Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Εύστοχο άρθρο του Στ. Κασιμάτη για την πολιτική φάρσα του ΕΝΦΙΑ


Υπογραφή «Δημήτρης Σταμάτης»
Στέφανος Κασιμάτης 
Τα βασικά στοιχεία της πολιτικής φάρσας που ζούμε τον τελευταίο καιρό, εξ αφορμής του ΕΝΦΙΑ, είναι γνωστά. Καλού κακού όμως, ας τα υπενθυμίσω εν τάχει:
Με τον φόρο αυτό ενοποιούνται οι διάφορες επιβαρύνσεις στην ιδιοκτησία, κατά τρόπο που σκοπό είχε την αποκατάσταση αδικιών και την εισαγωγή ενός συστήματος δικαιότερης κατανομής των φορολογικών βαρών. Η κυβέρνηση σκοπίμως κράτησε την εφαρμογή του ΕΝΦΙΑ για μετά τις ευρωεκλογές, για λόγους εμφανώς ψηφοθηρικούς - πράγμα θεμιτό σε γενικές γραμμές, βάσει των κανόνων του παιχνιδιού. Η έκβαση των ευρωεκλογών, εν τω μεταξύ, ήταν κακή για την κυβέρνηση και οδήγησε σε έναν σπασμωδικό ανασχηματισμό (με υπογραφή «Δημήτρης Σταμάτης»), ο οποίος αποδυνάμωσε ακόμη περισσότερο τον όποιο μεταρρυθμιστικό οίστρο διέθετε η κυβέρνηση. Ακόμη χειρότερα, η εφαρμογή του ΕΝΦΙΑ αποκάλυψε παραλείψεις στον σχεδιασμό του, οι οποίες ενέτειναν τις αδικίες που υποτίθεται ότι θα θεράπευε, ιδίως στο θέμα των αγροτικών ιδιοκτησιών.
Κάπως έτσι, μια κυβέρνηση αποδυναμωμένη (κυρίως από τις δικές της επιλογές, όχι από τις ασυναρτησίες μιας τυχάρπαστης αντιπολίτευσης) βρέθηκε με ένα σοβαρό πρόβλημα στα χέρια της. Αυτό αμέσως πήρε τις διαστάσεις γκάφας πρώτου μεγέθους, εξαιτίας βουλευτών της συμπολίτευσης, μελών της κυβέρνησης, ακόμη και αυτού του υπουργού Οικονομικών, οι οποίοι έσπευσαν να αρνηθούν τις ευθύνες τους και άρχισαν να ψάχνουν αποδιοπομπαίο για να τον κρεμάσουν ανάποδα. Μέσα στον γενικό αποσυντονισμό και την απώλεια του ελέγχου των εξελίξεων, ώς και ο Βενιζέλος (σε μια απόπειρα να μας δώσει τη δική του εκδοχή για το άκρον άωτον του θράσους) επιχείρησε να επαναφέρει νοσταλγικά στη μνήμη μας το επίτευγμά του με τον ΕΕΤΗΔΕ (κοινώς, το χαράτσι), για να μας παραπονεθεί ότι τον αδικήσαμε.
Αυτή είναι, πάνω κάτω, η ιστορία· και το ερώτημα που με απασχολεί είναι πού εντοπίζεται, μέσα σε αυτό το απίθανο μπέρδεμα, το λάθος. Εντοπίζεται, έχω την εντύπωση, στη στρατηγική που ακολουθεί η κυβέρνηση μετά τον ανασχηματισμό. Είναι το ότι η κυβέρνηση ανταγωνίζεται τον ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ) στο προνομιακό του πεδίο: την απόδραση από την πραγματικότητα, το παραμύθι.
Το λάθος του ΕΝΦΙΑ εξελίχθηκε σε φιάσκο, επειδή η κυβέρνηση αντί της ρεαλιστικής προσέγγισης στα πράγματα προτιμά να παρουσιάζει την πραγματικότητα μέσα από το πρίσμα της ρητορείας του ενθουσιασμού και της θριαμβολογίας. Πράγματι, υπάρχει μικρή αλλά σαφής βελτίωση στα οικονομικά μεγέθη. Πρόκειται για επίτευγμα αυτής της κυβέρνησης, το οποίο δεν είναι διόλου αμελητέο, καθώς αν σταθεροποιηθεί η βελτίωση, μακροπρόθεσμα και σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις, οδηγεί στην ανάκαμψη. Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι αυτή η βελτίωση δεν είναι ακόμη αισθητή ευρέως, ούτε έχει φθάσει σε εκείνους που την έχουν περισσότερο ανάγκη. Αυτή όμως είναι η φύση της οικονομίας μέσα στην οποία παλεύουμε. Αυτή είναι επίσης η φύση της προσπάθειας που καταβάλλεται. Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν.
Αυτό το σημαντικό που έχει πετύχει ώς τώρα η κυβέρνηση -και προσωπικά ο πρωθυπουργός- το πουλάει όμως στον κόσμο με τον λάθος τρόπο. Το πουλάει με τη θριαμβευτική ρητορική του τύπου: φεύγει η τρόικα, γυρίζουμε σελίδα, έρχεται η ανάπτυξη, όπου να ’ναι επιστρέφουμε στην κανονικότητα (του «δώσε κι εμένα μπάρμπα»...) και τα τοιαύτα. Με τον τρόπο αυτόν, η κυβέρνηση νομίζει ότι εμψυχώνει τους κουρασμένους υποστηρικτές της, ενώ στην πραγματικότητα τους απομακρύνει από την πραγματικότητα. Διότι έρχεται κατόπιν η γκάφα του ΕΝΦΙΑ και η ψευδαίσθηση του ενθουσιασμού εξαερώνεται.
