Η ρήξη και η σήψη
Tου Στέφανου Κασιμάτη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Πρέπει να είναι, υποθέτω, αυτή η ροπή μας προς τη ρομαντική εξιδανίκευση των παρελθόντων, αυτό που έκανε τους περισσότερους σχολιαστές να δώσουν την έμφαση στην παλαιά και μακροχρόνια φιλία που διερράγη οριστικά προχθές με τη διαγραφή του Ανδρέα του Λοβέρδου από το ΠΑΣΟΚ του Βαγγέλη του Βενιζέλου.
Δεν ξέρω πόσο ειλικρινής μπορεί να υπήρξε στο μακρινό παρελθόν η φιλία μεταξύ δύο Ναρκίσσων, αυτή η θλιβερή γελοιότητα που είδαμε προχθές, πάντως, ήταν το αποτέλεσμα μιας μάλλον σκοτεινής κατάστασης, όπου η εγωπάθεια και το μίσος υπερτερούν.
Τα λόγια περιττεύουν όταν τα αισθήματα εκφράζονται στα πρόσωπα. Η ώρα του Βενιζέλου να αναλάβει το ΠΑΣΟΚ ήταν το 2007 και, ανταποκρινόμενος στη φήμη του ως ανθρώπου βουλιμικά συγκεντρωτικού, κατόρθωσε να τη χάσει μόνος, χωρίς καμία βοήθεια από άλλον. Τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν επιτέλους έγινε χαλίφης στη θέση του χαλίφη το 2011, αφενός μεν η κατάσταση είχε αλλάξει δραματικά και τον είχε ξεπεράσει, αφετέρου δε ο ίδιος, τυφλωμένος από το ανεκπλήρωτο πάθος για την αρχηγία, δεν ήταν ικανός να αντιληφθεί τις τεράστιες διαφορές. Το 2011, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι, κανονικά, θα έπρεπε να ήταν η ώρα του Λοβέρδου. Διότι κάτι ψιλά από το κεφάλαιο που είχε συσσωρεύσει ως δήθεν εκσυγχρονιστής του είχαν απομείνει και, επίσης, ενώ η δυναμική που τον είχε ανεβάσει ως εκεί ήταν πια αδρανής, αυτός είχε κρατήσει ακόμη λίγη από την κεκτημένη ταχύτητα. Ο Βενιζέλος, ωστόσο, έφθειρε αριστοτεχνικά την υποψηφιότητα του Λοβέρδου (με πλάγια μέσα, είναι αλήθεια, αλλά έτσι παίζεται το παιχνίδι...) και τον υποχρέωσε να αποσυρθεί. Η έκφραση του προσώπου του, κατά την τελετουργία του συμφιλιωτικού ασπασμού, τα έλεγε όλα: ήταν η μοναδική φορά από όλες όσες ο Λοβέρδος μας έκανε να φοβηθούμε ότι θα κλάψει δημοσίως όπου τα δάκρυα θα ήσαν αληθινά.
Δεν έχει νόημα, λοιπόν, να αναζητεί κανείς περισπούδαστες ερμηνείες για τους λόγους και το timing της πρωτοβουλίας Λοβέρδου. Ηταν φανερό ότι δεν άντεχε τον Βενιζέλο ούτε ζωγραφιστό. Μα και πώς μπορεί να αντέξει κανείς -ακόμη και ο Λοβέρδος- τον ναρκισσισμό στην εκδοχή του ολοκληρωτισμού; Είναι χαρακτηριστικό ότι, προχθές, ξεκίνησε την παρουσίαση της πρωτοβουλίας του ΠΑΣΟΚ (δηλαδή, του εαυτού του) για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής, απευθύνοντάς την ονομαστικά προς τους παρακάτω θεσμούς και φορείς: «ΟΗΕ, Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, Ευρωπαϊκή Ενωση, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαίο διαμεσολαβητή, Συμβούλιο της Ευρώπης, EGAM, Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Συνήγορο του Πολίτη, Αυτοδιοίκηση Α΄ και Β΄ βαθμού, Κεντρική Ενωση Δήμων, Ενωση των Περιφερειών, Εκκλησία της Ελλάδος, Εκκλησία της Κρήτης, Μητρόπολη Δωδεκανήσου, Εκκλησία των εν Ελλάδι Καθολικών, Ελληνες Μουσουλμάνους, Μουφτήδες, Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο, Αρμενική κοινότητα, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΕΣΕΕ, ΓΣΒΕΕ, ΟΛΜΕ, ΔΟΕ, ακαδημαϊκή κοινότητα, ΠΟΣΔΕΠ, Συμβούλια Διοίκησης των Πανεπιστημίων και των ΤΕΙ, ΠΟΕΣΥ, ΕΣΗΕΑ, ΕΣΗΕΜΘ, ΕΣΡ». Με τέτοια επίδειξη στόμφου, υποψία ότι η σημασία που αποδίδει ο Βενιζέλος στον εαυτό του είναι αντιστρόφως ανάλογη εκείνης την οποία αποδίδει η κοινωνία σε αυτόν πολύ φοβάμαι ότι γίνεται κάτι περισσότερο από απλή υποψία.
