Η Κεντροδεξιά και η Χρυσή Αυγή
Του Νίκου Μαραντζίδη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Από τις πολιτικές δυνάμεις του συνταγματικού τόξου, η Νέα Δημοκρατία παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ποικιλία αντιδράσεων έναντι της Χρυσής Αυγής.
Παρά το γεγονός πως η ηγεσία του κόμματος έχει με σαφήνεια καταδικάσει τον εξτρεμισμό της Χρυσής Αυγής και έχει υπογραμμίσει το μέγεθος της απειλής που υφίστανται οι δημοκρατικοί θεσμοί από τη συμπεριφορά των άκρων, εντούτοις στο εσωτερικό της Ν.Δ. έχουν εκφραστεί κατά καιρούς προβληματισμοί για το πόσο πραγματικά χρήσιμη είναι η πολιτική απομόνωση της Χρυσής Αυγής.
Από καθαρά εκλογική σκοπιά, οι επιφυλάξεις αυτές δεν είναι αβάσιμες. Η Χ.Α. δείχνει να επεκτείνεται σε φιλικά προς την κεντροδεξιά ακροατήρια. Χάρη στον εθνικισμό και το μιλιταριστικό της πνεύμα έχει καταγράψει εδώ και καιρό προνομιακή σχέση με το σώμα των ανθρώπων που υπηρετούν στις δυνάμεις ασφαλείας. Φαίνεται επίσης, πως έχει καταφέρει να προσεταιρισθεί ένα τμήμα της παλιάς φιλομοναρχικής Δεξιάς. Τέλος, η Χ.Α. επιχειρεί να βρει στηρίγματα στον χώρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ενώ ο αντικομμουνισμός της τη βοηθά να διευρύνει την επιρροή της σε περιοχές με βαθιά τραύματα από την περίοδο 1943-1949.
Είναι λοιπόν αδιαμφισβήτητο πως η Χρυσή Αυγή επιδιώκει να πλαγιοκοπήσει το εκλογικό σώμα της Ν.Δ. Το ερώτημα είναι τι επιλογές έχει η Κεντροδεξιά έναντι αυτού; Μέχρι σήμερα η συζήτηση γίνεται ανάμεσα σε δύο εναλλακτικές λύσεις: είτε να συνεχιστεί η πολιτική του «υγειονομικού αποκλεισμού», δηλαδή η πολιτική της απομόνωσης των εξτρεμιστών της Χρυσής Αυγής, είτε να επιχειρήσει η Ν.Δ. να ξανακερδίσει τους ψηφοφόρους της μέσω της μετατόπισής της σε πιο κοντινές προς τη Χ.Α. θέσεις, επιχειρώντας παράλληλα κάποια μορφή διαλόγου με τους εξτρεμιστές.
Οι δύο παραπάνω τακτικές έναντι της εξτρεμιστικής άκρας Δεξιάς έχουν σοβαρά μειονεκτήματα. Η γραμμή της απομόνωσης είναι αμυντική και δεν έχει καταφέρει στην πράξη να προστατεύσει το συντηρητικό ακροατήριο από τον εξτρεμιστικό ακροδεξιό λόγο. Το αντίθετο· επειδή η Χ.Α. δεν βρίσκει αντίλογο μπορεί να λέει όσα ψέματα θέλει χωρίς κανείς να την αντικρούει. Αφήνω στην άκρη το γεγονός πως η γραμμή της απομόνωσης λειτουργεί κάτω από συγκεκριμένες θεσμικές συνθήκες. Αν η Χ.Α. δηλαδή γίνει αύριο το τρίτο σε μέγεθος κόμμα του ελληνικού Κοινοβουλίου και έχει 40-50 βουλευτές πόσο εύκολο θα είναι να της επιβληθεί ο «υγειονομικός αποκλεισμός»;
Η αντίθετη τακτική, δηλαδή της μετατόπισης της κεντροδεξιάς προς τις θέσεις της άκρας Δεξιάς έχει αποδειχθεί σε άλλες περιπτώσεις πως μακροπρόθεσμα επιτελεί ένα διπλό κακό: από τη μια νομιμοποιούνται οι ακροδεξιές θέσεις και από την άλλη δεν αναχαιτίζεται παρά μόνο ίσως προσωρινά η εκλογική κινητικότητα προς τους εξτρεμιστές.
Είναι αλήθεια πως πρόκειται για ένα πολύπλοκο πρόβλημα, ακριβώς γιατί ο εξτρεμισμός επενδύει ιδιαίτερα στη λαϊκιστική δημαγωγία, η οποία συνδυαζόμενη με παραδοσιακές συντηρητικές αξίες επιτρέπει στην άκρα Δεξιά να επηρεάσει ευρύτερα ακροατήρια.
Υπάρχει λοιπόν ανάγκη για μια διαφορετική πολιτική. Ας την ονομάσουμε πολιτική μηδενικής ανοχής. Πρόκειται για επιθετική πολιτική έναντι της Χρυσής Αυγής. Ακριβώς επειδή η Χ.Α. αποτελεί ντροπή για τη δημοκρατία μας, επειδή δεν είναι ένα οποιοδήποτε ακροδεξιό κόμμα, αλλά ένα εξτρεμιστικό μόρφωμα που η συμπεριφορά του δεν συνάδει με τους δημοκρατικούς κανόνες, η κεντροδεξιά μπορεί να είναι εκείνη η πολιτική δύναμη που θα ηγηθεί της πολιτικής μηδενικής ανοχής.
Ο στόχος είναι διπλός: α) η πλήρης ηθική απονομιμοποίηση της Χ.Α. και β) η συμμόρφωση της Χ.Α. στους κανόνες συμπεριφοράς της δημοκρατίας ή η διάλυσή της αν χρειασθεί.
Πολιτική μηδενικής ανοχής σημαίνει πως δεν θα υπάρξει καμία υποχωρητικότητα και ανοχή σε συμπεριφορές συμμορίας εντός ή εκτός Βουλής. Οσο η κεντροδεξιά θα διστάζει να επιτεθεί στο τέρας προσπαθώντας να το καθησυχάσει και να το ημερέψει τόσο το τέρας θα γίνεται θρασύτερο και θα αποκτά καινούργιες φιλοδοξίες.
Η πολιτική μηδενικής ανοχής πρέπει να έχει παιδαγωγική στόχευση, ιδιαίτερα προς στους νέους και τους εφήβους. Η ψήφος στη Χ.Α. πρέπει να ενοχοποιηθεί ηθικά. Ο πολίτης που ψηφίζει ένα τέτοιο μόρφωμα πρέπει να νιώθει το βάρος της ηθικής κατάπτωσης. Διαφορετικά, θα γίνουμε μάρτυρες μιας νέας σχολικής μόδας, όπου οι πιο κακοί και προβληματικοί μαθητές -όπως παρατηρούν αρκετοί εκπαιδευτικοί- θα αναζητούν στη Χ.Α. τη χαμένη τους υπερηφάνεια.
Μηδενική ανοχή τέλος σημαίνει αλλαγές στο Σύνταγμα και τη νομοθεσία μας. Οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης με εμπειρία στον ναζιστικό και τον κομμουνιστικό εφιάλτη μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμα παραδείγματα για μας. Αυτό που χρειάζεται πρωτίστως είναι να ξεπεράσουμε τα τραύματα ενός παρελθόντος και να σκεφθούμε το αύριο μέσα σε κανόνες μιας συντεταγμένης δημοκρατικής πολιτείας.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα.