Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2014

Άρθρο για την φυγή 100.000 Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό


Επενδύουν στη φυγή από την Ελλάδα
Απόστολος Λακασάς
Δ​​εν είναι δύσκολο, λοιπόν, να κατανοήσουμε τους λόγους που περί τους 100.000 Ελληνες επιστήμονες βρίσκονται στο εξωτερικό και πολλοί εξ αυτών διαπρέπουν. Ούτε φυσικά πρέπει να μας ξενίζει γιατί υπάρχουν γονείς που αποταμιεύουν από τώρα χρήματα για τα μεταπτυχιακά των παιδιών τους στην Ευρώπη ή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Καθώς, επίσης, εύκολα καταλαβαίνουμε γιατί κάποιοι καλοί πανεπιστημιακοί και ερευνητές αποφασίζουν να αναζητήσουν ένα καλύτερο παρόν σε ξένη χώρα.
Ολοι αυτοί, επιλέγοντας να επενδύσουν στη φυγή από την Ελλάδα, μπορούν τουλάχιστον να ελπίζουν ότι η προσπάθειά τους –για εκείνους ή για τα παιδιά τους– στην ξένη χώρα δεν θα αποτύχει εξαιτίας ενός σαθρού πολιτικού συστήματος που έχει δηλητηριάσει κάθε πτυχή του δημόσιου βίου, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα.
Τα όσα βδελυρά καταγράφονται εν μέσω της παρατεταμένης κρίσης την τελευταία πενταετία (και εντείνονται από αυτήν αντί να υποχωρούν), αποδεικνύουν ότι η χώρα πορεύεται με σημαία τον τυχοδιωκτισμό και τον λαϊκισμό, χωρίς να επιλέγει τα προφανή «εργαλεία» που της υποδεικνύει όχι κάποιο «συνωμοτικό κέντρο εξουσίας της Δύσης», αλλά η λογική.
Η αδυναμία του πολιτικού συστήματος να συμφωνήσει σε ένα ρεαλιστικό χάρτη ανάπτυξης, με κύριους άξονες ένα καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα και τον δημοσιονομικό εξορθολογισμό, αποδεικνύει τα εγγενή ελαττώματα του λαού μας. «Οταν μπήκα στην πολιτική, πίστευα ότι οι Ελληνες ήταν πολύ ατομικιστές και ανίκανοι να συνεργαστούν γιατί ήταν φτωχοί. Η φτώχεια σε κάνει πονηρό και δολοπλόκο. Ετσι, σκέφτηκα, θα τους κάνω πλουσιότερους. Ως ένα βαθμό τούς έκανα. Αλλά τίποτα δεν άλλαξε», είχε πει σε ένα δημοσιογράφο το 1984 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής (τη δήλωση θύμισε το πρόσφατο βιβλίο του πανεπιστημιακού Δημήτρη Καιρίδη με τίτλο «Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο ξένος Τύπος»).
Στη Μεταπολίτευση οι Ελληνες έγιναν μεν πλουσιότεροι, έμαθαν να παίζουν και στο χρηματιστήριο (ή, αλλιώς, έψαξαν το εύκολο κέρδος), άρχισαν να διεκδικούν συνδικαλιστικά προνόμια (ή, αλλιώς, αναζήτησαν μόνο προνόμια και λιγοστές υποχρεώσεις), οι ορίζοντές τους διευρύνθηκαν μόνο μέσα από τις τηλεοπτικές σειρές (ή, αλλιώς, έκαναν σύνθημα το χαβαλέ και τη μετριότητα). Και έτσι, «κατ’ εικόνα και ομοίωση», επιλέγουν και τους εκπροσώπους τους…
Τίποτε δεν άλλαξε, όπως είπε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, και η δανεική ευημερία έσπρωξε την Ελλάδα ακόμη περισσότερο μέσα στον βούρκο της αρπαχτής, της αναξιοκρατίας, του πολιτικού εντυπωσιασμού. Ποιος πιστεύει ότι μπορούμε να διαψεύσουμε αυτό που είπε πρόσφατα στην «Κ» ο διεθνώς αναγνωρισμένος Ελληνας επιστήμονας Γιάννης Π.Α. Ιωαννίδης, ότι «στην Ελλάδα αφήνουμε να βγουν στην επιφάνεια οι συνδικαλιστές, οι ποδοσφαιριστές, οι τραγουδιστές, αλλά όχι οι πραγματικά νέοι»; Πόσο θα αντέχουν ακόμη όσοι συνεχίζουν να αριστεύουν, χωρίς εκπτώσεις στην Ελλάδα;