Η ανάπτυξη στο Σάο Τομέ
Περιμένοντας το πετρέλαιο στον κόλπο της Γουινέας
Gerhard Seibert
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Ένα έθνος δύο νησιών στον Κόλπο της Γουινέας, το Σάο Τομέ και το Πρίνσιπε είναι η δεύτερη μικρότερη χώρα της Αφρικής, με συνολικό πληθυσμό 187.000 άτομα. Πρόκειται για μια ειρηνική κρεολική κοινωνία χωρίς εθνοτικά, θρησκευτικά ή γλωσσικά χάσματα.
Ωστόσο, το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε είναι μια φτωχή χώρα - από το 2011, κατείχε την τρίτη μικρότερη εθνική οικονομία στον κόσμο και το κατά κεφαλή ΑΕΠ ήταν μόλις 1.473 δολάρια.
Το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε δημιουργεί κάποιο εισόδημα, κυρίως από την παραγωγή κακάο και τον τουρισμό, αλλά εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εξωτερική βοήθεια. (Οι γειτονικές πλούσιες σε πετρέλαιο χώρες και οι δυτικοί δωρητές χρηματοδοτούν περίπου το 90% του εθνικού προϋπολογισμού, ο οποίος φθάνει τα 150 εκατομμύρια δολάρια για το 2013). Από το 1997, όταν ανατέθηκε η πρώτη υπεράκτια σύμβαση εξερεύνησης πετρελαίου της χώρας στην Environmental Remediation Holding Corporation, μια μικρή εταιρεία με έδρα τις ΗΠΑ (που σήμερα ανήκει σε Νιγηριανούς), υπήρχαν πολλές ελπίδες ότι η χώρα θα γίνει ένας σημαντικός παραγωγός πετρελαίου. Στα χρόνια που μεσολάβησαν, όμως, αυτή η ελπίδα δεν έχει εκπληρωθεί. Παρ’ όλα αυτά, εν αναμονή αυξήσεων στην παραγωγή πετρελαίου, η «Business Insider» προβλέπει ότι το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε θα είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία του κόσμου κατά την διάρκεια των επόμενων πέντε ετών. Η αισιοδοξία είναι αδικαιολόγητη: δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι η χώρα θα παράγει έστω και μια σταγόνα πετρελαίου κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου.
Μετά την μετάβαση από το μονοκομματικό σοσιαλιστικό κράτος σε πολυκομματική δημοκρατία το 1991, το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε έχει χαρακτηριστεί από συνεχή αστάθεια, με αποτέλεσμα να έχει 17 διαφορετικές κυβερνήσεις σε 22 χρόνια. Η μεταβλητότητα έχει εμποδίσει την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη σε μια χώρα που ήδη μαστίζεται από αδύναμα θεσμικά όργανα. Οι πελατειακές και κερδοσκοπικές σχέσεις διαπερνούν την πολιτική διαφθορά. Ο διακεκριμένος τοπικός δικηγόρος, Filinto Costa Alegre, έχει προτείνει ότι τα τρία «V» – viaturas, vivendas, και Viagens (δηλαδή, τα αυτοκίνητα, οι βίλες και τα ταξίδια) - συνθέτουν την ιδεολογία της πολιτικής ελίτ.
Το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε έχει μια μακρά ιστορία στην γεωργική παραγωγή. Τον 16ο αιώνα, τα νησιά έγιναν η πρώτη οικονομία τροπικής φυτείας στον κόσμο και στις αρχές του 20ου αιώνα, το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε ήταν ο μεγαλύτερος παραγωγός κακάο στον κόσμο. Το 1975, το σοσιαλιστικό καθεστώς της χώρας εθνικοποίησε τις φυτείες των νησιών και τις συνένωσε σε 15 μεγάλες γεωργικές επιχειρήσεις - μια κίνηση που προκάλεσε απότομη «ασφυξία» στην παραγωγή κακάο, γιατί η πρόσφατα ανεξάρτητη χώρα δεν διέθετε την τεχνογνωσία και το εξειδικευμένο προσωπικό. Το καθεστώς αντέστρεψε την πορεία του, απελευθέρωσε την οικονομία και συμμετείχε σε ένα πρόγραμμα αποκατάστασης κακάο με χρηματοδότηση της Παγκόσμιας Τράπεζας στα μέσα της δεκαετίας του 1980, αλλά η παραγωγή κακάο δεν ανάρρωσε πλήρως. Ακόμα κι έτσι, η καλλιέργεια εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 90% των εξαγωγών της χώρας.
