Κυριακή 29 Μαΐου 2016

Εξαιρετικός Φ. Γεωργελές ότι είναι πολύ ακριβά τα μαθήματα δημοκρατίας


Είναι πολύ ακριβά τα μαθήματα δημοκρατίας
Edito 571
ΦΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΕΛΕΣ
Καταλαβαίνω πως αυτές τις μέρες, πολλοί συμπολίτες μου είναι αποσβολωμένοι. Μοιάζει σαν αυτά τα 6 χρόνια που πέρασαν να ήταν κακές παραισθήσεις. Μια παραζάλη, ένα άγριο μεθύσι που τελείωσε άσχημα το επόμενο πρωί.
Την Κυριακή το βράδυ, σε μια αποστροφή της ομιλίας του, ο πρωθυπουργός έσβησε τα προηγούμενα χρόνια. Παίρνοντας αυτό το ύφος της ευθύνης που πρέπει να έχουν οι δημόσιοι άντρες, είπε πως φράσεις για προδοσία δεν πρέπει καν να ακούγονται, γιατί όποτε συνέβη αυτό η χώρα το πλήρωσε ακριβά. Οι βουλευτές της αντιπολίτευσης έμειναν άναυδοι, η οροφή του κτιρίου δεν έπεσε.
Ο στόχος επετεύχθη, το έργο πρέπει να προχωρήσει, όλα αλλάζουν για να μείνουν ίδια. Εσύ φτωχέ ανόητε οπαδέ, μόνο εσύ ήσουν που φώναζες για γερμανοτσολιάδες και χούντες, εσύ έφτιαχνες το νέο ΕΑΜ που θα έδιωχνε τις δυνάμεις κατοχής χωρίς να κάνει το λάθος της Βάρκιζας να παραδώσει τα όπλα, εσύ μιλούσες για μερκελιστές, όργανα των δανειστών, Τσολάκογλου, προδότες, εσύ παρασυρμένε, όχι εμείς, όχι η υπεύθυνη πολιτική ηγεσία σου, όχι οι εφημερίδες σου, όχι η αριστερά που ξέρει τι σημαίνει εμφύλιος, εσύ, εσύ ο όχλος, εσύ η μάζα, εσύ ο χρήσιμος ηλίθιος, μήπως είσαι χρυσαυγίτης;
Γιατί εμείς φεύγουμε, έχουμε δουλειά, έχουμε ραντεβού με την go back μάνταμ Μέρκελ, πάμε στη σύνοδο του «νεοφιλελεύθερου» σοσιαλδημοκρατικού ευρωπαϊκού κόμματος.
Είναι πολύ ακριβά τα μαθήματα δημοκρατίας, μόνο όταν πληρώσεις μαθαίνεις και πάλι δεν είναι σίγουρο. Πρέπει και να θέλεις να δεις την πραγματικότητα. Μέσα σε μήνες οι έλληνες πολίτες είχαν τη δυνατότητα να κρίνουν και να βγάλουν τα συμπεράσματά τους γι’ αυτή την οδυνηρή περίοδο. Να μάθουν τον κυνισμό της εξουσίας. Τη χειραγώγηση του πλήθους. Την εργαλειοποίηση της οργής και της άγνοιας. Την υποδαύλιση των πιο σκοτεινών ενστίκτων, του φόβου και του μίσους, για την επιτυχία ιδιοτελών πολιτικών σκοπών. Κάθε τεχνικός της εξουσίας το ξέρει, η αγάπη είναι ατομική, το μίσος ενώνει. Τυφλώνει. Δημιουργεί στρατούς.
Αυτή η περίοδος τελείωσε. Το σύστημα εξουσίας δεν τη χρειάζεται πια. Φοβάται κιόλας μη του γυρίσει μπούμερανγκ. Οι διορισμένοι «αγανακτισμένοι» θα μιλάνε για ανοιξιάτικα σαββατόβραδα στα σόσιαλ μίντια. Οι «αντισυστημικές» εφημερίδες θα έχουν τίτλους για τον «Τουρισμό που απογειώνεται», όταν στη Βουλή ψηφίζεται η κατάργηση του ΕΚΑΣ και η επιτροπεία 99 χρόνια. Συμβαίνει κάτι φοβερό στις μέρες μας που κάνεις δεν το επισημαίνει: Χάθηκε ο Λαός! Αυτός με το κεφαλαίο πάντα λάμδα. Αυτοί που διαδήλωναν κάθε μέρα, «μας κλέβουν τα όνειρά μας», «μας πήρανε το μέλλον των παιδιών μας», «δεν πληρώνουμε». Πού πήγαν; Πώς πληρώνουν τώρα τον αυξημένο Ενφια;
Η κυνική εξουσία ξαναγράφει την ιστορία όπως κάνει κάθε εξουσία, δίνει καινούργιο νόημα στις ίδιες λέξεις. Δεν συνέβη λοιπόν τίποτα περίεργο αυτά τα χρόνια. Business as usual. Η αξιολόγηση ολοκληρώθηκε επιτυχώς. Βρέχει δισεκατομμύρια, αναφωνεί ευτυχής ένας βουλευτής των ΑΝΕΛ. Είναι τα δισεκατομμύρια των «δυνάμεων κατοχής», των «τοκογλύφων». Αλλά τώρα τα διαχειριζόμαστε εμείς.
