Οι γεωπολιτικές διαστάσεις του ουκρανικού σχίσματος
IMMANUEL WALLERSTEIN
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η Ουκρανία υφίσταται εδώ και καιρό ένα εσωτερικό σχίσμα, ικανό να εξελιχθεί σε εμφύλιο πόλεμο. Η χώρα εμφανίζει σήμερα γλωσσική, θρησκευτική, οικονομική και πολιτιστική διαίρεση.
Η παρούσα κυβέρνηση, που φέρεται να εκφράζει τους πληθυσμούς της Ανατολικής Ουκρανίας, κατηγορείται για διαφθορά και αυταρχισμό. Αυτό είναι –εν μέρει– αλήθεια. Δεν είναι όμως βέβαιο ότι μία κυβέρνηση κυριαρχούμενη από φιλοευρωπαϊστές πολιτικούς, θα ήταν λιγότερο διεφθαρμένη και αυταρχική. Το ερώτημα που πρέπει να τεθεί με γεωπολιτικούς όρους είναι το εξής: «Πρέπει η Ουκρανία να είναι μέλος της Ε.Ε. ή πρέπει να ενισχύσει τους δεσμούς της με τη Ρωσία;».
Ενδεικτική των αμερικανικών χειρισμών είναι, στο μεταξύ, η περίπτωση της αναπληρωτού υπουργού Εξωτερικών Βικτόρια Νιούλαντ, της οποίας οι οργισμένες, υβριστικές αντι-ευρωπαϊκές απόψεις διέρρευσαν στο YouTube.
Στο βίντεο της συζήτησής της με τον Αμερικανό πρέσβη στο Κίεβο, η κ. Νιούλαντ εμφανίζει το θέμα ως γεωπολιτική διένεξη μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης. Οι δηλώσεις της αυτές δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν, καθώς η κ. Νιούλαντ (και ο σύζυγός της Ρόμπερτ Κέιγκαν) αποτελούν τα τελευταία δείγματα ενός υπό εξαφάνιση είδους: της νεο-συντηρητικής κλίκας του Τζορτζ Μπους. Το λιγότερο που όφειλε να κάνει ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Τζον Κέρι, θα ήταν να έχει απομακρύνει τέτοιους ιδεολόγους από διπλωματικά πόστα.
Ας θυμηθούμε, όμως, τις θέσεις των νεο-συντηρητικών της εποχής Μπους για την Ευρώπη. Ο τότε υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, Ντόναλντ Ράμσφελντ, αναφερόταν συχνά στη Γαλλία και στη Γερμανία ως «η παλαιά Ευρώπη», αντιδιαστέλλοντάς την με τη «νέα Ευρώπη», αποτελούμενη από κράτη, τα οποία μοιράζονταν τις θέσεις του για την ανάγκη εισβολής στο Ιράκ. Η νέα Ευρώπη ήταν κατά κύριο λόγο η Βρετανία, για τον Ράμσφελντ, και σε ρόλο κομπάρσου η Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη.
Η Ουκρανία θα πρέπει έτσι να θεωρείται ένας βολικός αντικατοπτρισμός του ευρύτερου γεωπολιτικού σχίσματος, που δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το εσωτερικό σχίσμα που βιώνει η χώρα. Αυτό που ανησυχεί τους τελευταίους νεο-συντηρητικούς στον κόσμο δεν είναι η ενδεχόμενη ενσωμάτωση της Ουκρανίας στη Ρωσία, αλλά το φάσμα της γεωπολιτικής συμμαχίας μεταξύ Γερμανίας, Γαλλίας και Ρωσίας. Ο εφιάλτης ενός άξονα Παρισίων-Βερολίνου-Μόσχας έχει υποχωρήσει σχετικά, μετά την έξαρσή του το 2003, όταν οι γαλλογερμανικές προσπάθειες είχαν ακυρώσει τις βλέψεις των ΗΠΑ για έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας στα σχέδιά τους για το Ιράκ.
Παρά την υποχώρηση των ανησυχιών αυτών, η προοπτική ενός τέτοιου άξονα αποτελεί τη μόνη συμφέρουσα εξέλιξη για τη Ρωσία, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Γιατί αυτό; Οι λόγοι είναι πολλοί. Ενας από αυτούς αφορά τη στροφή του αμερικανικού γεωπολιτικού ενδιαφέροντος προς τον Ειρηνικό, που αντικαθιστά μακρά ιστορία εστίασης στις διατλαντικές σχέσεις. Την ίδια στιγμή, εφιάλτη αποτελεί για τη Ρωσία –και τη Γερμανία– το ενδεχόμενο σύναψης αρραγούς σινοαμερικανικής συμμαχίας (που θα μπορούσε να περιλαμβάνει την Ιαπωνία και την Κορέα). Ο μόνος τρόπος που διαθέτει η Γερμανία για να απομακρύνει την προοπτική αυτή, που απειλεί την ευημερία και την ισχύ της, θα ήταν να συμμαχήσει με τη Ρωσία. Η πολιτική του Βερολίνου απέναντι στην ουκρανική κρίση δείχνει, στο μεταξύ, ότι άμεση προτεραιότητα της Γερμανίας είναι η επίλυση των ευρωπαϊκών κρίσεων, με την εμπλοκή –και όχι τον αποκλεισμό– της Ρωσίας από τη διαδικασία αυτή.
Στη Γαλλία, ο Ολάντ προσπαθεί να προσεγγίσει τις ΗΠΑ, εμφανίζοντας τη Γαλλία ως μέρος της «νέας Ευρώπης». Ο γκολισμός υπήρξε, όμως, η βασική γεωπολιτική στάση της Γαλλίας, μετά το 1945. Ακόμη και δήθεν «αντι-γκολικοί» πρόεδροι της γαλλικής δημοκρατίας, όπως ο Μιτεράν και ο Σαρκοζί, υιοθέτησαν γκολική πολιτική. Ακόμη και ο Φρανσουά Ολάντ θα διαπιστώσει σύντομα ότι δεν έχει άλλη επιλογή από το να γίνει γκολικός.
Γκολισμός για τους Γάλλους σημαίνει ότι οι ΗΠΑ αντιμετωπίζονται ως απειλή για τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Γαλλίας, τα οποία το Παρίσι οφείλει να προασπίσει πραγματοποιώντας άνοιγμα προς τη Ρωσία.
* O κ. Immanuel Wallerstrein είναι Αμερικανός κοινωνιολόγος, καθηγητής στο Γιέιλ.