Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

Ανάλυση της Le Monde diplomatique για το εμπόριο κοκαΐνης στην Υποσαχάρια Αφρική


ΥΠΟΣΑΧΑΡΙΑ ΑΦΡΙΚΗ
Το εμπόριο της κοκαΐνης, ένα παραμελημένο κομμάτι του παζλ
dimanche 9 juin 2013, par Frintz Anne, [Παπακριβόπουλος Βασίλης (μτφ)]
(Πηγή : http://www.monde-diplomatique.gr)
Καθώς η Δυτική Αφρική βρίσκεται στα μισά του δρόμου μεταξύ Λατινικής Αμερικής και Ευρώπης, έχει μετατραπεί σε κομβικό σημείο του εμπορίου της κοκαΐνης που προέρχεται από την Κολομβία, το Περού και τη Βολιβία.
Κατά μήκος της διαδρομής που ακολουθεί, το χρήμα που προκύπτει από τη διακίνηση των ναρκωτικών καθιστά δυνατή την εξαγορά αρκετών ενδιάμεσων, κυρίως πολιτικών (όπως συνέβη στο Μάλι) και συμβάλλει στην αποσύνθεση των κρατών.
Τον Νοέμβριο του 2009, ένα Boeing 727 προερχόμενο από τη Βενεζουέλα προσγειώθηκε στο Ταρκίντ, μια τοποθεσία κοντά στην πόλη Γκάο, στο βορειοανατολικό Μάλι. Μετέφερε πέντε έως εννέα τόνους κοκαΐνης που δεν έγινε ποτέ δυνατόν να εντοπιστούν. Αφού ξεφόρτωσε, το αεροσκάφος έπιασε φωτιά. Κατά την αστυνομική έρευνα που ακολούθησε αποδείχθηκε ότι στους οργανωτές της αποστολής του φορτίου συγκαταλέγονταν μια οικογένεια Λιβανέζων και ένας επιχειρηματίας από τη Μαυριτανία, ο οποίος είχε πλουτίσει με το εμπόριο αγκολέζικων διαμαντιών.
Πώς είναι δυνατόν να διέρχονται αεροσκάφη παρόμοιου μεγέθους (καθώς και άλλα, μικρότερα) από μια περιοχή η οποία, παρά το γεγονός ότι ανήκει στη Σαχάρα, είναι κατοικημένη και βρίσκεται κάτω από την επιτήρηση των κρατικών αρχών μιας χώρας ; Σύμφωνα με έναν Γάλλο πολιτικό αναλυτή ειδικευμένο στα ζητήματα της Υποσαχάριας Αφρικής (Σαχέλ), ο οποίος επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του, ένας υπουργός και υψηλόβαθμα στελέχη του στρατού και των υπηρεσιών πληροφοριών που πρόσκεινται στον ανατραπέντα πρόεδρο Αμαντού Τουμανί Τουρέ (αποκαλούμενο « ΑΤΤ »), καθώς και αρκετοί βουλευτές που κατάγονται από το βόρειο τμήμα του Μάλι [1] εμπλέκονται στο λαθρεμπόριο ναρκωτικών. Όπως μας λέει ο πληροφοριοδότης μας, « πρόκειται για ένα ευαίσθητο ζήτημα. Αγγίζει την καρδιά της εξουσίας. Λίγο πριν από την πτώση του καθεστώτος του « ΑΤΤ », οι ανώτεροι αξιωματικοί του στρατού του Μάλι και η ηγεσία των υπηρεσιών πληροφοριών της χώρας που εμπλέκονταν στο λαθρεμπόριο ναρκωτικών είχαν περιπέσει σε απόλυτη ανυποληψία. Έτσι εξηγείται γιατί οι κατώτεροι αξιωματικοί και οι άνδρες του στρατού συμμετείχαν στο πραξικόπημα που πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 2012. Οι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί ήταν ιδιοκτήτες ενός στόλου πολυτελών αυτοκινήτων, τον οποίο δεν θα μπορούσαν να είχαν αγοράσει ακόμα κι αν είχαν κατορθώσει να καταχραστούν ολόκληρο τον προϋπολογισμό του στρατού ».
«Το λαθρεμπόριο αποφέρει σημαντικά οφέλη : βοήθεια για την επικράτηση στις εκλογές, αγορές ακινήτων με τη μέθοδο του ξεπλύματος… Πολλές προσωπικότητες του πολιτικού κόσμου είχαν συμμαχήσει με τους εμπόρους ναρκωτικών. Εάν ένας στρατιωτικός επεδείκνυε ιδιαίτερο ζήλο και σταματούσε μια αυτοκινητοπομπή που μετέφερε ναρκωτικά, δεχόταν τηλεφώνημα από έναν ανώτερό του που τον διέτασσε να την αφήσει να συνεχίσει το δρόμο της ». Όπως μας τονίζει ο συνομιλητής μας, ο οποίος επισκέπτεται συχνά την Υποσαχάρια Αφρική, « το γεγονός συνέβη στα σύνορα της χώρας με τη Γουινέα, την εποχή του Ουσμάν Κοντέ, του γιου του προέδρου της χώρας που συνελήφθη για διακίνηση ναρκωτικών. Ο «ΑΤΤ» έκανε τα στραβά μάτια κι άφησε την κατάσταση να επιδεινωθεί. Το καθεστώς στο Μάλι ήταν ένα από τα πλέον διεφθαρμένα σε ολόκληρη τη Δυτική Αφρική» [2].
Μείζων παράγοντας αποσταθεροποίησης
Ο Σιμόν Ζιλιέν [3], Γάλλος ερευνητής ο οποίος ειδικεύεται στα ζητήματα της Υποσαχάριας Αφρικής, έχει αναλύσει τον ανταγωνισμό στον οποίο επιδίδονταν πριν από το 2012 στο Βόρειο Μάλι οι πληθυσμοί που είχαν πρόσβαση στον πακτωλό του χρήματος των ναρκωτικών και οι πληθυσμοί που ήταν αποκλεισμένοι από αυτόν. Το καθεστώς χρηματοδότησε γενναιόδωρα με ναρκοδολάρια αρκετές ομάδες που ήταν αντίθετες με τους Τουαρέγκ Ιφόγκας, ελπίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα κατορθώσει να καταπνίξει τις εξεγέρσεις τους. Κάκιστος υπολογισμός. Η εισροή όπλων από τη Λιβύη και ισλαμιστών μαχητών επιτάχυνε τη διχοτόμηση του Μάλι. Ο ρόλος που διαδραμάτισε το χρήμα των ναρκωτικών στην αποσταθεροποίηση ολόκληρης της περιοχής δεν πρέπει να υποτιμάται.
Στο Λάγκος, στην οικονομική πρωτεύουσα της Νιγηρίας, το μεγαλύτερο εργαστήριο παράνομης παραγωγής αμφεταμινών και μεταμφεταμίνης εξαρθρώθηκε το 2011. Στο Πράσινο Ακρωτήριο, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, κατασχέθηκε ενάμισης τόνος κοκαΐνης σε μια παραλία της νήσου Σαντιάγκο. Τον Ιούνιο του 2010, είχαν ανακαλυφθεί δύο τόνοι λευκής σκόνης σε μια ιχθυόσκαλα της Γκάμπιας. Τον Απρίλιο του 2011, στην Κοτονού (Μπενίν), κατασχέθηκαν διακόσια κιλά ηρωίνης, κρυμμένα μέσα σε ένα κοντέινερ που προερχόταν από το Πακιστάν, με προορισμό τη Νιγηρία. Παρ’ όλο που η ινδική κάνναβη –το μοναδικό παράνομο ναρκωτικό που παράγεται στην Αφρική- είναι η πιο διαδεδομένη ουσία, προορίζεται αποκλειστικά για την ντόπια κατανάλωση. Τα συνθετικά ναρκωτικά (κοκαΐνη, ηρωίνη κ.λπ.) προορίζονται για πιο μακρινές αγορές : την Ευρώπη, την Ιαπωνία, ακόμα και την Κίνα.
Από το 2004, η Δυτική Αφρική έχει μετατραπεί σε κόμβο εισαγωγής, αποθήκευσης και διανομής της κοκαΐνης. Υπολογίζεται ότι τροφοδοτεί την ευρωπαϊκή αγορά με ποσότητες που κυμαίνονται μεταξύ του ενός όγδοου και του ενός τετάρτου της κατανάλωσής της : σύμφωνα με την Υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση των Ναρκωτικών και του Εγκλήματος (ONUDC), το 2009, οι 21 από τους 129 τόνους που διοχετεύθηκαν στην ευρωπαϊκή αγορά προέρχονταν από τη Δυτική Αφρική. Η περιοχή προσφέρει στους διεθνείς διακινητές ναρκωτικών ένα πλήθος ασυναγώνιστων συγκριτικών πλεονεκτημάτων : γεωγραφική εγγύτητα, τόσο με τις χώρες παραγωγής της όσο και με τις χώρες κατανάλωσης, φθηνά χέρια και φθηνές υποδομές αποθήκευσης και διακίνησης, χαλαρότητα των ελέγχων, των κατασταλτικών μηχανισμών και του νομοθετικού πλαισίου, ενδημική διαφθορά η οποία δεν κοστίζει ακριβά και γενικευμένη ατιμωρησία.
Δεδομένου ότι αυτή η καινούρια « αποθήκη » βρίσκεται ακριβώς στα μισά της διαδρομής από τη Λατινική Αμερική ως την Ευρώπη, δέχεται τα προϊόντα των σημαντικότερων παραγωγών κοκαΐνης στον κόσμο (Κολομβία, Περού, Βολιβία), διευκολύνοντας την τροφοδοσία της Ευρώπης, της δεύτερης μεγαλύτερης αγοράς κοκαΐνης παγκοσμίως. Το 2012, ο τζίρος της κοκαΐνης στην Ευρώπη ανερχόταν στα 33 δισ. δολάρια, και ήταν κατά 4 δισ. χαμηλότερος από εκείνον της πρώτης αγοράς, της Βόρειας Αμερικής. Στην Ευρώπη, η κοκαΐνη είναι το ναρκωτικό με τη δεύτερη μεγαλύτερη κατανάλωση μετά την κάνναβη, με περισσότερους από τέσσερα εκατομμύρια χρήστες το 2008, δηλαδή λίγο λιγότερο από το 1% των Ευρωπαίων.
Το παράνομο αυτό εμπόριο που γνωρίζει μεγάλη άνθηση θεωρείται από πολλούς διεθνείς οργανισμούς –μεταξύ των οποίων ο ONUDC και το Παγκόσμιο Όργανο Ελέγχου των Ναρκωτικών (OICS)- ότι αποτελεί μείζονα παράγοντα αποσταθεροποίησης της Δυτικής Αφρικής. Η οικονομική κρίση και οι πολιτικές που έχουν επιβάλλει το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα έχουν εντείνει την έλλειψη νομιμοποίησης από την οποία υποφέρουν τα περισσότερα καθεστώτα της περιοχής, στα οποία με το χρήμα αγοράζονταν τα πάντα πολύ πριν κάνει την εμφάνισή του το πρώτο φορτίο κοκαΐνης. Όμως, η εγκατάσταση στην περιοχή εγκληματιών διεθνούς κλάσης που έχουν στη διάθεσή τους τεράστια ποσά, έχει σίγουρα επιδεινώσει την κατάσταση.
«Το οργανωμένο υπερεθνικό έγκλημα έχει μια καθαρά εμπορική προσέγγιση : αναζητεί οτιδήποτε μπορεί να του αποφέρει όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα με όσο το δυνατόν μικρότερο ρίσκο ». Κι όπως εξηγεί ο Πιέρ Λαπάκ, διευθυντής του ONUDC στη Δυτική Αφρική, « οι διακινητές ναρκωτικών αναζητούν τους καλύτερους « δρόμους » : τους δρόμους στους οποίους, με τη διαφθορά και με τη βία (από τις απειλές έως τη δολοφονία) μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα ». Στη συγκεκριμένη περιοχή, η διακίνηση της κοκαΐνης -η οποία από πλευράς αξίας μπορεί να συγκριθεί με την παράνομη διακίνηση πετρελαίου και όπλων- είναι εξαιρετικά κερδοφόρα : σύμφωνα με τον ONUDC του Ντακάρ (Σενεγάλη), τα κέρδη από τη διακίνηση 30 μονάχα τόνων κοκαΐνης ανέρχονται στα 900 εκατομμύρια ευρώ, από τα οποία τα 400 ξεπλένονται και καταναλώνονται επί τόπου… Για να υπάρχει δυνατότητα σύγκρισης, πέρυσι, ο προϋπολογισμός της Γουινέας Μπισάο που αποτελεί σημαντικό κόμβο διακίνησης ναρκωτικών, δεν ξεπέρασε τα 177 εκατομμύρια ευρώ.
Η κοκαΐνη περιλαμβάνεται στα προϊόντα που δημιουργούν τη μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία : σύμφωνα με τον Γάλλο ειδικό στην Υποσαχάρια Αφρική που παρουσιάστηκε στην αρχή του άρθρου, ένα κιλό κοκαΐνης αγοράζεται 2-3.000 ευρώ στις ζώνες όπου παράγεται, αξίζει 10.000 στις πόλεις των παραλίων του Ατλαντικού της Λατινικής Αμερικής, 12.000 στις πρωτεύουσες της Υποσαχάριας Αφρικής, 20.000 στις πόλεις της Βόρειας Αφρικής και 30-45.000 στις ευρωπαϊκές πόλεις. Οι τιμές αφορούν την αγορά χονδρικής και, μάλιστα, για ένα προϊόν του οποίου η καθαρότητα μειώνεται σταδιακά στον βαθμό που το φορτίο αλλάζει χέρια κατά τη διάρκεια της διακίνησής του.
Η κρίση στο Μάλι βλάπτει τις ναρκομπίζνες
Για την αστυνομία, τις τελωνειακές αρχές και τους δικαστές της Δυτικής Αφρικής, ο αγώνας ενάντια στη διακίνηση των ναρκωτικών ανήκει στη σφαίρα του αδύνατου : το χάσμα ανάμεσα στα μέσα που διαθέτουν και σε εκείνα που διαθέτουν τα δίκτυα των εμπόρων ναρκωτικών είναι αβυσσαλέο. Μερικές φορές, η αστυνομία της Γουινέας Μπισάο δεν έχει καν καύσιμα για να κινήσει τα περιπολικά της… Παρόμοιες καταστάσεις μπορούν να οδηγήσουν στην αποθάρρυνση και στην παραίτηση ακόμα και τους πλέον έντιμους και μαχητικούς κρατικούς λειτουργούς που επιθυμούν να καταπολεμήσουν αυτό το φαινόμενο. Πόσω μάλλον που οι συμμορίες των εγκληματιών στηρίζονται επίσης σε εθνοτικά και πολιτισμικά δίκτυα, σε μια σημαντική διασπορά (των Νιγηριανών, για παράδειγμα) και σε μια γλωσσική κοινότητα ή στα κοινά συμφέροντα. Πολύ συχνά, μια δεκάδα ατόμων συνεργάζονται για ένα, δύο ή τρία « κόλπα » και, στη συνέχεια, χωρίζουν, ξαναβρίσκονται… ή αλληλοσκοτώνονται.
