Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Άρθρο ότι ο Πούτιν χάνει την κρίσιμη μάχη στήριξης του ρουβλίου


Ο Βλαντιμίρ Πούτιν χάνει την κρίσιμη μάχη στήριξης του ρουβλίου
ΡΟΥΜΠΙΝΑ ΣΠΑΘΗ
Δυσοίωνη προφητεία πρέπει να θυμίζουν ήδη στους Ρώσους οι προ δύο εβδομάδων προειδοποιήσεις του προέδρου τους για τις δύσκολες ημέρες που τους περιμένουν καθώς η οικονομία της χώρας περνάει από τις Συμπληγάδες των οικονομικών κυρώσεων της Δύσης και του φθηνού πετρελαίου σε μια εμπλοκή της οικονομίας με τις γεωπολιτικές εντάσεις ανάλογη της πετρελαϊκής κρίσης της δεκαετίας του 1970. Στο μόνο που φαίνεται να έχει, ώς τώρα τουλάχιστον, αστοχήσει ο Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν η απειλή που εκτόξευσε προς όσους κερδοσκοπούν κατά του νομίσματος της Ρωσίας, όταν τόνισε πως «διαθέτει εργαλεία για να τους πλήξει και ήρθε η ώρα να τα χρησιμοποιήσει».
Ελεύθερη πτώση
Παρά τις επανειλημμένες και τολμηρές κινήσεις της, η Τράπεζα της Ρωσίας δεν κατορθώνει να στηρίξει το ρούβλι, που έχοντας υποτιμηθεί κατά περισσότερο από 50% στο σύνολο του έτους απειλεί να εκτινάξει σε δυσθεώρητα ύψη τον πληθωρισμό, υπονομεύοντας το βιοτικό επίπεδο των Ρώσων. Η ρωσική οικονομία διαθέτει προς το παρόν αποθέματα, όμως η ελεύθερη πτώση του ρουβλίου δίνει λαβή για σενάρια επιστροφής στην κρίση του 1998. Την ίδια στιγμή ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζον Κέρι, δηλώνει πως μπορούν να αρθούν οι κυρώσεις μόλις ο Ρώσος πρόεδρος αλλάξει στάση στο θέμα της Ουκρανίας και το Reuters τη μεταδίδει υποστηρίζοντας παράλληλα πως η αποτυχία της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας να στηρίξει το ρούβλι κλονίζει δύο από τους βασικούς πυλώνες από τους οποίους αντλεί στήριξη ο Ρώσος πρόεδρος: την οικονομική σταθερότητα και την ευημερία.
Αναμφίβολα κλονίζει την εμπιστοσύνη στην Τράπεζα της Ρωσίας, που έχοντας μάταια δαπανήσει συνολικά φέτος περίπου 80 δισ. δολάρια αγοράζοντας ρούβλια για να στηρίξει το νόμισμα της χώρας, κατέφυγε στη διάρκεια της εβδομάδας σε μια κίνηση εξαιρετικά υψηλού ρίσκου, όταν προχώρησε σε μια θεαματική αύξηση των επιτοκίων από το 10,5% στο 17%. Διακινδυνεύει, όμως, έτσι, να «παγώσει» ολοκληρωτικά την οικονομική δραστηριότητα, επιτείνοντας την ήδη διαφαινόμενη ύφεση καθώς εκτιμά πως επίκειται μείωση του ΑΕΠ κατά 5% μέσα στο επόμενο έτος. Κι ενώ αναλαμβάνει αυτό το ρίσκο, δεν έχει κατορθώσει να αναχαιτίσει την πτώση του νομίσματος, που παρά την προσωρινή του ανάκαμψη συνέχισε την ελεύθερη πτώση του αγγίζοντας τα 100 ρούβλια στο ένα ευρώ. Μοιραία, τόσο μεταξύ του ρωσικού λαού όσο και μεταξύ οικονομικών αναλυτών καλλιεργείται ο φόβος μιας επανάληψης της κρίσης του 1998, όταν το ρούβλι υποτιμήθηκε ραγδαία μέσα σε λίγες ημέρες εξαναγκάζοντας το Κρεμλίνο σε στάση πληρωμών.