Κι όμως, δεν θα ξεχαστεί τόσο εύκολα όσο θα ήθελαν. Γιατί τώρα ξέρουμε πόσο άδικα υπονομεύτηκε τόσα χρόνια η οικονομία για να ξαναρχίσουμε από την αρχή τα ραντεβού με την τρόικα. Λέμε ότι πέρυσι σωθήκαμε κάπως, παρά τα capital control, γιατί πήγε πολύ καλά ο τουρισμός. Φανταζόμαστε πόσο διαφορετική θα ήταν η Ελλάδα αν δεν είχαμε καταστρέψει μόνοι μας τον τουρισμό το 2010, το 2011, το 2012; Πόσο στοίχισαν οι 27.000 διαδηλώσεις; Πόσες χιλιάδες θέσεις εργασίας χάθηκαν; Πόσο διαφορετικά θα είχε γραφτεί η ιστορία αν στο πρώτο μνημόνιο, στην πρώτη αξιολόγηση, η χώρα είχε συμπεριφερθεί όπως συμπεριφέρθηκε αυτή τη βδομάδα; Αν δεν είχαν δολοφονηθεί οι συμπολίτες μας στη Μαρφίν, αν δεν είχε καεί η Αθήνα, αν εκατοντάδες επιχειρήσεις και μαγαζιά δεν είχαν γίνει συντρίμμια, πληγές ακόμη ανοιχτές στο σώμα της πόλης μέχρι σήμερα; Μόνο στη διαδήλωση με τους πολλούς εμπρησμούς, το κόστος, της μιας νύχτας, ήταν 70 εκατομμύρια. Όσο το ΕΚΑΣ που πρέπει να επιστρέψουν σήμερα οι συνταξιούχοι. Πόσο στοίχισε τόσα χρόνια η υπονόμευση της οικονομίας;
Είναι δύσκολο να ξεχαστούν αυτά τα χρόνια, όχι μόνο γιατί υπονομεύθηκε η ανάκαμψη. Πέρα από τις δουλειές, τα λεφτά, αυτό που δεν ξεπερνιέται είναι το μίσος. Ο διχασμός σε πατριώτες και προδότες. Σε πουλημένους και αγωνιστές που σκίζουν τα μνημόνια και χορεύουν στο Σύνταγμα «όχι στα μνημόνια». Κι αυτό δεν θα το ξεχάσουν, όχι τόσο αυτοί που υπέστησαν την επίθεση του εθνολαϊκισμού. Αλλά οι άλλοι, αυτοί που χόρευαν στο Σύνταγμα. Αυτοί που νιώθουν ότι χρησιμοποιήθηκαν και τους πέταξαν στα αζήτητα της ιστορίας. Κάθε φορά που θα πληρώνουν ΕΝΦΙΑ θα το θυμούνται, σε κάθε λογαριασμό πετρελαίου θα το θυμούνται, σε κάθε κομμένο ΕΚΑΣ θα το θυμούνται. Μακάρι να το θυμούνται και να καταλαβαίνουν τι τους συνέβη και όχι με ακόμα μεγαλύτερη τυφλή οργή.
Η σκηνή που σόκαρε πραγματικά κάθε παρατηρητή την Κυριακή το βράδυ, ήταν όταν τα μέλη της κυβέρνησης γελούσαν και οι βουλευτές της συμπολίτευσης χειροκροτούσαν. Πανηγύριζαν. Γιατί νίκησαν. Πώς νίκησε αυτή η κυβέρνηση του αντιμνημονιακού αγώνα; Τι πέτυχε; Πέτυχαν να «αξιολογηθούν» θετικά από την τρόικα. Και να πάρουν τη δόση. Δεν χρειάζεται κανένα σχόλιο. Η ίδια η πρόταση αυτή τα λέει όλα.
Όπως κάθε φορά από το 2010, σε τέτοιες «δραματικές» στιγμές, ξεφτιλίστηκαν ακόμα μερικοί ανεκδιήγητοι, προσπαθώντας να διαχειριστούν την αμοράλ συμπεριφορά που πια δεν εκπλήσσει κανέναν. Η αριστερά έχει ήδη εγκαταλείψει κάθε προσχηματική αιδώ προσκυνώντας την Παναγία Σουμελά στο προαύλιο του Υπουργείου Άμυνας.
Στην πραγματικότητα γιορτάζουν επειδή θα πάρουν την επόμενη δόση για να χρηματοδοτήσουν το πελατειακό τους κράτος με τα λεφτά των δανειστών. Θα εγκαταλειφθούν κι αυτοί στην τρυφηλή –μόνο για τους ίδιους– αυταπάτη ότι η οικονομία θα ανορθωθεί με υπερφορολόγηση. Δεν θα συμβεί. Εδώ που έφτασαν τα πράγματα, η συνεχής διολίσθηση στη μιζέρια της στασιμότητας ανακόπτεται μόνο με ισχυρό μεταρρυθμιστικό σοκ. Δεν είναι αυτοί που μπορούν να το επιτύχουν.
Η μικροαστική Ελλάδα, γερασμένη, χωρίς δυναμισμό, δεν μπορεί να βρει τις δυνάμεις που θα την τραβήξουν από το θανάσιμο εναγκαλισμό του παρασιτισμού. Έβδομο χρόνο επαναλαμβάνει τον εαυτό της με αξιολογήσεις, τρόικες, «αντίσταση», «διαπραγμάτευση», καθυστερήσεις, «μέτρα», δόσεις και ξανά από την αρχή. Τρίτη φορά. Αλλάζει ονόματα στα πράγματα και στους πρωταγωνιστές και ξανακάνει τα ίδια λάθη.