Οι «αγορές»
Αλέξης Παπαχελάς
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Οι «αγορές» μπήκαν για τα καλά στη ζωή μας και ορισμένοι τις έχουν θεοποιήσει, με το επιχείρημα πως έχουν κάποιο κρυφό... αλάνθαστο ένστικτο στον τρόπο που λειτουργούν. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως οι άνθρωποι των «αγορών», οι εκπρόσωποι δηλαδή διαφόρων funds, μας έχουν πλέον μάθει πολύ καλά.
Οι άνθρωποί τους έχουν επαφές με όλο το φάσμα του πολιτικού κόσμου, από την κυβέρνηση έως τον ΣΥΡΙΖΑ και ενίοτε παραπέρα. Ξέρουν πια λεπτομέρειες για το πολιτικό σκηνικό, τις εσωκομματικές ισορροπίες του ΠΑΣΟΚ και τις αντιευρωπαϊκές συνιστώσες της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το εντυπωσιακό είναι ότι από εκεί που άκουγαν Ελλάδα και έτρεχαν μακριά λόγω υψηλότατου πολιτικού ρίσκου, τώρα τρέχουν να σιγουρευθούν ότι θα είναι ανάμεσα στους τυχερούς που θα πάρουν ένα κομμάτι από την έκδοση της Ελληνικής Δημοκρατίας. Φίλος περιέγραφε τη σουρεαλιστική εμπειρία που είχε με εκπρόσωπο μεγάλου κερδοσκοπικού fund στο Λονδίνο πριν από λίγες ημέρες, ο οποίος συνηγορούσε με εξαιρετικά θερμό τρόπο υπέρ της συμμετοχής στην ελληνική έκδοση. «Πολιτικό ρίσκο, τι είναι αυτά που λέτε; Δεν υπάρχει περιθώριο ατυχήματος στην Ελλάδα, τελεία και παύλα», έλεγε με πείσμα στους συνομιλητές του οι οποίοι δεν μπορούσαν να ξεχάσουν πως πριν από ενάμιση περίπου χρόνο ο ίδιος άνθρωπος ρωτούσε με αγωνία «πόσο πιθανός είναι ένας εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα».
Μεσολάβησε κάτι άραγε ή απλώς λειτουργούν παράλογα οι «αγορές»; Σίγουρα σε αυτόν τον ενάμιση χρόνο είχαν άμεσες επαφές με τον ίδιο τον πρωθυπουργό και το επιτελείο του οι οποίες δημιούργησαν ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Παίζει ρόλο να έχεις ακούσει ποιο είναι το σχέδιο εξόδου από την κρίση από τον ίδιο τον πρωθυπουργό και στη συνέχεια να βλέπεις πως και το σχέδιο και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής του τηρούνται ευλαβικά.
Ενας δεύτερος σημαντικός παράγων που άλλαξε την ψυχολογία των «αγορών» είναι η κρίση εμπιστοσύνης που έχει θέσει σε αμφισβήτηση τις επενδύσεις στη Ρωσία, την Τουρκία και άλλες αναδυόμενες αγορές. Επειδή πολλά λεφτά υπάρχουν και μάλιστα παγκοσμίως, η Ελλάδα εμφανίζεται αίφνης ως ένα ασφαλές καταφύγιο με υψηλές αποδόσεις για το διεθνές κεφάλαιο. Οι «αγορές», άλλωστε, λειτουργούν πάντοτε με μία ψυχολογία κοπαδιού όπου όλοι ακολουθούν τους πρώτους γενναίους, οι οποίοι αψηφούν το ρίσκο και αρχίζουν να επενδύουν σε μία χώρα ή επιχείρηση που θεωρείτο επικίνδυνη μέχρι πρότινος.
Ενας τρίτος, σημαντικός παράγων, είναι η δεδηλωμένη πλέον δέσμευση των Ευρωπαίων εταίρων μας πως θα βοηθήσουν την Ελλάδα εάν και όποτε βρεθεί ξανά σε ανάγκη δανεισμού. Αυτή η δέσμευση σε συνδυασμό με τον εξοβελισμό του κινδύνου εξόδου από το ευρώ δημιουργούν μια αίσθηση ασφάλειας στους επενδυτές. Οι ίδιοι οι Γερμανοί βιάζονταν, άλλωστε, να κηρύξουν το τέλος του ελληνικού επεισοδίου και να στηρίξουν τη διαπίστωση πως η Ελλάδα βγήκε για τα καλά από την εντατική.
Το αν οι «αγορές» κάνουν λάθος θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από το πώς θα χειρισθούμε τη δική μας μοίρα. Αν η χώρα εμπλακεί σε μία περίοδο παρατεταμένης ακυβερνησίας ή αν κάποια μελλοντική κυβέρνηση επιχειρήσει ένα άγαρμπο μπρα ντε φερ με τους εταίρους και δανειστές για τη δραστική μείωση του χρέους, οι συνέπειες μπορεί να είναι καταλυτικές. Οι «αγορές» έκαναν, άλλωστε, πολλές φορές λάθος σε σχέση με την Ελλάδα στο παρελθόν. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση, το πώς τη δάνειζαν σαν να μην υπάρχει αύριο πριν από το 2009 παρότι ο πρότερος ανέντιμος δημοσιονομικός της βίος και τα νούμερα μιλούσαν από μόνα τους...
Ο τρόπος, όμως, που αντιμετωπίζουν την Ελλάδα τώρα είναι διαφορετικός. Μας ξέρουν πολύ καλύτερα και είναι απολύτως υποψιασμένοι για τα πλέον καταστροφικά σενάρια. Βλέπουν ότι η οικονομία έχει πιάσει «πάτο» και πως ο κίνδυνος να μας εγκαταλείψουν οι εταίροι μας είναι εξαιρετικά απομακρυσμένος. Με άλλα λόγια, θεωρούν πως ό,τι και να κάνουμε εμείς εδώ, όσο αυτοκαταστροφικοί και αν γίνουμε, υπάρχει ένα δίχτυ ασφαλείας και για αυτούς και -το κυριότερο- για τη χώρα. Πράγμα που σημαίνει πως αν συνεχίσουμε τον ενάρετο δρόμο των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής πειθαρχίας χωρίς περιπέτειες και ατυχήματα, οι «αγορές» θα εμπιστευθούν ακόμη περισσότερο και μόνιμα τη χώρα μας.