αρχές τής δικαιοσύνης, της αμεροληψίας και της καλής πίστης (αρθ. 3, 2.). Η διαδικασία τής διαβούλευσης εδράζεται, όπως σε κάθε πραγματιστική συζήτηση, στην ανταλλαγή επιχειρημάτων, δεδομένων και πληροφοριών με την αρωγή τού διαμεσολαβητή (αρθ. 8). Το εν δυνάμει αποτέλεσμα θα καθίσταται δεσμευτικό μόνο σε περίπτωση που έτσι συμφωνηθεί και από τα δύο μέρη (αρθ. 10. 4). Επιπρόσθετα, η διαδικασία είναι η ιδανική, καθώς οι διαπραγματεύσεις πραγματοποιούνται άμεσα μεταξύ των κυβερνήσεων. Σε αυτό το πλαίσιο, οι προαναφερθείσες τακτικές κωλυσιεργίας τής βρετανικής πλευράς θα πρέπει να παύσουν, δεδομένου ότι η βρετανική κυβέρνηση θα εκπροσωπεί τα συμφέροντα και άλλων δημοσίων και ιδιωτικών θεσμών και φορέων (αρθ. 4. 2.).
Προκειμένου να υπάρξουν αποτελεσματικές διαπραγματεύσεις για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα κανένα μέρος τής διένεξης δε θα πρέπει να εγείρει προαπαιτούμενα και να θέτει κόκκινες γραμμές. Πιο συγκεκριμένα, το πολύπλοκο και συναισθηματικά φορτισμένο ζήτημα των τίτλων ιδιοκτησίας επί των γλυπτών δε θα πρέπει να τεθεί επί τάπητος με την έναρξη της διαδικασίας διαβούλευσης, δεδομένου ότι αποτελεί το μεγαλύτερο αγκάθι στην εξεύρεση μιας ρεαλιστικής λύσης. Είναι προφανές ότι οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να προχωρούν πέραν του απλουστευμένου σεναρίου win-lose. Προσδίδοντας χαρακτήρα προστιθέμενης αξίας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, μπορούν να γίνουν προσπάθειες για μια επίλυση win - win. Κάποιες ιδέες προς αυτήν την κατεύθυνση έχουν ήδη εκφραστεί. Μια τέτοια ιδέα, για παράδειγμα, θα ήταν η μόνιμη και διαρκής συμφωνία ανταλλαγής, η οποία θα έδινε την δυνατότητα στο Βρετανικό Μουσείο να φιλοξενεί στις εκθέσεις του σπουδαία ελληνικά έργα τέχνης, στην βάση περιοδικού δανεισμού, έργα τέχνης τα οποία θα έλθουν να εμπλουτίσουν την μόνιμη συλλογή τού μουσείου, συλλογή που προσελκύει την καθολική προσοχή τού παγκόσμιου φιλότεχνου και μη κοινού. Μια ακόμα ιδέα θα ήταν η νέα συλλογή με τα επανενωμένα Γλυπτά τού Παρθενώνα στην Αθήνα να τεθεί υπό κοινή επιμέλεια από αμφότερα τα μουσεία.
Το συγκεκριμένο κείμενο δεν αποσκοπεί στο να εντρυφήσει σε διάφορες ιδέες για λύση. Με αυτό το έργο επιφορτίζονται οι κυβερνήσεις και οι διαπραγματευτές τους. Να προετοιμάσουν και να αξιολογήσουν, δηλαδή, ιδέες προς την εξεύρεση λύσης, ιδέες οι οποίες θα οδηγούν σε ένα win - win αποτέλεσμα. Αυτή θα είναι η ρεαλιστική διέξοδος από το τέλμα, μια διέξοδος η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με ζητήματα αισθητικής, ηθικής και δεοντολογίας. Απ' αυτήν την άποψη, το Βρετανικό Μουσείο έχει λίγα να χάσει, αλλά πολλά να κερδίσει: αναγνώριση, σεβασμό και την ικανοποίηση που δίδει μια «αριστοκρατική» [12] χειρονομία.
