(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας, ο Τζέιμς Ροδρίγες ήταν ένας ταλαντούχος παίκτης της Μονακό. Ο Τόνι Κρόος ένας υπερπολύτιμος εργάτης στο ποδοσφαιρικό «εργοστάσιο» της Μπάγερν Μονάχου.
Ο Κλαούντιο Μπράβο ένας καλός τερματοφύλακας του ισπανικού πρωταθλήματος. Μετά την παρουσία τους στα γήπεδα της Βραζιλίας, ο Ροδρίγες «ανάγκασε» τη Ρεάλ Μαδρίτης να δαπανήσει 80 εκατ. ευρώ για να τον αποκτήσει από τη γαλλική ομάδα, ο Κρόος έβγαλε από τα ταμεία της «βασίλισσας» περίπου 25 εκατ. και ο Μπράβο ανταμείφθηκε με μεταγραφή στην Μπαρτσελόνα από τη Ρεάλ Σοσιεδάδ έναντι 12 εκατ. ευρώ.
Ο Κλαούντιο Μπράβο ένας καλός τερματοφύλακας του ισπανικού πρωταθλήματος. Μετά την παρουσία τους στα γήπεδα της Βραζιλίας, ο Ροδρίγες «ανάγκασε» τη Ρεάλ Μαδρίτης να δαπανήσει 80 εκατ. ευρώ για να τον αποκτήσει από τη γαλλική ομάδα, ο Κρόος έβγαλε από τα ταμεία της «βασίλισσας» περίπου 25 εκατ. και ο Μπράβο ανταμείφθηκε με μεταγραφή στην Μπαρτσελόνα από τη Ρεάλ Σοσιεδάδ έναντι 12 εκατ. ευρώ.
Με λίγα λόγια, με αφορμή το Μουντιάλ, τα μεγάλα πορτοφόλια άνοιξαν ξανά στην Ευρώπη. Και παρότι βρισκόμαστε ακόμη στο μέσον του μεταγραφικού παζαριού όλα δείχνουν πως και αυτό το καλοκαίρι στην ποδοσφαιρική αγορά θα πέσουν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ.
Το γεγονός, όμως, έρχεται σε σύγκρουση με ορισμένους κανόνες που επιχειρεί να επιβάλει η UEFA. Το περίφημο και περιβόητο «οικονομικό ευ αγωνίζεσθαι» (Financial Fair Play) μοιάζει με τον μπαμπούλα που είναι κλειδωμένος στην ντουλάπα και κανείς δεν πιστεύει ότι θα βγει. Αλλά ακόμα και όταν βγει δεν τρομάζει κανέναν...
Οι προθέσεις περί αυστηρών ποινών δεν έχουν ιδρώσει το αυτί των ευρωπαϊκών ομάδων. Σε διαφορετική περίπτωση η Παρί Σεν Ζερμέν, που βρίσκεται στο στόχαστρο της UEFA και απειλείται να τιμωρηθεί με πρόστιμο 60 εκατ. ευρώ και περιορισμούς στο ρόστερ της όπως και η Μάντσεστερ Σίτι, μάλλον θα σκεφτόταν περισσότερο να δαπανήσει 80 εκατ. για τον Ανχελ Ντι Μαρία. Αλλωστε, στα πέντε χρόνια που λειτουργεί πιλοτικά το FFP έχουν γίνει οι ακριβότερες μεταγραφές παγκοσμίως όπως αυτή του Μπέιλ στη Ρεάλ που άγγιξε τα 100 εκατ. ευρώ, ή του Σουάρες στην Μπαρτσελόνα με 94 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με το «μνημόνιο» της UEFA, η τιμωρία για όσες ομάδες ξοδεύουν περισσότερα χρήματα από όσα εισπράττουν, θα πρέπει να είναι ο αποκλεισμός από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, όπως συνέβη με τη Μάλαγα για ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 8.450.000 ευρώ στην εφορία της Ισπανίας.