Το 1999, οι σεισμικές έρευνες αποκάλυψαν ότι υπήρχε μεγάλη πιθανότητα αποθεμάτων πετρελαίου στα βαθέα χωρικά ύδατα του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε. Αυτή η είδηση αντιμετωπίστηκε ευπρόσδεκτα από μια συνεπαρμένη χώρα, η οποία είχε δει τα έσοδά της από την παραγωγή κακάο να στερεύουν. Το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε διεκδίκησε γρήγορα την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) των 200 μιλίων και υπέγραψε συμφωνίες για την αναγνώριση των θαλάσσιων συνόρων με την Γκαμπόν και την Ισημερινή Γουινέα. Όταν οι ανάλογες διαπραγματεύσεις με την Νιγηρία απέτυχαν, οι δύο χώρες έλυσαν το πρόβλημα με την δημιουργία μιας Κοινής Ζώνης Ανάπτυξης (JDZ) στα αμφισβητούμενα χωρικά ύδατα. Σύμφωνα με την συνθήκη την οποία οι δύο χώρες υπέγραψαν το 2001, θα μοιράζονται τα έσοδα και τις δαπάνες της JDZ, με το 40% να πηγαίνει στο Σάο Τομέ και Πρίνσιπε και το 60% στη Νιγηρία.
Τα αριθμητικά δεδομένα που κυκλοφορούσαν εκείνη την περίοδο εκτιμούσαν ότι τα αποθέματα πετρελαίου των 23 «οικόπεδα» εξερεύνησης βαθέων υδάτων στην JDZ είχαν περίπου 14 δισεκατομμύρια βαρέλια. Ο ενθουσιασμός για τον πιθανό πετρελαϊκό πλούτο της χώρας έφθασε στο αποκορύφωμά του τον Οκτώβριο του 2003 κατά την διάρκεια του πρώτου γύρου αδειοδότησης για την εξερεύνηση των «οικοπέδων» στην JDZ, όταν οι υψηλότερες προσφορές που υποβλήθηκαν από τις εταιρείες πετρελαίου για επτά «οικόπεδα» ανήλθαν στα 500 εκατομμύρια δολάρια. Ορισμένοι αναλυτές, μάλιστα, εικάζουν ότι τα μελλοντικά έσοδα από το πετρέλαιο θα μπορούσαν να μετατρέψουν σύντομα το σύνολο του πληθυσμού του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε σε εκατομμυριούχους. Οι εικασίες ώθησαν τον οικονομολόγο Jeffrey Sachs, διευθυντής του Earth Institute στο Πανεπιστήμιο της Κολομβίας, να ταξιδέψει εκεί με μια αυτοαποκαλούμενη συμβουλευτική ομάδα για να συνδράμει τις τοπικές Αρχές. Η ομάδα ήλπιζε να βοηθήσει το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε να αποφύγει την κατάρα του πετρελαίου με το να επανεπενδύσει τα κέρδη του από την ενέργεια σε έργα κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης που θα ωφελήσουν το σύνολο του πληθυσμού.
