Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2014

Άρθρο ότι είναι Ελλάδα μεταξύ Τζιμπουτί και Ινδίας στην οικονομική ελευθερία


Η Ελλάδα μεταξύ του Τζιμπουτί και της Ινδίας...
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΩΚΟΥ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Σε όρους οικονομικής ελευθερίας, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ Τζιμπουτί και Ινδίας. Στη θέση 119 της παγκόσμιας κατάταξης, η χώρα θεωρείται «ως επί το πλείστον ανελεύθερη» και είναι τελευταία στην Ευρώπη – ή, για την ακρίβεια, μπροστά μόνο από τη Ρωσία, τη Λευκορωσία και τη Μολδαβία.
Αυτό αποκαλύπτει ο δείκτης οικονομικής ελευθερίας του Heritage Foundation για το 2014, η οποία παρουσιάστηκε πριν από μερικές ημέρες στην Ουάσιγκτον, σε συνεργασία με την εφημερίδα Wall Street Journal. Μάλιστα, την ώρα που η οικονομική ελευθερία αγγίζει πρωτόγνωρα επίπεδα παγκοσμίως, η Ελλάδα βρίσκεται χαμηλότερα απ’ όπου ήταν όταν πρωτοξεκίνησε ο σχετικός δείκτης, πριν από δύο δεκαετίες. Στην πρώτη θέση βρίσκεται σταθερά το Χονγκ Κονγκ, ενώ οι ΗΠΑ έπεσαν από τη δεκάδα και πλέον κατατάσσονται στη 12η θέση. Τι σημαίνει, όμως, οικονομική ελευθερία; Οπως εξηγεί το Heritage Foundation, είναι η δυνατότητα επιλογών στην οικονομική ζωή, από την ελευθερία στην εργασία και την παραγωγή (δηλαδή τον ανταγωνισμό σε ανοιχτές αγορές) μέχρι την κατανάλωση, το εμπόριο και τις επενδύσεις. Είναι γεγονός ότι το εν λόγω ινστιτούτο πρεσβεύει τον οικονομικό φιλελευθερισμό. Αυτός, όμως, κάθε άλλο παρά περιορίζεται στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, καθώς τις ίδιες απόψεις μοιράζεται το σύνολο σχεδόν της αμερικανικής επιχειρηματικής κοινότητας.
Ετσι, αν και το Heritage Foundation πρεσβεύει τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη μείωση των κρατικών δαπανών, οι συστάσεις του επεκτείνονται σε πολύ περισσότερα πεδία, που θεωρείται ότι συμβάλλουν στην προσέλκυση επενδύσεων: τον σεβασμό των νόμων, τη μείωση των ρυθμιστικών βαρών, τη χαμηλή φορολογία και το άνοιγμα των αγορών. Κι αν το Δημοκρατικό Κόμμα πειραματίζεται τελευταία με την κεϊνσιανή δημοσιονομική πολιτική, παραμένει πάντα πιστό στις ανοιχτές αγορές και στο ελεύθερο εμπόριο.
Θύμα της κρίσης
Αν και έχει σημειώσει μικρή πρόοδο, κατά 0,3 μονάδες, σε σχέση με πέρυσι, η Ελλάδα παραμένει απελπιστικά χαμηλά, με πλέον αδύναμα σημεία την κλειστή αγορά εργασίας, τις υψηλές κρατικές δαπάνες και την υπέρογκη φορολογία. Και στους τρεις τομείς η χώρα παρουσίασε βελτίωση σε σχέση με πέρυσι, ωστόσο, όπως σημειώνει το Heritage Foundation, «η όποια πρόοδος στη νομισματική και εργασιακή ελευθερία αντισταθμίστηκε από την επιδείνωση της επενδυτικής και επιχειρηματικής ελευθερίας, της διαφθοράς και των δημοσίων δαπανών» (σ.σ. που έμειναν στάσιμες στο 52% του ΑΕΠ).
Ως ένα βαθμό, η οικονομική ελευθερία της χώρας έπεσε και αυτή θύμα της κρίσης, καθώς η φορολογική επιβάρυνση παραμένει μεγάλη λόγω των απαιτήσεων του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, ενώ η εφαρμογή του νόμου δοκιμάζεται στο μέτωπο της φοροδιαφυγής, του σεβασμού της περιουσίας και της εφαρμογής των συμβολαίων. Παράλληλα, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει πρόβλημα διαφθοράς. Αυτό αποφαίνεται το Heritage Foundation, βασιζόμενο στις εκθέσεις της Διεθνούς Διαφάνειας. Αν και αναφέρεται σε συγκεκριμένα παραδείγματα (στη φοροδιαφυγή των πλουσίων και στο σκάνδαλο των εξοπλιστικών προγραμμάτων), είναι η εκτίμηση για τη διαφθορά που μετράει, καθώς αυτό προσπαθεί να υπολογίσει η Διεθνής Διαφάνεια. Οσο για τη δημοσιονομική ελευθερία, που στην προκειμένη περίπτωση περιορίζεται όσο αυξάνεται η φορολογική επιβάρυνση, η Ελλάδα έχασε θέσεις και πλέον βρίσκεται στην 153η θέση της κατάταξης. Με ανώτατο συντελεστή φορολόγησης 42% για τα ατομικά εισοδήματα, ΦΠΑ 23%, φόρο επιχειρήσεων 26%, νέους φόρους στην αγορά κινήσεων και συνολική φορολογική επιβάρυνση στο 31,2% του ΑΕΠ, αυτό δεν είναι ιδιαίτερα περίεργο.
