Επιστροφή των ΗΠΑ στη στρατηγική
Νίκος Κωνσταντάρας
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η επέλαση των φανατικών του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και στη Συρία ανάγκασε τις ΗΠΑ να εστιάσουν πάλι το ενδιαφέρον τους σε μια περιοχή από την οποία ήθελαν να απεμπλακούν στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό.
Για τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, η στρατηγική στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία βασιζόταν κυρίως σε επιλεκτικά χτυπήματα εναντίον τρομοκρατικών οργανώσεων και στη σταδιακή απόσυρση στρατιωτικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν, όπως είχε συμβεί στο Ιράκ το 2011. Η ομιλία του Ομπάμα προχθές, κατά την οποία ανακοίνωσε το σχέδιο για την εξουδετέρωση των τρομοκρατών του αυτοαποκαλούμενου «Ισλαμικού Κράτους», σηματοδότησε δυναμική επιστροφή στην περιοχή, με μια στρατηγική που γεννάει και ελπίδες και κινδύνους.
Για τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, η στρατηγική στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία βασιζόταν κυρίως σε επιλεκτικά χτυπήματα εναντίον τρομοκρατικών οργανώσεων και στη σταδιακή απόσυρση στρατιωτικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν, όπως είχε συμβεί στο Ιράκ το 2011. Η ομιλία του Ομπάμα προχθές, κατά την οποία ανακοίνωσε το σχέδιο για την εξουδετέρωση των τρομοκρατών του αυτοαποκαλούμενου «Ισλαμικού Κράτους», σηματοδότησε δυναμική επιστροφή στην περιοχή, με μια στρατηγική που γεννάει και ελπίδες και κινδύνους.
Μιλώντας μία ημέρα πριν από τη 13η επέτειο των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, ο Ομπάμα είχε δύο στόχους όσον αφορά τους συμπολίτες του – να τους πείσει πως το «Ισλαμικό Κράτος» αποτελεί σοβαρή απειλή για την ασφάλεια και τα συμφέροντα των ΗΠΑ και να τους καθησυχάσει ότι δεν σκοπεύει να οδηγήσει τη χώρα σε άλλον έναν πόλεμο. Το «Ισλαμικό Κράτος» έχει ήδη αποδείξει πόσο επικίνδυνο είναι. Ο Ομπάμα, όμως, έπρεπε να πείσει ότι δεν θα επαναλάβει τα λάθη της καταστροφικής εισβολής και κατοχής του Ιράκ. Υπογράμμισε ότι οι ΗΠΑ σχηματίζουν έναν ευρύ συνασπισμό αραβικών, μουσουλμανικών και ευρωπαϊκών χωρών εναντίον του «Ισλαμικού Κράτους»· ενώ οι ΗΠΑ θα παρέχουν αεροσκάφη και συμβούλους, οι χερσαίες επιχειρήσεις θα διεξάγονται από τον ιρακινό στρατό, από Κούρδους μαχητές, σιίτες πολιτοφύλακες και άλλα μέλη του συνασπισμού. Το σχέδιο είναι να σχηματιστεί ένα τείχος από κράτη που συνορεύουν με το Ιράκ και τη Συρία, να ενισχυθούν οι εχθροί του «Ισλαμικού Κράτους» (εθνικές και θρησκευτικές ομάδες) εντός Ιράκ και Συρίας και να στρατολογηθούν χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, η οποία θα φιλοξενήσει βάση για την εκπαίδευση Σύρων μαχητών. Η βαρβαρότητα των τζιχαντιστών του «Ι.Κ.» οδηγεί και πρώην υποστηρικτές τους να συνεργαστούν με τους αντιπάλους τους ώστε να εξουδετερώσουν μια απειλή μεγαλύτερη απ’ ό,τι αποτελεί ο ένας για τον άλλον. Ετσι, οι ΗΠΑ συνεργάζονται με το Ιράν και ο ιρακινός στρατός με τους Κούρδους, ενώ το Ιράν και η Σαουδική Αραβία βρίσκονται για πρώτη φορά στο ίδιο στρατόπεδο. Η στρατηγική της συλλογικότητας ίσως πετύχει στο Ιράκ, αλλά μόνο εάν οι σουνίτες της χώρας, οι οποίοι στηρίζουν ή ανέχονται το (ακραία σουνιτικό) «Ι.Κ.», πεισθούν ότι η κυρίως σιιτική κυβέρνηση της Βαγδάτης επιδιώκει τη συμμετοχή και όχι τον αποκλεισμό τους.
Η συλλογική δράση εναντίον του κοινού εχθρού ίσως ανοίξει νέους δρόμους επικοινωνίας μεταξύ των πρωταγωνιστών της περιοχής. Ελλοχεύει, όμως, ο κίνδυνος να ενισχυθεί μία ομάδα σε βάρος των άλλων, διαιωνίζοντας την ταραχή. Στη Συρία, οι ΗΠΑ σκοπεύουν να ενισχύσουν τις αντικαθεστωτικές ομάδες που πολεμούν και την κυβέρνηση και το «Ι.Κ.». Η επικράτησή τους, όμως, ίσως οδηγήσει σε κάτι παρόμοιο με όσα συνέβησαν στο Ιράκ μετά την εισβολή των ΗΠΑ το 2003, όταν η διάλυση των θεσμών του κράτους και των σωμάτων ασφαλείας προκάλεσε το χάος που ακόμη κυριαρχεί. Είναι άγνωστο εάν στη στρατηγική των ΗΠΑ η απειλή του «Ισλαμικού Κράτους» μπορεί να ανοίξει δρόμο για πολιτική μετάβαση χωρίς την κατάρρευση της Συρίας.