Δευτέρα 25 Μαρτίου 2013

Ένα ενδιαφέρον άρθρο για τον γρίφο της Γερμανίας



Ο γερμανικός γρίφος
Του Κώστα Ιορδανίδη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η κρίση στην Ευρωζώνη αλλά και η περιπλοκή των τελευταίων ημερών καθόσον αφορά τη διαχείριση του οικονομικού προβλήματος της Κύπρου, κατέδειξαν πως δεν αρκεί για μια ηγέτιδα δύναμη να διαθέτει ισχύ, αλλά ότι είναι αναγκαίο να τη διαχειρίζεται με επαρκή δεξιότητα.

Είναι σαφές ότι η Γερμανία μειονεκτεί έναντι των άλλων ιστορικών δυνάμεων της Δυτικής Ευρώπης -της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας- διότι η διαμόρφωση «εθνικής» συνειδήσεως και «εθνικού» κράτους ξεκίνησε συγκριτικώς με καθυστέρηση μεγάλη. Κατά συνέπεια ακόμη και μετά την αναγκαστική μετάλλαξη που υπέστη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στοιχεία εθνικιστικής συμπεριφοράς και αλαζονείας κυριαρχούν στο Βερολίνο.
Πέραν τούτου, η ενοποίηση της Γερμανίας από τον Οτο φον Μπίσμαρκ και η ανακήρυξη της Γερμανικής Αυτοκρατορίας το 1871 έγινε στη βάση της στρατοκρατικής παραδόσεως της Πρωσίας και αυτό σημαίνει πρωτίστως «πειθαρχία». Πέρασε έκτοτε η Γερμανία από πολλές μεταλλάξεις, αλλά η πειθαρχία παρέμεινε η ύψιστη αρχή, που διέπει τη γερμανική συμπεριφορά, και σήμερα η «αρετή» αυτή γίνεται αισθητή στο σύνολο των Ευρωπαίων εταίρων της.
Η Γερμανία του Μπίσμαρκ υπήρξε μόνον κατ’ όνομα αυτοκρατορία, σε αντίθεση με τις αυτοκρατορίες των Αψβούρων, των Οθωμανών ή της τσαρικής Ρωσίας ή τις εξωχώριες αυτοκρατορίας των Βρετανών, των Γάλλων και άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Ως «εθνική αυτοκρατορία», η Γερμανία ουδέποτε αισθάνθηκε την ανάγκη να διαμορφώσει πολιτική λαμβάνοντας υπ’ όψιν στοιχεία της ιδιοσυστασίας των εθνών, που εξαρτιούνταν από αυτήν. Δεν διαθέτει την αναγκαία τεχνογνωσία και η έλλειψη αυτή είναι εμφανής στο πλαίσιο της Ε.Ε.
Επί σειρά ετών υπήρχε στην ενιαία Ευρώπη μία δυαρχία, με τη Γαλλία να εκπροσωπεί τα συμφέροντα του Νότου, ενώ η Γερμανία να ηγεμονεύει στον Βορρά. Η σύμπλευση του πρώην Γάλλου προέδρου Νικολά Σαρκοζί με την Γερμανίδα καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η γαλλική οικονομία διασάλευσαν πλήρως την ισορροπία.
Σε ιδεολογικό επίπεδο και για λόγους εσωτερικής πολιτικής, ο Μπίσμαρκ ξεκίνησε την «πολιτιστική μάχη» εναντίον του Καθολικισμού, το 1871, αλλά υπαναχώρησε ενώπιον του κινδύνου των σοσιαλιστών και των αντικληρικών πολιτικών δυνάμεων της Πρωσίας και το 1878 αναγκάσθηκε σε επαναπροσέγγιση με το Βατικανό.
Αλλά οι σχέσεις με τον καθολικό Νότο υπήρξαν αμήχανες. Ακόμη επί της παντοδυναμίας του Γ΄ Ράιχ, όταν προωθούνταν η δημιουργία Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, η ευθύνη του εγχειρήματος στον Νότο εδόθη από το Βερολίνο στη σύμμαχο Ιταλία. Για λόγους καθαρά οικονομικούς, η σύγχρονη Γερμανία είχε ενστάσεις σοβαρές -και ορθώς- για τη συμμετοχή της Ιταλίας και της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, αλλά υπαναχώρησε στο τέλος.
Κάποιοι στις μέρες μας οραματίζονται την απεξάρτηση του Νότου από τη γερμανική κυριαρχία. Αλλά αυτό είναι ανέφικτο εάν δεν υπάρξει δύναμη που να ηγηθεί αυτής της τάσεως. Παρά τις αντιρρήσεις τους για τη γερμανική πολιτική, ούτε η Βρετανία ούτε οι ΗΠΑ έχουν διάθεση ή δυνατότητα να αναλάβουν παρόμοιο εγχείρημα. Δεν απομένει παρά η συγκατοίκηση με τη Γερμανία, παρά τα υφιστάμενα προβλήματα, που υπονομεύουν την ευρωπαϊκή ενότητα, όπως γινόταν έως σήμερα αντιληπτή.