Οι φυλές των γκράφιτι
Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Πριν τα σβήσουν τα γκράφιτι ας φροντίσουν να τα καταγράψουν. Να τα φωτογραφίσουν, ενδεχομένως να αποκολλήσουν τμήματα από τοιχογραφίες. Είναι τα τεκμήρια της λαϊκής παράδοσης που άνθησε στην πρωτεύουσα της μικρής Ελλάδας τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Τα ιερογλυφικά της τελετουργίας που κράτησε ζωντανά τα έθιμα μιας πόλης που είχε γυρίσει την πλάτη της στην αστική ζωή.
Πόσες νεολαίες πέρασαν διαδοχικά όλα αυτά τα χρόνια από το κέντρο της Αθήνας; Και τι απέγιναν όταν έπαψαν να είναι νεολαίες και τη θέση τους τις πήραν άλλες νεολαίες που συνέχισαν τα ήθη και τις παραδόσεις τους; Πάντως, δεν κατέβηκαν από τον Βορρά, όπως οι Ελουροι, οι Γαλάτες ή οι Βησιγότθοι. Γεννήθηκαν στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών, στις μεζονέτες των προαστίων της, ανδρώθηκαν στη χαμηλή βλάστηση, το μακί των Εξαρχείων και εγκαταστάθηκαν στα εκπαιδευτικά ιδρύματα του κέντρου. Εκεί, νόμοι πανάρχαιοι του έθνους, τους πρόσφεραν ασυλία για να καλλιεργήσουν τα έθιμά τους, να εκφράσουν τους πόθους τους και τα οράματά τους για το μέλλον.
Η τέχνη τους δεν διακρίνεται για τη φαντασία ή τη δημιουργικότητά της. Λαϊκή γαρ είναι προσηλωμένη στις παραδόσεις. Θα άξιζε οι υπηρεσίες του δήμου να καταγράψουν πόσες φορές βρήκαν το σύνθημα «Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Πόσες φορές το έγραψαν, πόσες το φώναξαν, δεν έπηξαν, δεν άγκωσαν, δεν μπούχτισαν να το φωνάζουν. Οι φυλές των Αθηνών διακρίνονται για την ανθεκτικότητά τους. Δεν «χαμπαριάζουν» που λένε και στη γλώσσα τους. Κι αν ο κόσμος δεν θέλει να καεί, τον καίνε οι ίδιες για να επιταχύνουν την ανατολή του μέλλοντος. Να μην ξεχάσω πως μια από τις μεγάλες προσφορές τους στον σύγχρονο βίο είναι ότι οι πράξεις της και ο ηρωισμός του μπάχαλου βοήθησε στην ανάπτυξη ενός ολόκληρου λογοτεχνικού ρεύματος, το οποίο υπηρέτησε με συνέπεια ο επικολυρικός οίστρος πολιτικών, πρυτάνεων, αντιπρυτάνεων και πάσης φύσεως αγανακτισμένων δημοσιολογούντων.
Για να σοβαρευτούμε τώρα.
Ολα αυτά τα λέω για να πω κι εγώ με τη σειρά μου πόσο σοβαρή θεωρώ την προσπάθεια του Γιώργου Καμίνη να καθαρίσει το κέντρο της Αθήνας από τα γκράφιτι. Δεν είναι απλώς μια προσπάθεια ευπρεπισμού ενός χώρου που οι κάτοικοί του του συμπεριφέρονται σαν να ’ταν σκουπιδότοπος. Το επαναλαμβάνω. Οι φυλές των γκράφιτι βγήκαν μέσα από τα σπλάχνα των κατοίκων αυτής της πόλης. Γόνοι της περίφημης μακαρίτισσας, της μεσαίας τάξης, η οποία θεωρούσε τον εαυτό της τόσο ευυπόληπτο ώστε να μην καταδέχεται να ασχοληθεί ούτε με την παιδεία, ούτε με τη μόρφωση, ούτε με την κοινωνική συμπεριφορά των τέκνων της. Η ίδια εγκατέλειψε το κέντρο της Αθήνας για να εγκατασταθεί σε μεζονέτες. Κι η ίδια καλλιέργησε στα παιδιά της την ωραία ιδέα πως ελευθερία είναι να μπορείς να παρκάρεις όπου σου καπνίσει, κι όσο μεγαλύτερο είναι το τροχοφόρο, κι όσο περισσότερο χώρο πιάνει, τόσο το καλύτερο.
Η προσπάθεια του Καμίνη ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια του ευπρεπισμού μερικών δρόμων και πλατειών. Εδώ και πολλά χρόνια η Αθήνα έχει γίνει χώρος διερχομένων. Πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση και πολύ πριν τις καταστροφές του 2008. Τα γκράφιτι είναι η μνήμη μιας πόλης που την κατοικούσαν νομάδες και τα παιδιά τους τη μισούσαν. Κι αν αξίζει να καταγραφούν και να σωθούν είναι για να καταλάβουν οι ανθρωπολόγοι του μέλλοντος ποια ήταν τα βαθύτερα αίτια της κατάρρευσης αυτού του τόπου. Και πώς μια κοινωνία μπορεί να καταστραφεί από την αλαζονεία της. Επειδή πιστεύει πως είναι ανώτερη από όλους, όπως ο γκραφιτάς πιστεύει πως είναι ανώτερος από τον Τσίλλερ, επειδή βαριέται και δεν κάνει τον κόπο να τον καταλάβει.