Ο «νόμος» του ισοσκελισμού εσόδων – εξόδων που θέλει να επιβάλει το FFP, μοιάζει να έχει αρκετά παραθυράκια. Μερικά από αυτά, μάλιστα, τα ανοίγει η ίδια η UEFA με τα υπέρογκα ποσά που προσφέρει στις ομάδες που πρωταγωνιστούν στο Τσάμπιονς Λιγκ, σε μία τακτική που κάνει τον πλούσιο πλουσιότερο.
Ακόμα, όμως και ομάδες που δεν έχουν πραγματοποιήσει υπερβάσεις στο Τσάμπιονς Λιγκ μπορούν και καλύπτονται από τα ραντάρ της UEFA, μέσω των χορηγιών «εκ των έσω». Για παράδειγμα η Παρί Σεν Ζερμέν παρουσιάζει χορηγία ύψους 150 εκατ. ευρώ ετησίως από εταιρεία συμφερόντων του ιδιοκτήτη της και, αν, χρειαστεί μπορεί να παρουσιάσει και ακόμη μεγαλύτερη. Για τη συγκεκριμένη «γκρίζα ζώνη» του FFP, η UEFA προσπαθεί να επιβάλει κάποιες δικλίδες ασφαλείας, ορίζοντας κατά περίσταση ένα ποσό που μπορεί να δοθεί ως χορηγία σε κάθε ομάδα, ανάλογα με τις τιμές της αγοράς.
Ακόμη και η Ρεάλ που φαίνεται να ξοδεύει αλόγιστα, μπορεί να υπερηφανεύεται πως ήδη έχει αρχίσει να κάνει απόσβεση των 80 εκατ. που στοίχισε ο Ροδρίγες. Μέσα σε 48 ώρες πουλήθηκαν 345.000 (!) φανέλες του Κολομβιανού, το οποίο μεταφράζεται σε περίπου 30 εκατ. ευρώ έσοδα πριν καν ο βιρτουόζος μέσος αγωνιστεί σε αγώνα της ισπανικής ομάδας. Αλλωστε, η Ρεάλ που παρουσιάζει ετήσια έσοδα περίπου 500 εκατ. ευρώ, μάλλον μπορεί να δικαιολογήσει τα πάντα. Με παρόμοια τακτική δεν είχε κανένα πρόβλημα και η Μπαρτσελόνα να... ρισκάρει περίπου 90 εκατ. για τον Σουάρες.
Αυτό που, μάλλον, θα έπρεπε να προβληματίσει περισσότερο την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία είναι το πώς σύλλογοι όπως η Ρεάλ, η Μπαρτσελόνα ή η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μπορούν και συμπεριφέρονται τόσο γαλαντόμα στο μεταγραφικό παζάρι και ταυτόχρονα εμφανίζονται χρεωμένοι μέχρι τον λαιμό. Πριν από περίπου δύο χρόνια στην ισπανική Βουλή είχε γίνει ερώτηση για τα χρέη των συλλόγων προς το κράτος, τα οποία συνολικά έφταναν τα 3,5 δισ. ευρώ. Εφορία, τράπεζες, ασφαλιστικά Ταμεία φαίνεται πως δεν άγγιζαν τις ποδοσφαιρικές ομάδες. Παρόμοια κατάσταση έχει περιγραφεί και στη Γιουνάιτεντ λόγω κακών χειρισμών της ιδιοκτήτριας οικογένειας Γκλέιζερ.
Το FFP παρουσιάστηκε ως μία πρωτοπόρος ιδέα που θα έβαζε όρια στο ταχέως εξελισσόμενο και αχανές πεδίο του ποδοσφαίρου. Φαίνεται, όμως, πως ο νόμος του ισχυρού είναι και σε αυτήν την περίπτωση ισχυρότερος από κάθε άλλον.
Στα ίδια βήματα και το μπάσκετ
Το οικονομικό fair play παρότι δεν έχει κάνει ακόμα αισθητό το αποτύπωμά του στα ποδοσφαιρικά γήπεδα, απλώνει τα... δίχτυα του και στον χώρο του μπάσκετ.