Οι υποστηρικτές της γραμμής αυτής μέσα στην κυβέρνηση, υποθέτω ότι μπορούν να ισχυρισθούν ότι για την κατάσταση δεν ευθύνεται η στρατηγική της κυβέρνησης. Τα προβλήματα που ανέκυψαν στην εφαρμογή του ΕΝΦΙΑ ανήκουν στην κατηγορία των απρόοπτων και αναπάντεχων γεγονότων, είναι αυτά που δεν μπορεί κανείς να προβλέψει, να εμποδίσει ή να ελέγξει -τα «events, dear boy, events», που θα έλεγε ο μακαρίτης Μακμίλαν. Αυτό θα πουν, αλλά δεν θα έχουν δίκιο. Διότι όσοι ζούμε σε τούτη τη χώρα (όσοι τουλάχιστον δεν κατοικούμε σε χρυσελεφάντινους πύργους...) γνωρίζουμε ότι το λάθος, η αστοχία, η κακοτεχνία, η παράλειψη, η τσαπατσουλιά ή όπως αλλιώς θέλετε να το πούμε, στη σημερινή Ελλάδα είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Τέτοια πράγματα είναι λίγο ώς πολύ αναμενόμενα σε ένα κράτος χαοτικό, που υπολειτουργεί και αποσυντίθεται, την ώρα ακριβώς που προσπαθούμε όπως όπως να το κάνουμε να σταθεί στα πόδια του. Δεν χρειάζεται να μας το υπενθυμίζει κανείς ότι, εδώ, δεν έχουμε το κράτος της Γερμανίας, ούτε καν της Ιταλίας - είναι κάτι που το ξέρουμε όλοι και το θεωρούμε δεδομένο.
Ας μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ προς Θεού ότι οι αστοχίες δεν έχουν κόστος, επειδή είναι αναμενόμενες. Εχουν και παραέχουν κόστος, σε κάθε περίπτωση και ανεξαρτήτως των συνθηκών. Οταν όμως η στρατηγική της κυβέρνησης είναι τέτοια ώστε η αναμενόμενη και ίσως προβλεπτή αστοχία να ανάγεται ξαφνικά σε γεγονός εξαιρετικό, τότε το κόστος του γίνεται πολλαπλάσιο. Πολύ απλά, όταν μια κυβέρνηση διαφημίζει τον επικείμενο θρίαμβό της, που όλο έρχεται μα ποτέ δεν φθάνει, τότε αρκεί μια στραβή, όπως με τον ΕΝΦΙΑ, για να τα τινάξει όλα στον αέρα.
Από την κατάσταση αυτή, η μόνη που ευνοείται είναι η αντιπολίτευση, αφού η κυβέρνηση επιλέγει να αναμετρηθεί μαζί της σε ένα πεδίο εκτός πραγματικότητος. Ασφαλώς, δεν είναι διόλου απλό πράγμα να πολεμήσεις ένα ευχάριστο παραμύθι με τη δυσάρεστη πραγματικότητα, αλλά είναι ολέθριο λάθος να πολεμάς το δικό τους παραμύθι με ένα άλλο δικό σου. Από την αναμέτρηση κερδισμένο βγαίνει το κόμμα των Τσιπριστών-Λαφαζανιστών.
Ετσι η κυβέρνηση βρίσκεται σήμερα εκεί ακριβώς όπου βρισκόταν και μετά τον ανασχηματισμό: πεσμένη κάτω και τα έχει χαμένα. Ηταν απλώς το καλοκαίρι που πέρασε και έθρεψε την ψευδαίσθηση ότι ίσως έχουμε καταφέρει να κάνουμε δύο βήματα παρακάτω, αλλά η ελπίδα ήταν φρούδα. Η κυβέρνηση είναι ακόμη καθηλωμένη στο ίδιο σημείο, εξαιτίας της στροφής που επιχείρησε με το κεφαλαιώδες λάθος του ανασχηματισμού. Αυτό πληρώνει ακόμη και θα συνεχίσει να το πληρώνει όσο εμμένει σε αυτό. Υπό την έννοια αυτή, λοιπόν, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα όρια των δυνατοτήτων της κυβέρνησης περιγράφονται από τα όρια της σκέψης του Δημήτρη Σταμάτη, ο οποίος (σε αγαστή σύμπνοια με τον Βενιζέλο) είναι ο πατέρας της άτσαλης στροφής προς τον λαϊκισμό. Και εφόσον δεν κάνει τίποτε για να επανέλθει στη σωστή πορεία, το μόνο στο οποίο μπορεί να ελπίζει η κυβέρνηση είναι το ανέλπιστο. Ας πούμε, λ.χ., να βρεθεί θαμμένος στον τάφο της Αμφίπολης ο αρχαίος πρόγονος του Δημήτρη Σταμάτη. (Θα αναγνωρισθεί, φαντάζομαι, από το μπεγλέρι που θα υπάρχει δίπλα στον νεκρό...).