Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Αποκαλυπτικό άρθρο για τη μεταφορά δισεκατομμυρίων με C-130 για να μην μείνουν άδεια τα ΑΤΜ


Μετέφεραν δισεκατομμύρια με C-130 για να μην μείνουν άδεια τα ΑΤΜ!
Το θρίλερ της παρολίγον χρεοκοπίας
Διαβάστε αποσπάσματα από το βιβλίο της Τράπεζας της Ελλάδας για την κρίση - Περιγράφονται απίστευτες σκηνές από το καλοκαίρι του 2010 μέχρι και το καλοκαίρι του 2012
Σκηνές χολιγουντιανής ταινίας θυμίζουν οι αναφορές της Τράπεζας της Ελλάδας σε βιβλίο της με τίτλο «Το χρονικό της μεγάλης κρίσης», για εκείνες τις ημέρες στην χώρα μας.
Από το καλοκαίρι του 2010 μέχρι και το καλοκαίρι του 2012, όπου πάνω από την Ελλάδα πλανιόταν το φάντασμα της χρεοκοπίας, διαδραματιζόταν απίστευτες σκηνές με μεταφορές τεράστιων ποσών προκειμένου η χώρα μας να σωθεί.
Όπως περιγράφεται στο βιβλίο υπήρξαν 3 περιπτώσεις που κυριολεκτικά τα ΑΤΜ και τα αποθέματα των τραπεζών είχαν στερέψει, καθώς οι Έλληνες φοβούμενοι μια χρεοκοπία είχαν αποσύρει τις καταθέσεις τους.
Τότε με παρέμβαση της ΤτΕ έφτασαν στη χώρα εκατομμύρια χαρτονομίσματα των 100 και των 50 ευρώ τα οποία μοιράστηκαν στις τράπεζες για να μην στεγνώσουν από ρευστό και ξεσπάσει πανικός.
Είναι χαρακτηριστικό ότι λίγο πριν τις εκλογές του 2012, στις 14 και 15 Ιουνίου έφυγαν από το Νομισματοκοπείο 76 και 71 φορτηγά γεμάτα χαρτονομίσματα προς τις τράπεζες.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες από το Νομισματοκοπείο θα έφευγαν μόλις 20 φορτηγά. Ωστόσο η κατάσταση με τις αναλήψεις είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο αφού στις 15 Ιουνίου, την τελευταία εργάσιμη πριν από τις εκλογές, είχαν κάνει φτερά από τις τράπεζες 3,5 δισ. ευρώ.
Η επιτακτική ανάγκη για ζεστό χρήμα καλύφθηκε με ενέσεις ρευστότητας από το εξωτερικό. Υπό άκρα μυστικότητα, αεροπλάνα τύπου C - 130 έφτασαν τρεις φορές στην Ελευσίνα φορτωμένα με χρηματοδέματα των 50 και των 100 ευρώ.
Όπως αναφέρεται στο βιβλίο της Τράπεζας της Ελλάδος, η πρώτη πτήση έγινε στις 10 Ιουνίου 2010, καθώς η ένταξη της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης και το μπαράζ αρνητικών δημοσιευμάτων πριν από το κρίσιμο Eurogroup της 7ης Ιουνίου είχαν στεγνώσει τις τράπεζες από μετρητά.
Τότε η ΤτΕ σε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Κεντρική Τράπεζα της Ιταλίας παρέλαβε 15 εκατ. χαρτονομίσματα των 100 ευρώ, τροφοδοτώντας γκισέ και ΑΤΜ με 1,5 δισ. ευρώ.
Τα χρηματοδέματα, το καθένα από τα οποία είχε 1.000 χαρτονομίσματα των 100 ευρώ, έφτασαν στο αεροδρόμιο και από εκεί στο Νομισματοκοπείο.
Η επόμενη αποστολή ύψος 1,84 δισ. ευρώ και πάλι σε χαρτονομίσματα των 50 ευρώ έγινε τον Νοέμβριο του 2012.
