Σουνιτική αντεπίθεση, από Μεσόγειο μέχρι Πακιστάν και η ψεύτικη "εικόνα"
ΠΗΓΗ: STRATFOR, «The Sunni Ramadan Offensive and the Lessons of Tet», http://infognomonpolitics.blogspot.gr και http://www.defence-point.gr)
Στις αρχές του 1968 το Βόρειο Βιετνάμ εξαπέλυσε την περίφημη επίθεση του Τετ (από την ονομασία της εορτής της βουδιστικής πρωτοχρονιάς), έχοντας ως στρατηγικού στόχους να ξεκινήσει μια γενικευμένη εξέγερση κατά των Αμερικανών στον Νότο, να καταλάβει σημαντικές εδαφικές ζώνες και να αποσταθεροποιήσει, ψυχολογικά, κυρίως τον αντίπαλο, εμφανιζόμενο ισχυρότερο από ότι πράγματι ήταν, αλλά και προκαλώντας απώλειες στους Αμερικανούς.
Η επίθεση του Τετ παρουσιάστηκε με τέτοιον τρόπο από τα αμερικανικά ΜΜΕ στην αμερικανική κοινή γνώμη, που αν και στην πραγματικότητα οι Βόρειοι όχι απλώς δεν νίκησαν, αλλά συντρίφθηκαν, οι Αμερικανοί είχαν πειστεί για το αντίθετο. Οι Βορειοβιετναμέζοι εμφανίστηκαν ως πανίσχυροι νικητές, σε βαθμό που στις ΗΠΑ προκλήθηκε μια κρίση που επεκτάθηκε από την πολιτική ηγεσία, μέχρι τον τελευταίο φαντάρο και αφορούσε την δυνατότητα της υπερδύναμης να κερδίσει τον πόλεμο.
Η στρατηγική των Βορειοβιετναμέζων χρησιμοποιήθηκε και από τους Γερμανούς, στις Αρδέννες, τον Δεκέμβριο του 1944, όπου ο Χίτλερ, κυριολεκτικά, «τζογάρισε» τις τύχες του πολέμου, αιφνιδιάζοντας παρόλα αυτά τους Συμμάχους, οι οποίοι θεωρούσαν τη Γερμανία ξοφλημένη.
Μια παρόμοιας έμπνευσης επίθεση βρίσκεται και σήμερα σε εξέλιξη στο Ιράκ από το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Λεβαντίνης (ISIL). Η επίθεση αυτή εκτελέστηκε όταν κανένας δεν περίμενε ότι μπορούσε να εκτελεστεί, με αποτέλεσμα οι συγκρούσεις να έχουν φτάσει, αυτή τη στιγμή στα σύνορα της Ιορδανίας, όπου και σημειώθηκαν οι πρώτες σοβαρές συγκρούσεις μεταξύ ισλαμιστών και κυβερνητικών δυνάμεων.
Όπως οι Γερμανοί, το 1944 και οι Βορειοβιετναμέζοι το 1968, έτσι και οι φανατικοί ισλαμιστές βρισκόταν σε άμυνα, τα τελευταία χρόνια και σε πολλές περιπτώσεις φάνταζαν ηττημένοι (για παράδειγμα στο Αφγανιστάν). Η βασική διαφορά τους από τους Γερμανούς και τους Βορειοβιετναμέζους συνίσταται στο ότι δεν αποτελούν ενιαία δύναμη.
Ωστόσο, οι πρόσφατες επιθέσεις των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν και στο Πακιστάν, σε συνδυασμό χρόνου, με τις επιθέσεις σε Ιράκ και Συρία, αλλά και Ιορδανία, ίσως να αποδεικνύουν ότι έχει επιτευχτεί ο αναγκαίος συντονισμός μεταξύ των διαφόρων φανατικών ισλαμικών ομάδων, ώστε να προχωρήσουν στην υλοποίηση του οράματός τους.
Σίγουρα οι επιθέσεις σε Ιράκ, Συρία και Ιορδανία συνδέονται μεταξύ τους. Δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο αν συνδέονται με τις προηγούμενες και οι επιθέσεις των Ταλιμπαν σε Αφγανιστάν και Πακιστάν, που έλαβαν χώρα την προηγούμενη εβδομάδα. Φαίνεται όμως ότι υπήρξε συντονισμός και μάλιστα προερχόμενος από την Σαουδική Αραβία.
Οι Σαουδάραβες έχουν ανησυχήσει ιδιαίτερα με την εκ νέου προσέγγιση ΗΠΑ- Ιράν. Υπό το πρίσμα αυτό οι φανατικοί ισλαμιστές τους είναι χρήσιμοι ως πολιτικά όργανα, τόσο εκτός των συνόρων τους, αλλά και εντός. Εκτός συνόρων τους χρησιμοποιούν για να μεγιστοποιήσουν την περιφερειακή επιρροή τους στην περιοχή.