Οι δρόμοι των ναρκωτικών είναι εκτεταμένοι, αλλάζουν και παίρνουν πολλαπλές μορφές, ακριβώς όπως κι οι εξαγωγείς, οι εισαγωγείς, οι ενδιάμεσοι, οι διακινητές και η « μαρίδα ». Όλες οι διαδρομές και όλοι οι τρόποι δράσης λειτουργούν, αλληλοεπικαλύπτονται και προστίθενται, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και κερδοφορία. Πρόκειται για μια αλυσίδα. Από τη Νότια Αμερική ως την Ευρώπη μέσω Αφρικής, ένα δέμα με κοκαΐνη μπορεί να ταξιδέψει με αεροπλάνο, αυτοκίνητο και πλοίο. Και φυσικά, καθώς οι θαλάσσιες μεταφορές αποτελούν τον πλέον διαδομένο τρόπο μεταφοράς σε ολόκληρο τον πλανήτη, υιοθετούνται σε μεγάλο βαθμό και για την μεταφορά της κοκαΐνης από τη Λατινική Αμερική στην Αφρική.
«Τα τελευταία δύο ή τρία χρόνια, ολοένα και περισσότερα δικινητήρια αεροσκάφη προσγειώνονται στη Δυτική Αφρική σε εγκαταλελειμμένους διαδρόμους ή πραγματοποιούν ρίψεις πακέτων από χαμηλό ύψος. Στη συνέχεια, ομάδες διακινητών τα παραλαμβάνουν και τα προωθούν. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, δεν σταμάτησε και η διακίνηση δια θαλάσσης ή με « μουλάρια ». Την περίοδο 2006-2008, τα μεγάλα αλιευτικά σκάφη ήταν το πιο συνηθισμένο μέσο. Σήμερα είναι τα κοντέινερ», εξηγεί ο Λαπάκ.
Ο συντομότερος δρόμος από τη Λατινική Αμερική ως την Αφρική μέσω Ατλαντικού ακολουθεί τον 10ο παράλληλο, μια διαδρομή την οποία ακολουθούν καθημερινά χιλιάδες φορτηγά πλοία, αλιευτικά, ιστιοφόρα και κρουαζερόπλοια. Οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές δυνάμεις ασφαλείας οι οποίες έχουν πραγματοποιήσει στην περιοχή κατασχέσεις μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών, την αποκαλούν «Highway 10».
Τα κοντέινερ στα οποία είναι κρυμμένη η κοκαΐνη ξεφορτώνονται συνήθως στους λιμένες διεθνούς εμπορίου του Λάγκος ή του Λομέ (στο Τόγκο). Από την πλευρά τους, τα μεγάλα αλιευτικά σκάφη μεταφορτώνουν στα « go fast » και στα « go slow » -σε ταχύπλοα και σε πιρόγες ή ιστιοφόρα αντίστοιχα- τα οποία στη συνέχεια προσεγγίζουν σε ερημικές παραλίες, σε μανγκρόβια δάση ή στις απόκρημνες ακτές της Δυτικής Αφρικής.
Τα «μουλάρια» είναι ο αγαπημένος τρόπος μεταφοράς των Νιγηριανών διακινητών : μεταφέρουν, πάνω τους, μέσα στις βαλίτσες τους, κάτω από τις περούκες τους ή… μέσα στο στομάχι τους μικρά πακέτα ή κάψουλες γεμάτες λευκή σκόνη. Αποβιβάζονται συνήθως στα διεθνή αεροδρόμια της περιοχής, στο Ντακάρ ή στην Μπαμακό (Μάλι). Όσο για τα δικινητήρια αεροσκάφη, προσγειώνονται όχι μόνο σε εγκαταλελειμμένους ή αυτοσχέδιους διαδρόμους προσγείωσης –όπως παρατηρήθηκε στο Μάλι ή στη Γουινέα Μπισάο- αλλά και σε κανονικά αεροδρόμια.
Η κοκαΐνη –καθαρή ή νοθευμένη, ζυμωμένη σε ψωμιά, σε καραμέλες, σε σκόνη ή σε υγρή μορφή, τοποθετημένη στον πάτο ενός αθλητικού σακιδίου ή μέσα σε κατεψυγμένα ψάρια- αλλάζει κρυψώνα, συσκευασία και μορφή ανάλογα με τα ταξίδια.
Η λευκή σκόνη συγκεντρώνεται στη Δυτική Αφρική, στοκάρεται και ανασυσκευάζεται, για να πάρει στη συνέχεια τον δρόμο για τις ευρωπαϊκές αγορές, περνώντας από την Υποσαχάρια Αφρική και τη Σαχάρα : από τη Μαυριτανία, το Μάλι, τον Νίγηρα και το Τσαντ, στη Λιβύη και στην Αίγυπτο. Ακόμα και το χασίς του Μαρόκου ακολουθεί την ίδια πανάρχαια διαδρομή. Μάλιστα, στην ανατολική Υποσαχάρια Αφρική, ορισμένα μέλη της ποιμενικής φυλής των Τουμπού –νεαροί μισθοφόροι που επέστρεψαν από τη Λιβύη φορτωμένοι όπλα και συνάλλαγμα- δεν διστάζουν να επιτίθενται στις καλά οπλισμένες αυτοκινητοπομπές των 4Χ4 που διασχίζουν την έρημο και να τις ξαλαφρώνουν από το φορτίο τους. Όταν η επίθεσή τους επιτυγχάνει, μοιράζονται τη λεία και τα κέρδη, ενώ διαθέτουν τα δικά τους κυκλώματα για τη μεταπώληση των ναρκωτικών που αρπάζουν. Ένας πολιτικός του Νίγηρα, ο οποίος επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του, μας εξηγεί [4] : « Ο καθένας τους αμείβεται ανάλογα με τη συμμετοχή του στο εγχείρημα : ένα άτομο δικαιούται ένα μερίδιο. Ένα άτομο που διαθέτει τουφέκι δικαιούται δύο μερίδια. Ο ιδιοκτήτης ενός οχήματος δικαιούται δέκα επιπλέον μερίδια και ούτω καθεξής. Σε ένα βαρύ όπλο αντιστοιχούν επίσης αρκετά μερίδια ».
Πραξικόπημα στη Γουινέα Μπισάο
Ποιες συνέπειες είχε η εγκατάσταση στο βόρειο Μάλι ομάδων όπως το Κίνημα για την Ενότητα της Τζιχάντ στη Δυτική Αφρική (Mujao), η Αλ Κάιντα του Ισλαμικού Μαγκρέμπ (AQMI) ή η Ançar Dine ; Η Ançar Dine και το Mujao [5] συμμετέχουν σε αυτήν την παράνομη διακίνηση : επιβάλλουν φόρο στις αυτοκινητοπομπές που διασχίζουν τα εδάφη που ελέγχουν και τους εξασφαλίζουν προστασία εάν καταβάλουν το ανάλογο τίμημα [6]. Κι αν τα χρήματα από τη διακίνηση ναρκωτικών αντιπροσωπεύουν χαμηλό ποσοστό των συνολικών εσόδων της AQMI, καθώς οι απαγωγές ομήρων και η καταβολή λύτρων για την απελευθέρωσή τους αποτελούν μια πολύ πιο προσοδοφόρα επιχείρηση, δεν συμβαίνει το ίδιο στην περίπτωση του Mujao. Ωστόσο, κατά παράδοξο τρόπο, η διαίρεση της χώρας σε δύο ζώνες δεν διευκόλυνε τη διακίνηση των ναρκωτικών. Πράγματι, όπως εξηγεί ο ειδικός στην Υποσαχάρια Αφρική στον οποίο αναφερθήκαμε προηγουμένως, « παρ’ όλο που ένα αδύναμο κράτος προσφέρει πλεονεκτήματα στους διακινητές, η πλήρης αποδιοργάνωση της χώρας γίνεται επικίνδυνη γι’ αυτούς. Χωρίς αξιόπιστα στηρίγματα μέσα στον στρατό, στην αστυνομία και στον τοπικό πολιτικό κόσμο, τα φορτία της κοκαΐνης δεν είναι ασφαλή. Ακόμα κι αν έχει κανείς συνάψει συμφωνίες με όλες τις ομάδες των τζιχαντιστών και με τους Τουαρέγκ του MNLA (Εθνικό Κίνημα Απελευθέρωσης του Αζαβάντ) στον Βορρά, κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπος με την εκβιαστική απόσπαση επιπλέον ποσών ». Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο οι διακινητές ναρκωτικών αποφάσισαν να εγκατασταθούν στον γειτονικό Νίγηρα. Σύμφωνα δε με τον προαναφερθέντα αξιωματούχο του Νίγηρα, « έχουν αρχίσει να δημιουργούνται δίκτυα στο Αρλίτ και στο Αγκαντέζ. Ολοένα και περισσότεροι διακινητές εγκαταλείπουν το Μάλι κι εγκαθίστανται στον Νίγηρα ».
Παρά τις ανακατατάξεις, υπάρχει και μια χώρα την οποία δεν εγκαταλείπουν οι διακινητές. Πρόκειται για τη Γουινέα Μπισάο. Σύμφωνα με τον Failled States Index 2012 (τον κατάλογο των « αποτυχημένων κρατών » του 2012), βρίσκεται στην 15η θέση, ακριβώς πίσω από τη Νιγηρία και αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κόμβους της διακίνησης ναρκωτικών στη Δυτική Αφρική. Το 2007, η αμερικανική Drug Enforcement Administration (DEA) εκτιμούσε ότι, κάθε νύχτα, εισέρχονταν αεροπορικώς στη χώρα 800-1000 κιλά κοκαΐνης. Εκτιμάει μάλιστα ότι στους διακινητές έχουν « ενοικιαστεί » λιμενικές και αερολιμενικές εγκαταστάσεις, ακόμα κι ολόκληρα νησιά. Η τοπική κυβέρνηση επιρρίπτει την ευθύνη γι’ αυτήν την κατάσταση στον στρατό.
Σύμφωνα με έναν Γάλλο εμπειρογνώμονα που ειδικεύεται στις υποθέσεις της Γουινέα Μπισάο, «σχεδόν σε όλες τις υποθέσεις που προέκυψαν την περίοδο 2006-2007, όταν κατάσχονταν φορτία κοκαΐνης ενός ή δύο τόνων, δεν δόθηκε σχεδόν καμία συνέχεια, ούτε και ασκήθηκε δίωξη. Και στις ελάχιστες περιπτώσεις που αυτό συνέβη, δεν προέκυψε καμία καταδίκη. Στη Γουινέα Μπισάο, η διακίνηση ναρκωτικών είναι αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης ανάμεσα στον στρατό και στην πολιτική εξουσία. Οι στρατιωτικοί λένε : « Στην πόλη, οι κουστουμαρισμένοι πολίτες με τα τεράστια 4Χ4 ροκανίζουν τα χρήματα του ΔΝΤ [7] και των διάφορων διεθνών οργανισμών. Εμείς, από την πλευρά μας, έχουμε τα χρήματα των ναρκωτικών » ». Αν και όλα τα αθέμιτα εισοδήματα που προσπορίζεται ο στρατός, του εξασφαλίζουν αυτονομία απέναντι στην πολιτική εξουσία, τα χρήματα από τα ναρκωτικά είναι μία πηγή εισοδήματος ανάμεσα σε πολλές άλλες : « Για παράδειγμα, υπάρχει επίσης ο έλεγχος των αδειών αλιείας που χορηγούνται σε κάθε είδους σκάφος, από τις μεγάλες πιρόγες των ντόπιων έως τα γιγάντια αλιευτικά σκάφη των μεγάλων διεθνών εταιρειών ». Κατά τη γνώμη του ερευνητή συνομιλητή μας, « πρόκειται για κάτι μεταξύ φορολογίας και εκβιαστικής απόσπασης χρημάτων».
Μετά από μια περίοδο ύφεσης της διακίνησης που ξεκίνησε το 2008, οι αξιωματικοί της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών παρατήρησαν, στις αρχές του 2012, την άφιξη πολλών τόνων κοκαΐνης, πάντοτε με τη συνενοχή των στρατιωτικών. Στους συνεργούς περιλαμβάνεται ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, Αντόνιο Ιντζάι, και ο αρχηγός της αεροπορίας, Ιμπραΐμα Πάπα Καμάρα. Τα αεροσκάφη των διακινητών χρησιμοποιούν διαδρόμους προσγείωσης στο κέντρο της Γουινέας Μπισάο, ακόμα και απλούς δρόμους. Όπως εξηγεί η ίδια πηγή, « o στρατός εξασφαλίζει την προστασία των αεροσκαφών και ολόκληρη την επιμελητεία : διαδρόμους προσγείωσης, ανεφοδιασμό σε κηροζίνη, εγκαταστάσεις αποθήκευσης κ.λπ.. Ένα ολόκληρο κύκλωμα που μπορεί να συγκριθεί με την εταιρεία ταχυμεταφορών DHL ! Ωστόσο, ο στρατός δεν συμμετέχει ούτε στην οργάνωση της διακίνησης ναρκωτικών, ούτε στην πώλησή τους : περιορίζεται απλώς στην παροχή υπηρεσιών».
Η δράση του κυκλώματος στηρίζεται στη λειτουργία μιας συμμαχίας που συνήψαν οι –Λατινοαμερικανοί κατά κύριο λόγο- διεθνείς διακινητές με τα υψηλότερα κλιμάκια της πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας της Γουινέας Μπισάο. Υπήρχαν υποψίες ότι ο Κάρλος Γκόμες Τζούνιορ (« Καντόγκο »), πρώην πρωθυπουργός της χώρας, ο οποίος συνελήφθη τον Απρίλιο του 2012 κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος, κάλυπτε τη διακίνηση ναρκωτικών και αποκόμιζε οφέλη από αυτήν. Όπως μας εξηγεί ο αναλυτής, « οι υποψίες για τον Γκόμες δημιουργήθηκαν το 2008, όταν ένα πλοίο εξαφανίστηκε μαζί με το φορτίο του. Τον κατηγόρησαν ότι κρυβόταν πίσω από αυτό το επεισόδιο, όταν η υπόθεση μπήκε στο αρχείο ». Και το πρόσφατο πραξικόπημα ; «Δεν συνδέονται τα πάντα με τα ναρκωτικά, τα οποία, ωστόσο, αποτελούν ένα σημαντικό στοιχείο που θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Οτιδήποτε εμποδίζει την απρόσκοπτη λειτουργία των ναρκομπίζνες παραμερίζεται ή εξοντώνεται».