Η ευφορία, όμως, δεν διήρκησε πολύ. Η ανάπτυξη του τομέα πετρελαίου της χώρας μαστιζόταν από καθυστερήσεις και εμπόδια από την αρχή. Το μεγαλύτερο χτύπημα στις προσδοκίες του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε σχετικά με το πετρέλαιο ήρθε το 2006, όταν η Chevron ανακοίνωσε ότι οι ερευνητικές γεωτρήσεις στο «οικόπεδο» 1 της JDZ δεν είχαν ως αποτέλεσμα την ανακάλυψη εμπορικά βιώσιμου πετρελαίου. Το 2008, η συμβουλευτική ομάδα Sachs εγκατέλειψε την χώρα χωρίς επισημότητες. Υπήρξαν ελάχιστοι λόγοι για αισιοδοξία έκτοτε. Αντίθετα, λόγω των απογοητευτικών αποτελεσμάτων των γεωτρήσεων, το 2012, η Sinopec και άλλες εταιρείες πετρελαίου της Κίνας εγκατέλειψαν τα «οικόπεδα» 2, 3 και 4 της JDZ. Εν τω μεταξύ, οι νέες ελπίδες εναποτέθηκαν στο Μπλοκ 1 της JDZ, όπου η γαλλική Total πραγματοποίησε άλλες ερευνητικές γεωτρήσεις πέρυσι. (Τα αποτελέσματα των προσπαθειών αυτών δεν θα αποκαλυφθούν μέχρι το Σεπτέμβριο του 2013). Κατ’ επανάληψη, οι αναλυτές έχουν αναθεωρήσει τις προβλέψεις και ανέβαλαν την έναρξη της εμπορικής παραγωγής πετρελαίου στο Σάο Τομέ και Πρίνσιπε και έγινε πλέον σαφές ότι κανείς δεν ξέρει αν και πότε θα ξεκινήσει η παραγωγή πετρελαίου.
Καθώς η βιομηχανία πετρελαίου της χώρας πάλευε να γεννηθεί, ο τομέας του τουρισμού ξεπέρασε τις εξαγωγές κακάο ως πηγή εισοδήματος. Από το 2008 έως το 2011, τα ετήσια έσοδα από τον τουρισμό αυξήθηκαν από 7,7 εκατομμύρια δολάρια σε 15,1 εκατομμύρια δολάρια. Η «γοητεία» της χώρας προέρχεται από το όμορφο τροπικό τοπίο της, την μοναδική χλωρίδα και πανίδα της, την φιλικότητα των κατοίκων της περιοχής, καθώς και ένα χαμηλό ποσοστό εγκληματικότητας. Όμως, μια σειρά από παράγοντες - συμπεριλαμβανομένων των ακριβών εισιτηρίων, των κακών υποδομών, του ανεπαρκώς εκπαιδευμένου προσωπικού, καθώς και της έλλειψης δημοσιότητας - εξακολουθούν να αποτελούν εμπόδια για την ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας.
Θα έχει πραγματικά το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε την ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στον κόσμο για τα επόμενα πέντε χρόνια; Το γεγονός ότι οι εν λόγω προβλέψεις βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε εικασίες για το πετρέλαιο - το οποίο δεν έχει ακόμη ανακαλυφθεί, πόσο μάλλον παραχθεί - θα πρέπει να μετριάσει τις προσδοκίες. Απουσία του πολυαναμενόμενου κοιτάσματος πετρελαίου, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ κυμάνθηκε γύρω στο 4,5% κατά τα τελευταία χρόνια, προερχόμενος κυρίως από τον τουρισμό και τις κατασκευές. Και παρά την σταθερή οικονομική ανάπτυξη και τις σημαντικές εισροές της εξωτερικής βοήθειας, η φτώχεια βρίσκεται σε άνοδο. Από το 2001 έως το 2009, το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε συνθήκες φτώχειας αυξήθηκε από 54% σε 66%. Το 1991, ήταν 36%. Επομένως, ακόμη και αν οι τολμηρές προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη γίνουν πραγματικότητα, η ανάπτυξη του ΑΕΠ δεν είναι σίγουρο ότι θα ωφελήσει την φτωχή πλειοψηφία του Σάο Τομέ και Πρίνσιπε.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/139044/gerhard-seibert/surging-sa...