Στις 24 Νοεμβρίου 2012 έγινε η τρίτη ένεση ρευστότητας . Είχαν προηγηθεί η αποχώρηση της τρόικας τον Σεπτέμβριο, η επεισοδιακή ψήφιση του πολυνομοσχεδίου και κυρίως η ανακοίνωση για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, γεγονότα που οδήγησαν σε φυγή καταθέσεων άνω των 8 δισ. ευρώ σε λίγες εβδομάδες.
Για να καλυφθούν οι ανάγκες σε μετρητά ήρθαν 1,84 δισ. ευρώ πάλι σε χαρτονομίσματα των 50 ευρώ.
Ο Γιώργος Προβόπουλος την ίδια ώρα έλεγε πως τόσα χρόνια αφήναμε τους εύπορους να βγάζουν τα χρήματα τους στο εξωτερικό χωρίς κανέναν έλεγχο και τώρα θα πούμε σε αυτούς που άφησαν τις οικονομίες μιας ζωής στην Ελλάδα ότι δεν μπορούν να πάρουν πάνω από 150 ευρώ την εβδομάδα;
Σύμφωνα με τα στοιχεία στα τέλη του 2007 οι εγχώριες τράπεζες είχαν αντλήσει 8,8 δισ. ευρώ από την ΕΚΤ. Ένα χρόνο αργότερα το ποσό εκτινάχθηκε στα 40,5 δισ. ευρώ, ενώ στα τέλη του 2011 υπερέβαινε τα 120 δισ. για να φτάσει στα δυσθεώρητα επίπεδα των 140 δισ. το καλοκαίρι του 2012.
Ακολουθεί χαρακτηριστικό απόσπασμα απ' το βιβλίο:
"Είναι χαρακτηριστικό ότι, από την ημερομηνία ανακοίνωσης της πρώτης “δέσμης μέτρων” για το δημόσιο τομέα (9 Φεβρουαρίου 2010) μέχρι και τις βουλευτικές εκλογές της 17ης Ιουνίου 2012, η αξία των τραπεζογραμματίων ευρώ σε κυκλοφορία υπερδιπλασιάστηκε και ανήλθε σε 47,7 δισεκ. ευρώ, έναντι 20,0 δισεκ. ευρώ (+138%), ξεπερνώντας κατά πολύ το μέσο όρο αύξησης των προηγούμενων ετών (περί το 7,5% ετησίως), καθώς και τον αντίστοιχο μέσο όρο του Ευρωσυστήματος
Την περίοδο Ιαν. 2006-Δεκ. 2009 ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης της κυκλοφορίας των τραπεζογραμματίων ευρώ σε όρους αξίας στην Ελλάδα ήταν κατά τι χαμηλότερος του αντιστοίχου της ευρωζώνης (8,7% έναντι 9,3%). Την περίοδο μετά το Δεκέμβριο του 2009 η αξία των τραπεζογραμματίων που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα αυξήθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό άνω του 20%.
Επιπρόσθετα, ο ρυθμός αύξησης της ζήτησης δεν ήταν ομαλός. Αντίθετα, στο προαναφερθέν χρονικό διάστημα (Φεβρουάριος 2010-Ιούνιος 2012) η ΤτΕ κλήθηκε να αντιμετωπίσει αλλεπάλληλα “επεισόδια” αυξημένων εκροών χρηματικού, τα οποία προκαλούσαν η αρνητική ειδησεογραφία και οι εξάρσεις ανησυχίας του κοινού.
Ανάλυση της ζήτησης σε εβδομαδιαία βάση δείχνει ότι καταγράφηκαν 11 εβδομάδες με εκροές χρηματικού αξίας άνω του 1 δισεκ. ευρώ – με κορυφαίες την εβδομάδα πριν από τις επαναληπτικές εκλογές του Ιουνίου του 2012 (εκροές 3 δισεκ. ευρώ), την εβδομάδα 22-26 Μαρτίου 2010, οπότε υπήρξαν φήμες για την κήρυξη πτώχευσης στις 25 Μαρτίου (εκροές 2 δισεκ. ευρώ), και την εβδομάδα ανακοίνωσης της εισόδου της Ελλάδος στο Μνημόνιο, τον Απρίλιο του 2010 (εκροές 1,5 δισεκ. ευρώ).