Οταν μάλιστα τόλμησε ένας δημοσιογράφος να ρωτήσει για τη ΡΙΚΣΣΥ (όνομα κι αυτό, Θεέ μου!) του Λοβέρδου, ο Βενιζέλος εξεμάνη και τον επιτίμησε για... «ασέβεια προς τη δημοκρατική παράταξη»! Πρώτα απ’ όλα, με τον αυτοκρατορικό τρόπο του έδειξε ότι όχι μόνον δεν έχει συναίσθηση της πραγματικότητας, αλλά και πώς αντιλαμβάνεται τη δημοκρατικότητα. Σε κάθε χώρα με δημοκρατικούς θεσμούς, οι δημοσιογράφοι μπορούν να ρωτούν ό,τι θέλουν, αρκεί να το πράττουν με την αρμόζουσα ευπρέπεια. Η συγκεκριμένη ερώτηση ετέθη στο τέλος της συνέντευξης, επειδή αυτός που την έθεσε έκρινε ότι το θέμα της δεν ήταν δυνατόν να αγνοηθεί. Από τη δική του πλευρά, ο Βενιζέλος είχε κάθε δικαίωμα να αγνοήσει το ζήτημα και να το δείξει με τον τρόπο της απάντησής του - άλλωστε, πότε του έλειψε το πνεύμα; Προτίμησε όμως να νουθετήσει τον δημοσιογράφο για το δικαίωμά του να εκλαμβάνει την πραγματικότητα όπως μπορεί και νομίζει.
Ωστόσο, είναι αλήθεια ότι, προτού ξεκινήσει η συνέντευξη, είχε υποβληθεί παράκληση του Βενιζέλου προς τους δημοσιογράφους να μην γίνουν ερωτήσεις σχετικές με το ζήτημα Λοβέρδου. Εξίσου ακριβές όμως είναι ότι του ειπώθηκε ευθέως ότι κάτι τέτοιο ήταν αδύνατον. Εξεμάνη, λοιπόν, επειδή δεν κατάφερε να επιβάλει στους άλλους τη δική του εκδοχή της πραγματικότητας και, επομένως, το πρόβλημά του αφορά τη δική του σχέση με την πραγματικότητα. Αν θέλει να το λύσει και να διευκολύνει τη ζωή του, καλό είναι να κάνει κάτι με τον εαυτό του, όχι με την πραγματικότητα. Από την άποψη αυτή, το επεισόδιο δεν διέφερε επί της ουσίας από την αντίδρασή του το 2007, όταν ένας ιδιόρρυθμος ταραξίας τον περιέλουσε με έναν καφέ· διέφερε μόνον κατά την ένταση της αμετροέπειάς του. Τέλος, το γεγονός ότι χρησιμοποίησε τον τελείως αναχρονιστικό πλέον όρο «δημοκρατική παράταξη» για να αναφερθεί στο ΠΑΣΟΚ είναι μια λεπτομέρεια, η οποία εντούτοις εμπεδώνει την εντύπωση ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ διατηρεί μια ιδιόμορφη σχέση με την πραγματικότητα.
Ολα αυτά είναι, πάντως, άκρως δυσάρεστα. Διότι, επί του παρόντος, το ΠΑΣΟΚ είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της κυβέρνησης και, μακροπροθέσμως, η πολιτική ζωή χρειάζεται οπωσδήποτε μια αξιόπιστη και ρεαλιστική έκφραση της Κεντροαριστεράς. Θα σχηματισθεί, ενδεχομένως, με πρόσωπα και υλικά προερχόμενα και από το ΠΑΣΟΚ, αλλά όσα συμβαίνουν δείχνουν ότι δεν μπορεί να είναι το ίδιο το ΠΑΣΟΚ. Η ρήξη μεταξύ Βενιζέλου και Λοβέρδου απλώς επιβεβαιώνει τη σήψη...