Του Στέφανου Κασιμάτη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Την περασμένη Τετάρτη, στην Επιτροπή Εθνικής Αμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής συζητήθηκε η κύρωση συμφωνίας για τη Διεθνή Υπηρεσία Αναζητήσεων (ΔΥΑ).
Πρόκειται για διεθνή οργανισμό, ο οποίος ιδρύθηκε δέκα χρόνια μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και συγκέντρωσε επίσημα αρχεία και έγγραφα κάθε είδους και προελεύσεως, τα οποία αφορούν τα θύματα των ναζιστικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως. Η ΔΥΑ, λοιπόν, έχει την ευθύνη για τη συντήρηση τους, την ταξινόμησή τους και τη διευκόλυνση της έρευνας αυτών των αρχείων από κράτη, μη κυβερνητικές οργανώσεις ή μεμονωμένα πρόσωπα.
Είναι πρόδηλο ότι περιττεύει να τονισθεί η αξία αυτού του αρχειακού υλικού για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης στην Ευρώπη. Και θα θεωρούσε ο καθένας αυτονόητο ότι, εφόσον η ΔΥΑ συμβάλλει στην τεκμηρίωση του εγκλήματος της βιομηχανικής εξόντωσης των αντιπάλων του ναζιστικού καθεστώτος, ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κόμμα της Αριστεράς -και δη της ριζοσπαστικής τοιαύτης- ενθέρμως θα συναινούσε στην κύρωση της συμφωνίας. Αυτό θα έλεγε ένα λογικός άνθρωπος· πλην όμως ένας λογικός άνθρωπος δύσκολα μπορεί να φαντασθεί τη Μαρία Τριανταφύλλου...
Η εν λόγω κυρία ήταν η εισηγήτρια από πλευράς του ΣΥΡΙΖΑ στη συζήτηση. Πρώτα, όμως, λίγα λόγια για να τη γνωρίσουμε: 46 ετών, φιλόλογος, προερχόμενη από τη συνιστώσα της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Ελλάδας (η ΚΟΕ, με το σφυροδρέπανο και το αστέρι στη σημαία τους), εργάσθηκε σε φροντιστήρια του Μεσολογγίου, «μετείχε ενεργά», διαβάζουμε στο επίσημο βιογραφικό της, «στα κινήματα που εκδηλώθηκαν στην περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας (κίνημα ενάντια στα διόδια, επιτροπή πολιτών ενάντια στα χαράτσια)», πέρυσι εξελέγη βουλευτίνα Αιτωλίας και Ακαρνανίας.
Ησαν πολλά τα σημεία της συμφωνίας που ενόχλησαν σφοδρά την κ. Αντωνίου. Ορισμένα για λόγους ακατανόητους που μάλλον αφορούν την ιδιοσυγκρασία της ή τα βιώματά της, όπως π.χ. ο χαρακτηρισμός της ΔΥΑ ως «μοναδικής πηγής πληροφόρησης». (Μα δεν είναι, αφού συγκεντρώνει όλα τα πρωτότυπα όλων των αρχείων των στρατοπέδων συγκεντρώσεως;) Αλλα την ενοχλούν, επειδή μάλλον δεν είναι εξοικειωμένη με τις πρόνοιες παρόμοιων νομικών κειμένων. Ολα αυτά, όμως, μπορεί να μην ήσαν τίποτε περισσότερο από πρόχειρες προφάσεις και το βασικό κίνητρο της αρνητικής διάθεσής της να ήταν η αντιπάθειά της προς τη σημερινή Γερμανία. Αντιπάθεια, μόλις και μετά βίας καμουφλαρισμένη με στερεότυπες επικλήσεις σεβασμού στα θύματα του πολέμου. Εξέφρασε, λ.χ., την αντίρρησή της στη θέσπιση συμμετοχής στα έξοδα της ΔΥΑ όσων προσφεύγουν στις υπηρεσίες της. «Νομίζω», είπε, «οφείλουμε, τιμώντας τη μνήμη των αδικοχαμένων και βασανισθέντων μέχρι θανάτου, να αρνηθούμε την καταβολή συμμετοχής. Είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε μπροστά στις θηριωδίες που υποστήκαμε ως κράτος και ως έθνος».
Εν συνεχεία, η (φιλόλογος, θυμίζω...) κ. Τριανταφύλλου εξαπολύει έναν καταιγισμό ασυναρτησιών, που παίρνει σβάρνα και τον Βολταίρο: «Στην περίπτωση της Ελλάδας η σιωπή που επέβαλε η παράταξη των νικητών του Εμφυλίου έστρεψε την ιστορία της Αντίστασης και του Εμφυλίου. Η μνήμη είναι η διαχείριση μη πολιτικά και όπως είναι επικίνδυνο να έχεις δίκιο όταν η κυβέρνηση έχει άδικο, σύμφωνα με τον Voltaire, έτσι καθίσταται επικίνδυνο να έχει διαφορετική μνήμη από αυτήν που για χρόνια επιβλήθηκε και επιβάλλεται». (Κατά λέξιν από τα επίσημα πρακτικά της επιτροπής, παρακαλώ -και, με την ευκαιρία, να εκφράσω τη συμπάθειά μου στον πρακτικογράφο για το μαρτύριό του...)
