Ενοχή και λήθη...
Της Ζέζας Ζήκου
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Ηρθε στην Αθήνα με την αύρα του Μεσσία, αλλά εγώ ήμουν αποκλεισμένη στο σπίτι μου όχι εξαιτίας οικονομικής κατοχής, αλλά αστυνομοκρατίας, και δεν μπόρεσα να τη νιώσω...
Οχι, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν εξήγγειλε τη μεγαλεπήβολη «επενδυτική και οικονομική επίθεση για την Ελλάδα» –κοινώς ένα «νέο σχέδιο Μάρσαλ» για τη χώρα μας– διότι ακόμη δεν είμαστε «ώριμοι» (δηλαδή μέχρι σημείου του σάπιου φρούτου) για να δεχθούμε τη γερμανική και όχι την αμερικανική εκδοχή του.
Αντίθετα, ο κ. Σόιμπλε έσπευσε να κλείσει το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων, καθώς ερωτηθείς σχετικά είπε: «Δεν υπάρχουν ανοιχτά νομικά ζητήματα για τις γερμανικές αποζημιώσεις». Συγκεκριμένα, στη συνέντευξη Τύπου στο υπουργείο Οικονομικών, αφού ρωτήθηκε από τους Ελληνες δημοσιογράφους ποιες είναι οι προθέσεις της Γερμανίας σε σχέση με το κατοχικό δάνειο και τις γερμανικές πολεμικές αποζημιώσεις, είπε χαρακτηριστικά: «Οι Γερμανοί αναγνωρίζουμε τη συνεχιζόμενη ευθύνη μας για την κρίση που προκάλεσαν οι ναζί στην Ευρώπη με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ακόμη και αν οι σημερινοί Γερμανοί δεν έχουν μνήμη, καθώς έχουν γεννηθεί σε μεταγενέστερους χρόνους, η ευθύνη εξακολουθεί να υπάρχει και πρέπει να δούμε πραγματικά τι έγινε στην Ελλάδα εκείνη την εποχή». Αυτό όμως, όπως επισήμανε, είναι ένα θέμα εντελώς διαφορετικό από τις γερμανικές αποζημιώσεις που έχουν διευθετηθεί τελεσίδικα. Υπονοεί ξεκάθαρα ότι το θέμα έχει κλείσει με τη συμφωνία του Λονδίνου.
Ωστόσο, εμείς θα επισημάνουμε τα εξής: Με το άρθρο περί «πολεμικής ενοχής» της Συνθήκης των Βερσαλλιών, η Γερμανία δεχόταν την ευθύνη για την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την πληρωμή πολεμικών επανορθώσεων. Οι όροι της συνθήκης προκάλεσαν σοκ και οργή στη γερμανική κοινωνία, ενίσχυσαν τις ακραίες φωνές και εντέλει έφεραν στην εξουσία τους οραματιστές μιας δικτατορίας που θα έπαιρνε εκδίκηση για την ήττα των Γερμανών. Είχαν προηγηθεί πολλές κυβερνήσεις συνεργασίας και η εξαθλίωση της μεσαίας τάξης, καθώς η Δημοκρατία της Βαϊμάρης αδυνατούσε να ανταποκριθεί στο κόστος (κοινωνικό και πολιτικό) της ήττας. Η ειρωνεία είναι ότι στον Μεσοπόλεμο η Γαλλία είχε απαιτήσει την τοποθέτηση επιτηρητών στις κρατικές εταιρείες μεταλλευμάτων και στην κεντρική τράπεζα της Γερμανίας. Η πρόταση είχε θεωρηθεί εθνική ταπείνωση... Πρέπει να ’ναι πολύ βραχεία η ιστορική μνήμη των Γερμανών. Οχι μόνο τα ’χουν ξεχάσει αυτά. Δεν θυμούνται καν τη ρήση του Αντενάουερ ότι «η Ιστορία είναι το σύνολο των πραγμάτων που μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί». Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης κατόρθωσε να επιζήσει από το 1924 ώς το 1929 αποκλειστικά με δανεικά· τα δε χρήματα για τις πολεμικές αποζημιώσεις του Α΄ Παγκοσμίου, που επέβαλε η Συνθήκη των Βερσαλλιών, ήταν δανεικά κι αγύριστα. Η αδυναμία της Γερμανίας να πληρώσει τα χρέη αυτά συνέβαλε τα μέγιστα στη Μεγάλη Υφεση του 1929-31. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Αμερική επέβαλε, για πολιτικούς λόγους, στους συμμάχους της –εκτός από μερικές εξαιρέσεις– την αξίωση να μη ζητήσουν πολεμικές αποζημιώσεις μέχρι μια μελλοντική επανένωση των δύο Γερμανιών. Οταν έγινε η επανένωση, το 1990, η Γερμανία αρνήθηκε τα πάντα. Η Ελλάδα είναι ένα από τα κράτη που δεν πήραν ούτε πφένιχ!
Πριν ακριβώς από 60 χρόνια, στις 27 Φεβρουαρίου 1953, η Ελλάδα και άλλες χώρες χάριζαν στην ηττημένη Γερμανία μεγάλο μέρος του χρέους της, βοηθώντας την να ορθοποδήσει και να ξαναγίνει οικονομική υπερδύναμη. Με αφορμή την εξηκοστή επέτειο της ιστορικής διάσκεψης του Λονδίνου, Γερμανοί ειδικοί καλούν τώρα τη χώρα τους να φερθεί το ίδιο γενναιόψυχα απέναντι στην Ελλάδα, για το καλό και των δύο. Πόσω μάλλον που τότε η Ελλάδα ανήκε στους δανειστές και αποδέχθηκε κι εκείνη τη διαγραφή του χρέους της τότε Δυτικής Γερμανίας. Χωρίς διαγραφή του επαχθούς χρέους μιας χώρας, δεν επιτυγχάνεται οικονομικό θαύμα, όπως συνέβη στη μεταπολεμική Γερμανία. Η «σεισάχθεια», την οποία εξασφάλισε η Γερμανία με τη συμφωνία του Λονδίνου, την 27η Φεβρουαρίου 1953, της προσέφερε κάτι σπάνιο στην Ευρώπη του 20ού αιώνα: τη διαγραφή στο ήμισυ των προπολεμικών και μεταπολεμικών χρεών της.
Θα πρέπει να επισημανθεί, επίσης, ότι σταθμός στην έγερση του θέματος των πολεμικών αποζημιώσεων θεωρείται η Ρηματική Διακοίνωση που είχε διαβιβασθεί στη γερμανική πλευρά το 1995, με εντολή του τότε υπουργού Εξωτερικών και νυν Προέδρου της Δημοκρατίας, Κάρολου Παπούλια. Στη Ρηματική Διακοίνωση αναφερόταν, μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα δεν έχει παραιτηθεί των αξιώσεών της για τη χορήγηση αποζημιώσεων και επανορθώσεων για τις ζημιές που υπέστη κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Σημειωνόταν επίσης πως, επειδή πρόκειται για απαιτήσεις διαφορετικών κατηγοριών, η ελληνική πλευρά προτείνει «προς διευκόλυνση των συνομιλιών» να γίνει ξεχωριστά η εξέταση μιας εκάστης των κατηγοριών των απαιτήσεων αυτών.