Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014

Άρθρο του Ι. Παναγιωτόπουλου για να σπάσουμε το μηδενισμό, να κερδίσουμε την πατρίδα μας


Να σπάσουμε το μηδενισμό. Να κερδίσουμε την πατρίδα μας!
Του Ιωάννη Αντ. Παναγιωτόπουλου
Η όξυνση και οι κραυγές πάντα είχαν ένα στόχο: να παρεμποδίσουν την ορθή κρίση. Ποτέ δεν έλειψαν στην ιστορία της ανθρωπότητας εκείνες οι δυνάμεις που συνειδητά καθοδήγησαν λαούς στη μισαλλοδοξία, το μίσος και τη βία. Είναι όλα εκείνα που η ελληνική κοινωνία είχε περιθωριοποιήσει, καταδεικνύοντας παράλληλα ότι οι ποικιλόμορφοι εκφραστές τους στάθηκαν τροχοπέδη της προόδου του τόπου μας.
Αδιαμφισβήτητα, η οικονομική κρίση είχε ως παράπλευρη συνέπεια, αυτές οι δυνάμεις να εκμεταλλευτούν την ανοχή των πολλών, και να γίνουν αποδεκτές από ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας. Βέβαια, στο μέλλον θα εκπονηθούν σοβαρές επιστημονικές μελέτες, οι οποίες θα επιχειρήσουν την ερμηνεία της εκλογικής ενδυνάμωσης των άκρων, αλλά και της απόλυτα προβλεπτής αποκλιμάκωσής της. Τότε, το σημερινό φαινόμενο θα θυμίζει ένα τρύπιο μπαλόνι, που όσο κι αν το φουσκώνουμε, τόσο η τρύπα του μεγαλώνει, με αποτέλεσμα τελικά να ξεφουσκώσει.
Σήμερα, όμως, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, οφείλουμε όλοι μαζί να διαλεχθούμε με την πραγματικότητα, να λάβουμε αποφάσεις, οι οποίες θα καθορίσουν το μέλλον του τόπου μας, και να ξεκαθαρίσουμε το κατά πόσο επιθυμούμε να αλλάξουμε τα πράγματα. Σήμερα η προσωπική μας ευθύνη έχει απόλυτη σημασία. Και κυρίως οφείλουμε να αντισταθούμε στον ανηλεή μηδενισμό που τα άκρα εκφράζουν, προκειμένου να επιτύχουν την αμοραλιστική αποδόμηση των υπολοίπων δυνάμεων, συνθέτοντας έτσι το δικό τους προνομιακό χώρο στην πολιτική ζωή της χώρας.
Την ανωτέρω θέση αποδεικνύουν σχεδόν όλα τα ζητήματα των τελευταίων ημερών, όπως η μηδενιστική προβολή της αθεΐας εκ μέρους των ηγετών της αριστεράς. Οφείλω να σημειώσω ότι ουσιαστικά το πρόβλημα δεν είναι η συνεπής αθεΐα της ηγεσίας της ελληνικής αριστεράς, αλλά η ασυνεπής στάση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι σε μια περιθωριακή πολιτική ηγεσία, η οποία, εξαιτίας των οικονομικών εξελίξεων, βρέθηκε αναπάντεχα να εκπροσωπεί ένα μεγάλο μερίδιο του εκλογικού σώματος. Επομένως, το ζήτημα δεν είναι ο ιδεολογικός και θρησκευτικός (απο)προσανατολισμός συγκεκριμένων πρόσωπων, αλλά η στάση της πλειονότητας των πολιτών έναντι της δικής τους αυτοσυνειδησίας. Το θέμα το έχει η κοινωνία. Και το ερώτημα που τίθεται είναι εάν είναι δυνατόν να γίνεται αποδεκτή μια ασύμβατη προς το λαό πολιτική ηγεσία, όπως αποδείχθηκε περίτρανα με εκείνη την ατυχή διακυβέρνηση των προσώπων που ανέλαβαν την ευθύνη της χώρας στην αρχή της κρίσης! Διότι εν προκειμένω, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν ταυτίζεται με ότι νοηματοδοτεί την πατρίδα μας. Όπως καθημερινά αποδεικνύει, ταυτίζεται με κάτι που δεν είναι ο ελληνικός λαός, εξ ονόματος του οποίου από κεκτημένη ταχύτητα θέλει να ομιλεί. Είναι αντίστοιχο με ό,τι ο Στάρετς Ζαχαρίας επισήμαινε στην αρχή της επικράτησης των μπολσεβίκων στη Ρωσία: μερικοί που δεν έχουν τον Θεό στις καρδιές τους δίνουν το όνομα της αγάπης σε πράγματα που είναι το εντελώς αντίθετο αυτής.
Για όποιον δεν έχει Θεό επιτρέπονται όλα! Και εξαπατά τον εαυτό του και τους άλλους, όπως οι πρόσφατες φωτογραφίες στο Φαρμακονήσι, όπου αποδείχθηκε ότι συστηματικά οι ιδεοληπτικοί εκφραστές της αριστεράς επιχείρησαν να εξαπατήσουν τους Έλληνες πολίτες και τη διεθνή κοινότητα, προβάλλοντας ως αυθεντικές φωτογραφίες που αποδεδειγμένα δεν έχουν καμία σχέση με τα γεγονότα. Και έτσι, κάθε σκεπτόμενος πολίτης έχει τη δυνατότητα να συμπεράνει σε πόσα άλλα ζητήματα επιχειρείται η συστηματική εξαπάτησή του!
Βεβαίως, υπάρχουν και όσοι συγχέουν τις δημόσιες σχέσεις με την πραγματικότητα. Και ναι μεν η Εκκλησία είναι ανοιχτή για τον καθένα μας να εισέλθει, να σωθεί, αλλά το ερώτημα παραμένει: με ποια ιδιότητα ένας άθεος επιθυμεί να επισκεφθεί το Άγιο Όρος; Ως τουρίστας ή ως προσκυνητής; Άλλωστε, ο άθεος προσκυνητής δεν είναι, ούτε και το Άγιο Όρος τόπος τουρισμού! Και αν εμείς σήμερα είμαστε Έλληνες, είμαστε διότι κρατάμε μέσα μας τα πιστεύω και τα ιδανικά αιώνων. Είναι το γαλανόλευκο πανί με το σταυρό, που με συγκίνηση υψώνουμε σε γιορτές και νίκες. Είναι τα βιβλία των φιλοσόφων μας, που καλόγεροι φύλαξαν μέσα στα σεντούκια των μοναστηριών μας. Είναι οι εικόνες και τα ιερά λείψανα που οι Μικρασιάτες έφεραν μαζί με τα λίγα υπάρχοντά τους. Πώς λοιπόν, όσοι δεν πιστεύουν σε αυτά, και έχουν απαξιώσει άλλα πολλά, θα μπορέσουν να ηγηθούν της πατρίδας μας; Το ζητούμενο είναι ότι πρέπει να κερδίσουμε τη μεγάλη μάχη, τη μάχη που τώρα δίνουμε όλοι μαζί. Και πάνω από όλα, οφείλουμε να αγωνιστούμε για να κερδίσουμε την πατρίδα μας!

* Ιωάννης Αντ. Παναγιωτόπουλος, Λέκτορας Πανεπιστημίου Αθηνών, Γενικός Γραμματέας Μέσων Ενημέρωσης