H Κίνα μπορεί να βρυχάται αλλά δεν δαγκώνει…
Γιατί ο δράκος δεν θέλει τον πόλεμο
Allen Carlson
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Κατά περιόδους τους τελευταίους μήνες, η Κίνα και η Ιαπωνία φάνηκαν σχεδόν έτοιμες να προχωρήσουν σε μάχη για τα νησιά Senkaku (Diaoyu) – τα οποία διοικούνται από το Τόκιο, αλλά διεκδικούνται και από τις δύο χώρες – και να πυροδοτήσουν έναν πόλεμο μεγαλύτερο από οποιονδήποτε άλλον από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Παρά το γεγονός ότι το Τόκιο και το Πεκίνο έδιναν εικονικές μάχες στα εδάφη αυτά επί πολλά χρόνια, η αντιπαράθεση έφθασε σε ακραία σημεία το περασμένο φθινόπωρο, όταν η ιαπωνική κυβέρνηση εθνικοποίησε μερικά από τα νησιά αγοράζοντάς τα από έναν ιδιώτη. Αυτή η απόφαση πυροδότησε ένα κύμα αντι – ιαπωνικών διαδηλώσεων σε ολόκληρη την Κίνα.
Στον απόηχο των γεγονότων αυτών, η σύγκρουση έφτασε γρήγορα σε αυτό που οι πολιτικοί επιστήμονες ονομάζουν «κατάσταση ισοδύναμων αντιποίνων» - μια κατάσταση κατά την οποία οι δύο χώρες πιστεύουν ότι είναι επιτακτική ανάγκη να αντιδράσουν με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις αντιληπτές προσβολές. Ως αποτέλεσμα, μπορεί να φαινόταν ότι η ένοπλη συμπλοκή ήταν επικείμενη. Ωστόσο, μήνες αργότερα, δεν έχει γίνει τίποτα. Και παρά την επιθετική στάση τους στην επίμαχη περιοχή και οι δύο πλευρές παρουσιάζουν τώρα κάποιες ενδείξεις προθυμίας να μειώσουν την εχθρότητα και να αποκαταστήσουν σταθερότητα.
Ορισμένοι αναλυτές έχουν αναφέρει την πρόσφατη πυρηνική δοκιμή της Βόρειας Κορέας ως έναν παράγοντα της απροθυμίας των χωρών να προχωρήσουν σε στρατιωτική σύγκρουση. Υποστηρίζουν ότι η έκρηξη και η επιθετικότητα του Kim Jong Un, έφεραν κοντά την Κίνα και την Ιαπωνία, ταράζοντάς τις και τοποθετώντας τις διαφορές τους σε ένα πιο τρομακτικό πλαίσιο. Ο Rory Medcalf, ερευνητής του Ινστιτούτου Brookings, εξήγησε [1] ότι «η πυρηνική δοκιμή δίνει στην ηγεσία τόσο του Πεκίνου όσο και του Τόκιο την ευκαιρία να επικεντρωθούν σε μια πρόκληση εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, όπου τα συμφέροντά τους δεν είναι εκ διαμέτρου αντίθετα».
Η πυρηνική δοκιμή, όμως, αποτελεί έναν περισπασμό όσον αφορά την διαμάχη για τα επίμαχα νησιά. Στην πραγματικότητα, οι ρίζες της σύγκρουσης - και οι λόγοι που δεν έχει ακόμη εκραγεί - είναι πολύ βαθύτερες. Με απλά λόγια, η Κίνα δεν μπορεί να αντέξει στρατιωτική σύγκρουση με κανέναν από τους ασιάτες γείτονές της.
Δεν είναι ότι η Κίνα πιστεύει ότι θα ηττηθεί σε μια τέτοια ξαφνική μάχη. Η χώρα απολαμβάνει όλο και περισσότερο την στρατηγική υπεροχή σε ολόκληρη την περιοχή και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οι δυνάμεις της θα ηττηθούν σε μια άμεση εμπλοκή για τα νησιά, στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας ή στις αμφισβητούμενες περιοχές κατά μήκος των συνόρων Κίνας - Ινδίας. Ωστόσο, Κινέζοι αξιωματούχοι βλέπουν ότι ακόμη και η πιο περίλαμπρη νίκη θα αντισταθμιστεί από τις παράπλευρες απώλειες που θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια χρήση βίας στα δύο πιο θεμελιώδη εθνικά συμφέροντα του Πεκίνου – την οικονομική ανάπτυξη και την πρόληψη της κλιμάκωσης των ριζοσπαστικών εθνικιστικών αισθημάτων στην χώρα. Αυτοί οι περιορισμοί, και όχι οποιαδήποτε εξωτερική αποτρεπτική αιτία, θα συγκρατήσουν τον Xi Jinping, τον νέο ηγέτη της Κίνας, από το να επιτρέψει την χρήση θανάσιμης βίας στην υπόθεση των νησιών Diaoyu.
Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, το Πεκίνο προωθούσε την ειρήνη και την σταθερότητα στην Ασία για να διευκολύνει τις συνθήκες για την οικονομική ανάπτυξη της Κίνας. Οι απαρχές της πολιτικής αυτής μπορούν να τοποθετηθούν στα τέλη της δεκαετίας του 1970, όταν ο Deng Xiaoping επανειλημμένα υποστήριξε ότι για να προχωρήσει μετά από την οικονομική εξουθενωτική μαοϊκή περίοδο, η Κίνα θα πρέπει να επιδιώξει μια κοινή βάση με τους γείτονές της. Η προώθηση της συνεργασίας στην περιοχή θα επιτρέψει στην Κίνα να δαπανά λιγότερα για την στρατιωτική προετοιμασία, εστιάζοντας στο να γίνει η χώρα ένας πιο φιλόξενος προορισμός για ξένες επενδύσεις, καθώς και στην προώθηση καλύτερων εμπορικών σχέσεων. Όλα αυτά θα ενίσχυαν την κινεζική οικονομία. Ο Deng είχε δίκιο. Σήμερα, η οικονομία της Κίνας είναι η δεύτερη κατά σειρά μετά από εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι βασικές αρχές της μεγάλης οικονομικής στρατηγικής του Deng είναι ακόμα σεβαστές στο Πεκίνο. Όμως, κάθε πόλεμος στην περιοχή θα διαβρώσει το σκληρά κερδισμένο, και επισφαλώς διατηρημένο πολιτικό κεφάλα ιο που έχει αποκτήσει η Κίνα τις τελευταίες δεκαετίες. Θα διακόψει τις εμπορικές σχέσεις, θα περιπλέξει τις προσπάθειες για την προώθηση του γουάν ως διεθνές νόμισμα, και θα στείλει ωστικά κύματα μέσω του οικονομικού συστήματος της χώρας, σε μια εποχή που δύσκολα μπορεί να τα αντιμετωπίσει. Υπάρχουν, λοιπόν, ελάχιστοι λόγοι να πιστεύουμε ότι η Κίνα είναι προετοιμασμένη για πόλεμο με την Ιαπωνία.
Την ίδια στιγμή, «το φάντασμα» της αύξησης του κινεζικού εθνικισμού, αν και συχνά θεωρείται ως υποκινητής της σύγκρουσης, περιορίζει περαιτέρω τις προοπτικές για ένοπλη εμπλοκή. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το Πεκίνο θα προσπαθήσει να αποθαρρύνει τον εθνικισμό, αν φοβηθεί ότι μπορεί να χάσει τον έλεγχο ή αν αναγκαστεί από το λαϊκό αίσθημα να αναλάβει δράση που θεωρεί παράλογη. Από τότε που η σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν έθεσε ερωτηματικά σχετικά με το δικαίωμα του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος να κυβερνά ενώπιον του λαού, διαδοχικές γενεές Κινέζων ηγετών έχουν διαπραγματευτεί προσεκτικά την ισορροπία μεταξύ της προώθησης του εθνικιστικού συναισθήματος και της παρεμπόδισής του από το να εξαπλωθεί. Κατά την διαδικασία αυτή, εδραίωσαν την νομιμοποίηση της εξουσίας τους. Ένας πόλεμος με την Ιαπωνία θα μπορούσε να διαταράξει αυτή την ισορροπία εύκολα, πλήττοντας τον εθνικισμό που θα μπορούσε να ξεσπάσει εναντίον των ηγετών της Κίνας. Σκεφτείτε ένα υποθετικό σενάριο στο οποίο ένας ένστολος Κινέζος στρατιώτης σκοτώνεται κατά την διάρκεια μιας μάχης με Ιάπωνες στρατιώτες. Ανεξάρτητα από τις συγκεκριμένες συνθήκες, το θύμα θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν νέο μάρτυρα στην Κίνα και, σχεδόν το ίδιο γρήγορα, να λειτουργήσει ως καταλύτης για λαϊκές διαμαρτυρίες εναντίον της Ιαπωνίας.
Οι διαδηλωτές θα κάνουν έκκληση για αίμα, και αν η κυβέρνηση (φοβούμενη την οικονομική αστάθεια) δεν χύσει αρκετό, οι πολίτες θα κινητοποιηθούν κατά του ίδιου του Πεκίνου. Εκείνοι που είναι στην Zhongnanhai, την αυλή των Κινέζων ηγετών στο Πεκίνο, θα βρεθούν μεταξύ «σφύρας και άκμονος».
Είναι πιθανό ο Xi να έχασε κάποιο από αυτά τα βασικά στοιχεία κατά την διάρκεια των τυμπανοκρουσιών της ανόδου του στην εξουσία και εν όψει του νέου ιαπωνικού δυναμισμού. Είναι επίσης πιθανό ότι το κινεζικό κράτος είναι πιο σάπιο στον πυρήνα του από ό, τι φαίνεται. Δηλαδή, οι κομματικές ελίτ να πιστεύουν ότι ένας πόλεμος αντιπερισπασμού είναι ο μόνος τρόπος για να παραμείνουν στην εξουσία – κι ανάθεμα τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες.
Αλλά ο Xi δεν φαίνεται να παραβλέπει τις αρχές που έχουν υπηρετήσει το Πεκίνο τόσο καλά κατά την διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών. Πράγματι, αν και πρόσφατα επισήμανε κάποιους, χωρίς να τους ονομάσει [2], ότι θίγουν τα «ζωτικά εθνικά συμφέροντα» της Κίνας κατά την διάρκεια μιας ομιλίας για την εξωτερική πολιτική προς τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου, υπογράμμισε επίσης την δέσμευση της Κίνας «να μην επιδιώξει ποτέ την ανάπτυξη με κόστος την θυσία άλλων συμφερόντων της χώρας» και «ποτέ να μην επωφεληθούμε εις βάρος άλλων ή να κάνουμε κακό σε κανέναν γείτονα».
Φυσικά, πόλεμοι συμβαίνουν - ακόμα θα μπορούσε να προκύψει στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας. Σε περίπτωση που οποιαδήποτε πλευρά προκαλέσει το πρώτο αίμα λόγω ατυχήματος ή μιας μη αναμενόμενης κίνησης, οι σχέσεις Κίνας – Ιαπωνίας θα ωθηθούν σε εδάφη που δεν έχουν χαρτογραφηθεί από την εποχή περί τα μέσα του περασμένου αιώνα.
Ωστόσο, με το να έχει κατανοήσει ότι ο πόλεμος θα ήταν μια υπόθεση χωρίς νικητή, η Κίνα έχει αποφύγει να «πηδήξει από το χείλος του γκρεμού». Αυτή η σχετική αυτοσυγκράτηση φαίνεται να έχει εκπλήξει τους πάντες. Αλλά δεν θα έπρεπε. Το Πεκίνο θα συνεχίσει να διαφωνεί με το Τόκιο για το καθεστώς κυριαρχίας των νησιών και δεν θα υποχωρήσει από την διαπραγματευτική του θέση για το αμφισβητούμενο έδαφος. Ωστόσο, δεν μπορεί να αναλάβει τον κίνδυνο του πολέμου για μερικούς βράχους μέσα στην θάλασσα. Αντίθετα, κατά τους επόμενους μήνες θα αναζητήσει ήσυχα έναν τρόπο να κλείσει την διαφορά, με αντάλλαγμα την εξασφάλιση της σταθερότητας στην περιοχή, διευκολύνοντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη και κρατώντας «ένα καπάκι» στο «κουτί της Πανδώρας» της αύξησης των εθνικιστικών αισθημάτων. Η ειρήνη που θα προκύψει, ενώ είναι απίθανο να είναι βαθιά ή να συμβάλλει ιδιαίτερα στην βελτίωση των σχέσεων Κίνας - Ιαπωνίας, θα είναι διαρκής.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/139024/allen-carlson/china-keeps-...
Συνδέσεις:
[1] http://bit.ly/15vpgki
[2] http://bit.ly/126p4Ik