Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Ανάλυση του Foreign Affairs ότι η Λιβύη βρίσκεται στα άκρα


Η Λιβύη στα άκρα
Πώς να τερματιστεί η σύγκρουση
Jason Pack
(Πηγή:  http://foreignaffairs.gr/)
Η Τρίπολη καίγεται. Οι δύο μεγαλύτερες πολιτοφυλακές τής Δυτικής Λιβύης – οι ισλαμιστές μαχητές από την παραθαλάσσια πόλη Μισράτα και οι αντι-ισλαμιστές από την δυτική πόλη Ζιντάν – βρίσκονται αντιμέτωπες για πρώτη φορά από τότε που συνεργάστηκαν για να εκδιώξουν τον Μουαμάρ αλ-Καντάφι πριν από τρία χρόνια.
Ο λιβυκός στρατός δεν φαίνεται πουθενά, ενώ ο πρωθυπουργός τής χώρας, Abdullah al-Thinni, έχει κάνει ελάχιστα περισσότερα από το να ικετεύει για «εκπαιδευτές» των Ηνωμένων Εθνών, προφανώς μια άλλη ορολογία για ειρηνευτικές δυνάμεις. Σε αντίποινα, οι ισλαμιστές μαχητές έχουν ματαιώσει τις προσπάθειές του να εγκαταλείψει την Τρίπολη.
Αυτό που ξεκίνησε πριν από δύο εβδομάδες ως τοπικές συγκρούσεις μεταξύ κακοποιών ταξιαρχιών για τον έλεγχο του διεθνούς αεροδρομίου τής Τρίπολης μεταλλάχθηκε γρήγορα σε μια ολομέτωπη μάχη για τον έλεγχο του συνόλου τής πρωτεύουσας. Από τότε, η βία έχει διαχυθεί προς τα έξω, θέτοντας τις βάσεις για μια αναμέτρηση σε εθνικό επίπεδο μεταξύ των αντι-ισλαμιστικών και των ισλαμιστικών συνασπισμών. Η Βεγγάζη τώρα υποφέρει την χειρότερη βία˙ Οι τζιχαντιστές εκεί ανακαλούν ώριμους μαχητές από την Συρία, ενώ ο αντι-ισλαμιστής παραστρατιωτικός διοικητής Khalifa Haftar συσπειρώνει τους διάφορους συμμάχους του για να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Εν τω μεταξύ, πίσω από κλειστές πόρτες, οι Δυτικοί αξιωματούχοι αρχίζουν να εξετάζουν μια περιορισμένη στρατιωτική επέμβαση.
Λιγότερο από ένα μήνα πριν, τα πράγματα έδειχναν καλά. Τον Ιούνιο, η χώρα εξέλεξε μια αντι-ισλαμιστική πλειοψηφία στη νέα Βουλή των Αντιπροσώπων τής χώρας - ένα σώμα που φαινόταν πιθανό να αποφύγει την δυσλειτουργική πολιτική των άκρων που χαρακτήριζε το προκάτοχό του, το Γενικό Εθνικό Κογκρέσο. Στην ανατολική Λιβύη, ο αντι-ισλαμιστικός συνασπισμός Haftar είχε αρχίσει να πραγματοποιεί σημαντικά κέρδη. Η παραγωγή πετρελαίου ήταν έτοιμη να αυξηθεί, καθώς το λεγόμενο κίνημα των Ομοσπονδιακών - το οποίο είχε μπλοκάρει τα βασικά λιμάνια εξαγωγής πετρελαίου και απαιτούσε περιφερειακή αυτονομία στο ανατολικό τμήμα τής χώρας - παρέδωσε τον έλεγχο των κύριων τερματικών σταθμών πετρελαίου χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός . Όλες αυτές οι εξελίξεις έγειραν την ισορροπία δυνάμεων προς την κεντρική κυβέρνηση και μακριά από τους ισλαμιστές. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι μισρατινές και οι ισλαμιστικές πολιτοφυλακές επέλεξαν να δράσουν ως διαλύτες.
