Πόλεμος μηχανών αναζήτησης
ΚΩΣΤΑΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Είναι οι «πύλες εισόδου» στο Διαδίκτυο για εκατομμύρια χρήστες σε όλο τον κόσμο, αλλά και μία από τις κυριότερες οικονομικές δραστηριότητες για τους ιντερνετικούς κολοσσούς που τις έχουν αναπτύξει ή τις διαχειρίζονται.
Ο λόγος για τις μηχανές αναζήτησης, στις οποίες καταφεύγει κανείς για να βρει συγκεκριμένες πληροφορίες μέσα στον αχανή όγκο δεδομένων του παγκόσμιου ιστού, απλώς πληκτρολογώντας τις κατάλληλες «λέξεις-κλειδιά». Λέξεις που, από την άλλη πλευρά, οι διαχειριστές του «ψαχτηριού» δημοπρατούν σε όσες επιχειρήσεις θέλουν να διαφημίσουν συναφή προϊόντα, ώστε οι καταχωρίσεις τους να εμφανιστούν δίπλα από τα αποτελέσματα της αναζήτησης.
Αυτές οι διαφημιστικές καμπάνιες «μεταφράζονται» σε κέρδη δισεκατομμυρίων για τις τρεις εταιρείες που οι υπηρεσίες τους έχουν τα μεγαλύτερα ποσοστά χρήσης παγκοσμίως – την Google, τη Microsoft και τη Yahoo, με την τελευταία να χρησιμοποιεί γι’ αυτό τον σκοπό το «ψαχτήρι» Bing της Microsoft. Ετσι, με δεδομένο πως για παράδειγμα η Yahoo είχε φέτος έσοδα 428 εκατ. δολάρια μόνο μέσα σε ένα τρίμηνο, και πιο συγκεκριμένα από τον Απρίλιο μέχρι και τον Ιούνιο, είναι φυσικό ο «πόλεμος» των μηχανών αναζήτησης να συνεχίζεται αμείωτος, με στόχο ακόμη μεγαλύτερα μερίδια αγοράς.
Σε αυτό τον «πόλεμο», ένα από τα όπλα είναι οι αναβαθμίσεις των «ψαχτηριών», με την προσθήκη λειτουργιών που τα κάνουν ολοένα πιο εύχρηστα. Ετσι, η Google εκσυγχρόνισε την εφαρμογή αναζήτησης που έχει αναπτύξει για τα iPhone και iPad, διευκολύνοντας την πρόσβαση στο ιστορικό των αναζητήσεων και ενσωματώνοντας σε αυτή τους χάρτες, ώστε να μπορεί κανείς να βρει οδηγίες για τον προορισμό του, χωρίς να χρειάζεται να «ανοίξει» την application που αντιστοιχεί σε αυτή την υπηρεσία. Παράλληλα, επιτάχυνε την εμφάνιση της επιθυμητής ιστοσελίδας για όσους κάνουν αναζητήσεις από το πρόγραμμα περιήγησης Chrome για κινητά Android, ελαχιστοποιώντας τον χρόνο που χρειάζεται αυτή να προβληθεί από τη στιγμή που θα την επιλέξει o χρήστης.
Από την άλλη πλευρά, η Microsoft προχώρησε σε αλλαγές στη web έκδοση του Bing, ώστε μια σειρά από πληροφορίες να είναι πιο εύκολα προσβάσιμες από τους χρήστες. Τέτοιες πληροφορίες αφορούν τηλεφωνικούς αριθμούς, ώρες λειτουργίας καταστημάτων και οδηγίες πλοήγησης, οι οποίες εμφανίζονται με τη μορφή καρτών στο πάνω μέρος των λίστας αποτελεσμάτων, για να είναι άμεσα ορατές. Θυμίζοντας τις αντίστοιχες κάρτες που χρησιμοποιεί και η Google, ο συγκεκριμένος τρόπος προβολής χρησιμοποιείται τόσο στις αναζητήσεις από υπολογιστές όσο και από φορητές συσκευές. Επιπλέον, η Microsoft ενσωμάτωσε στο Bing το «Pulse 2.0», ένα εξελιγμένο εργαλείο ιντερνετικών δημοσκοπήσεων, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει οποιοσδήποτε ιδιώτης ή εταιρεία (π.χ. τηλεοπτικός σταθμός) θέλει να πραγματοποιήσει μια online σφυγμομέτρηση για κάποιο θέμα.
Πάντως, και μόνο αν λάβει κανείς υπόψη τα PC, οι Microsoft και Yahοo έχουν παγκόσμιο μερίδιο 10,81% και 3,52% αντίστοιχα, σύμφωνα με την εταιρεία αναλύσεων Netmarketshare. Κάτι που σημαίνει πως πρέπει να καλύψουν αρκετό δρόμο για να πλησιάσουν το 54%, που αντιστοιχεί στο «ψαχτήρι» της Google. Γι’ αυτό και η στρατηγική της Microsoft περιλαμβάνει επίσης τη χρήση των υπόλοιπων δημοφιλών προϊόντων της, για να προωθήσει τη μηχανή αναζήτησης. Αυτό ξεκίνησε με την κυκλοφορία μιας φθηνότερης παραλλαγής των Windows για κατασκευαστές PC και tablet, των «Windows 8.1 με Bing», με την προϋπόθεση πως τα μηχανήματα θα πωλούνται έχοντας προεπιλεγμένο το «ψαχτήρι» της στον Internet Explorer.
Πολύ πιο πρόσφατα, και συγκεκριμένα τον Δεκέμβριο, άρχισε για τον ίδιο σκοπό να αξιοποιεί το Word, εισάγοντας αρχικά στην online έκδοσή του ένα μικρό παράθυρο αναζητήσεων, όπου το Bing αναλαμβάνει να δώσει πληροφορίες για τις αναζητήσεις που θα πληκτρολογήσει ο χρήστης. Σύμφωνα με την εταιρεία, με αυτό τον τρόπο μπορεί κανείς να βρει στοιχεία που του χρειάζονται, χωρίς να πρέπει να εγκαταλείψει το κείμενο.
Στον αντίποδα, η Yahoo επέλεξε να αξιοποιήσει το γεγονός ότι, όπως έχουν δείξει αρκετές έρευνες, σπάνια αλλάζει κανείς τη μηχανή αναζήτησης στο πρόγραμμα περιήγησης που χρησιμοποιεί, διατηρώντας αυτή που έχουν επιλέξει οι προγραμματιστές που ανέπτυξαν τον browser. Ετσι, ήρθε σε εμπορική συμφωνία με το ίδρυμα Mozilla Foundation, ώστε για την επόμενη πενταετία να είναι προεπιλεγμένο το δικό της «ψαχτήρι» στο πρόγραμμα περιήγησης Firefox του ιδρύματος, και όχι η μηχανή αναζήτησης της Google, όπως ίσχυε μέχρι τώρα.
Σε Ρωσία-Κίνα
Πέρα από τη Yahoo, το ίδρυμα Mozilla συμφώνησε επίσης με τις εταιρείες που βρίσκονται πίσω από τις μηχανές αναζήτησης Yandex και Baidu, ώστε τα δύο «ψαχτήρια» να είναι προεπιλεγμένα στις ρωσικές και κινεζικές εκδόσεις του Firefox, αντίστοιχα.
Οι δύο συγκεκριμένες μηχανές έχουν σχετικά αμελητέα παγκόσμια παρουσία, ωστόσο είναι εξαιρετικά δημοφιλείς σε τοπικό επίπεδο. Ετσι, το μερίδιο της Yandex στη Ρωσία είναι 82%, ενώ στη Λευκορωσία και την Ουκρανία 52% και 45% αντίστοιχα. Από την άλλη πλευρά, η Baidu προς το παρόν επικεντρώνονται σχεδόν αποκλειστικά στην κινεζική γλώσσα, όπου όμως έχει ποσοστό 81,7% σε έναν πληθυσμό χρηστών ο οποίος αγγίζει τα 513 εκατομμύρια.
Πάντως, ο πλανητικός «χάρτης επιρροής» κάθε μηχανής αναζήτησης μπορεί να αλλάξει τα επόμενα χρόνια, καθώς η «κινεζική Google» όπως έχει ήδη «βαφτισθεί» η Baidu από τα δυτικά μίντια, έχει ήδη δείξει πως πρόθεσή της είναι να επεκταθεί και πέρα από την Κίνα.
Απόδειξη το γεγονός ότι μέσα στο καλοκαίρι απέκτησε παράρτημα στη Βραζιλία, το οποίο λανσάρισε τη «Busca», μία μηχανή αναζήτησης στην τοπική γλώσσα.
Επίσης, σύμφωνα με δηλώσεις στο περιοδικό New Scientist του Min Jiang, καθηγητή στο πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας, στα σχέδιά της είναι να δώσει το «παρών» σύντομα και στην Ινδονησία και στη βόρεια Αφρική.
Ο παραλληλισμός με την Google προέρχεται από το γεγονός ότι η κινεζική εταιρεία επενδύει κι αυτή σε τεχνολογίες που μιμούνται τη λειτουργία του ανθρώπινου εγκεφάλου και θα κάνουν τη μηχανή της ακόμη πιο «έξυπνη», ώστε για παράδειγμα να «καταλαβαίνει» τη φυσική γλώσσα και τα αντικείμενα που φαίνονται σε κάθε λογής εικόνα. Μάλιστα γι’ αυτό τον σκοπό, προσέλαβε πρόσφατα τον καθηγητή από το πανεπιστήμιο Stanford Andrew Ng, ο οποίος είχε ξεκινήσει το αντίστοιχο πρότζεκτ Google Brain για λογαριασμό του αμερικανικού κολοσσού.