Το ιρανικό αίνιγμα και η Δύση
Πέτρος Παπακωνσταντίνου
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Αυτόν το μήνα, το Ιράν γιόρτασε τα 35 χρόνια από τη λαϊκή επανάσταση που ανέτρεψε τον σάχη και κατέληξε στην εγκαθίδρυση ενός ιστορικά πρωτότυπου καθεστώτος, της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με το διαδικτυακό περιοδικό του Πανεπιστημίου του Γέιλ, «το Ιράν πλησιάζει τη δική του στιγμή Γκορμπατσόφ». Οι συνειρμοί αναδύονται αβίαστα: όπως ο τελευταίος ηγέτης της ΕΣΣΔ, τη δεκαετία του 1980, έτσι και ο νέος πρόεδρος του Ιράν, Χασάν Ρουχανί, κληρονόμησε ένα ετοιμόρροπο, ολοκληρωτικό καθεστώς και μια χωλαίνουσα οικονομία. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να σώσει το καθεστώς, θα επιχειρήσει άνοιγμα προς τη Δύση –από εδώ και οι πρώτες υποχωρήσεις στο πυρηνικό πρόγραμμα– και μια εσωτερική «περεστρόικα», αλλά μόνο για να επιταχύνει την αναπότρεπτη κατάρρευση.
Σύμφωνα με το διαδικτυακό περιοδικό του Πανεπιστημίου του Γέιλ, «το Ιράν πλησιάζει τη δική του στιγμή Γκορμπατσόφ». Οι συνειρμοί αναδύονται αβίαστα: όπως ο τελευταίος ηγέτης της ΕΣΣΔ, τη δεκαετία του 1980, έτσι και ο νέος πρόεδρος του Ιράν, Χασάν Ρουχανί, κληρονόμησε ένα ετοιμόρροπο, ολοκληρωτικό καθεστώς και μια χωλαίνουσα οικονομία. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να σώσει το καθεστώς, θα επιχειρήσει άνοιγμα προς τη Δύση –από εδώ και οι πρώτες υποχωρήσεις στο πυρηνικό πρόγραμμα– και μια εσωτερική «περεστρόικα», αλλά μόνο για να επιταχύνει την αναπότρεπτη κατάρρευση.
Σχεδόν ταυτόχρονα, το περιοδικό Foreign Affairs δημοσίευε ανάλυση με πανομοιότυπο τίτλο: «Η στιγμή Γκορμπατσόφ του Ρουχανί». Δεν είναι η πρώτη φορά που Δυτικοί αναλυτές αναγγέλλουν, με πληκτική έλλειψη φαντασίας, την επικείμενη κατάρρευση. Το 1997, όταν εξελέγη πρόεδρος ο μεταρρυθμιστής ιερωμένος Μοχάμεντ Χαταμί, πανηγύριζαν την έλευση του «αγιατολάχ Γκορμπατσόφ». Το 2003, οι νεοσυντηρητικοί σύμβουλοι του Τζορτζ Μπους υπολόγιζαν ότι, μετά τη Βαγδάτη, επόμενος σταθμός θα ήταν η Τεχεράνη. Υστερα από την αμφισβητούμενη επανεκλογή του Αχμεντινετζάντ στις εκλογές του 2009, χαιρέτισαν την «πράσινη επανάσταση», θεωρώντας ότι σήμανε, επιτέλους, η αντίστροφη μέτρηση. Παραφράζοντας τον Μαρκ Τουέιν, η Τεχεράνη θα μπορούσε να παρατηρήσει ότι οι ειδήσεις περί θανάτου της Ισλαμικής Δημοκρατίας υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό υπερβολικές.
Η ανθεκτικότητα του καθεστώτος αποτελεί ανεξήγητο αίνιγμα για τους Δυτικούς, που βλέπουν αυτή τη χώρα μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς ενός υπεροπτικού οριενταλισμού. Το Ιράν είναι ένα μεγάλο έθνος, υπερήφανο για την ιστορία του, που δεν ξέπεσε ποτέ στο επίπεδο της αποικίας, παρά τον έντονο ανταγωνισμό Βρετανίας και τσαρικής Ρωσίας για τον διαμελισμό του. Το 1906 έγινε η πρώτη χώρα του Τρίτου Κόσμου που πραγματοποίησε δημοκρατική επανάσταση εναντίον της δυναστείας των Καζάρων, αποκτώντας Σύνταγμα και Βουλή. Με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1945, ξεσπούν εξεγέρσεις που δημιουργούν σοβιετικές δημοκρατίες στο ιρανικό Κουρδιστάν και το Αζερμπαϊτζάν. Αν και βραχύβιες, είχαν σοβαρή λαϊκή υποστήριξη, όπως άλλωστε και το Κομμουνιστικό Κόμμα «Τουντέχ», στο σύνολο της επικράτειας.
«Επιχείρηση Αίας»
Το αποφασιστικό σημείο καμπής και βασικό ερμηνευτικό «κλειδί» για τις μετέπειτα εξελίξεις είναι το 1953. Εκείνη τη χρονιά, ο δημοκρατικά εκλεγμένος πρωθυπουργός Μοχάμεντ Μοσαντέκ, ένας αστός πατριώτης που είχε εθνικοποιήσει τις βρετανικές πετρελαϊκές εταιρείες, ανατρέπεται από πραξικόπημα της CIA και του MI6, τη διαβόητη «επιχείρηση Αίας». Ο βιασμός της ιρανικής κυριαρχίας θα εμφυτεύσει τον αντιαμερικανισμό στα βάθη της συλλογικής συνείδησης. Καθώς το αιμοσταγές καθεστώς του Ρεζά Παχλεβί καταδιώκει ανελέητα τους κομμουνιστές και τους φιλελεύθερους οπαδούς του Μοσαντέκ, το κενό καλύπτεται από τον ισλαμισμό, τη μόνη αντιπολιτευτική δύναμη που δεν μπορεί να συντρίψει, λόγω της δύναμης του σιιτικού κλήρου, ο «Οίκος του Παγωνιού».
Από τις φυλακές του σάχη πέρασαν και δύο σπουδαίοι διανοούμενοι, οι βασικοί «προφήτες» της επανάστασης του 1979: ο Αλί Σαριατί και ο Τζαλάλ Αλιαχμάντ. Και οι δύο ήταν τέκνα ιερωμένων, έγιναν καθηγητές Φιλολογίας, συμμετείχαν στο δημοκρατικό φοιτητικό κίνημα και εντάχθηκαν στο Εθνικό Μέτωπο του Μοσαντέκ. Μετά το 1953, όμως, οι διαδρομές τους αποκλίνουν. Ο Σαριατί κάνει διδακτορικό στη Σορβόννη, όπου έρχεται σε επαφή με τη μαρξιστική σκέψη, γνωρίζεται με τον Σαρτρ, επηρεάζεται από τον Φανόν, για να καταλήξει, τελικά, σε ένα ιδιόμορφο κράμα ισλαμισμού-σοσιαλισμού. Στη σύλληψη του Σαριατί, το Ισλάμ είναι μόνο ο «ξενιστής» της κοινωνικής αλλαγής σε μια μουσουλμανική χώρα του Τρίτου Κόσμου. Ο κλήρος δεν έχει κανέναν πολιτικό ρόλο: εκείνο που χρειάζεται είναι ένα επαναστατικό, λαϊκό κόμμα.
Αντίθετα, ο Αλιαχμάντ, παρότι είχε περάσει στα νιάτα του από το «Τουντέχ», γίνεται ο θεωρητικός ενός ανένδοτου αντιδυτικισμού και εναποθέτει τις ελπίδες του στον σιιτικό κλήρο. Το πολύκροτο βιβλίο του «Εκδυτικισμός: μια πανούκλα που έρχεται από τη Δύση» υιοθετείται με ενθουσιασμό από τον αγιατολάχ Χομεϊνί, καθώς του προσφέρει το ιδεολογικό υπόβαθρο για μια γραμμή που απορρίπτει εξίσου την Αμερική και την ΕΣΣΔ, τον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό.
