Σάββατο 7 Μαΐου 2016

Eξαιρετικό άρθρο πόσο ανήθικη είναι πλέον η φοροδιαφυγή


Πόσο ανήθικη είναι πλέον η φοροδιαφυγή;
Κώστας Γιαννακίδης
Οταν ξέσπασε η κρίση, ο Γιώργος Παπανδρέου συνήθιζε να αναφέρεται στον «νέο πατριωτισμό των Ελλήνων», δηλαδή στην εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων του πολίτη προς το κράτος.
Ως ιδέα άνθισε στην αρθρογραφία της εποχής.
Εφτανε η εθνική επέτειος και γράφαμε ότι ο καλός πατριώτης δεν βγάζει σημαία στο μπαλκόνι, αλλά πληρώνει τους φόρους του. Ομως απεδείχθη ότι ενίοτε βγάζει και τη σημαία στο μπαλκόνι και τα λεφτά στο εξωτερικό.
Η φορολόγηση είναι χρήσιμο μέγεθος που περιγράφει τη σχέση του πολίτη με το κράτος και αναδεικνύει την ηθική της διάσταση. Δεν είναι τυχαίο πώς σε ορισμένες χώρες της Δύσης –και σε αρκετές Πολιτείες των ΗΠΑ- η εκκαθάριση φόρου που λαμβάνει ο πολίτης περιλαμβάνει αναλυτική έκθεση για τη διάθεση των δημοσίων εσόδων. Κοινώς ξέρεις που πηγαίνουν τα λεφτά σου. Βλέπεις να χτίζεται το σχολείο και λες ότι έχεις πληρώσει δύο θρανία και μισό τοίχο –αντίστοιχη σχέση στην Ελλάδα αναπτύσσει μόνο ο θαμώνας με το σκυλάδικο, εξ ου και η έκφραση «το έχω χτίσει αυτό το μαγαζί».
Από φορολογικής απόψεως, λοιπόν, η σχέση του Ελληνα με το κράτος ήταν και είναι ανήθικη, χωρίς μάλιστα να την απολαμβάνουν όλοι. Αλλωστε η φοροδιαφυγή αποτελεί έναν από τους πυλώνες του δημοσιονομικού μας προβλήματος. Το κράτος μεγάλωνε και, αντί να το ταΐζουμε με φόρους, το μπουκώναμε με δανεικά. Κάπως έτσι, πολλές κατηγορίες συμπατριωτών μας ήταν για πολλά χρόνια φορολογικά άποροι. Την εποχή δε που έκανες φορολογική δήλωση στο χέρι και χωρίς διασταύρωση στοιχείων, συμπλήρωνες τα ποσά περίπου όπως τώρα χρεώνεις το ποτό στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Αρκεί να μπορούσες. Και ήταν πολλοί αυτοί που μπορούσαν. Βέβαια εδώ κάποιοι σημειώνουν ότι οι επιπτώσεις της φοροδιαφυγής είναι, μέχρι κάποιο βαθμό πλασματικές: εκείνος που φοροδιαφεύγει επιδίδεται σε μεγαλύτερη κατανάλωση, κινεί την οικονομία και, ούτως ή άλλως, θα δημιουργήσει φορολογητέα ύλη. Δεν είναι έτσι. Δεν είναι καθόλου έτσι, ειδικά όταν το χρήμα κρύβεται σε στρώμα ή αποδημεί στην αλλοδαπή.
Στον εθνικό αντιμνημονιακό μύθο η μομφή για τη φοροδιαφυγή πέφτει στους «καρχαρίες» της οικονομίας. Μισή αλήθεια, ίσως και λιγότερη αφού παραβλέπει τα «πιράνχα». Μπορεί οι μεγάλο να έκαναν χοντρές μπίζνες, οι μικροί, όμως, νομιμοποίησαν τη φοροδιαφυγή στα ήθη της καθημερινότητας. Ναι, εντάξει, όλα ξεκινούν από την τουρκοκρατία, από τη σχέση αντιπαλότητας μεταξύ κράτους και πολίτη και πάει λέγοντας. Αυτά είναι Ιστορία και εδώ έχουμε να κάνουμε με Μαθηματικά. Η φοροδιαφυγή είναι σπορ των ελεύθερων επαγγελματιών. Συχνά είναι και τρόπος επιβίωσης. Μισό λεπτό. Αυτό δεν ισχύει για όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες. Δεν είναι, για παράδειγμα, το ίδιο ένας τεχνίτης με έναν που εργάζεται ως μισθωτός με μπλοκάκι. Τον τεχνίτη μπορεί να τον παρακαλέσεις και εσύ να σου κάνει τη δουλειά χωρίς τιμολόγιο επειδή, απλώς, δεν έχεις να πληρώσεις και ΦΠΑ. Ξέρω συνεργείο αυτοκινήτων που η τιμή «χωρίς» διαφέρει κατά 50% από την τιμή «με απόδειξη». Ο τύπος, όμως, που εργάζεται ως μισθωτός με μπλοκάκι δεν μπορεί να πληρωθεί με «μαύρα». Συχνά δε, όπως και άλλες κατηγορίες επαγγελματιών, προπληρώνει ΦΠΑ και περιμένει να εισπράξει το τιμολόγιο του.
Με το νέο Φορολογικό και Ασφαλιστικό πλαίσιο, ένας ελεύθερος επαγγελματίας καλείται να πληρώσει σε φόρους και εισφορές περισσότερο από το 50% του εισοδήματος του. Ας πούμε ότι βγάζει 20.000 τον χρόνο. Οι φόροι και οι εισφορές φτάνουν στις 10.372 ευρώ. Γελάς πικρά. Πας στο άλλο άκρο με εισόδημα 100.000 ευρώ τον χρόνο. Οι υποχρεώσεις φτάνουν στο 60,6% του εισοδήματος. Γελάς δυνατά, χαχανίζεις. Και μετά, όταν βρεις την ανάσα σου, αρχίζεις και αναρωτιέσαι: είναι δυνατόν να υπάρχει άνθρωπος που, με αυτούς τους συντελεστές, μπορεί να κλέψει την εφορία και να μην το κάνει; Εδώ δεν υπάρχει πλέον θέμα ηθικής, αλλά κοινής λογικής. Αλλά και φιλοσοφικά να το δεις, οι αριθμοί σε υποχρεώνουν πλέον να συζητήσεις για το όριο πάνω από το οποίο αποκτάς το ηθικό δικαίωμα να στραφείς, παρανομώντας, κατά του κράτους, επικαλούμενος την επαγγελματική και οικογενειακή σου επιβίωση.
Ενας φίλος μου είπε ότι κλείνει το μπλοκ του επειδή «δεν δέχεται να πληρώνει Καρανίκες». Αυτό, όσο απλοϊκό και αν ακούγεται, περιγράφει και μία από τις συγκρούσεις που γεννιούνται στα πόδια της κρίσης. Οι άνθρωποι της παραγωγής αισθάνονται τον βρόγχο στο λαιμό επειδή το κράτος αρνείται να κόψει έστω και ένα δάχτυλο από το μακρύ του χέρι –και για να μη γίνονται παρανοήσεις, αυτή η πολιτική της άγριας φορολόγησης, μόνο «νεοφιλελεύθερη» δεν είναι.
Η άγρια φορολόγηση οξύνει τις αντιθέσεις, κρατάει ζωντανή την πολεμική του πολίτη απέναντι στο κράτος. Το πιο παραγωγικό, το δημιουργικό κομμάτι της κοινωνίας επιβεβαιώνει το δικαίωμα του να αισθάνεται υπό διωγμό. Η ανηθικότητα της φοροδιαφυγής λειαίνεται με σοβαρά επιχειρήματα. Ακόμα και αν δεν μισείς το κράτος, αισθάνεσαι ότι σε μισεί αυτό.