Πριν από την έναρξη της κρίσης, οι καθαρές εκροές ανά μήνα ανέρχονταν κατά μέσον όρο σε 112 εκατ. ευρώ,2 ενώ ακόμη και τους μήνες αιχμής (π.χ. το Δεκέμβριο, λόγω των εορτών των Χριστουγέννων) δεν υπερέβαιναν τα 2,5 δισεκ. ευρώ.
Η διόγκωση της ζήτησης για μετρητά επηρέασε τον όγκο των εργασιών της Διεύθυνσης Ταμείων της ΤτΕ, όπως φαίνεται από την εξέταση των στοιχείων των ποσοτήτων ροής των τραπεζογραμματίων. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο (Φεβρουαρίου 2010-Ιουνίου 2012), επί δέκα μήνες οι ποσότητες των τραπεζογραμματίων ευρώ που διοχετεύθηκαν στην αγορά ήταν της τάξεως των 101.000-134.000 “χρηματοδεμάτων”,3 αυξημένες σε ποσοστό 120%-158% έναντι του μέσου όρου εκροών του 2009 (84.555 χρηματοδέματα).
Επί 51 εργάσιμες ημέρες κατά το χρονικό διάστημα που προαναφέρθηκε, ο όγκος των εκροών των τραπεζογραμματίων ευρώ που διοχετεύθηκε στην αγορά από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της ΤτΕ ήταν αυξημένος κατά περισσότερο από 120% σε σύγκριση με τον ημερήσιο μέσο όρο εκροών του 2009, ενώ, σε 21 ημέρες από αυτές, ο όγκος των εκροών των τραπεζογραμματίων υπερέβη το 150% (151%-179%) του ημερήσιου μέσου όρου του 2009.
Αυτονόητο είναι ότι οι υψηλές διακυμάνσεις της ζήτησης τραπεζογραμματίων απαίτησαν ειδικό και άμεσο χειρισμό από την ΤτΕ και επίταση των προσπαθειών των αρμόδιων Υπηρεσιών για τη διαχείριση του χρηματικού, έτσι ώστε αφενός μεν να καλυφθεί εξ ολοκλήρου η ζήτηση, αφετέρου δε η διανομή του χρηματικού στις τράπεζες να γίνει ομαλά ώστε να διατηρηθεί η εικόνα της κανονικότητας.
Ως προς τη διαχείριση του χρηματικού, η ΤτΕ αντιμετώπισε την κρίση με τις παρακάτω καθοριστικές ενέργειες:
• Επιτάχυνε τις εργασίες της σχετικά με την προώθηση των τραπεζογραμματίων και τη διακίνησή τους. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, στο Κέντρο Επεξεργασίας και Διακίνησης Χρηματικού Χαλανδρίου (ΚΕΠΕΔΙΧ), στις 14 και 15 Ιουνίου 2012 εξυπηρετήθηκαν, αντίστοιχα, 76 και 71 οχήματα χρηματαποστολών, σχεδόν αποκλειστικά για “χρηματοπαραδόσεις” (παραδόσεις χρηματικού) σε πιστωτικά ιδρύματα, έναντι μέσου όρου 20 οχημάτων για παραδόσεις και παραλαβές την ημέρα. Παρά την αύξηση του όγκου των εργασιών, τηρήθηκε το πρόγραμμα εξορθολογισμού των χρηματαποστολών και επιτεύχθηκε μείωση του κόστους διανομής κατά την εξεταζόμενη περίοδο.
Θα πρέπει να σημειωθεί σχετικά ότι ο υπερτριπλασιασμός των χρηματαποστολών πραγματοποιήθηκε χωρίς κανένα δυσάρεστο συμβάν, παρά το γεγονός ότι η έξαρση της εγκληματικότητας είχε πολλαπλασιάσει τους κινδύνους.
• Υιοθέτησε τη συστηματική και σε ημερήσια βάση παρακολούθηση της ζήτησης (τις εισροές και εκροές στα ταμεία της), αναλύοντας τα στοιχεία της κυκλοφορίας και της επάρκειας των αποθεμάτων του χρηματικού της, τόσο κεντρικά όσο και σε επίπεδο τοπικό/υποκαταστημάτων. Παράλληλα, για λόγους ασφαλείας, διενεργούνταν εκτιμήσεις επάρκειας αποθεμάτων σε ακραία σενάρια εκροών.