Ο κορυφαίος στόχος τους ήταν το Διεθνές Αεροδρόμιο της Τρίπολης, το οποίο οι ζιντανινές ταξιαρχίες ήλεγχαν από την πτώση τού Καντάφι το 2011 και το είχαν μετατρέψει σε ένα κομβικό σημείο για το προσοδοφόρο δίκτυο λαθρεμπορίας τους. Παρά το γεγονός ότι οι διακινητές συνήθως ασχολούνταν με το λαθραίο επιδοτούμενο πετρέλαιο και τα παράνομα ναρκωτικά από την ξηρά, μετέφεραν τα πιο προσοδοφόρα εμπορεύματα - χρυσό, σκληρό συνάλλαγμα και πρώην πιστούς τού Καντάφι - από αέρος.
«Όλοι γνωρίζουν ότι τα κύρια σύνορα στα δυτικά ελέγχονται από ζιντανινούς - το λαθρεμπόριο δεν χρειάζεται καν να είναι κρυμμένο, καθώς οι ζιντανινοί ελέγχουν επίσης όλα τα σχετικά Υπουργεία», μου είπε την περασμένη εβδομάδα ένας πλούσιος λαθρέμπορος, ο οποίος επιχειρεί έξω από τα νότια σύνορα της Λιβύης. Οι μισρατινοί έχουν κουραστεί από αυτή την κατάσταση. Είναι πολύ περισσότεροι από τους ζιντανινούς και έχουν επιδιώξει από καιρό να σφετεριστούν τον έλεγχο της μαύρης αγοράς. Μετά την κακή εμφάνιση των ισλαμιστών συμμάχων τους στις βουλευτικές εκλογές, οι μισρατινοί απαίτησαν από τους ζιντανινούς να παραδώσουν το αεροδρόμιο˙ Σε αντάλλαγμα, προσφέρθηκαν να αναγνωρίσουν το αποτέλεσμα των εκλογών.
Στις 12 Ιουλίου, οι δύο ομάδες έκαναν μια συμφωνία για μια ειρηνική παράδοση του αεροδρομίου σε ένα ουδέτερο σώμα. Ωστόσο, το επόμενο πρωί, ο Salahuddin Badi, ένας ηγέτης πολιτοφυλακής από την Μισράτα και μέλος τού Κογκρέσου, παραβίασε την συμφωνία, επιδιώκοντας να ξαναπάρει το αεροδρόμιο της Τρίπολης με την βία. Σύμφωνα με τον Mohamed Eljarh, έναν συνεργάτη τού Κέντρου Ραφίκ Χαρίρι, «ο Badi ήλπιζε να επωφεληθεί από το κενό ηγεσίας στην τοπική πολιτική τής Μισράτα για να εδραιώσει τον εαυτό του ως ηγέτη τής φιλοπόλεμης παράταξης». Προφανώς, ήλπιζε επίσης να πλουτίσει. Και παρ’ όλο που απέτυχε στρατιωτικά, κατάφερε να σύρει τις μεγαλύτερες πολιτοφυλακές τής Μισράτα, την Central Libya Shield Force και το Libyan Revolutionaries Operations Room, στο χάος. Μέχρι στιγμής, οι καλύτερα οργανωμένοι ζιντανινοί κράτησαν τις θέσεις τους. Εκείνοι από την Μισράτα, ωστόσο, ανασυντάσσονται.
Το μεγαλύτερο μέρος τής μάχης έχει περιοριστεί στο αεροδρόμιο και τους κύριους δρόμους πρόσβασης σε αυτό. Αν οι μισρατινοί κατακτήσουν αυτά τα στοιχεία, θα είναι σε θέση να ελέγχουν την Τρίπολη. Ο εναγκαλισμός τού λεγόμενου δρόμου τού αεροδρομίου από τους ζιντανινούς, επιτρέπει σήμερα στις ταξιαρχίες τους να ταξιδεύουν από τις βάσεις τους στο βουνό ως το κέντρο τής Τρίπολης, χωρίς να χρειάζεται να περάσουν μέσα από σημεία ελέγχου των μισρατινών. Χάνοντας τον έλεγχο αυτής της διαδρομής θα σταματήσει για τους ζιντανινούς η απρόσκοπτη πρόσβαση στην κεντρική Τρίπολη, αναγκάζοντάς τους να υποχωρήσουν στις απομακρυσμένες βάσεις τους στο βουνό. Οι μισρατινοί και οι ισλαμιστές θα μπορούσαν στην συνέχεια να κυριαρχήσουν στην Τρίπολη και να αναλάβουν κρίσιμα κυβερνητικά Υπουργεία που βρίσκονται σήμερα υπό τον έλεγχο των ζιντανινών. Η κυβέρνηση al -Thinni πιθανότατα θα καταρρεύσει ή θα αναζητήσει καταφύγιο στην ανατολική Λιβύη.