Στόχος των φανατικών ισλαμιστών είναι να εμφανίσουν την στρατιωτική τους ισχύ όσο το δυνατό μεγαλύτερη, ώστε να επανακάμψουν και ως πολιτική δύναμη, σε περιοχές όπου η πολιτική τους επιρροή φαινόταν να έχει εκλείψει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Ιράκ. Η χώρα είναι διαιρεμένη στα τρία. Οι σιίτες, που αποτελούν την πλειοψηφία, ελέγχουν τη Βαγδάτη, την κυβέρνηση και τις πετρελαιοφόρες περιοχές του Νότου.
Βόρεια, οι Κούρδοι είναι καλά εξοπλισμένοι και οργανωμένοι κι επίσης ελέγχουν τις πετρελαιοφόρες περιοχές εκεί. Οι σουνίτες έχουν ελάχιστη πρόσβαση στο ιρακινό πετρέλαιο, είναι μειοψηφία, έναντι των σιιτών και έχουν εξοβελιστεί από τα κέντρα των αποφάσεων, στην μετά Σαντάμ εποχή.
Μετά τις νέες εκλογές και την επικράτηση του Μαλίκι, η νέα ιρακινή κυβέρνηση που θα σχηματιζόταν θα ήταν για αυτούς μια από τα ίδια. Για αυτό έριξαν, τώρα, τις δυνάμεις τους στην επίθεση, ώστε να μπορέσουν, ίσως να διεκδικήσουν μεγαλύτερο μερίδιο εξουσίας, πολιτικά και οικονομικά.
Όπως αναφέρουν τα διεθνή μέσα, εμφανίζεται η εικόνα προέλασης ενός μεγάλου σουνιτικού στρατού που προελαύνει εντός του Ιράκ. Αυτή είναι η εικόνα που οι σουνίτες θέλουν να προβάλουν. Η πραγματικότητα είναι, όμως, διαφορετική. Το όλο κίνημά τους αποτελεί περισσότερο μια επανάσταση των σουνιτικών περιοχών του Ιράκ, παρά μια εισβολή στα σιιτικά ή στα κουρδικά εδάφη. Παραμένει δε άγνωστο ποιο θα είναι το αποτέλεσμα αν ο σιιτικός Ιρακινός Στρατός καταφέρει να ανασυγκροτηθεί, ή αν οι Κούρδοι αποφασίσουν να επιτεθούν.
Η σουνιτική επίθεση πάντως έχει κατορθώσει να πλήξει ισχυρά το σιιτικό ηθικό. Το ερώτημα αν οι σιίτες θα ανακτήσουν το ηθικό τους και θα αντεπιτεθούν ή αν το ηθικό τους θα καταρρεύσει εντελώς, όπως ελπίζουν οι σουνίτες του ISIL. Και τα δύο ενδεχόμενα είναι αβέβαια. Η αβεβαιότητα δε αυτή επηρεάζει και τους Αμερικανούς, αλλά και τους Ιρανούς.
Αμφότερες οι χώρες αυτές, δεν περίμεναν μια σουνιτική επίθεση σε τέτοια έκταση και οι δύο τώρα προσπαθούν να αξιολογήσουν το όλο ζήτημα, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το Ιράκ μπορεί να ανακτήσει την σταθερότητά του, υπό μια σιιτική κυβέρνηση και στο ότι τελικά, το μόνο πραγματικό ζήτημα στο Ιράκ είναι η διευθέτηση της πώλησης του κουρδικού πετρελαίου. Οι σουνίτες απλώς θέλουν να τρομάξουν ΗΠΑ και Ιράν και να προκαλέσουν πανικό στο Ιράκ.
Σύντομα θα μάθουμε αν η επίθεση πέτυχε τους σκοπούς της. Θα εξαπλωθεί ο πόλεμος στην Ιορδανία; Μπορούν οι Ταλιμπάν να ανακτήσουν και να ελέγξουν τις περιοχές που είχαν χάσει, τώρα που οι Αμερικανοί αποχωρούν; Θα μπορέσει ο πακιστανικός στρατός να συντρίψει τους Πακιστανούς Ταλιμπάν, ή θα παραμείνουν ως απειλή στο εκεί καθεστώς;
Η γενική ισλαμική σουνιτική επίθεση μπορεί να αποδειχτεί τόσο επιτυχής, όσο πολιτικά η επίθεση του Τετ, ή τόσο καταστροφική, όσο η επίθεση στις Αρδέννες. Η αξιολόγηση της επιθετικής τους προσπάθειας μπορεί να ξεκινήσει από το Ιράκ, όπου ο ιρακινός στρατός αντεπιτίθεται. Δεν πρέπει όμως τα συμπεράσματα μας να επικεντρωθούν στο Ιράκ.
Αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη μια ευρύτερη επίθεση από τη Μεσόγειο, μέχρι το Πακιστάν, συντονισμένη ή όχι. Σε κάποια θέατρα επιχειρήσεων μπορεί να αποδειχτεί επιτυχής, όπως η επίθεση του Τετ, σε άλλα όχι. Και το Τετ αποτελεί μια έστω όχι απόλυτα επιτυχής ιστορική σύγκριση, αλλά σίγουρα αποτελεί ένα ισχυρό ιστορικό παράλληλο.
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας