Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Ανάλυση του Economist ότι η τουρκική οικονομία είναι στη δίνη νομισματικής και πολιτικής κρίσης


Η τουρκική οικονομία στη δίνη νομισματικής και πολιτικής κρίσης
THE ECONOMIST
Τα σχέδια του Τούρκου πρωθυπουργού για κολοσσιαία έργα υποδομής, τρίτο αεροδρόμιο στην Κωνσταντινούπολη, διώρυγα στον Βόσπορο, ίδρυση διεθνούς οικονομικού κέντρου, φαίνεται ότι αναβάλλονται.
Στην Τουρκία επικρατεί η αίσθηση πως η κατάσταση βγαίνει εκτός ελέγχου από την έναρξη των συλλήψεων στα μέσα Δεκεμβρίου. Ακόμη κι αν δεν επαληθευθούν ποτέ οι κατηγορίες και δεν επιβληθούν οι καταδίκες που τις συνοδεύουν, έχουν έρθει στην επιφάνεια αρκετά για να αποθαρρύνουν ξένους και εγχώριους επενδυτές. Αμφισβητείται ανοιχτά η ανεξαρτησία των αστυνομικών αρχών και της Δικαιοσύνης στη χώρα, καθώς και η δυνατότητά τους να επιβάλουν τον νόμο.
Η Τουρκία μοιάζει ξαφνικά πολύ περισσότερο με τη χώρα που προσπαθούσε να αφήσει πίσω της πριν από 12 χρόνια. Ο πληθωρισμός υπερβαίνει το 7%, το νόμισμα διολισθαίνει και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών βρίσκεται περίπου στο 7%. Η ιδιωτική αποταμίευση, οι ξένες επενδύσεις και οι εξαγωγές συρρικνώνονται. Τι πρέπει να γίνει; Αν ρωτήσετε οποιονδήποτε παραδοσιακό οικονομολόγο, μάλλον θα σας πει «πρώτον πρέπει να αυξηθούν τα επιτόκια», κάτι το οποίο έγινε τελικά την περασμένη Τετάρτη.
Μέχρι όμως τότε, η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας τα διατηρούσε επίμονα κάτω από τα επίπεδα του 8% από τον Μάρτιο. Σύμφωνα με τον Μουράτ Ουσέρ, οικονομολόγο της συμβουλευτικής Instanbul Analytics, το επιτόκιο δανεισμού έπρεπε να είναι στο 11% (την Τετάρτη για την εβδομάδα αυξήθηκε στο 10%).
Η τουρκική κεντρική τράπεζα μέχρι την περασμένη εβδομάδα προτιμούσε μια εναλλακτική τεχνική, που είναι γνωστή ως μηχανισμός επιλογής των διαθεσίμων, και επιτρέπει στις τουρκικές τράπεζες να διατηρούν ένα τμήμα των απαιτούμενων διαθεσίμων τους σε ξένο νόμισμα και όχι σε τουρκικές λίρες. Οταν εισέρρεαν ξένα κεφάλαια στη χώρα, ο μηχανισμός αυτός λειτουργούσε αποτελεσματικά ανακόπτοντας τις πιέσεις στην τουρκική λίρα. Δεδομένου, όμως, ότι αποδυναμώνεται το νόμισμα, το μόνο αποτέλεσμα είναι ότι αποθαρρύνει τους επενδυτές. Απηυδησμένοι οι οικονομολόγοι κατηγορούσαν τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την απέχθειά του στην αύξηση των επιτοκίων. Εχει επανειλημμένως πει πως τα επιτόκια των τραπεζών πρέπει να είναι τα ίδια με τον πληθωρισμό και όχι υψηλότερα. Η κεντρική τράπεζα δεν είναι αρκετά ανεξάρτητη για να του φέρει αντιρρήσεις και μέχρι την περασμένη εβδομάδα υπήρχε η εκτίμηση ότι μάλλον θα υπερισχύσει η θέση του Ερντογάν, τουλάχιστον μέχρι τις δημοτικές εκλογές της 30ής Μαρτίου.
Στο μεταξύ, η κεντρική τράπεζα χρησιμοποιούσε διάφορα μέσα για να αντιμετωπίσει την κερδοσκοπία κατά της τουρκικής λίρας και ιδιαιτέρως τις μαζικές αγορές του τουρκικού νομίσματος με δολάρια. Στις 24 Δεκεμβρίου ανακοίνωσε πως θα έχει προχωρήσει σε αγορές ύψους 450 εκατ. δολαρίων μέχρι το τέλος του έτους και στη συνέχεια σε νέες αγορές ύψους 100 εκατ. δολαρίων μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου. Κάποια στιγμή, όμως, θα εξαντληθεί το οπλοστάσιο της τράπεζας εκτός κι αν αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη και επανέλθει η πεποίθηση ότι οικονομία και πολιτική είναι και πάλι υπό καλύτερο έλεγχο.