Το 2011, ο Ιντζάι εξουδετέρωσε τον αντίπαλό του, τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου του Ναυτικού, υποναύαρχο Χοσέ Αμέρικο Μπούμπο Να Τσούτο, εξασφαλίζοντας τον έλεγχο των λιμανιών της χώρας. Ο « Μπούμπο » -ο οποίος περιλαμβάνεται στη μαύρη λίστα που έχουν συντάξει οι ΗΠΑ με τα άτομα που θεωρούνται ότι εμπλέκονται στη διεθνή διακίνηση ναρκωτικών- ελευθερώθηκε μετά το πραξικόπημα του 2012 αλλά, για την ώρα τουλάχιστον, δείχνει να βρίσκεται εκτός των κυκλωμάτων. Ο Ιντζάι, ο οποίος ανήκε στον στενό κύκλο των έμπιστων του Γκόμες Τζούνιορ, προσχώρησε στο πραξικόπημα την τελευταία στιγμή, συνειδητοποιώντας ότι τον συνέφερε περισσότερο να βρίσκεται μαζί με τους δικούς του ανθρώπους, τους στρατιωτικούς, οι οποίοι αποτελούν ένα συνονθύλευμα από φατρίες που ορίζουν οι ίδιες τον αρχηγό τους [8].
Το πραξικόπημα του Απριλίου του 2012, το οποίο ενθαρρύνθηκε από τους αντίπαλους του « Καντόγκο » και υλοποιήθηκε από τη βάση του στρατού, οφείλεται και σε πολλές άλλες αιτίες πέρα από τη διακίνηση της κοκαΐνης : στις κατηγορίες για νοθεία στις εκλογές, στις ιστορικές εντάσεις ανάμεσα στην πολιτική και στη στρατιωτική πτέρυγα της εξουσίας, στις διεκδικήσεις της κοινότητας των Μπαλάντ (της εθνότητας η οποία κυριαρχεί στον στρατό) και στην αξίωση της Μπισάο –της αυτόνομης πρωτεύουσας- για μεγαλύτερη αναγνώριση. Ο φόβος της « Μεταρρύθμισης του Τομέα της Ασφάλειας » που σκόπευε να πραγματοποιήσει ο Γκόμες Τζούνιορ συνέβαλε σημαντικά στην εξέλιξη : επρόκειτο για μια μεταρρύθμιση την οποία δεν ήθελαν οι στρατιωτικοί, γιατί τους εξωθούσε στη συνταξιοδότηση ή και στην ανεργία, με ελάχιστες εγγυήσεις (γελοίες αποζημιώσεις αποχώρησης, ελάχιστα πειστικές προτάσεις για προγράμματα επαγγελματικής αποκατάστασης σε άλλους τομείς της οικονομίας). Μετά το πραξικόπημα του Απριλίου του 2012, η διακίνηση της κοκαΐνης φάνηκε να επιβραδύνεται κάπως, λόγω της σύγχυσης που επικρατούσε. Μάλιστα, πρόκειται για μια τάση που παρατηρήθηκε σε κάθε περίπτωση που σημειώθηκαν σοβαρές αναταραχές. Έχουμε λοιπόν άλλον έναν λόγο για να μην καταλογίζουμε το πραξικόπημα σε αυτήν την χώρα μονάχα στη διακίνηση ναρκωτικών.
Λαθρεμπόριο πετρελαίου στη Νιγηρία
Παρότι το γεγονός πως η κοκαΐνη έχει μετατραπεί σε νέα πηγή εισοδήματος για ορισμένες ελίτ της Δυτικής Αφρικής είναι αδιαμφισβήτητο, δεν θα πρέπει να αποδίδεται ιδιαίτερα μεγάλη σημασία στις επιπτώσεις της στις συγκρούσεις εθνικής εμβέλειας. Πράγματι, τροφοδοτούνται μεν από τα χρήματα που αποφέρει η κοκαΐνη, αλλά –απ’ ό,τι φαίνεται- αυτά δεν αποτελούν το κυριότερο διακύβευμά τους. Βέβαια, στην καρδιά της αντιπαλότητας και του ξεκαθαρίσματος λογαριασμών ανάμεσα στον Ιντζάι και στον « Μπούμπο » στη Γουινέα Μπισάο ή των Τουαρέγκ και των υπόλοιπων ομάδων του πληθυσμού στο Βόρειο Μάλι πριν από το 2012, βρίσκεται το ζήτημα του ελέγχου των εδαφών μέσα από τα οποία πραγματοποιείται η διακίνηση των ναρκωτικών. Ωστόσο, οι στρατιωτικοί και η πολιτική ηγεσία της Γουινέας Μπισάο ή οι ένοπλοι ισλαμιστές που συρρέουν στο Μάλι, όπως και η νέα ηγετική ομάδα που έχει αναλάβει την εξουσία στην Μπαμακό, χρησιμοποιούν τη διακίνηση ναρκωτικών απλώς ως ένα εργαλείο που διευκολύνει την κατάκτηση των πολιτικών στόχων τους.