• Με την καθημερινή παρακολούθηση και την ορθή διαχείριση, η ΤτΕ επέτυχε τη διατήρηση επαρκών αποθεμάτων τραπεζογραμματίων ευρώ. Άλλωστε, η Διεύθυνση Ταμείων της Τράπεζας είχε ήδη μεριμνήσει από το 2004 για την τήρηση υψηλών αποθεμάτων ασφαλείας (“benchmarks”) στις ονομαστικές αξίες των 500, 200 και 100 ευρώ, σε επίπεδα υψηλότερα αυτών που υποδεικνύονται από την ΕΚΤ, προκειμένου να μπορεί να αντιμετωπίσει, σε κάποιο βαθμό αυτοτελώς, τυχόν έκτακτη αύξηση της ζήτησης.
Κατά την περίοδο Ιανουαρίου 2011-Ιουνίου 2012, τα αποθέματα τραπεζογραμματίων ευρώ της ΤτΕ όλων των αξιών αντιστοιχούσαν, κατά μέσον όρο, στο 13,8% των καταθέσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό κάλυψης στην ευρωζώνη ήταν μόνο 6,8%.
• Με τη συνεργασία της ΕΚΤ και προκειμένου να καλύψει την έκτακτη ζήτηση, η ΤτΕ ζήτησε και διενήργησε, έγκαιρα, τρεις έκτακτες χρηματοπαραλαβές από άλλες εθνικές κεντρικές τράπεζες (μία από εκείνην της Ιταλίας και δύο από εκείνην της Αυστρίας) στο υπό εξέταση χρονικό διάστημα (Φεβρ. 2010-Ιούν. 2012), συνολικής αξίας 5,26 δισεκ. ευρώ. Επίσης, η ΤτΕ μείωσε το χρόνο επεξεργασίας των τραπεζογραμματίων που εισέρρεαν, με σκοπό την ταχύτερη προώθησή τους σε επανακυκλοφορία.
• Οι αρμόδιες Υπηρεσίες της Διεύθυνσης Ταμείων της ΤτΕ παρακολουθούν, σε εβδομαδιαία και μηνιαία βάση, τόσο στο ΚΕΠΕΔΙΧ όσο και στο λοιπό δίκτυο, τα μη επεξεργασμένα αποθέματα τραπεζογραμματίων ευρώ, καθώς και τον απαιτούμενο χρόνο επεξεργασίας αυτών που επιστρέφουν από την κυκλοφορία. Άλλωστε, η έγκαιρη επεξεργασία και η αποτελεσματική διαχείριση των αποθεμάτων τραπεζογραμματίων από την ΤτΕ αποτελούν βασικό καθήκον της έναντι του Ευρωσυστήματος και υποχρέωσή της προς τις άλλες εθνικές κεντρικές τράπεζες.
Αποτέλεσμα των ενεργειών της ΤτΕ ήταν η πλήρης κάλυψη της ζήτησης τραπεζογραμματίων ευρώ σε καθεμία από τις ονομαστικές αξίες, χωρίς να προκληθεί συμφόρηση στις αρμόδιες Υπηρεσίες, κάτι που θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στις εμπορικές τράπεζες.
Έτσι, κρίνεται εξαιρετικά επιτυχής η συμβολή της ΤτΕ στο κρίσιμο θέμα της αντιμετώπισης της αυξημένης ζήτησης τραπεζογραμματίων ευρώ.
Μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου 2012, ο ρυθμός ζήτησης τραπεζογραμματίων ευρώ παρουσίασε ανάσχεση και πλέον επιστρέφονταν στην ΤτΕ περισσότερα τραπεζογραμμάτια, κυρίως μεγάλων και μεσαίων ονομαστικών αξιών. Μετά τις 17 Ιουνίου 2012 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2012, επιστράφηκαν συνολικά 9,7 δισεκ. ευρώ, ενώ οι εισροές συνεχίστηκαν στη διάρκεια του 2013, όταν επιστράφηκαν ακόμη 2,2 δισεκ. ευρώ".