Τουρκία: Ανατολή εναντίον Δύσης
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΡΕΤΑΙΟΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
«O Ερντογάν κράτησε τον λόγο του και ορκίστηκε χωρίς φράκο». Το σχόλιο αυτό κυκλοφόρησε στο Διαδίκτυο λίγα λεπτά μετά την ορκωμοσία του Ταγίπ Ερντογάν ως προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Πράγματι, ο Ταγίπ Ερντογάν, που είχε δηλώσει ότι «το φράκο δεν ανήκει στην κουλτούρα μας και δεν απαιτείται», ορκίστηκε φορώντας ένα μαύρο κοστούμι και μια σοβαρή σκουροκόκκινη γραβάτα.
Ο Ταγίπ Ερντογάν είναι ο δεύτερος πρόεδρος της Τουρκίας που σπάει την παράδοση του φράκου, την οποία είχε αρχίσει ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Ο πρώτος πρόεδρος που δεν φόρεσε ποτέ φράκο ήταν ο Αχμέτ Νεζντέτ Σεζέρ, ο άσημος πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Τουρκίας, που η ιδιοτροπία των τότε πολιτικών ηγεσιών τον έφερε στην Προεδρία της Τουρκίας από το 2000 μέχρι το 2007. Υπερσυντηρητικός κεμαλιστής αλλά πάνω απ’ όλα εθνικιστής, ο πρόεδρος Σεζέρ δεν φόρεσε φράκο.
Το φράκο όμως επανήλθε στο Προεδρικό Μέγαρο της Τσάνκαγια με τον Αμπντουλάχ Γκιουλ που εξελέγη πρόεδρος το 2007. Δεν ήταν λίγες οι φορές που συντηρητικοί «ισλαμιστικοί» κύκλοι είχαν σχολιάσει ειρωνικά το ότι ο «ισλαμιστής» Αμπντουλάχ Γκιουλ ντυνόταν «α λα φράνκα». Οι ίδιοι κύκλοι ήταν άλλωστε αυτοί που θεωρούσαν όλο και πιο πολύ τον Αμπντουλάχ Γκιουλ άνθρωπο υπερβολικά κοντά στη Δύση. Εξού προφανώς και η –επιτυχημένη προς το παρόν– τακτική απομάκρυνσής του από την προεδρία του κυβερνώντος κόμματος και την πρωθυπουργία.
Ως «αυθεντικό» τέκνο του τουρκικού λαού, ο Ταγίπ Ερντογάν αρνήθηκε να φορέσει φράκο, δίνοντας έτσι τέλος στην παράδοση αυτή που είχε αρχίσει με τον Κεμάλ Ατατούρκ το 1925.
Η άρνησή του όμως αυτή αναδεικνύει για άλλη μια φορά την τεράστια σημασία που εξακολουθούν να έχουν στην Τουρκία οι σημειολογικοί συμβολισμοί, μεταξύ των οποίων είναι φυσικά και οι ενδυματολογικοί κώδικες. Αναδεικνύει επίσης το πόσο άρρηκτα συνδεδεμένο είναι ακόμα το παρελθόν της Τουρκίας με το παρόν της και πόσο οφθαλμοφανείς εξακολουθούν να είναι ορισμένοι «ανοιχτοί λογαριασμοί» της χώρας με την ιστορία της.
Ενας από τους πιο γνωστούς πίνακες του Γάλλου ζωγράφου Henry Guillaume Schlesinger (1814-1893) είναι αυτός του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ (1808-1839), έφιππου, φορώντας φέσι και παντελόνι. Ο πίνακας αυτός φιλοτεχνήθηκε μετά το 1826 και την αιματηρή κατάργηση του Γενίτσαρων από τον Μαχμούτ Β΄, με αφορμή την ήττα τους κατά την Ελληνική Επανάσταση. Πριν από το 1826, ο Μαχμούτ Β΄ είναι φιλοτεχνημένος σε άλλον πίνακα, ακριβώς στην ίδια στάση αλλά φορώντας τουρμπάνι και την παραδοσιακή μακριά φορεσιά των σουλτάνων. Θαυμαστής της δυτικής πρωτοπορίας, έχοντας δει στην πράξη την υπεροχή των εκσυγχρονισμένων στα δυτικά πρότυπα στρατευμάτων του Μεχμέτ Αλί της Αιγύπτου, ο Μαχμούτ Β΄ τόλμησε το μεγάλο βήμα, έσφαξε τους αποτυχημένους Γενίτσαρους και προώθησε μεγάλες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες άνοιξαν τον δρόμο της περίφημης περιόδου μεταρρυθμίσεων της αναδιοργάνωσης, «Tanzimat».
Μία από τις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις που επιβλήθηκαν τότε ήταν το φέσι και ο δυτικός τρόπος ένδυσης για τους λειτουργούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το φέσι, σε αντίθεση με το τουρμπάνι, ήταν το σύμβολο της νέας ομογένειας που προσπάθησε να προωθήσει ο Μαχμούτ Β΄, φέρνοντας το κράτος στο κέντρο της οθωμανικής ζωής ως ο μόνος διαχειριστής της οθωμανικής ταυτότητας. Το φέσι επιβλήθηκε με βία, μέσα στην Οθωμανική λογική των μεταρρυθμίσεων που επιβάλλονται από πάνω προς τα κάτω.