Στο πεδίο των ρυθμίσεων, «οι αδειοδοτήσεις παραμένουν χρονοβόρες και δύσκολες». Η αγορά εργασίας δεν δημιουργεί θέσεις εργασίας, «καθώς το μη μισθολογικό κόστος εργασίας είναι υψηλό και οι περιορισμοί στα ωράρια αυστηροί». Ακόμη και η νομισματική σταθερότητα παραμένει χαμηλή, σηματοδοτώντας την αβεβαιότητα σχετικά με την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Πάντως, υπάρχει βελτίωση σε σχέση με πέρυσι, καθώς ο κίνδυνος περιορίστηκε το 2013.
Η αβεβαιότητα αποτρέπει τις επενδύσεις
Τι μπορούμε να μάθουμε από την Ελλάδα, διερωτώντο στα τέλη Δεκεμβρίου ερευνητές, με αφορμή την τελευταία έκθεση του Fraser Institute, μιας άλλης δεξαμενής σκέψης που μελετά την οικονομική ελευθερία. Οπως έδειχνε, οι ΗΠΑ υποχώρησαν στη 17η θέση το 2011. Η Ελλάδα κατετάγη στην 85η θέση.
Οπως εκτιμά ο Σαμ Πάτερσον του Koch Institute, η έλλειψη οικονομικής ελευθερίας ήταν που δημιούργησε πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα, ενώ εξακολουθεί να εμποδίζει την πρόοδο της χώρας. Χρησιμοποιεί δε την Ελλάδα ως παράδειγμα προς αποφυγή, σημειώνοντας ότι «αν οι Αμερικανοί θέλουν να ακολουθήσουν ένα διαφορετικό δρόμο, θα πρέπει να διασφαλίσουν τις οικονομικές τους ελευθερίες».
Οπως και στο Heritage Foundation, η απάντηση που δίνουν οι ερευνητές του Fraser Institute δεν περιορίζεται στη μείωση του χρέους και των δημοσίων δαπανών. Εκτός από τον περιορισμό της κυβέρνησης, εστιάζουν επίσης στην άρση των εμποδίων ώστε να απελευθερωθούν οι πραγματικές προοπτικές της οικονομίας.
Στη δική τους κατάταξη, τα πλέον προβληματικά σημεία για την Ελλάδα ήταν οι ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, που δυσκόλευαν τις προσλήψεις και απολύσεις και επέμεναν στις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Καθώς όμως τα στοιχεία είναι από το 2011, κάποια από αυτά τα εμπόδια έχουν ήδη αρθεί ως αποτέλεσμα του Μνημονίου. Λιγότερο βέβαιο όμως είναι ότι κάτι αντίστοιχο έχει γίνει στο άλλο σημαντικό αδύναμο σημείο της Ελλάδας, τις επιχειρηματικές ρυθμίσεις. Αν και η έναρξη νέων επιχειρήσεων και οι αδειοδοτήσεις έχουν βελτιωθεί, εξαιρετικά χαμηλά βρίσκονται οι επιδόσεις της χώρας ως προς το διοικητικό βάρος, τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά (δωροδοκίες, ευνοιοκρατία κ.ο.κ.).
Οπως σημειώνουν στην έκθεση, όλα αυτά αποτρέπουν νέες επενδύσεις και εμποδίζουν τις υπάρχουσες. Αναφέρονται μάλιστα και σε σχετικές αποδείξεις, καθώς η οικονομική έρευνα δείχνει ότι χώρες με θεσμούς και πολιτικές που βασίζονται στην οικονομική ελευθερία έχουν περισσότερες επενδύσεις, υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης, υψηλότερα εισοδήματα και ταχύτερη μείωση της φτώχειας.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές υπολογίζουν ότι οι οικονομικά ελεύθερες χώρες έχουν μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα 36.446 δολαρίων, ενώ ακόμη και οι φτωχότεροι πολίτες τους έχουν εισόδημα 10.556 δολάρια. Αντίστοιχα, οι πιο ανελεύθερες χώρες έχουν μέσο εισόδημα 4.382 δολάρια, με τους φτωχότερους να έχουν εισόδημα μόλις 932 δολαρίων ετησίως. Με βάση αυτά τα δεδομένα, δεν προκαλεί έκπληξη ότι ο μέσος όρος ηλικίας στις ανοιχτές χώρες είναι τα 79,2 έτη, σε σχέση με τα 60,2 έτη στις πιο κλειστές.
