Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Ένα εύστοχο άρθρο για τον αντιγερμανισμό στην ελληνική κοινωνία


Οι Γερμανοί ξανάρχονται
Του Ηλια Μαγκλινη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Θα θυμάστε την ιστορική ταινία σε σκηνοθεσία και σενάριο Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου και πρωταγωνιστές τους Βασίλη Λογοθετίδη, Νίτσα Τσαγανέα, Μίμη Φωτόπουλο, Γεωργία Βασιλειάδου, Ιλυα Λιβυκού κ.ά.
Ο αντιγερμανισμός που έχει καταλάβει μεγάλο μέρος του πανελληνίου, με τη βαθιά πεποίθηση ότι οι «Γερμανοί ξανάρχονται», για να «μας καταλάβουν», όχι με όπλα αυτή τη φορά αλλά μέσω της οικονομίας (σε συνδυασμό και με τη συνθηματολογία περί «ναζί», «δωσιλόγων» κ.λπ.), φέρνει στον νου την κλασική ελληνική ταινία.
Θυμίζω ότι στο φιλμ, ο κεντρικός ήρωας της ταινίας, ένας φιλήσυχος οικογενειάρχης (τον υποδύεται ο Βασίλης Λογοθετίδης) αποκοιμιέται και βλέπει έναν εφιάλτη: οι ναζί έχουν ανασυνταχθεί και καταλαμβάνουν εκ νέου την Ευρώπη - και την Ελλάδα φυσικά. Νέες μέρες πείνας (τα πρώτα θύματα είναι ο σκύλος, ο Φλοξ, και το καναρίνι, ο Τζιτζιφρίγκος...) και, φυσικά, αντίστασης. Τους δημιουργούς της ταινίας όμως μάλλον δεν τους ενδιέφεραν οι Γερμανοί. Μόλις είχε συντριβεί η ναζιστική Γερμανία και η Ελλάδα είχε άλλα προβλήματα: το 1948, που γυρίστηκε η ταινία, ήταν η χρονιά της κλιμάκωσης του ελληνικού Εμφυλίου. Μέσα από την ταινία, λοιπόν, περνάει, πολύ διακριτικά βεβαίως (προφανώς και εξαιτίας της λογοκρισίας της εποχής), ο ελληνικός κανιβαλισμός.
Παραμένει σκηνή ανθολογίας εκείνη όπου, μέσα στο φρενοκομείο, ο αντιστασιακός Μίμης Φωτόπουλος μυεί τον Λογοθετίδη στον αγώνα με όλη εκείνη την ακατανόητη αριστερή αργκό, μα ο Λογοθετίδης παίρνει τον Φωτόπουλο για τρελό, ενώ τον Τσαγανέα (που είναι όντως θεότρελος - με το θρυλικό «μάντρα»: «Ανθρωποι, άνθρωποι, αιμοχαρείς και αιμοδιψείς... προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός;»), για... γνωστικό. Το τελικό αποτέλεσμα βέβαια είναι, αντί οι Ελληνες να πολεμούν τους Γερμανούς, να πολεμούν αλλήλους. Σήμερα, κάτω από τη βαριά σκιά της γερμανικής ισχύος, χωρίς να έχουμε πάρει τα όπλα και τα βουνά, επιδεικνύουμε ξανά μια έντονη ροπή προς το «αλληλοφάγωμα», έστω και σε ένα λεκτικό, ψυχολογικό επίπεδο.
Είναι επίσης εντυπωσιακό, και το σχολίαζε στην «Κ» την εβδομάδα που μας πέρασε ο κ. Νίκος Γ. Ξυδάκης: ποιος θα μας έλεγε πριν από μερικά χρόνια ότι θα επισκεπτόταν την Αθήνα ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών και θα παίρνονταν ακραία μέτρα ασφαλείας, ενώ μία μέρα μετά, την επίσκεψη του αντίστοιχου Αμερικανού υπουργού ουδείς θα την αντιλαμβανόταν; Ούτε «λαϊκά δικαστήρια» στην πλατεία Συντάγματος ούτε τίποτα. Αντίθετα, την ημέρα της επίσκεψης Σόιμπλε, η Αθήνα αποκλείστηκε, παρέλυσε, θύμιζε έναν τεχνητό, άσχημο Δεκαπενταύγουστο. Κι όσοι κατάφεραν να διαμαρτυρηθούν έξω από το υπουργείο Οικονομικών, πώς αποκαλούσαν τον Γερμανό υπουργό; «Ναζί».
Η αλήθεια είναι ότι το ναζιστικό παρελθόν θα κυνηγάει πάντα τους Γερμανούς, ό,τι κι αν κάνουν, όπου κι αν βρίσκονται. Θυμάμαι το φθινόπωρο του 1983, στη Νέα Φιλαδέλφεια, έπαιζε για το κύπελλο ΟΥΕΦΑ η ΑΕΚ με την Κολωνία και οι φανατικοί της σκεπαστής εξέδρας φώναζαν κάθε τόσο: «Κολωνία Ες Ες». Δεν ξέρω αν οι Γερμανοί παίκτες καταλάβαιναν τίποτα αλλά τι σημασία έχει; Η «στάμπα» ήταν εκεί. Και σήμερα, μετά τις εξελίξεις των τελευταίων χρόνων, αυτή η «στάμπα» μοιάζει πλέον να είναι όχι μόνο ανεξίτηλη, αλλά και «φρεσκαρισμένη». Ειδικά στα κοινωνικά δίκτυα οι «κορώνες» για τους «κληρονόμους των ναζί που έρχονται να μας διαφεντέψουν» δεν έχουν τελειωμό. Κι αν τολμήσεις να κάνεις τον παραμικρό αντίλογο, κινδυνεύεις να βαφτιστείς «δωσίλογος», «προδότης».
Εξυπακούεται πως ούτε η δαιμονοποίηση του Γερμανού θα μας πάει πουθενά ούτε η μαζοχιστική αυτομαστίγωση και ο αυτοοικτιρμός. Το βέβαιο είναι ότι πληρώνουμε τις εμμονές της πιο ισχυρής ευρωπαϊκής χώρας, η οποία πάντοτε έπαιζε ρόλο ηγεμόνα στην Ευρώπη, πράγμα που πλήρωσε πολλές φορές η ίδια - μα και η Ευρώπη. Την ίδια στιγμή όμως πληρώνουμε τα ολέθρια σφάλματα, την ανικανότητα και τα εγκλήματα που διέπραξε το ελληνικό πολιτικό προσωπικό - το οποίο εμείς ψηφίσαμε είτε για να αναλάβει υπουργεία είτε για να καλύψει κενές θέσεις στα έδρανα της Βουλής. Οσο κι αν έρχονται και ξανάρχονται οι όποιοι Γερμανοί, η Ελλάδα είναι γεμάτη ανθέλληνες.