Τρίτη 26 Μαρτίου 2013

Ένα ενδιαφέρον άρθρο του Foreign Affairs την εμπλοκή των ΗΠΑ στη θάλασσα της Νότιας Κίνας


Οι ΗΠΑ οδεύουν προς την θάλασσα της Νότιας Κίνας
Γιατί η αμερικανική εμπλοκή θα σημαίνει μεγαλύτερες τριβές –όχι λιγότερες
Michael T. Klare
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Όταν ζητήθηκε από Αμερικανούς αξιωματούχους να σχολιάσουν τις διαφωνίες για τα επίδικα νησιά στον δυτικό Ειρηνικό, άπαντες διαβεβαίωναν ότι η κυβέρνηση Ομπάμα δεν έχει καμία θέση σε θέματα κυριαρχίας, αλλά αντιτίθεται σε οποιαδήποτε χρήση βίας για την επίλυση του ζητήματος.
«Είτε σχετικά με τις διαφορές στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας είτε στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας», δήλωσε τον περασμένο Οκτώβριο στο Τόκιο ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Γουίλιαμ Μπερνς, «οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν παίρνουν θέση επί του ζητήματος της τελικής κυριαρχίας». Πιστός στους τύπους, συνέχισε, «Η μόνη θέση που παίρνουμε είναι σχετικά με την σημασία της αντιμετώπισης αυτών των ζητημάτων μέσω του διαλόγου και της διπλωματίας και την αποφυγή εκφοβισμού και καταναγκασμού». Σε αυτήν και σε άλλες τέτοιες δηλώσεις, οι Ηνωμένες Πολιτείες προβάλλουν μια αύρα ουδετερότητας - ακόμη και δηλώνοντας, ενίοτε, ότι η χώρα θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως καλόπιστος μεσολαβητής μεταξύ των διαφωνούντων. Αλλά η στάση της Ουάσιγκτον είναι λιγότερο ουδέτερη από ό, τι φαίνεται και περισσότερο προσανατολισμένη προς τις βίαιες συγκρούσεις παρά στην αποφυγή τους.
Στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας, η Κίνα και η Ιαπωνία αντιπαρατίθενται για ένα σύμπλεγμα μικρών ακατοίκητων νησιών που ονομάζονται «Ντιαόου» από τους Κινέζους και «Σενκάκου» από τους Ιάπωνες. Η Ιαπωνία διοικεί αυτά τα νησιά από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά τα διεκδικούν και η Κίνα, και η Ταϊβάν, και βεβαίως η Ιαπωνία. Στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, εν τω μεταξύ, ξέσπασαν εντάσεις για περισσότερες συστάδες νησιών, κυρίως για τα νησιά «Σπράτλι» και τα νησιά «Παρασέλ» (που ονομάζονται, αντίστοιχα, Nansha και Xisha από την Κίνα). Η Κίνα, η Ταϊβάν και το Βιετνάμ διεκδικούν όλα αυτά τα νησιά, και το Μπρουνέι, η Μαλαισία και οι Φιλιππίνες διεκδικούν κάποια απ’ αυτά.
Όντας κάτι περισσότερο από βράχια, τα νησιά δεν έχουν σχεδόν καμία αξία από μόνα τους. Αλλά θεωρείται ότι βρίσκονται πάνω σε τεράστια υποθαλάσσια κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου - προσοδοφόρες κρύπτες για οποιαδήποτε χώρα μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτά. Πέρα από το ότι θα ήταν οικονομική ευλογία, οι Κινέζοι βλέπουν την απόκτηση των νησιών (μαζί με την ανάκτηση της Ταϊβάν) ως την τελική διάλυση του αυτοκρατορικού ζυγού των δυτικών δυνάμεων και της Ιαπωνίας. Οι άλλοι διεκδικητές, εν τω μεταξύ, βλέπουν την διατήρηση του ελέγχου των νησιών ως απαραίτητη πράξη περιφρόνησης στο πρόσωπο της αυξανόμενης δύναμης και αυτοπεποίθησης της Κίνας.
Τα αμερικανικά συμφέροντα στα νησιά αυτά ποικίλουν. Κατ’ αρχάς, το Ναυτικό των ΗΠΑ έχει προ πολλού κυριαρχήσει σε αυτή την θαλάσσια περιοχή, η οποία αποτελεί ένα ζωτικής σημασίας πέρασμα για τα πολεμικά πλοία των ΗΠΑ που πλέουν από τον Ειρηνικό προς την Μέση Ανατολή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, επίσης, υποχρεούνται από ια σχετική συνθήκη να υπερασπιστούν την Ιαπωνία και τα θαλάσσια ζωτικά όριά της. Ως εκ τούτου, η «ελευθερία της ναυσιπλοΐας» στην Ανατολική και την Νότια Θάλασσα της Κίνας είναι δεδηλωμένη προτεραιότητα της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ.
Η αυξανόμενη συμμετοχή των αμερικανικών εταιρειών ενέργειας στον τομέα της εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας έχει προσθέσει ένα άλλο επίπεδο στην στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση του Υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ, μεγάλες επιχειρήσεις, όπως η Chevron, η ConocoPhillips και η ExxonMobil έχουν συνεργαστεί με τις κρατικές εταιρείες πετρελαίου της Μαλαισίας, του Βιετνάμ και των Φιλιππίνων για την αξιοποίηση ελπιδοφόρων κοιτασμάτων στις θαλάσσιες περιοχές που διεκδικούνται από τις χώρες αυτές καθώς και από την Κίνα. Τον Οκτώβριο του 2011, για παράδειγμα, η Exxon ανακοίνωσε ότι βρέθηκε ένα σημαντικό κοίτασμα αερίου στα ύδατα που διεκδικεί το Βιετνάμ, που επίσης διεκδικούνται ως μέρος της θαλάσσιας επικράτειας της Κίνας.
Για χρόνια, αυτές οι υποχρεώσεις και τα συμφέροντα δεν ελήφθησαν πολύ σοβαρά. Επί των ημερών του Τζωρτζ Μπους του νεότερου και στις αρχές των ημερών του Ομπάμα, οι πόλεμοι στο Ιράκ και το Αφγανιστάν κυριάρχησαν στην χάραξη πολιτικής του Λευκού Οίκου, αφήνοντας στις κυβερνήσεις λίγο χρόνο για να σκεφτούν την θαλάσσια στρατηγική στην Ανατολική Ασία. Αυτό άφησε μια ανερχόμενη Κίνα σχεδόν ανεξέλεγκτη να διεκδικεί αδιαμφισβήτητα δικαιώματα στα επίδικα νησιά στην περιοχή και να χρησιμοποιεί την στρατιωτική της δύναμη για να στηρίξει τους σκοπούς της. Σε αρκετές περιπτώσεις, το κινεζικό ναυτικό τορπίλιζε τις προσπάθειες των ανταγωνιστών της Κίνας (οι οποίοι συχνά συνεργάζονταν με τις αμερικανικές επιχειρήσεις) σε έρευνες για πετρέλαιο και φυσικό αέριο στις περιοχές που διεκδικούσε. Τον Μάιο και τον Ιούνιο του 2011, για παράδειγμα, τα κινεζικά πλοία φέρονται ότι διέκοψαν τα ειδικά καλώδια εξερεύνησης πλοίων σεισμικών ερευνών που ανήκουν στην PetroVietnam, η οποία συνεργαζόταν με την ExxonMobil και άλλες ξένες εταιρείες για την αναζήτηση πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Σύμφωνα με έγγραφα που δημοσιοποιήθηκαν από το WikiLeaks, η Exxon προειδοποιήθηκε από την Κίνα να αναστείλει τη συνεργασία της με την PetroVietnam. Όπως είναι σύνηθες, υπήρξε ελάχιστη έως καμία επίσημη αντίδραση των ΗΠΑ στις ενέργειες της Κίνας.
Το 2011, με την εμπλοκή των ΗΠΑ στο Ιράκ και το Αφγανιστάν να εξασθενεί, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα άρχισε να αντιμετωπίζει την μείωση των περιφερειακών θέσεων ισχύος της Αμερικής. Υποστηρίζοντας ότι η περιοχή Ασίας - Ειρηνικού έχει γίνει το νέο κέντρο του παγκόσμιου οικονομικού δυναμισμού, ο Ομπάμα έθεσε ως στόχο να αποκατασταθεί η στρατιωτική κυριαρχία εκεί. Αυτό σημαίνει, πρώτα απ’ όλα, την ενίσχυση των αμερικανικών δυνάμεων στον Ειρηνικό, ιδιαίτερα του Πολεμικού Ναυτικού, το οποίο είναι προγραμματισμένο να αναπτύξει το 60% της δύναμης πυρός του στην περιοχή (σε σύγκριση με το 50% σήμερα). Αλλά, όπως εξήγησε ο Ομπάμα, αυτό συνεπάγεται επίσης την αναζωογόνηση των στρατιωτικών δεσμών με τους συμμάχους των ΗΠΑ στην περιοχή, ιδιαίτερα με την Ιαπωνία και τις Φιλιππίνες. Παρά το γεγονός ότι ο Ομπάμα επέμεινε ότι αυτή η λεγόμενη «στροφή» προς την Ασία δεν είχε την πρόθεση να τιμωρήσει ή να περιορίσει την Κίνα, είναι δύσκολο να φανεί ως κάτι διαφορετικό.