Μία κατάταξη των πλέον οικονομικά ελεύθερων χωρών είναι ενδεικτική. Στην πρώτη θέση του δείκτη οικονομικής ελευθερίας του Heritage Foundation βρίσκεται το Χονγκ Κονγκ, ενώ την πρώτη πεντάδα συμπληρώνουν η Σιγκαπούρη, η Αυστραλία, η Ελβετία και η Νέα Ζηλανδία. Ακολουθούν ο Καναδάς, η Χιλή, ο Αγ. Μαυρίκιος, η Ιρλανδία και η Δανία. Η Γερμανία βρίσκεται στη 18η θέση, η Γαλλία στην 70ή, η Ιταλία στην 86η, η Ρωσία στην 140ή και η Κίνα στην 137η. Η Αργεντινή βρίσκεται λίγες μόνο θέσεις από το τέλος, στην 166η θέση, η Βενεζουέλα κατατάσσεται στην 175η θέση, ενώ τελευταία, στην 178η, είναι η Βόρεια Κορέα.
Το Χονγκ Κονγκ και η Σιγκαπούρη έχουν τις υψηλότερες επιδόσεις και στην έκθεση του Fraser Institute, ενώ ακολουθούν η Νέα Ζηλανδία, η Ελβετία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο Αγ. Μαυρίκιος, η Φινλανδία, το Μπαχρέιν, ο Καναδάς και η Αυστραλία. Η Γερμανία βρίσκεται στη 19η θέση, η Γαλλία στη 40ή, η Ιταλία στην 83η, η Ρωσία στην 101η και η Κίνα στην 123η. Τελευταία είναι η Βενεζουέλα, ενώ οκτώ από τις δέκα χώρες που βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις βρίσκονται στην Αφρική.
Ελεύθεροι και ευτυχισμένοι
Οι ερευνητές του ινστιτούτου αναφέρονται σε πρόσφατες έρευνες, οι οποίες συνδέουν την ποιότητα των θεσμών με τον μακροχρόνιο ρυθμό ανάπτυξης και την οικονομική πρόοδο. Κι ενώ οι εμπειρικές έρευνες δείχνουν ότι η αύξηση της οικονομικής ελευθερίας και το άνοιγμα των αγορών έχει θετικές επιπτώσεις για την ανάπτυξη και τα εισοδήματα, άλλες έρευνες συνδέουν την οικονομική πρόοδο με τις πολιτικές και ατομικές ελευθερίες, και αυτούς τους τρεις παράγοντες με τον βαθμό ικανοποίησης των πολιτών κάθε χώρας από τη ζωή τους. Η έρευνα του Fraser Institute προχωρεί ένα βήμα παραπάνω, καθώς δείχνει ότι η ευτυχία των πολιτών αυξάνεται αντίστοιχα με την αύξηση του βαθμού οικονομικής ελευθερίας τους.
Καλές επιδόσεις λόγω Ευρωζώνης
Τελικώς, είναι όλα τα μέτωπα «γκρι» για την Ελλάδα; Οχι, καθώς στην έκθεση του Heritage Foundation υπάρχουν και καλές επιδόσεις της χώρας μας, για παράδειγμα στο πεδίο της ελευθερίας των αγορών. Αυτό, βέβαια, συνδέεται με το γεγονός ότι εντός της Ε.Ε. δεν υπάρχουν υψηλοί δασμοί ή πολλά άλλα εμπόδια στο εμπόριο. Ενώ όμως η επιχειρηματική, νομισματική και εμπορική ελευθερία βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα, το μεγάλο κράτος και το δημόσιο χρέος κρατούν χαμηλά την Ελλάδα στις κρατικές δαπάνες και στη δημοσιονομική ελευθερία – όπως άλλωστε και πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης. Στην έκθεση του Fraser Institute, μακράν η καλύτερη επίδοση της Ελλάδας είναι στο ισχυρό νόμισμα, χάρη βέβαια στη συμμετοχή στην Ευρωζώνη. Ακολουθεί η εμπορική ελευθερία, δηλαδή η απουσία δασμών και άλλων εμποδίων στο εμπόριο, αλλά και στην ελεύθερη μετακίνηση κεφαλαίων και ανθρώπων. Η Ελλάδα είναι πλέον πιο ελεύθερη από τη Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες ως προς την ευελιξία της αγοράς εργασίας. Ωστόσο, παραμένει σε χειρότερο έδαφος στο πεδίο των πνευματικών δικαιωμάτων και της διαφθοράς, ενώ είναι λιγότερο ελεύθερη και στα κρίσιμα πεδία της επενδυτικής και χρηματοοικονομικής ελευθερίας. Ως αποτέλεσμα της κρίσης, εξάλλου, το Heritage Foundation σημειώνει ότι η οικονομική αβεβαιότητα αποτρέπει ξένες επενδύσεις, ενώ «έχει υπονομευθεί σημαντικά και η σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος, με τον τραπεζικό κλάδο να παραμένει υπό πίεση».