Ωστόσο, ένα τέτοιο αποτέλεσμα φαίνεται ακόμη μακρινό, καθώς καμιά πλευρά δεν φαίνεται αρκετά ισχυρή για να πετύχει μια αποφασιστική νίκη. Και όσο περισσότερο τραβά σε μάκρος ο πόλεμος, τόσο μεγαλύτερες θα είναι οι παράπλευρες απώλειες. Το αεροδρόμιο της Τρίπολης έχει ήδη υποστεί καταστροφή αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων και δεν θα είναι λειτουργικό στο εγγύς μέλλον. Αυτό ταιριάζει στους μισρατινούς μια χαρά, καθώς οι σύμμαχες ισλαμιστικές ταξιαρχίες έχουν καταλάβει δύο άλλα επιχειρησιακά αεροδρόμια της δυτικής Λιβύης – το Misrata International και το Maitiga, μια πρώην αεροπορική βάση των ΗΠΑ.
Αυτό που θα μπορούσε να φαίνεται ότι είναι μια ιδεολογική πάλη, λοιπόν, είναι σε μεγάλο βαθμό ένας οικονομικός ανταγωνισμός μεταξύ δύο αντίπαλων εγκληματικών δικτύων. Οι πολιτικές επιπτώσεις είναι τα υποπροϊόντα αυτής της μάχης. Σύμφωνα με τον Hassan, έναν γραφειοκράτης και κάτοικο της Τρίπολη στον οποίο μίλησα πρόσφατα, «τόσο οι ζιντανινοί όσο και οι μισρατινοί αποτελούν μια παράνομη παρουσία στην πόλη. Ο λαός απλά ήθελε να απολαύσει το Ραμαζάνι οικογενειακά. Αυτή η τρέχουσα σύγκρουση γίνεται για τον πλούτο και την εξουσία - τίποτα περισσότερο. Δεν έχει κανένα πραγματικό ιδεολογικό πλαίσιο, και οι μόνοι άνθρωποι που διαλέγουν πλευρά είναι εκείνοι που θα επωφεληθούν οικονομικά από την επιτυχία μιας από τις δύο ομάδες».
Στην Λιβύη, όπως και σε πολλά άλλα μέρη τού κόσμου, ο πλούτος τού πετρελαίου καθοδηγεί τις συγκρούσεις. Και με τόσα πολλά χρήματα να παίζονται τριγύρω, δεν υπάρχουν καλοί και κακοί - όχι όπως οι διεφθαρμένοι πολιτικοί και οι καθαροί πολιτικοί. Οι αντι-ισλαμιστικές ομάδες είναι εξίσου εμπλεγμένες στην παράνομη διακίνηση όπως και οι ισλαμιστικές ομάδες. Και οι ζιντανινοί έχουν χτυπήσει τόσες πολλές γειτονιές αμάχων όσες και οι μισρατινοί.
Λόγω της πολύπλοκης πραγματικότητας, θα είναι δύσκολο για κάθε είδους ξένη παρέμβαση να αποφύγει να φανεί ότι βοηθά το ένα μπλοκ να αποκτήσει το πάνω χέρι από το άλλο. Όμως, δεδομένου ότι η Λιβύη αντιμετωπίζει την προοπτική τής πλήρους κατάρρευσης του κράτους και έναν πλήρους κλίμακας πόλεμο πολιτοφυλακών - και ότι σε αντίθεση με το 2011, οι περισσότεροι Λίβυοι δεν υποστηρίζουν πλήρως ένα μόνο στρατόπεδο – οι ξένες δυνάμεις πρέπει να φροντίσουν ώστε να παρουσιάσουν τον εαυτό τους ως αμερόληπτο διαμεσολαβητή.