Η κυβέρνηση δεν έχει ενδιαφερθεί να ενθαρρύνει την οικοδόμηση νέων μονάδων και να προσελκύσει μεγάλες βιομηχανικές επενδύσεις από το εξωτερικό με στόχο την παραγωγή κρέατος και ποτών. Αντιθέτως, έχει υποβάλει σε αυθαίρετη φορολογία τα κέρδη καθιερωμένων βιομηχανιών και τραπεζών. Το χειρότερο είναι πως εισέρρευσαν στην Τουρκία υπερβολικά πολλά φθηνά χρήματα (χάρη στην ποσοτική χαλάρωση στις ΗΠΑ). Οι ταχύτερες αποδόσεις συνόδευαν τη χρηματοδότηση έργων υποδομής και τις αγορές ακινήτων και όχι τις επενδύσεις στη βιομηχανία. Επιφανειακά η χώρα εκσυγχρονίστηκε ραγδαία, επισημαίνουν παρατηρητές, αλλά η παλιά πρακτική της διακυβέρνησης με πελατειακές σχέσεις στην οποία εναντιώθηκε αρχικά ο Ερντογάν φαίνεται να επανέρχεται στο προσκήνιο.
Κατανάλωση και ακίνητα
Οι οιωνοί για την Τουρκία δεν είναι καλοί. Διεξάγονται έρευνες για διαφθορά κατά ορισμένων υπουργών και επιχειρηματιών που πρόσκεινται στην κυβέρνηση και έχουν παγώσει τα περιουσιακά τους στοιχεία. Το ελάχιστο που συνεπάγονται αυτά είναι παράλυση των επενδυτικών σχεδίων και έλλειψη χρηματοδότησής τους. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι τίθεται υπό αμφισβήτηση το οικονομικό μοντέλο της Τουρκίας που μόλις πριν από ένα έτος φαινόταν υπόδειγμα προς μίμησιν για άλλες χώρες που βρίσκονται σε διαδικασία εκβιομηχάνισης. Η εντυπωσιακή αύξηση που σημείωσε το τουρκικό ΑΕΠ κατά 9% το 2010 και το 2011 προήλθε, όμως, από το μεγάλο χρέος της χώρας. Αυτό χρηματοδότησε την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις σε ακίνητα όπως και τα μεγάλα συμβόλαια των ταχύτατα αναπτυσσόμενων και βαρύτατα χρεωμένων κατασκευαστικών εταιρειών της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν πρέπει να αναζητήσει διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης
Ακόμη και ορισμένοι από τους αντιπάλους του επιμένουν πως ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, θα μπορούσε να επαναφέρει την οικονομία σε καλύτερη τροχιά. Θα πρέπει, όμως, να συμφιλιωθεί με το ριζοσπαστικό ισλαμικό κίνημα που τον βοήθησε να αναρριχηθεί στην εξουσία και τελευταία επιδιώκει να τον υπονομεύσει. Θα πρέπει, επίσης, να καταφύγει στον ορθό δρόμο της οικονομίας επιτρέποντας μια αύξηση των επιτοκίων και κάποια λιτότητα και να αφήσει τους δικαστές να κάνουν τη δουλειά τους.
Στα τέλη Νοεμβρίου οι ρυθμιστικές αρχές της Τουρκίας για τον χρηματοπιστωτικό τομέα ανακοίνωσαν μέτρα για τον περιορισμό των καταναλωτικών δανείων για ηλεκτρονικά αγαθά και είδη πολυτελείας, συμπεριλαμβανομένων των ακριβών αυτοκινήτων. Δεν ήσαν, όμως, αρκετά.
Αυτό που θα μπορούσε να πιέσει τον Ερντογάν να προχωρήσει θα ήταν ο κίνδυνος να καταρρεύσουν τα μεγάλα του σχέδια χωρίς ένα στιβαρό νομικό σύστημα και χωρίς την απαιτούμενη οικονομική σταθερότητα. Η φιλοδοξία του να ιδρύσει ένα διεθνές οικονομικό κέντρο στην Κωνσταντινούπολη ικανό να ανταγωνιστεί το Ντουμπάι φαίνεται ήδη να ματαιώνεται. Οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες δεν έχουν αρκετά κίνητρα για να έρθουν στην Τουρκία καθώς μπορεί να κληθούν να καταβάλουν φόρους ύψους 35% επί των αποδόσεων κεφαλαίου.
Φαίνεται, άλλωστε, να κινδυνεύουν τα σχέδια για ανέγερση τρίτου αεροδρομίου στην Κωνσταντινούπολη με κόστος 29,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων καθώς και για τη διάνοιξη διώρυγας αξίας 10 δισ. δολαρίων που θα οδηγούσε σε αποσυμφόρηση τον Βόσπορο.
Τα δύο αυτά σχέδια χρειάζονται διεθνή χρηματοδότηση, κάτι πολύ πιο δύσκολο όταν οι επενδυτές ανησυχούν και οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης εξετάζουν κατά πόσον πρέπει να υποβαθμίσουν τη χώρα.