Σε πρόσφατο συνέδριο της Ευρωλίγκας στη Βαρκελώνη συζητήθηκε εκτενώς το ενδεχόμενο της εξισορρόπησης εσόδων - εξόδων από την περίοδο 2015-16, ωστόσο, τα πρώτα δείγματα είναι αρνητικά. Παρότι υπάρχει η καλή θέληση από όλους (και από τις ελληνικές ομάδες), τα ελάχιστα έσοδα που προσφέρει η Ευρωλίγκα στους συλλόγους, καθιστούν σχεδόν αδύνατο να εφαρμοστεί το «FFP». Τα ποσά που λαμβάνει κάθε σύλλογος από χορηγίες, τηλεοπτικά, μπόνους κ.λπ. είναι ασυγκρίτως μικρότερα από ό,τι στο ποδόσφαιρο. Για παράδειγμα μία ομάδα που θα συμμετάσχει στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ θα λάβει περισσότερα από 20 εκατ. ευρώ, ενώ το μπόνους κατάκτησης της Ευρωλίγκας στο μπάσκετ είναι περίπου 250.000 ευρώ. Με τόσο χαμηλά έσοδα είναι σχεδόν βέβαιο ότι μία ομάδα που θέλει να πρωταγωνιστήσει θα αναγκαστεί να κάνει υπέρβαση στον προϋπολογισμό της. Οι ιδιοκτήτες του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού κάθε χρόνο χάνουν εκατομμύρια ευρώ, ενώ το ίδιο συμβαίνει και στις ομάδες π.χ. της Ρωσίας και της Τουρκίας. Μικρότερο άνοιγμα παρουσιάζουν οι ισπανικές ομάδες, οι οποίες λόγω του εξελιγμένου πρωταθλήματός τους (ACB), περιορίζουν την «τρύπα» από πιο ακριβά τηλεοπτικά συμβόλαια, εισιτήρια διαρκείας και χορηγίες.
Το σχέδιο περιλαμβάνει ένα μοντέλο με ανόδους και υποβιβασμούς των συλλόγων και περιορισμούς στα συμβόλαια των παικτών. Θα προβλέπεται ένα ελάχιστο μέγεθος για το μπάτζετ κάθε ομάδας που θα συμμετέχει στη διοργάνωση, θα οριστεί ένα μέγιστο ποσοστό ζημιών στην τριετή χρήση κάθε ομάδας και θα τεθεί μέγιστο όριο στις δαπάνες για αμοιβές παικτών.
Αφορμή για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου στάθηκε και η περίπτωση της ιταλικής Σιένα, η οποία μόλις έμεινε «γυμνή» από χορηγούς βρέθηκε αντιμέτωπη με τη χρεοκοπία, την οποία δεν απέφυγε.
Για το πρεστίζ της Ευρωλίγκας αυτό ήταν ένα ισχυρό πλήγμα, αφού ο εκτελεστικός της διευθυντής, Τζόρντι Μπερτομέου, είδε πως οι περισσότεροι σύλλογοι είναι άμεσα εξαρτώμενοι από τις διαθέσεις ιδιοκτητών και χορηγών. Μία νέα... Σιένα στο άμεσο μέλλον θα μπορούσε να τραντάξει συθέμελα το οικοδόμημα της πιο εμβληματικής ευρωπαϊκής λίγκας.
Οπως στο ποδόσφαιρο, έτσι και στο μπάσκετ η ιδέα είναι απλή αλλά δύσκολα εφαρμόσιμη. Ενας επαγγελματικός σύλλογος καλείται «να ζει» από τα έσοδά του, χωρίς να χρεώνει ή να χρεώνεται σε κανέναν. Η περίοδος της οικονομικής ύφεσης κρίθηκε ως καταλληλότερη για ένα τέτοιου είδους εγχείρημα και στον αθλητισμό, ωστόσο, από ό,τι φαίνεται στην πράξη είναι πολύ δύσκολο για μία ομάδα να «μαζέψει» το οικονομικό της άνοιγμα σε καιρούς που τα έσοδα μειώνονται χρόνο με τον χρόνο.