Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Το πολύ καλό άρθρο του Αθ. Έλλις για την προκλητική ελληνική «ελίτ»


Αυτή η προκλητική ελληνική «ελίτ»
Του Αθανάσιου Έλλις
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η χώρα βιώνει μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της σύγχρονης Ιστορίας της. Κάποιοι, όμως, ζουν στον δικό τους κόσμο. Δεν είναι μόνον ο αμφίβολης προέλευσης πλούτος που απολαμβάνουν.
Είναι η προκλητική συμπεριφορά τους που πηγάζει από την ελαφρότητα που τους διακρίνει και άγνοια για το τι συμβαίνει γύρω τους. Αλλωστε, πολλούς από αυτούς χαρακτηρίζει πλήρης απουσία ενδιαφέροντος για την ουσία, και αντλούν την ικανοποίησή τους από τον άκρατο καταναλωτισμό στον οποίο επιδίδονται, συχνά μετά μανίας. Οι αστακοί και οι σαμπάνιες, καταφέρνουν, κατά έναν περίεργο τρόπο, να γεμίζουν τα άδεια μυαλά και τις ψυχές τους.
Η σημερινή στήλη γράφεται με αφορμή τα τραγελαφικά που συνέβησαν πριν από λίγες ημέρες στη Μύκονο, σε συναυλία γνωστού αοιδού, όπου η αναπηρία του Γερμανού υπουργού Οικονομικών έγινε αντικείμενο χλευασμού, εν μέσω της συνήθους σε αυτού του είδους τις συναθροίσεις, προκλητικής επίδειξης πλουτισμού. Το συγκεκριμένο ατυχέστατο περιστατικό, είναι ενδεικτικό μιας πραγματικότητας που δεν περιορίζεται φυσικά στην Ελλάδα, όπου, όμως, τις τελευταίες δεκαετίες έχει διογκωθεί και έχει λάβει ιδιαίτερα ενοχλητικές διαστάσεις.
Μιλάς με απλούς ανθρώπους, που υπομένουν τις απολύσεις, τις περικοπές μισθών, τις αυξήσεις φόρων, και το σημαντικότερο, την ψυχική οδύνη της αβεβαιότητας για το αύριο, όχι μόνο των ιδίων, αλλά και κυρίως, των παιδιών τους, και την ίδια στιγμή παρακολουθώντας εκδηλώσεις όπως αυτή της Μυκόνου, αντιλαμβάνεσαι πόσο εκτός τόπου και χρόνου βρίσκονται κάποιοι άνθρωποι.
Δεν είναι απλώς ενοχλητικό, είναι εξοργιστικό να παρακολουθείς τις συζητήσεις αυτών των, κενού περιεχομένου, ανθρώπων και να διαπιστώνεις ότι τα ενδιαφέροντά τους εξαντλούνται στις μάρκες των ρούχων και των καλλυντικών, στα σκάφη και τα αυτοκίνητα. Δεν τους απασχολεί η κοινωνική διάσταση της κρίσης και δεν επιδεικνύουν την οποιαδήποτε ευαισθησία για τα τεκταινόμενα γύρω τους, καθώς έχουν συνηθίσει να ζουν στη γυάλα μιας ιδιότυπης ασφάλειας που οικοδομήθηκε στα χρόνια της πλασματικής ευημερίας.
Και αν μεγάλη ευθύνη για τη σημερινή κατάντια της χώρας έχουν οι πολιτικοί που έπαιρναν μίζες, σπαταλούσαν το δημόσιο χρήμα σαν να ήταν δικό τους, και διόριζαν κόσμο στο Δημόσιο για ψηφοθηρικούς λόγους, με αποτέλεσμα να τινάξουν τα δημόσια οικονομικά στον αέρα, και να καταχρεώσουν τη χώρα, τον δικό της αρνητικό ρόλο έχει διαδραματίσει η περίεργη οικονομική «ελίτ» κάποιων εγχώριων μεγαλοεπιχειρηματιών οι οποίοι είναι κρατικοδίαιτοι και δεν συνέβαλαν στην αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος μέσα από το όραμα και την καινοτομία τους, όπως είθισται να συμβαίνει με τον επιχειρηματικό κόσμο στις υγιείς οικονομίες, αλλά πρωταγωνίστησαν στον διαστρεβλωτικό διαμοιρασμό και την αλόγιστη κατανάλωσή του, σε αρμονική συμπόρευση με προβεβλημένους πρωταγωνιστές στον χώρο του θεάματος.
Τις δικές της ευθύνες έχει και η λεγόμενη πνευματική «ελίτ», η οποία αντί μέσα από τη συνεχή αναζήτηση να βρίσκεται μπροστά από την υπόλοιπη κοινωνία, και να προτείνει τολμηρές αλλά εφικτές διεξόδους, παραμένει εγκλωβισμένη σε άλλες δεκαετίες, επιλέγει κάποιες εύκολες κραυγές διαμαρτυρίας, και υιοθετεί αναμασημένες και, σε κάθε περίπτωση, ξεπερασμένες και αποτυχημένες συνταγές.
Ελπίζει κανείς ότι η νέα Ελλάδα που θα προκύψει από αυτή τη βάναυση προσαρμογή, θα αποτελέσει μια πιο υγιή πραγματικότητα, παρότι η αιμορραγία της μετανάστευσης νέων ανθρώπων που, σε αντίθεση με το παρελθόν, είναι μορφωμένοι και αξιόλογοι επιστήμονες που θα μπορούσαν να προσφέρουν πολλά, αλλά δεν βρίσκουν δουλειά στο εσωτερικό, δυσχεραίνει το εγχείρημα.
Κλείνοντας, μια επισήμανση προς τους Γερμανούς και τους πολίτες των άλλων χωρών που δανείζουν την Ελλάδα και οι οποίοι συχνά επηρεάζονται από την υπερβολική και ενίοτε παραπλανητική προβολή από τα δικά τους μέσα ενημέρωσης ατυχών γεγονότων στη χώρα μας: η ηθική παρακμή, ο προκλητικός πλουτισμός και η ανάρμοστη συμπεριφορά ελαχίστων, δεν μπορεί και δεν πρέπει να επισκιάζουν το μείζον που είναι η σκληρή πραγματικότητα των κακουχιών που βιώνει, με βάναυσο και συχνά άδικο τρόπο, η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού.