Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014

Εύστοχο άρθρο για το ποιοι θέλουν να γίνουν δήμαρχοι


Κύριε υποψήφιε, είστε «ψώνιο»;
Κωνσταντίνος Ζούλας
Ας υποθέσουμε ότι είστε επιτελικό στέλεχος μιας ιδιωτικής εταιρείας έχοντας ήδη διαγράψει μια επιτυχημένη επαγγελματική διαδρομή λόγω των σπουδών σας και κυρίως των ικανοτήτων σας στη λήψη αποφάσεων και τη διαχείριση ανθρώπων. Και ότι η οικογένειά σας, λόγω του καλού μισθού σας, δεν ανήκει σε αυτές που τα φέρνουν με μεγάλη δυσκολία βόλτα. Ε, λοιπόν, εσείς που ανήκετε σε αυτή τη ζηλευτή, στους περισσότερους, θέση θα εγκαταλείπατε ποτέ για μία πενταετία τη δουλειά σας για να γίνετε δήμαρχος στην πόλη σας;
Ο πρόλογος προέκυψε αυθόρμητα, ύστερα από μια συζήτηση με ένα κομματικό στέλεχος της Ν.Δ. «Ξέρεις γιατί οι περισσότεροι βουλευτές αρνούνται να κατεβούν για δήμαρχοι και περιφερειάρχες;», με ρώτησε, δίνοντάς μου και την απάντηση: «Γιατί απλούστατα δεν θέλουν να χάσουν τις 6.500 ευρώ που βγάζουν καθαρά τον μήνα και να μην κερδίζουν ούτε τα μισά ως δήμαρχοι». Δεν χρειάστηκε παρά ένα γρήγορο ψάξιμο στο Ιντερνετ για να θυμηθώ τους νέους μισθούς που έχει ψηφίσει η Βουλή για τους αυτοδιοικητικούς άρχοντες. Οι μετά φόρων μηνιαίες απολαβές π.χ. του Κώστα Μπακογιάννη στον «μικρό» Δήμο Καρπενησίου ήταν την τελευταία τριετία 1.210 ευρώ τον μήνα, ενώ ο κ. Γ. Καμίνης που διοίκησε την ίδια την πρωτεύουσα «κέρδιζε» περί τις 3.300 ευρώ. Κάτι περισσότερο δηλαδή από τους 13 περιφερειάρχες της χώρας (!) που διαχειρίζονται κονδύλια εκατοντάδων εκατ. ευρώ.
Και κάπως έτσι μου γεννήθηκε το εξής αυτονόητο ερώτημα: Αν οι βουλευτές μας, που έχουν ήδη αποδείξει την «τρέλα» τους να ασχοληθούν με τα κοινά, αρνούνται να διεκδικήσουν αυτά τα αξιώματα λόγω των πενιχρών απολαβών τους, γιατί να το κάνει οποιοσδήποτε επιτυχημένος επαγγελματίας του ιδιωτικού τομέα; Πολύ περισσότερο για μια θέση αντιδημάρχου που επίσης θα τον απομακρύνει από τη δουλειά του για πέντε χρόνια. Οι αμοιβές των τελευταίων στους μικρούς δήμους έχουν περιοριστεί πλέον σε 1.282,50 ευρώ. Μεικτά!
Συγγνώμη, αλλά με αυτά τα δεδομένα, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, δύο ειδών άνθρωποι υπάρχουν που θα διεκδικήσουν τις ψήφους μας τον Μάιο. Το πρώτο είναι η γνωστή κατηγορία των καλώς εννοούμενων «ψώνιων». Αυτών δηλαδή που έχουν πάθος με τα κοινά και εκ χαρακτήρος αρέσκονται στην αναγνώριση των συμπολιτών τους. Στην καλυτέρα των περιπτώσεων οι υποψήφιοι αυτοί μπορεί να διαθέτουν ήδη μια περιουσία από την οικογένειά τους ή την προσωπική τους επιχείρησή (βλ. Γ.Μπουτάρης) κι επομένως το δημαρχιλίκι να υπαγορεύεται από μια ειλικρινή, εσωτερική τους ανάγκη να προσφέρουν κάτι θετικό στον τόπο τους.
Υπάρχει, όμως, και η δεύτερη κατηγορία που δυστυχώς είναι η πολυπληθέστερη. Πρόκειται για ανθρώπους που έχουν ήδη καταστήσει τις αυτοδιοικητικές θέσεις «επάγγελμα» ή προσβλέπουν να το κάνουν για πρώτη φορά τον Μάιο. Θα έχετε προφανώς καταλάβει ότι εννοώ τους «επαγγελματίες της Αυτοδιοίκησης», οι οποίοι προσβλέπουν στους δημαρχιακούς ή περιφερειακούς θώκους για να δημιουργήσουν ή και να επαυξήσουν τις περιουσίες τους με μικροκομπίνες ή καραμπινάτα σκάνδαλα.
Μη γελιόμαστε, όλοι υποψιαζόμαστε -χωρίς να μπορούμε να το αποδείξουμε- ότι δεκάδες δήμαρχοι της χώρας είναι από μικροαπατεώνες μέχρι μεγαλολαμόγια. Οι δήμοι άλλωστε έχουν από χρόνια αναδειχθεί από τις ανεξάρτητες Αρχές ως πρωταθλητές της διαφθοράς. Επομένως, ποιος σοβαρός επαγγελματίας της ελεύθερης αγοράς θα πάει να μπλέξει σε ένα τόσο νοσηρό περιβάλλον, αν δεν έχει έστω το στοιχειώδες κίνητρο ενός μισθού αντάξιου των αποδεδειγμένων ικανοτήτων του; Και γιατί να πάρει το ρίσκο ακόμη και να συρθεί στα δικαστήρια από τους «επαγγελματίες της Αυτοδιοίκησης» που θα βρουν κάθε τρόπο να τον διαβάλουν αν εκλεγεί;
Κατά τα άλλα, η δημόσια συζήτηση αναλώνεται, όπως πάντα, σε φαιδρές και ανούσιες λεπτομέρειες, όπως π.χ το πώς το νηπιακό περιβάλλον του κ. Τσίπρα επέλεξε ως υποψήφιο περιφερειάρχη έναν «ψεκασμένο» που πιστεύει ότι υπάρχει σιωνιστικός δάκτυλος πίσω από το όνομα ΝΕΡΙΤ! Και ουδείς επισημαίνει ότι είναι αδιανόητο ο τελευταίος βουλευτής της χώρας να έχει διπλάσιο μισθό ακόμη και από τον δήμαρχο Αθηναίων.
Κατόπιν τούτων, τι μας μένει, φίλες και φίλοι; Ενα και μόνον. Να ψηφίσουμε εκείνους που το ένστικτό μας θα μας πει ότι ανήκουν στην πρώτη κατηγορία, των «ψώνιων». Ο τρόπος να τους εντοπίσουμε -αν προκύψουν στις πόλεις μας- είναι σχετικά απλός: κατά τεκμήριο, δεν είχαν, δεν έχουν, ούτε θέλουν να αποκτήσουν καμία απολύτως σχέση με το εκτός τόπου και χρόνου κομματικό μας σύστημα...