* Ο FABRIZIO MIVALIZZI είναι σύμβουλος του προέδρου τής Ελβετικής Επιτροπής για την Επιστροφή των Γλυπτών τού Παρθενώνα
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[*] Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στο τεύχος Αυγούστου-Σεπτεμβρίου τού «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» που κυκλοφορεί
[1] Η πρωτότυπη αγγλική έκδοση του άρθρου θα δημοσιευτεί ως μέρος τού συλλογικού έργου: Patricia van Gene-Saillet (επιμ.): The Reunification of the Parthenon Marbles. A European Concern, Bruylant, Brussels, 2014 (προς δημοσίευση). Το βιβλίο αποτελεί συλλογή των παρεμβάσεων και ομιλιών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της στρογγυλής τράπεζας που διοργάνωσε η Ελβετική Επιτροπή για την Επιστροφή των Γλυπτών τού Παρθενώνα, υπό τον πρόεδρο καθηγητή Dusan Sidjanski, σε συνεργασία με την τότε ευρωβουλευτή και Αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κ. Ρόδη Κράτσα, στις 15 Οκτωβρίου τού 2013 στην έδρα τού Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις Βρυξέλλες.
[2] Μετάφραση και επιμέλεια για την ελληνική γλώσσα, Μπατιστάτος Ευάγγελος.
[3] Losing their Marbles, European Voice, 4.4.2013, Βλ. : http://www.europeanvoice.com/article/imported/losing-their-marbles/76877...
[4] Βλ. William St. Clair: Lord Elgin & The Marbles, Oxford University Press, Oxford, 2003, σ. 332
[5] Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι το πρώτο επίσημο αίτημα για επιστροφή των Γλυπτών τού Παρθενώνα εκ μέρους τής ελληνικής κυβέρνησης έλαβε χώρα λίγο μετά την Ανεξαρτησία τής Ελλάδας, το 1835.
[6] Αίλιος Αριστείδης, ο Παναθηναϊκός Λόγος, 353 μ.Χ
[7] Βλ. Bernard Tschumi: The Acropolis Museum. The ideal home for the reunited Marbles, στο: Patricia van Gene-Saillet (επιμ.): The Reunification of the Parthenon Marbles. A European Concern, Bruylant, Brussels, 2014 (προς δημοσίευση)
[8] Βλ. Louis Godart: The Parthenon and Europe. στο: van Gene-Saillet (επιμ.), ό.π.
[9] Βλ. Dusan Sidjanski: Europe and the Parthenon Marbles: a common cause. στο: van Gene-Saillet (επιμ.), ό.π.
[10] ‘I Am Greek and I Want to Go Home’, Κίνηση για τον Επαναπατρισμό Κλεμμένων Ελληνικών Αρχαιοτήτων, Greek Reporter, 5.8.2012. Βλ: http://greece.greekreporter.com/2012/08/05/i-am-greek-and-i-want-to-go-h...
[11] Κανονισμός για Διαβούλευση και Συνδιάλλαξη της ΟΥΝΕΣΚΟ σύμφωνα με το αρθ. 4 παρ. 1, του Καταστατικού της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Προώθηση της Επιστροφής Πολιτιστικής Κληρονομιάς στις Χώρες Προέλευησης ή της Αποκατάστασης σε περίπτωση Αθέμιτης Οικειοποίησης. CLT-2010/CONF.203/COM.16/7. Παρίσι 2010. Όλα τα αναφερόμενα άρθρα αφορούν στο παραπάνω κείμενο.
[12] «Ποιά καλύτερη χειρονομία θα μπορούσε να γίνει προς την Ελλάδα αυτήν την στιγμή τής άθλιας οικονομικής δυσχέρειας; Μια πράξη φιλίας, εξιλέωσης και μια έκφραση πίστης στο μέλλον του λίκνου τής δημοκρατίας θα ήταν επίσης, έτσι φοβερά αριστοκρατικό». Stephen Fry, A modest proposal, 2011: http://www.stephenfry.com/2011/12/19/a-modest-proposal/