Ενενήντα εννιά χρόνια μετά το τέλος των Γενίτσαρων και την επιβολή του φεσιού, ο Κεμάλ Ατατούρκ θα κάνει την ιστορική του εμφάνιση και ομιλία στην πόλη Καστάμονου, στις 30 Αυγούστου 1925. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο πρόεδρος της Τουρκίας Μουσταφά Κεμάλ εμφανίστηκε φορώντας δυτικού τύπου καπέλο, αλλά ήταν η πρώτη φορά που το θέμα του καπέλου και της ενδυμασίας τέθηκε δημόσια.
Η εφημερίδα Hakimiyet-i Milliye έγραψε για την εμφάνιση αυτή του Ατατούρκ: «...Δείχνοντας μεγάλη στοργή, ο Γκαζί εισήλθε στην πόλη χαιρετώντας τον κόσμο με το καπέλο του τύπου Παναμά, ξεκινώντας έτσι μια σημαίνουσα περίοδο στο πεπρωμένο της Τουρκίας. Το κράτος εκκοσμικεύθηκε προωθώντας σημαντικά νομικά μέτρα, τώρα ήρθε οπωσδήποτε η ώρα να σωθούν οι μάζες από το φέσι, σύμβολο της θρησκείας».
Λίγους μήνες αργότερα, στις 11 Νοεμβρίου 1925, η τουρκική Εθνοσυνέλευση υιοθέτησε τον «Νόμο περί Καπέλου» που απαγόρευσε διά ροπάλου το φέσι και επέβαλε το δυτικό καπέλο. Το καπέλο, μαζί με το κομψό δυτικότροπο, «α λα φράνκα», ντύσιμο επιβλήθηκαν ως «σύμβολο πολιτισμού» και εκσυγχρονισμού. Λέγεται ότι το φράκο ήταν από τα αγαπημένα ντυσίματα του πάντα κομψότατου Ατατούρκ.
Μεταρρυθμιστές και συντηρητικοί
Οπως στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις απεγνωσμένες της μεταρρυθμίσεις που προσπάθησαν να δημιουργήσουν ένα ισχυρό κεντρικό κράτος, έτσι και στην Κεμαλική Τουρκία, η «κοινωνική μηχανική» (social engineering) βρισκόταν στο κέντρο των αλλαγών. Φέρνοντας έτσι στην πρώτη γραμμή τον τρόπο ενδυμασίας ανδρών και γυναικών ώστε οι μεταρρυθμίσεις να αλλάξουν ριζικά τον τρόπο ζωής των πολιτών. Ωστόσο ο Ατατούρκ ήταν πολύ πιο έξυπνος από τον Σάχη Ρεζά του Ιράν που λίγα χρόνια αργότερα θα απαγορεύσει και το κεφαλομάντιλο των γυναικών. Ο Κεμάλ δεν το απαγόρευσε παρά μόνο για τους δημόσιους λειτουργούς, αλλά το στιγμάτισε κοινωνικά και πολιτικά ως δείγμα οπισθοδρόμησης και αντίδρασης στη νεωτερικότητα.
Η τελευταία συστηματική προσπάθεια της Αγκυρας να επιβάλει τρόπους ζωής, κώδικες εμφάνισης και να φτιάξει ταυτότητες και κοινωνικές αλλαγές ήταν η μακρά περίοδος μετά το πραξικόπημα του 1980. Που ουσιαστικά έφερε τον Ταγίπ Ερντογάν στην Προεδρία της Τουρκίας. Η άρνησή του να ορκιστεί φορώντας φράκο, που θεωρείται από τους εθνικιστές-«ισλαμιστές» δείγμα εκφυλισμένου εκδυτικισμού, ανέδειξε και πάλι τις ευαισθησίες της τουρκικής κοινωνίας απέναντι στους ενδυματολογικούς συμβολισμούς. Η Τουρκία είναι φυσικά πολύ μακριά πια από τις εντάσεις που είχαν προκαλέσει οι ενδυματολογικές επαναστάσεις του Μαχμούτ Β΄ και του Κεμάλ Ατατούρκ. Αλλά και από το πάθος που χαρακτήρισε τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, όταν το ισλαμικό κεφαλομάντιλο ήταν στην καρδιά της δημόσιας συζήτησης και πολιτικής.
Την ώρα όμως που ο νέος Τούρκος πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου μιλάει διαρκώς για τη «Νέα Τουρκία» και τη διαδικασία «παλινόρθωσης» της Τουρκικής Δημοκρατίας, όρο που είχαν αρχικά χρησιμοποιήσει οι κεμαλιστές, η απάρνηση του φράκου είναι ένα σαφές πολιτισμικό μήνυμα...