Σάββατο 17 Αυγούστου 2013

Ένα ενδιαφέρον άρθρο ότι η Τουρκία φιμώνει τους δημοσιογράφους


Φιμώνει τους δημοσιογράφους η Τουρκία
Του Αθανάσιου Έλλις
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Στην Τουρκία, «χώρα μοντέλο» για μερικούς, που ευελπισθεί να ενταχθεί στην Ε.Ε., έχουν φυλακισθεί περισσότεροι δημοσιογράφοι από κάθε άλλη χώρα. Περισσότεροι και από το Ιράν του Αγιατολάχ Χαμενεΐ.
Ο περιορισμός της ελευθερίας του Τύπου στη γειτονική χώρα δεν είναι ένα φαινόμενο που εμφανίσθηκε ξαφνικά. Η διολίσθηση έχει αρχίσει εδώ και χρόνια. Διεθνείς οργανώσεις όπως οι «Δημοσιογράφοι χωρίς σύνορα» και η «Επιτροπή για την προστασία των δημοσιογράφων», καταγγέλλουν και καταγράφουν σωρεία συλλήψεων. Το ενοχλητικό δεν είναι μόνον ο αυταρχισμός και ο σταδιακός έλεγχος των μέσων ενημέρωσης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη λειτουργία της δημοκρατίας. Είναι και η αυτολογοκρισία στην οποία υποκύπτουν πολλοί δημοσιογράφοι. Κάθε μέρα που περνά, η ανεξαρτησία της έκφρασης γενικότερα, και η ελεύθερη δημοσιογραφία ειδικότερα, δέχονται συνεχή πλήγματα.
Οι θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχουν επανειλημμένα καταγγείλει τη φίμωση δημοσιογράφων στην Τουρκία. Το ίδιο έχουν πράξει και σημαντικές χώρες, σύμμαχοι και εταίροι της Αγκυρας, όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία. Αν και αυξάνονται οι φωνές, εντός και εκτός Τουρκίας, που καταγγέλλουν τον Ταγίπ Ερντογάν για αντιδημοκρατική συμπεριφορά, ο ίδιος δεν πτοείται.
Αντίδραση προς Μέρκελ
Είναι χαρακτηριστικό το περιστατικό που συνέβη κατά την επίσκεψη της Αγκελα Μέρκελ στην Αγκυρα, τον Φεβρουάριο. Οταν, κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου, η καγκελάριος ανέφερε ότι στη συνάντησή της με τον κ. Ερντογάν του επισήμανε «την επιθυμία μας να δούμε τους δημοσιογράφους να είναι σε θέση να εργάζονται ελεύθερα και να μην κρατούνται επί μακρόν», ο Τούρκος πρωθυπουργός αντέδρασε έντονα και την «άδειασε» απαντώντας ότι «ελάχιστοι» δημοσιογράφοι έχουν συλληφθεί και, σε κάθε περίπτωση, όχι για τα άρθρα που γράφουν ή τις ιδέες που πρεσβεύουν, αλλά γιατί είναι «τρομοκράτες».
Ο Ερντογάν είναι ευέξαπτος και απότομος. Δεν αντέχει την κριτική και δεν χάνει ευκαιρία να το δείξει. Ερμηνεύει άρθρα και σχόλια κατά της πολιτικής του ως προσωπικές επιθέσεις. Σε επανειλημμένες περιπτώσεις φέρεται να έχει τηλεφωνήσει ο ίδιος σε ιδιοκτήτες ΜΜΕ για να τους ζητήσει να απολύσουν ή να «συνετίσουν» συγκεκριμένους δημοσιογράφους. Οταν πριν από λίγους μήνες η εφημερίδα «Μιλιέτ» δημοσίευσε ένα απόρρητο έγγραφο, εξερράγη δημόσια, δηλώνοντας πως «εάν αυτό είναι δημοσιογραφία, τότε κάτω η δημοσιογραφία σας».
Οι παραινέσεις του Ερντογάν βρίσκουν ευήκοον ους στο εκδοτικό κατεστημένο. «Διανύουμε μια περίοδο όπου δημοσιεύονται μόνο τα άρθρα που εγκρίνονται από τις πολιτικές Αρχές, ενώ τα υπόλοιπα κόβονται», κατήγγειλε ο ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Η ελεύθερη και μαχητική δημοσιογραφία θυσιάζεται στον βωμό πολιτικών στόχων και επιχειρηματικών συμφερόντων.
Συχνά οι συλληφθέντες κατηγορούνται ως συνεργάτες του PKK. Ο ποινικός κώδικας της χώρας βοηθά. Σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφο 2, της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας, η διάδοση προπαγάνδας υπέρ τρομοκρατικών οργανώσεων τιμωρείται με κάθειρξη δύο ώς επτά ετών. Οταν κάποιος περιγράφει διαδηλώσεις στο Κουρδιστάν ή επικαλείται επικριτικές για την κυβέρνηση δηλώσεις Κούρδων, μπορεί να θεωρηθεί ότι προωθεί τρομοκρατική προπαγάνδα.
Η απαξίωση των τουρκικών ΜΜΕ έλαβε θλιβερές διαστάσεις κατά την εξέγερση στην πλατεία Ταξίμ. Τη στιγμή που μαίνονταν οι συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας και η κεντρική συνοικία της Πόλης πνιγόταν στα δακρυγόνα, πολλά τουρκικά μέσα ενημέρωσης επέλεξαν να συνεχίσουν την κανονική ροή του προγράμματος, προβάλλοντας από ντοκιμαντέρ για τη ζωή των πιγκουίνων μέχρι εκπομπές μαγειρικής. Ακόμη και το CNN Turk υπέπεσε σε αυτό το ολίσθημα, προκαλώντας τη μήνι της ηγεσίας του CNN στην Ατλάντα. Από την πλευρά του, ο Ερντογάν, όταν για πρώτη φορά, βρέθηκε αντιμέτωπος με μια κατάσταση που «ξέφυγε» από τον έλεγχό του, έσπευσε να κατηγορήσει «ξένες δυνάμεις και υπηρεσίες» για απόπειρα αποσταθεροποίησης του καθεστώτος του.
Ανησυχεί και η ελίτ
Κορυφαίoς παράγων της ελληνικής πολιτικής ζωής, που επισκέπτεται συχνά τη γειτονική χώρα και διατηρεί διαύλους επικοινωνίας με πολιτικούς και επιχειρηματίες, τόνισε στην «Κ» ότι «η πλούσια ελίτ της Τουρκίας αισθάνεται μεν ικανοποιημένη για την οικονομική της ευημερία, αλλά για πρώτη φορά διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει πλέον δημοκρατία στη χώρα και ανησυχεί για τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται».
Πρόσφατα, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, το μεγαλύτερο της αντιπολίτευσης, συνέταξε έκθεση για το θλιβερό φαινόμενο της φυλάκισης δημοσιογράφων που αμαυρώνει τη διεθνή εικόνα της χώρας. Βασίζεται σε έρευνες και συνεντεύξεις που έγιναν επί έξι μήνες σε 17 φυλακές της Τουρκίας και μεταφράσθηκε στα αγγλικά. «Ο κόσμος θα μάθει την αλήθεια από την πένα του κόμματός μας», δήλωσε ο ηγέτης του, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, και πρόσθεσε: «Θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας για τη δημοκρατία και τις ελευθερίες. Πρέπει να πάψει η Τουρκία να είναι αστυνομικό κράτος». Δυστυχώς, η μέχρι τώρα εμπειρία δεν δικαιολογεί αισιοδοξία.