Ως εκ τούτου, ενώ συνεχίζουν να πρεσβεύουν την ουδετερότητα, ανώτεροι αξιωματούχοι έχουν εκφράσει ανησυχίες για τις επιθετικές ενέργειες από ορισμένους απροσδιόριστους διεκδικητές – που εύκολα γίνεται κατανοητό ότι εννοούν την Κίνα. Σε μια ομιλία τον Ιούλιο του 2011 στην Ινδονησία, η Χίλαρι Κλίντον, η οποία ήταν τότε υπουργός Εξωτερικών, δήλωσε ότι «όλοι μας έχουμε μερίδιο στο να εξασφαλίσουμε ότι οι διαφορές αυτές δεν θα βγουν εκτός ελέγχου και στην πραγματικότητα, έχει αυξηθεί ο αριθμός των ενεργειών εκφοβισμού συμπεριλαμβανομένης της βύθισης [και] της κοπής καλωδίων» - μια προφανής αναφορά στις πράξεις που λέγεται ότι έχουν πραγματοποιηθεί από τα κινεζικά πλοία κατά των φιλιππινέζικων και βιετναμέζικων σκαφών εξερεύνησης πετρελαίου.
Και, όπως έκανε η Κίνα νωρίτερα στην δεκαετία, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν τα λόγια τους με στρατιωτική δύναμη. Είχαν υποσχεθεί συμπληρωματική εξοπλιστική βοήθεια και στρατιωτική εκπαίδευση στους συμμάχους που έχουν δείξει μεγαλύτερο δυναμισμό σχετικά με τις διαμάχες για τα νησιά. Τον Απρίλιο του 2012, για παράδειγμα, η Μανίλα ανέπτυξε μια φρεγάτα 378 ποδών, την Gregorio del Pilar, στα ύδατα στα ανοικτά του Scarborough Shoal (που διεκδικείται από την Κίνα και τις Φιλιππίνες), μετά από μια εναέρια επιτήρηση με την οποία οι Φιλιππινέζοι εντόπισαν αυτό που πίστευαν ότι αποτελεί παράνομη κινεζική αλιευτική δραστηριότητα στα νερά γύρω από την ακτή. Η φρεγάτα, ένα πρώην σκάφος της αμερικανικής ακτοφυλακής, εξοπλισμένη με μια σειρά από σύγχρονα όπλα, είναι η πρώτη από μια σειρά σκαφών που οι Ηνωμένες Πολιτείες παρείχαν στις Φιλιππίνες με μια πρόσφατη συμφωνία βοήθειας. Η Ιαπωνία, η οποία έχει λάβει νέες διαβεβαιώσεις για συνεχιζόμενη αμερικανική στρατιωτική υποστήριξη, αύξησε επίσης το μέγεθος και την επίδειξη ισχύος της ναυτικής παρουσίας της στα ύδατα που διεκδικεί η Κίνα. Την ίδια στιγμή, οι Ηνωμένες Πολιτείες αύξησαν την συχνότητα και την έκταση των ναυτικών ασκήσεών τους στην περιοχή - συνήθως σε συνεργασία με παλιούς συμμάχους όπως η Ιαπωνία και οι Φιλιππίνες, αλλά και με τον πρώην εχθρό τους, το Βιετνάμ.
Από τη σκοπιά των βασικών παικτών της περιοχής, λοιπόν, οι Ηνωμένες Πολιτείες δύσκολα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως μια ουδέτερη, αμερόληπτη πλευρά. Στα μάτια της Κίνας, είναι μεροληπτικές στις διαφορές των νησιών και αποτελούν εμπόδιο για την επίτευξη των θεμιτών σκοπών της Κίνας. Πράγματι, πολλοί στην Κίνα πιστεύουν ότι η Ουάσιγκτον ωθεί ενεργά την Ιαπωνία και τις Φιλιππίνες να αναλάβουν μια πιο αποφασιστική στάση για τις επίμαχες περιοχές ως τρόπο περιορισμού της ανόδου της Κίνας. Αυτό, με τη σειρά του, τροφοδοτεί την δυσπιστία και την δυσαρέσκεια για τις Ηνωμένες Πολιτείες και αυξάνει την πιθανότητα τα μελλοντικά επεισόδια στην θάλασσα – όπως και αν αυτά προκληθούν - να προκαλέσουν μια σύγκρουση μεταξύ των κινεζικών και των αμερικανικών πλοίων. Για τους άλλους παράγοντες, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια πηγή ηθικής συμπαράστασης, στρατιωτικής βοήθειας και άμεσης υποστήριξης μάχης, αν τα πράγματα βγουν εντελώς εκτός ελέγχου. Με άλλα λόγια, ανεξάρτητα από το ποιά ήταν η πρόθεση του Ομπάμα όταν στράφηκε προς τον Ειρηνικό, αύξησε σίγουρα τις πιθανότητες έντασης και ενδεχομένως επιθετικής συμπεριφοράς από κάθε μία από τις χώρες που εμπλέκονται στις νότιες και την ανατολικές θάλασσες της Κίνας, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πόλεμο.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/139023/michael-t-klare/the-united...