Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

Ένα ενδιαφέρον άρθρο για τα προβλήματα της Ιταλικής οικονομίας



Ούτε η Ιταλία έχει χρόνο για χάσιμο...
Της Ζέζας Ζήκου
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_12/12/2012_474061
Οι ισορροπίες χάθηκαν για λίγα λεπτά και φάνηκε η αδυναμία της Γερμανίας όταν η ανακοίνωση του τεχνοκράτη πρωθυπουργού Μάριο Μόντι, πως προτίθεται να παραιτηθεί μόλις ψηφισθεί ο προϋπολογισμός, έκανε τον γύρο του κόσμου.
Σε αυτήν την απρόβλεπτη ευρωπαϊκή κούρσα επιβίωσης δεν λείπουν μόνο οι ηγετικές προσωπικότητες. Λείπουν και οι πολιτικοί που είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν το δύσκολο έργο των μεταρρυθμίσεων. Ολοι το αντιλαμβάνονται ως αναγκαίο κακό μόνο για τους άλλους, από το οποίο οι ίδιοι εξαιρούνται, αλλά ως ένα μέτρο που πλήττει την κοινωνία αδιακρίτως. Ωστόσο, ούτε η ολιγομελής ιταλική κυβέρνηση τεχνοκρατών του Μάριο Μόντι τα κατάφερε. Τα «πακέτα λιτότητας» με περικοπές, αύξηση φορολογίας, συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις, τους έφθειραν γρήγορα.
Και η Ιταλία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει κρίση ρευστότητας στην προσπάθειά της να αναχρηματοδοτήσει το τεράστιο δημόσιο χρέος της. Με εξαίρεση τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, η Ιταλία έχει εκδώσει και έχει πουλήσει στις αγορές τα περισσότερα κρατικά ομόλογα από όλες τις άλλες χώρες, αξίας περίπου 1,6 τρισ. ευρώ. Η εκτίμηση πως η Ευρώπη δεν θα αντέξει μια ιταλική κρίση χρέους, είναι κοινός τόπος. Παραμένει η ανησυχία πως η Ιταλία και η Ισπανία δανείζονται τώρα χρήματα σε επιτόκια, που καθιστούν το χρέος σχεδόν μη βιώσιμο και μπορεί να εξαναγκαστούν σε αυτού του είδους τη slow-motion χρεοκοπία που συνέβη στη χώρα μας. Και οι δύο χώρες μπορούν αληθοφανώς να ισχυριστούν ότι τα χρέη τους είναι βιώσιμα.
Με το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ισπανία και Ιταλία κέρδισαν λίγο χρόνο προκειμένου να σταθεροποιήσουν τα δημόσια οικονομικά τους. Ομως, αν κωλυσιεργήσουν, οι αγορές θα τις ανακαλύψουν. Σε αυτή την περίπτωση θα είναι σχεδόν αδύνατο να καταστρωθεί ένα νέο σχέδιο για τη διάσωση των δύο μεγάλων προβληματικών παιδιών της Ευρωζώνης και μαζί τους για το ίδιο το κοινό νόμισμα.
Το νέο είδος παρέμβασης της ΕΚΤ έχει τρεις σημαντικούς περιορισμούς. Πρώτον, η ΕΚΤ θα αγοράσει τα ομόλογα μιας χώρας μόνον εφόσον η κυβέρνησή της συμφωνήσει σε πρόγραμμα λιτότητας με την Ευρωζώνη και εφαρμόσει «αυστηρά και αποτελεσματικά» τους όρους που αυτό θα περιλαμβάνει. Δεύτερον, η ΕΚΤ θα αγοράσει κυρίως ομόλογα μικρής διάρκειας, ενός έως τριών ετών. Τρίτον, ο Ντράγκι δεν έχει προσδιορίσει τι ζητάει σε αντάλλαγμα, προκειμένου να μειώσει το κόστος δανεισμού της Ρώμης και της Μαδρίτης.
Αν και η ΕΚΤ δεν έχει ζητήσει νέες οικονομικές μεταρρυθμίσεις από Ισπανία και Ιταλία, πιθανότατα θα απαιτήσει από τις κυβερνήσεις τους να αποδεχτούν πιο σαφή χρονοδιαγράμματα για τις αλλαγές που ήδη υποτίθεται ότι εφαρμόζουν. Εν τω μεταξύ, το γεγονός ότι η ΕΚΤ θα αγοράσει μόνο μικρής διάρκειας ομόλογα σημαίνει ότι η Μαδρίτη και η Ρώμη θα πρέπει να βρουν άλλον τρόπο μακροχρόνιας χρηματοδότησης. Αν χάσουν την πρόσβαση στις αγορές, τότε θα πρέπει να διασωθούν από τα ταμεία βοήθειας της Ευρωζώνης. Ομως, ούτε αυτά έχουν επαρκή χρήματα για να διασώσουν και τις δύο χώρες. Επιπλέον, το κόστος δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας παραμένει υψηλό. Η ισπανική και η ιταλική οικονομία βρίσκονται σε ύφεση και το ίδιο θα συμβεί και τον επόμενο χρόνο. Για όλους αυτούς τους λόγους είναι ζωτικής σημασίας να μη χαθεί χρόνος. Η Ιταλία, μια πλούσια χώρα, λογικά θα μπορέσει να αποφύγει τη διάσωση. Για να το επιτύχει όμως θα πρέπει να μειώσει το ύψος του δημόσιου χρέους της μέσω ενός αυστηρού προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και φορολόγησης του πλούτου. Με τις επικείμενες εκλογές και καμία εγγύηση ότι θα προκύψει αποτελεσματική κυβέρνηση, υπάρχει μόνο μια μικρή ευκαιρία. Με το νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων η ΕΚΤ ρισκάρει την αξιοπιστία της. Προς το παρόν, ο Ντράγκι μπορεί να αντιμετωπίσει τη σκληρή κριτική της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, τουλάχιστον για όσο διάστημα έχει την υποστήριξη της Αγκελα Μέρκελ. Αν όμως η Ιταλία και η Ισπανία δεν κινηθούν γρήγορα, τότε τα μάγια της ΕΚΤ θα χαθούν. Αν και αυτό το γιατρικό αποτύχει, τότε θα είναι πολύ δύσκολο να υπάρξει πολιτική θέληση για ένα ακόμη ισχυρότερο.
Tο γεγονός ότι η ΕΚΤ εξαρτά τη βοήθειά της από την πλήρη υπαγωγή των ενδιαφερόμενων χωρών σε Mνημόνιο ενδέχεται να υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα του προγράμματος καθώς «δεν είναι σαφές κατά πόσον η Ισπανία ή η Ιταλία σκοπεύουν να υποβάλουν αίτημα για τέτοια προγράμματα». Πράγματι ο Μάριο Μόντι διεμήνυσε πως η Ιταλία δεν θα δεχθεί νέους όρους ως προϋπόθεση για την αγορά ιταλικών ομολόγων από την ΕΚΤ πέραν των όσων συμφωνήθηκαν.
Τώρα οι αγορές προεξοφλούν ότι η Ιταλία θα βρεθεί στην «κόκκινη γραμμή» να αποκτήσει και αυτή το δικό της επάρατο Μνημόνιο.