Εξάλλου, οι καταχρήσεις και η διαφθορά που αποτελούν χαρακτηριστικό των ηγετικών ομάδων των κρατών της Δυτικής Αφρικής, δεν αφορούν μονάχα τη διακίνηση της κοκαΐνης. Η συγκεκριμένη δραστηριότητα, στην οποία επικεντρώνεται η προσοχή και η αγανάκτηση των Δυτικών κοινωνιών λόγω των υγειονομικών και των λοιπών επιπτώσεων που έχει γι’ αυτές, επισκιάζει την αποσταθεροποίηση που προκαλείται σε αυτές τις χώρες από το –κοινωνικά περισσότερο αποδεκτό- λαθρεμπόριο πετρελαίου στις ανατολικές περιοχές της Νιγηρίας. Επίσης, καθώς η προσοχή εστιάζεται στα ναρκωτικά, τα κράτη της περιοχής επωφελούνται για να δικαιολογούν τις κατασταλτικές πολιτικές τους απέναντι στους τοξικομανείς και στους μικροδιακινητές στους δρόμους των πόλεων, τη στιγμή που επιδεικνύουν απόλυτη αδράνεια στα ζητήματα της οικονομικής και της κοινωνικής ανάπτυξης.

Notes
[1] (ΣτΜ) : Πρόκειται ακριβώς για την κατοικούμενη από Τουαρέγκ ερημική περιοχή της χώρας, όπου αναπτύχθηκαν το αυτονομιστικό κίνημα των Τουαρέγκ και τα ακραία ισλαμιστικά κινήματα, τα οποία επιχείρησαν να καταλάβουν την εξουσία σε ολόκληρη τη χώρα και αποτέλεσαν το πρόσχημα για τη γαλλική επέμβαση τον περασμένο Ιανουάριο.
[2] (ΣτΜ) : Ο « ΑΤΤ » υπήρξε ένας από τους πρωταγωνιστές του εκδημοκρατισμού της χώρας το 1992 και στο παρελθόν διέθετε μεγάλη λαϊκή υποστήριξη.
[3] « Le Sahel comme espace de transit des stupéfiants. Acteurs et conséquences politiques ». Hérodote, n°142, « Géopolitique du Sahara », Παρίσι, 3ο τρίμηνο του 2011.
[4] Συνομιλίες που πραγματοποιήθηκαν τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2012.
[5] Δεν έχει αποδειχθεί η συμμετοχή της Ançar Dine στη διακίνηση ναρκωτικών.
[6] Abdelkader Abderrahmane, « The Sahel : A crossroads between criminality and terrorism », Actuelles de l’IFRI (Institut Français des relations internationales) Παρίσι, 10 Οκτωβρίου 2012.
[7] (ΣτΜ) : Αυτή η μικρή χώρα, πρώην πορτογαλική αποικία, μια από τις φτωχότερες στον κόσμο, έχει τεθεί από το 1986 υπό την εποπτεία του ΔΝΤ και εφαρμόζει τα γνωστά σε όλους προγράμματα ανόρθωσης που προτείνει αυτός ο οργανισμός, με τις εξίσου γνωστές ολέθριες συνέπειες.
[8] (ΣτΜ) : Λίγο μετά τη δημοσίευση του παρόντος άρθρου στη γαλλική έκδοση, σημειώθηκαν ενδιαφέρουσες εξελίξεις στην υπόθεση : στις 3 Απριλίου, ο « Μπούμπο » και τέσσερις συνεργάτες του συνελήφθησαν από Αμερικανούς πράκτορες της δίωξης ναρκωτικών. Σύμφωνα με τον ραδιοσταθμό RFI, παρασύρθηκαν από τους πράκτορες πάνω σε πλοίο που μετέφερε ναρκωτικά –κατά τους ισχυρισμούς των Αμερικανών στα διεθνή ύδατα- όπου και θα τους καταβαλλόταν ένα σημαντικό ποσό για τη συνεργασία τους. Στη συνέχεια, ο « Μπούμπο » οδηγήθηκε –μέσω Πράσινου Ακρωτηρίου- στη Νέα Υόρκη, όπου και προφυλακίστηκε και του απαγγέλθηκε κατηγορία και για τρομοκρατική δραστηριότητα, καθώς οι πράκτορες που τον είχαν παγιδεύσει είχαν εμφανιστεί ως μέλη του κολομβιανού αντάρτικου FARC που επιθυμούσαν την ανταλλαγή κοκαΐνης με όπλα. Ταυτόχρονα, η Εισαγγελία της Νέας Υόρκης απήγγειλε κατηγορία και κατά του Ιντζάι, ο οποίος στο εξής μετακινείται περιστοιχισμένος από μια φάλαγγα οχημάτων εξοπλισμένων με βαρέα πολυβόλα και πυραύλους εδάφους-αέρος. Οι αρχές της Γουινέας Μπισάο ζήτησαν την επιστροφή του « Μπούμπο » στην πατρίδα του για να δικαστεί μαζί με τον Ιντζάι, γεγονός που προκάλεσε θυμηδία στους Αμερικανούς, καθώς όχι μόνον δεν έχει υπάρξει ποτέ η παραμικρή καταδίκη εμπόρου ναρκωτικών, αλλά ακόμα και οι σπάνιες κατασχέσεις οφείλονται στις διαμάχες ανάμεσα σε φατρίες της εξουσίας και στη συνέχεια τα κατασχεμένα ναρκωτικά μεταπωλούνται. Πάντως, οι εξελίξεις έχουν προκαλέσει τριγμούς και αμφισβήτηση σε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα της χώρας, καθώς εμπλέκονται τα δύο σημαντικότερα πολιτικά κόμματα και ο στρατός.