Ο ειδικός απεσταλμένος τού Ηνωμένου Βασιλείου στην Λιβύη, Τζόναθαν Πάουελ, πρώην συνεργάτης τού Βρετανού πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, θα πρέπει να συνεργαστεί με τα Ηνωμένα Έθνη να αναλάβουν ηγετικό ρόλο στον συντονισμό τής διεθνούς αντίδρασης. Παρά το γεγονός ότι πολλοί από τους βασικούς παίκτες έχουν ορίσει απεσταλμένους, μόνο αυτός από το Λονδίνο είναι ένας επαγγελματίας διαμεσολαβητής με την απαιτούμενη πολιτική υποστήριξη για να διευκολύνει ένα μεγάλο παζάρι μεταξύ των ανταγωνιστικών παρατάξεων της χώρας. Η Λιβύη παραμένει ένα κορυφαίο θέμα εξωτερικής πολιτικής για τον Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον, και η ανοιχτή πολιτική τού Ηνωμένου Βασιλείου να μιλά με τους Ομοσπονδιακούς, τους ισλαμιστές και τους αντι-ισλαμιστές, του δίνει την απαιτούμενη αξιοπιστία για να υπηρετήσει ως ουδέτερος μεσολαβητής.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αντιθέτως, ήταν πολύ κοντά στην αντι-ισλαμιστική παράταξη και εξακολουθούν να παρεμποδίζονται από τις εγχώριες πολιτικές ανησυχίες, ιδιαίτερα τον πολιτικό καυγά γύρω από την τρομοκρατική επίθεση στην ειδική αποστολή των ΗΠΑ στην Βεγγάζη το 2012. Το περασμένο Σάββατο, η Ουάσιγκτον εξετέλεσε μια επαίσχυντη εκκένωση του προσωπικού τής πρεσβείας της στην Τρίπολη, σε «στυλ Saigon», χαρίζοντας μια σαφή νίκη στους τζιχαντιστές τής Λιβύης. Η πιο αποφασιστική Βρετανία απέσυρε μόνο το ασήμαντο προσωπικό, και παρά μια επίθεση στην αποσυρόμενη φάλαγγα οχημάτων, παραμένει αποφασισμένη να διατηρήσει την παρουσία της εκεί. Το Λονδίνο έχει γίνει έτσι «τα μάτια και τα αυτιά» τής Ουάσιγκτον στην Λιβύη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να στηρίξουν τις προσπάθειες διαμεσολάβησης των Βρετανών κατά 100%.
Τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν κρίσιμο ρόλο να διαδραματίσουν για να δοθεί τέλος στην βία. Στο εγγύς μέλλον, θα πρέπει να συνδυάζουν την διπλωματική επιρροή τους για να εστιαστεί η διεθνή προσοχή στην σωτηρία τής χώρας, διοργανώνοντας μια διεθνή σύνοδο κορυφής που θα περιλαμβάνει όλους τους βασικούς ηγέτες των πολιτοφυλακών και των πολιτικών φατριών τής Λιβύης. Οι εγχώριες λυβικές προσπάθειες για την επίτευξη ειρήνης, είτε μέσω των πρεσβύτερων των φυλών είτε των τοπικών συμβουλίων, απέτυχαν να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ των αντιπάλων. Μια συντονισμένη διεθνής προσπάθεια διαμεσολάβησης - παρόμοια με την ειρηνευτική διαδικασία στην Βόρεια Ιρλανδία κατά την διάρκεια της δεκαετίας τού 1990 - αποτελεί, συνεπώς, την καλύτερη ελπίδα τής Λιβύης. Μια τέτοια διαπραγμάτευση θεωρητικά θα μπορούσε να επωφεληθεί από τις ειρηνευτικές δυνάμεις τού ΟΗΕ για να επιβάλουν μια κατάπαυση του πυρός μεταξύ των ζιντανινών και των μισρατινών. Αλλά για να πετύχει κάθε μεγάλο παζάρι, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις βασικές κινητήριες δυνάμεις τής σύγκρουσης στο εσωτερικό τής Λιβύης, όχι απλώς να επιβληθεί μια νέα πολιτική τάξη από το εξωτερικό.
Καμιά φατρία δεν μπορεί να επιτύχει τη νίκη στην Λιβύη. Το να στηριχθεί τυφλά η αντι-ισλαμική πλευρά και να χαθεί η επαφή με τις εξελίξεις στην χώρα θα ήταν ένα κολοσσιαίο λάθος - κάτι που τα πρόσφατα γεγονότα στην Αίγυπτο και το Ιράκ έχουν καταστήσει απολύτως σαφές.

* Ο JASON PACK είναι πρόεδρος του Libya-Analysis.com και συν-συγγραφέας τού βιβλίου με τίτλο Libya’s Faustian Bargains: Breaking the Appeasement Cycle.


Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.