Σε καμία περίπτωση η κατάσταση της ρωσικής οικονομίας δεν είναι συγκρίσιμη με εκείνη του 1998, κάτι που αναγνωρίζουν οι οικονομικοί αναλυτές. Εξάλλου, παρά την οικονομική αιμορραγία που της έχουν προκαλέσει οι αλλεπάλληλες πωλήσεις δολαρίων, η Τράπεζα της Ρωσίας έχει ακόμη συναλλαγματικά διαθέσιμα ύψους 146 δισ. δολαρίων, ποσό που σύμφωνα με το ΔΝΤ αρκεί για τις εισαγωγές ενός έτους. Μπορεί κανείς να συναγάγει ότι η Ρωσία απέχει ακόμη πολύ από μια κατάρρευση της οικονομίας της. Σε ό,τι αφορά το ρούβλι, όμως, η κατάσταση είναι ιδιαίτερα δυσχερής, καθώς δεν πιέζεται μόνον από την πτώση της τιμής του πετρελαίου, που αντιπροσωπεύει τα 2/3 των ρωσικών εξαγωγών, αλλά και από την άρνηση των επενδυτών να το στηρίξουν, όταν έχει ήδη δηλωθεί η πρόθεση του ρωσικού πετρελαϊκού κολοσσού της Roisneft να μετατρέψει σε δολάρια τα ομόλογα αξίας 8,67 δισ. δολάριων που εξέδωσε προσφάτως αρχικά στο ρωσικό νόμισμα.
Η συνεχιζόμενη πτώση του νομίσματος μπορεί, άλλωστε, να οδηγήσει σε νέες μαζικές εκροές κεφαλαίων μετά την αιμορραγία των 100 δισ. δολαρίων που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα μέσα στο έτος. Σε αυτά τα κεφάλαια αποσκοπούσε, εξάλλου, η υπόσχεση για φορολογική αμνηστία που έδωσε στην πρόσφατη ομιλία του ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Οικονομικοί αναλυτές, συμπεριλαμβανομένου του οίκου πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch, θεωρούν πιθανό να καταφύγει η κεντρική τράπεζα στην επιβολή ελέγχων στις κινήσεις κεφαλαίου, έχοντας πλέον εξαντλήσει το οπλοστάσιό της για τη στήριξη του νομίσματος.
Οι «κερδοσκόποι» μετρούν τα κέρδη τους
Τα κέρδη των hedge funds που στοιχηματίζουν κατά του ρωσικού νομίσματος δείχνουν να επιβεβαιώνουν, ώς ένα βαθμό τουλάχιστον, τις κατηγορίες του Ρώσου προέδρου που έχει επιρρίψει την ευθύνη για την πτώση του ρουβλίου στην κερδοσκοπία και στην εχθρική στάση της Δύσης. Σε όλη τη διάρκεια του περασμένου μήνα, το Alden Global Capital του Ράντι Σμιθ στοιχηματίζει ότι θα πέσει το ρούβλι και φυσικά η ιλιγγιώδης πτώση του ρωσικού νομίσματος του έχει επιφέρει κέρδη. Το εν λόγω fund, που διαχειρίζεται κεφάλαια ύψους 1,8 δισ. δολαρίων, αναδεικνύεται σε έναν από τους κυριότερους κερδισμένους της οξυνόμενης γεωπολιτικής κρίσης. Την ίδια στιγμή, όμως, η PIMCO, η μεγαλύτερη επενδυτική στον κόσμο, σημειώνει τεράστιες απώλειες καθώς σχεδόν όλα τα συμβόλαια στοιχημάτων υπέρ του ρουβλίου που είναι εισηγμένα στην αμερικανική αγορά δεν έχουν πλέον καμία αξία.
