Παρασκευή 16 Αυγούστου 2013

Το πολύ καλό άρθρο του Τ. Θεοδωρόπουλου για την ήττα της αστικής παιδείας


Η ήττα της αστικής παιδείας
Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Ο Περικλής Γιαννόπουλος αυτοκτόνησε έφιππος στα νερά του Σκαραμαγκά το 1910. Αλλοπαρμένος δανδής, «τύπος» των Αθηνών, άφησε πίσω του μερικά σύντομα κείμενα.
Κείμενα παραληρηματικά, με μεγάλη λογοτεχνική δύναμη όμως, στα οποία έχει καταθέσει την ασυγκράτητη ελληνολατρία του. Κείμενα που επηρέασαν καταλυτικά τον Μεσοπόλεμο, και την όλη αντίληψη περί ελληνικότητας, είτε στην ποίηση, είτε στη ζωγραφική, είτε στην αρχιτεκτονική. Το αποτύπωμα που άφησε η προσωπικότητά του στην αθηναϊκή κοινωνία της εποχής, αλλά και η θεατρική αυτοχειρία του -όταν βρέθηκε το πτώμα του στο στόμα του είχε ένα δεκάλεπτο για τον Χάροντα- τον αναγόρευσαν σε έναν από τους πιο ολοκληρωμένους χαρακτήρες της σύγχρονης πνευματικής Ελλάδας.
Παρακινημένος από το ποίημα που του αφιέρωσε ο Σικελιανός, αλλά και τις αναφορές του Ελύτη, τον είχα διαβάσει στα χρόνια της μεταπολίτευσης σ’ έναν παλιό τόμο των εκδόσεων «Γαλαξίας». Σήμερα τα έργα του «Ελληνική γραμμή και ελληνικό χρώμα» και «Οδηγίες προς τους έλληνες ζωγράφους» κυκλοφορούν σε μια πρόχειρη έκδοση από τις εκδόσεις «Νέα Θέσις». Του έχει δε αφιερώσει μια μονογραφία ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος. Ο αιώνας άλλαξε, θα μου πείτε, και μαζί με τον αιώνα άλλαξαν και τα πνευματικά ήθη του τόπου.
Ομως, αν θέλουμε να μιλάμε για παιδεία, οφείλουμε να αναζητούμε αυτές ακριβώς τις σταθερές που σου επιτρέπουν, όχι μόνον να παρακολουθήσεις, αλλά και να κρίνεις τις αλλαγές. Μιλάμε για έρμα. Η κλασική παιδεία όχι μόνον δεν εμπόδισε, αλλά υποστήριξε και σε πολλές περιπτώσεις προκάλεσε τα μεγάλα άλματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Κι αν σήμερα η Ευρώπη δυσκολεύεται να σταθεί απέναντι στην υπαρξιακή της κρίση, αυτό οφείλεται σε έναν μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι έχει καταθέσει τα όπλα της κλασικής παιδείας.
Επειδή δε και εμείς, ως Ελληνες, ψάχνουμε, αν ψάχνουμε, τρόπους για να αντιμετωπίσουμε τη δική μας υπαρξιακή κρίση η υπενθύμιση ότι σ’ αυτόν τον τόπο υπήρξαν άνθρωποι που την έζησαν πριν από μας και έδωσαν τις δικές τους απαντήσεις, έχει πάντα τη χρησιμότητά της. Επίτηδες αναφέρθηκα στον Γιαννόπουλο. Είναι ακραία περίπτωση. Εγραψε κείμενα που δεν μπορούν να ενταχθούν σε κανένα από τα γνωστά λογοτεχνικά είδη και τα οποία, αν διαβαστούν σε πρώτο επίπεδο, δεν σου προσφέρουν τίποτε παραπάνω από το παραλήρημα ενός αλλοπαρμένου ελληνοκεντρικού. Δεν μπορείς όμως να πεις το ίδιο ούτε για τον Ελύτη, που τον θαύμαζε, ούτε καν για τον Πικιώνη ή τον Τσαρούχη. Αυτοί ήξεραν, και το ήξεραν πολύ καλά, πως η τέχνη τους ανήκε σε έναν κόσμο πολύ μεγαλύτερο από την Ελλάδα τους. Κι αυτό διάβαζαν στον Γιαννόπουλο. Και θα ήταν αστείο να υποστηρίξεις πως ο Ελύτης γυρνούσε την πλάτη του, για χάρη του Αιγαίου, στη δημιουργική Ευρώπη του καιρού του όταν ξέρεις τη σχέση του με τη γαλλική ποίηση. Εν κατακλείδι: η ελληνικότητα, στις καλύτερες στιγμές της, δεν εμφανίστηκε ως άρνηση, αλλά ως οικειοποίηση και προέκταση του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού. Κι αυτός ήταν ο πυρήνας της ελληνικής αστικής παιδείας.
Οπως προ ημερών για τον Δραγούμη, έτσι και σήμερα για τον Γιαννόπουλο, δεν θα επιχειρηματολογήσω για να υποστηρίξω ότι η εκμετάλλευσή τους από τη Χρυσή Αυγή ή τις ακροδεξιές παραφυάδες της, είναι καπηλεία. Το θεωρώ προφανές. Οι αιτίες αντιθέτως που μας οδήγησαν σ’ αυτό το σημείο είναι ακόμη ενεργές, ιδιαιτέρως δε η επένδυση της παιδείας με ιδεολογικό πρόσημο. Το χρωστάμε στη χούντα; Ως ένα σημείο ναι. Το καθεστώς των συνταγματαρχών συρρίκνωσε όλη την αστική παιδεία στο αποστεωμένο μόρφωμα του λεγόμενου ελληνοχριστιανικού πολιτισμού.
Η δε μεταπολίτευση, με τη νευρικότητα της συναισθηματικής αντίδρασης, εξώκειλε στα αβαθή μιας «προοδευτικής θεώρησης» του κόσμου η οποία, στραβοκάνα και με ειδικές ανάγκες, στηρίχτηκε στα δεκανίκια της κακομεταφρασμένης κοινωνιολογίας. Η πνευματική παντοδυναμία της αριστεράς και των πάσης φύσεως μαρξολογούντων καταδίκασε τη λογοτεχνική παιδεία, τη μόνη σοβαρή μας παράδοση, σε στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Η επικράτηση του μακρυγιαννισμού στήριξε το φάντασμα μιας λαϊκής παιδείας, η οποία αναλωνόταν σε ασκήσεις προοδευτικού λυρισμού. Η αστική παιδεία αφέθηκε στο έλεος μιας μεσαίας τάξης, η οποία απολάμβανε την αρχιτεκτονική της μεζονέτας και τις διακυμάνσεις της αδρεναλίνης που προκαλούν τα πολλά κυβικά.
Η κατάντια της Αθήνας οφείλεται στην ήττα της αστικής παιδείας. Την πόλη που δεν είναι πόλη δεν την έφτιαξε απλώς μια απαίδευτη κοινωνία. Την έφτιαξε μια κοινωνία που περιφρονούσε την παιδεία. Και θα επαναλάβω αυτό που είπα την περασμένη Κυριακή: η βάση της παιδείας είναι η λογοτεχνία. Στην περίπτωσή μας πολύτιμη, διότι μόνον αυτή μπορεί να μας επιτρέψει να αντιμετωπίσουμε την κλειστοφοβική απομόνωση που μας απειλεί πανταχόθεν. Την περασμένη Κυριακή σας αποχαιρέτησα. Ελπίζω αυτός, ο δεύτερος αποχαιρετισμός, να πιάσει τόπο διότι με περιμένει το «Μοναστήρι της Πάρμας».