Παρακάτω, αποδύεται σε ένα παραλήρημα κατά του «ιμπεριαλισμού», που «κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, χτύπησε σχεδόν όλους τους λαούς» και αναπτύσσει τη θεωρία ότι ο πόλεμος «είναι επιλογή του καπιταλισμού σε στιγμές κρίσης για άνοιγμα αγορών, για υποδούλωση περιοχών, για νέα διαχειριστικά σχέδια». (Βολική θεωρία, η οποία πάντως δεν εξηγεί γιατί η Σοβιετική Ενωση συμμάχησε με τη ναζιστική Γερμανία, για να εισβάλει στην Πολωνία δεκαέξι ημέρες μετά τη γερμανική εισβολή...). Το ουσιώδες είναι ότι, έπειτα απ’ όλες αυτές τις ακροβασίες, η κ. Τριανταφύλλου καταλήγει αρνούμενη την ψήφο του ΣΥΡΙΖΑ για την κύρωση της συμφωνίας, δηλώνοντας ότι το κόμμα της επιφυλάσσεται να αποφασίσει οριστικά στην ολομέλεια, επειδή θεωρεί ότι το θέμα συνδέεται με τις ερωτήσεις που έχει καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ για τις γερμανικές αποζημιώσεις. (Τρία πουλάκια κάθονται...)
Είναι αλήθεια ότι η σημερινή Βουλή βρίθει ιδιόρρυθμων περιπτώσεων, αλλά το ζήτημα δεν είναι η κ. Τριανταφύλλου προσωπικώς. Είναι η στάση του κόμματός της επί του συγκεκριμένου θέματος, σε συνδυασμό με μία λεπτομέρεια, την οποία άφησα για το τέλος: η Χρυσή Αυγή δεν παρέστη καν στη συζήτηση της επιτροπής...
Οσον αφορά μεν τη Χ.Α., μπορώ να υποθέσω τον λόγο της απουσίας της. Δυσκολεύομαι όμως να ερμηνεύσω τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ· εκτός και αν την τοποθετήσω μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο συμπτώσεων. Τις παραθέτω. Πρώτον, παρατηρώ ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κλείνει την ομιλία του στο πρόσφατο συνέδριό τους, καλώντας τα στελέχη του κόμματος να ενισχύσουν τις δράσεις των δικτύων του ΣΥΡΙΖΑ για βοήθεια στους αναξιοπαθούντες - ό,τι δηλαδή κάνει και η Χρυσή Αυγή. Δεύτερον, ο Τσίπρας στη συζήτηση του πολυνομοσχεδίου στη Βουλή χρησιμοποιεί πανομοιότυπη επιχειρηματολογία με τον Κασιδιάρη: και οι δύο αντιπαραβάλλουν τις απολύσεις δημοτικών αστυνομικών και σχολικών φυλάκων με τη διατήρηση προνομίων για τους βουλευτές. Τρίτον, δεν βλέπω ουσιώδη διαφορά ανάμεσα στα αντικοινοβουλευτικά happenings της κάθε πλευράς, παρά μόνο διαφορές αισθητικής. Οι μεν κάνουν με το υβρεολόγιο τους τη Βουλή «Αμέρικαν μπαρ», οι δε με τα πανό τους την κάνουν φοιτητικό αμφιθέατρο. Τέταρτον, ούτε τη Χ.Α. άκουσα να καταδικάζει τον προπηλακισμό του υπουργού Υγείας στο Αττικό Νοσοκομείο από εργαζομένους ούτε και τον ΣΥΡΙΖΑ. (Ο δε απερίγραπτος Π. Λαφαζάνης υπερασπίσθηκε ευθέως τους εργαζομένους και ενοχλήθηκε επειδή οι δυνάμεις της Αστυνομίας παρενέβησαν για την αποκατάσταση της τάξης...).
Ας μην μας παραπλανά το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ενδύει τις θέσεις του με τη ρητορική της καθαγιασμένης παρ’ ημίν αριστερής ιδεολογίας, ενώ η ακροδεξιά Χ.Α. δαγκώνεται για να μην εκδηλωθεί ελεύθερα. Η προσέγγιση και των δύο στο πρόβλημα της κρίσης είναι η ίδια. Συντηρούν σκοπίμως το αντισυστημικό μένος, διότι αποβλέπουν στο χάος που θα οδηγούσε σε ανατροπή του συστήματος. Ως προς το μετά την ανατροπή, δεν αμφιβάλλω ότι διαφωνούν μέχρι θανάτου - ο στόχος της ανατροπής όμως είναι κοινός. Ετσι ακριβώς ήταν και στη Γερμανία της Βαϊμάρης. Δεν ήταν ευθύνη αποκλειστική της οικονομικής κρίσης που οδήγησε τη Γερμανία στον ναζισμό, όπως το θέλει η βολική «αλήθεια» της αριστερής προπαγάνδας. Την ευθύνη για την άνοδο του ναζισμού μοιράζεται σε μεγάλο βαθμό και η γερμανική Αριστερά της εποχής για την ακραία στάση της. Αυτά μπορεί να τα διαβάσει οποιοσδήποτε στο βιβλίο του σπουδαίου Γερμανού ιστορικού Χάινριχ Βίνκλερ, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Πόλις». Και, σημειωτέον, ο Βίνκλερ δεν είναι δεξιός...