Μεγάλο πλήγμα από την πτώση τιμής πετρελαίου
Ανεξάρτητα από τους παράγοντες που κινούν την ιλιγγιώδη πτώση του ρουβλίου, η ρωσική οικονομία έχει πληγεί καθοριστικά από την πτώση της τιμής του πετρελαίου, που μαζί με το φυσικό αέριο αντιπροσωπεύουν τα 2/3 των ρωσικών εξαγωγών. Το πλήγμα που καταφέρει στη Ρωσία το φθηνό πετρέλαιο, σαφώς ισχυρότερο από τον αντίκτυπο των οικονομικών κυρώσεων που της έχει επιβάλει η Δύση σύμφωνα με δηλώσεις Ρώσων αξιωματούχων, έχει δώσει λαβή σε εικασίες για γεωπολιτικό «παιχνίδι» της Σαουδικής Αραβίας, σταθερού συμμάχου των ΗΠΑ, που διατηρεί τις τιμές σε χαμηλά επίπεδα με στόχο την αποδυνάμωση της ρωσικής οικονομίας και κατ’ επέκτασιν της πολιτικής ισχύος του Βλαντιμίρ Πούτιν. Οι κυρώσεις επιβλήθηκαν στη Ρωσία λόγω της διένεξης με την Ουκρανία, η οποία, σύμφωνα με τον οίκο S&P, κινδυνεύει με χρεοκοπία τους προσεχείς μήνες, εάν δεν της καταβληθεί άμεσα διεθνής βοήθεια. Μάλιστα, η S&P υποβάθμισε τη δανειοληπτική της ικανότητα στο CC+ από τη βαθμίδα B-.
Παγκόσμιες συνέπειες
Η οικονομική καταιγίδα που έχει ξεσπάσει στη Ρωσία φαίνεται, όμως, πως αρχίζει να προβληματίζει τους οικονομικούς αναλυτές καθώς διαβλέπουν ενδεχόμενες επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία σε μια στιγμή εύθραυστης ανάκαμψης. Ο συνολικός όγκος των ρωσικών ομολόγων που έχουν εισαχθεί σε διάφορες αγορές κυμαίνεται γύρω στα 500 δισ. δολ., εκ των οποίων περίπου το 1/3 έχει εκδοθεί από το ρωσικό κράτος. Στην πλειονότητά τους είναι ήδη ομόλογα «σκουπίδια» για τους επενδυτές, έστω κι αν δεν έχουν ακόμη αξιολογηθεί επισήμως από τους οίκους αξιολόγησης. Παράλληλα, η έκθεση των ξένων τραπεζών στη Ρωσία υπολογίζεται σε περίπου 364 δισ. δολ., κάτι που μπορεί να εγκυμονεί κινδύνους. Σύμφωνα, βέβαια, με τα τελευταία στοιχεία από την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, η έκθεση των τραπεζών στη Ρωσία έχει περιοριστεί σημαντικά από τα 43 δισ. δολ., στα οποία ανερχόταν στις αρχές του 2013, στα 26 δισ. δολ.
Η στάση της Fed
Οπως, άλλωστε, αναφέρει το Reuters, η οικονομική κρίση της Ρωσίας έχει μεν απασχολήσει τη Federal Reserve, αλλά δεν πρόκειται να επηρεάσει την τελική απόφασή της σε ό,τι αφορά την πρώτη μετά την αρχή της παγκόσμιας κρίσης αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου. Στο παρελθόν, πάντως, και συγκεκριμένα στην κρίση του 1998, η Fed μείωσε τα επιτόκια, προκειμένου να «περιφρουρήσει την οικονομία από τυχόν συνέπειες». Οπως επισημαίνουν αναλυτές, το κυριότερο πλήγμα στην παγκόσμια οικονομία είναι ότι θα εκλείψει η ζήτηση από τη Ρωσία.