Δεσμώτες του ιλίγγου
Τάκης Θεοδωρόπουλος
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Ιστορικός δεν είμαι, αλλά ορισμένα επεισόδια της Ιστορίας με έχουν σημαδέψει. Οπως αυτό που μου αφηγήθηκε φίλος για τον Πόλεμο του ’97 και τον τρόπο με τον οποίον διαχειρίσθηκαν τότε τη στάση των συμμάχων οι εφημερίδες της Αθήνας.
Σε όλη τη διάρκεια των εχθροπραξιών κατήγγελλαν τις Μεγάλες Δυνάμεις πως για μια ακόμη φορά εγκαταλείπουν την πτωχή Ελλάδα στις τύχες της - κοινώς στον εαυτό της, στους ηγέτες της, στις δυνάμεις της, τις οποίες ενώ όλοι επιθυμούμε ανεξάρτητες, αυτόνομες και αυτόφωτες, κανείς μας δεν τους έχει εμπιστοσύνη. Η κατάσταση αυτή συνεχίσθηκε στα πρωτοσέλιδα ώς την τελευταία ημέρα του πολέμου, Μεγάλη Παρασκευή ήταν αν δεν κάνω λάθος, όταν αποφασίσθηκε πως έπρεπε επειγόντως να γίνει ανακωχή διότι κινδυνεύαμε τα οθωμανικά στρατεύματα να μας πάρουν τη Λαμία. Τότε η διάθεση άλλαξε άρδην και τα πρωτοσέλιδα άλλαξαν γλώσσα: «Η Ελλάς με το βλέμμα στραμμένο προς την Χριστιανικήν Δύσιν» - δεν θυμάμαι ποια εφημερίδα ήταν. Το θέμα πάντως είναι πως η Δύση από εχθρική είχε γίνει χριστιανική. Κάθε ομοιότητα με το παρόν σίγουρα δεν οφείλεται σε σύμπτωση. Δεν ξέρω αν η Ιστορία επαναλαμβάνεται, ενίοτε ναι, ενίοτε όχι, εκείνο που είναι βέβαιο είναι ότι ο τρόπος με τον οποίον την αντιμετωπίζουμε δεν αλλάζει με τίποτε.
Σε όλη τη διάρκεια των εχθροπραξιών κατήγγελλαν τις Μεγάλες Δυνάμεις πως για μια ακόμη φορά εγκαταλείπουν την πτωχή Ελλάδα στις τύχες της - κοινώς στον εαυτό της, στους ηγέτες της, στις δυνάμεις της, τις οποίες ενώ όλοι επιθυμούμε ανεξάρτητες, αυτόνομες και αυτόφωτες, κανείς μας δεν τους έχει εμπιστοσύνη. Η κατάσταση αυτή συνεχίσθηκε στα πρωτοσέλιδα ώς την τελευταία ημέρα του πολέμου, Μεγάλη Παρασκευή ήταν αν δεν κάνω λάθος, όταν αποφασίσθηκε πως έπρεπε επειγόντως να γίνει ανακωχή διότι κινδυνεύαμε τα οθωμανικά στρατεύματα να μας πάρουν τη Λαμία. Τότε η διάθεση άλλαξε άρδην και τα πρωτοσέλιδα άλλαξαν γλώσσα: «Η Ελλάς με το βλέμμα στραμμένο προς την Χριστιανικήν Δύσιν» - δεν θυμάμαι ποια εφημερίδα ήταν. Το θέμα πάντως είναι πως η Δύση από εχθρική είχε γίνει χριστιανική. Κάθε ομοιότητα με το παρόν σίγουρα δεν οφείλεται σε σύμπτωση. Δεν ξέρω αν η Ιστορία επαναλαμβάνεται, ενίοτε ναι, ενίοτε όχι, εκείνο που είναι βέβαιο είναι ότι ο τρόπος με τον οποίον την αντιμετωπίζουμε δεν αλλάζει με τίποτε.
Η στάση της συλλογικής μας συνείδησης θυμίζει άνθρωπο που πάσχει από ακροφοβία. Θυμάστε την περίφημη ταινία του Χίτσκοκ με τον Τζέιμς Στιούαρτ και την Κιμ Νοβάκ, το Vertigo, «Δεσμώτης του Ιλίγγου» κατά την επιτυχέστατη ελληνική απόδοση. Πάσχει από τον φόβο του κενού, όμως για τους ίδιους λόγους που το φοβάται έλκεται απ’ αυτό. Και μη γελιόμαστε: το κενό για την ελληνική περίπτωση είναι το χάσμα που μας χωρίζει από την υπόλοιπη Ευρώπη. Και μη μου πείτε ότι η υπόλοιπη Ευρώπη δεν υπάρχει διότι δεν θα συμφωνήσω μαζί σας. Υπάρχει και σε πείσμα των αντιφάσεών της και των εσωτερικών της συγκρούσεών της. Μην ξεχνάμε ότι η ιδέα της ενοποίησής της προέκυψε μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους με εκατομμύρια θύματα. Παρ’ όλα αυτά προέκυψε, γεγονός που σημαίνει ότι οι συνεκτικές δυνάμεις ήταν ισχυρότερες από τις συγκρούσεις. Εμείς, στο περιθώριό της, αλλά από γεννήσεως του σύγχρονου ελληνικού κράτους μέσα στην περίμετρό της, από τη μια φοβόμαστε το κενό που μας χωρίζει απ’ αυτήν, από την άλλη μας έλκει. Η καχυποψία και η συμπλεγματική εχθρότητα που μας προκαλεί η Δύση είναι ο πάγιος πυλώνας κάθε λαϊκισμού, δεξιού, αριστερού, αριστεροδεξιού.
Τι γίνεται λοιπόν όταν μια ολόκληρη κοινωνία συμπεριφέρεται σαν μαγεμένη από το κενό, κοινώς γοητευμένη από την ίδια την ιδέα της καταστροφής της; Το πρώτο που μπορούμε να κάνουμε είναι να συμφωνήσουμε, ή εν πάση περιπτώσει, να αναλογιστούμε πως το κενό και η καταστροφή δεν είναι υπόθεση μιας στιγμής ή μιας ημέρας. Δεν είναι σεισμός, ούτε έκρηξη ηφαιστείου. Είναι μια αργή, μακρόσυρτη διαδικασία, ένας καρκίνος ο οποίος δουλεύει εδώ και χρόνια μέσα στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας, έχει εγκατασταθεί, έχει δημιουργήσει τις μεταστάσεις του και απλώς κάποια στιγμή τα συμπτώματα θα επιδεινωθούν ώσπου να εξαντλήσει την ζωή. Είναι μια κατηγορία πολιτικώς σκεπτόμενων συμπολιτών μας οι οποίοι, αν και δεν πιστεύουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα λύσει κανένα από τα προβλήματα που υπάρχουν, επιθυμούν να αναλάβει τη διαχείρισή τους για να αποδειχθεί επιτέλους η ανικανότητά του και να τελειώνουμε με τις ψευδαισθήσεις: να φτάσουν οι σχέσεις μας με την υπόλοιπη Ευρώπη στο ναδίρ και να δούμε τι θα γίνει, κοινώς να αποδεχθούμε τον ρόλο του πειραματόζωου. Υπάρχουν βέβαια και οι άλλοι, οι αμετανόητοι λυρικοί της Αριστεράς, οι οποίοι ονειρεύονται μια σοσιαλιστική Ελλάδα, κάτι σαν τη Βενεζουέλα της Μεσογείου, παραγνωρίζοντας, μάλλον λόγω ελλιπούς παιδείας πως η Ελλάδα όσο υπάρχει, και από την ημέρα που είδε το φως του σύγχρονου κόσμου ως κράτος είναι δεμένη με τη μοίρα της υπόλοιπης Ευρώπης - για καλό και για κακό. Αυτοί όμως δεν αποτελούν πρόβλημα, διότι μ’ αυτούς ούτως ή άλλως δεν μπορείς να συνομιλήσεις.
Αν καταφέρουμε να πέσουμε επιτέλους στο κενό, αυτό δεν θα γίνει εξαιτίας των αλλοπρόσαλλων μαθητευόμενων μάγων της Αριστεράς. Αυτοί απλώς θα ολοκληρώσουν μια πολιτική την οποία προσπάθησαν να εφαρμόσουν οι μαθητευόμενοι μάγοι των παρ’ ημίν φιλοευρωπαϊκών πολιτικών δυνάμεων, των δυνάμεων του κέντρου, δεξιάς και αριστεράς, της συγκυβέρνησης Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ που προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ασκήσουν μια πολιτική την οποία βάφτισαν ευρωπαϊκή, ήταν όμως δέσμια της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Ποια είναι η ελληνική ιδιαιτερότητα; Μπορεί αυτά τα χρόνια να σώσαμε το ευρώ, εκπαίδευση όμως δεν φτιάξαμε, την ανάπηρη διοίκηση την αποτελειώσαμε, τα πανεπιστήμια τα γεμίσαμε απορρίμματα, όλοι δηλώνουν εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη γιατί κανείς δεν την εμπιστεύεται και τρεις μέρες πριν προκηρυχθούν εκλογές κατατίθενται 150 τροπολογίες στη Βουλή εκ των οποίων οι περισσότερες είναι φωτογραφικές.
Στα όρια του δυτικού κόσμου με μια περιοχή του κόσμου που σπαράσσεται από τη βαρβαρότητα της τζιχάντ, ενός δολοφονικού Ισλάμ το οποίο μισεί τη δημοκρατία και ό,τι αυτή συνεπάγεται, η Ελλάδα οφείλει να θυμάται πως οι αξίες της δημοκρατίας δεν είναι δεδομένες. Οι συμμορίες της λίθινης εποχής, οι ροπαλοφόροι βάρβαροι της Χρυσής Αυγής ζουν ανάμεσά μας.