Αντιφατικό υβρίδιο
Η ιρανική επανάσταση, που άρχισε τον Ιανουάριο του 1978 και οδήγησε στην ανατροπή του σάχη, 13 μήνες αργότερα, υπήρξε ιστορικό δράμα κολοσσιαίων διαστάσεων, ενώπιον του οποίου η πρόσφατη Αραβική Ανοιξη φαντάζει σαν τρικυμία σε ποτήρι με νερό. Ογκώδη συλλαλητήρια, γενικές απεργίες, φοιτητικές καταλήψεις, ένοπλος αγώνας, απίστευτος ηρωισμός του ανώνυμου πλήθους, πανσπερμία ρευμάτων, από τους κομμουνιστές και τους φιλελεύθερους μέχρι τους σκληροπυρηνικούς ισλαμιστές. Η τελική επικράτηση του «δεξιού», απολυταρχικού ρεύματος, με επικεφαλής τον Χομεϊνί, δεν έγινε δυνατή χωρίς σοβαρές παραχωρήσεις: η «Ισλαμική Δημοκρατία» είναι ένα αντιφατικό υβρίδιο, όπου η ηγεμονία της θεοκρατίας (velayat-e-faquih), που επισφραγίζεται με τον θεσμό του Ανώτατου Ηγέτη, μετριάζεται από αντιπροσωπευτικούς θεσμούς και μηχανισμούς εξισορρόπησης και ελέγχου.
Εξίσου σοβαρές ήταν οι κοινωνικές παραχωρήσεις προς τα λαϊκά στρώματα. Παρά την καταπίεση της ισλαμικής μαντίλας, η θέση των γυναικών βελτιώθηκε ουσιωδώς, όπως μαρτυρεί η ισότιμη συμμετοχή τους στην εκπαίδευση και τη δημόσια διοίκηση, αλλά πάνω απ’ όλα η μείωση του μέσου αριθμού γεννήσεων από 6,6 σε 2. Με το κατά κεφαλήν εισόδημα να φτάνει τα 13.000 δολάρια, το Ιράν κατατάσσεται στις χώρες μέσου επιπέδου ανάπτυξης, με αισθητά μικρότερες ανισότητες από τη Δύση. Το 1993 έγινε η δεύτερη, μετά το Ισραήλ, χώρα της Μέσης Ανατολής που συνδέθηκε με το Ιντερνετ και σήμερα το ποσοστό των χρηστών φτάνει το 25%. Ανάμεσα στο 1979 και το 2013, η μεσαία τάξη ανέβηκε από το 15% στο 32% του πληθυσμού.
Υπό αυτό το πρίσμα, τα σκληρά διλήμματα που αντιμετωπίζει η Ισλαμική Δημοκρατία αποτελούν προϊόν όχι μόνο των αποτυχιών, αλλά και των επιτυχιών της. Τα πολυπληθή μορφωμένα μεσοστρώματα που δημιούργησε το μετεπαναστατικό καθεστώς αναζητούν δυνατότητες δημοκρατικής έκφρασης και πλουτισμού, χωρίς τους περιορισμούς της θεοκρατίας και τους φραγμούς των Δυτικών κυρώσεων. Ηταν η πίεση αυτών των στρωμάτων, αλλά και τα ρήγματα μέσα στο ίδιο το κατεστημένο, που έφεραν στην εξουσία τον Ρουχανί, προκαλώντας μεγάλη έκπληξη στη Δύση. Το πρόβλημα για τις ιρανικές ελίτ είναι πώς θα διατηρήσουν τη λαϊκή νομιμοποίηση της Ισλαμικής Δημοκρατίας ύστερα από έναν ιστορικό συμβιβασμό με τον «Μεγάλο Σατανά». Τίποτα δεν δείχνει, επί του παρόντος, ότι το ιρανικό κατεστημένο έχει βρει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό πρόβλημα, που παραπέμπει τις κρίσιμες αποφάσεις στις ελληνικές καλένδες.
Ιnfo
• Jalal Ali Ahmad, «Occidentosis: A Plague from the West», Islamic Publications, 1984.
• Ali Rahmena, «An Islamic Utopian: A Political Biography of Ali Shariati», Tauris, 2000.
• Michael Axworthy, «Revolutionary Iran», Oxford University Press, 2013.
• Daniel Brumberg, «Reinventing Khomeini: The Struggle for Reform in Iran».