Από τον Ηλία Δημητρέλλο
(Πηγή : http://ellnews.com)
Αποτελεί ίσως την πιο κοινή παραδοχή και καύχημα του μέσου νεοέλληνα. Ότι δηλαδή ζούμε στην ομορφότερη χώρα του κόσμου που οι κάτοικοί της είναι οι πιο έξυπνοι, ευφυείς, ικανοί, καταπληκτικοί εν τέλει. Και φυσικά ότι για όλα τα δεινά μας φταίνε αποκλειστικά και μόνο αυτοί οι «κακοί» ξένοι που μας φθονούν και ζηλεύουν τον τρόπο ζωής μας, επιβουλευόμενοι συνάμα τον εθνικό μας πλούτο κ.λπ…
Συγχρόνως όμως, αυτός ο «εξυπνότερος» λαός του κόσμου γουστάρει τρελά, ηδονίζεται, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, να χωρίζεται σε δύο στρατόπεδα και αλληλοσκοτώνεται για ψύλλου πήδημα. Αθηναίοι – Σπαρτιάτες στην αρχαία Ελλάδα, Εικονομάχοι – Εικονολάτρες στο Βυζάντιο, Στρατιωτικοί – Πολιτικοί το 1821, Βενιζελικοί – Βασιλικοί, Εθνικόφρονες – Κομμουνιστοσυμμορίτες, Καραμανλικοί – Παπανδρεϊκοί, Μνημονιακοί – Αντιμνημονιακοί σήμερα. Φυσικά δεν έχουμε κανένα πρόβλημα να πλακωθούμε και ως Παναθηναϊκοί – Ολυμπιακοί ή Παόκια – Αρειανοί, κουλτουριάρηδες – σκυλάδες, Βουγιουκλάκη – Καρέζη, Βίσση – Βανδή στην πιο λάιτ εκδοχή...
Όρεξη να έχουμε, και θα βρεθεί για πλάκα ο λόγος να βγάλει ο ένας το μάτι του άλλου. Έθνος ανάδελφον κατά τη σαρτζετάκεια ρήση.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι από την Επανάσταση του 1821 μέχρι σήμερα, αμέσως μετά από κάθε πόλεμο που ενεπλάκη η Ελλάδα – πολλές φορές και κατά τη διάρκειά του – ακολούθησε εμφύλιος ή στην «καλύτερη» εθνικός διχασμός, με καταστροφικότερα αποτελέσματα από εκείνα που επέφερε ο πόλεμος. Ίσως αυτή η διχόνοια να αποτελεί το μόνο χαρακτηριστικό που κληρονομήσαμε απευθείας από τους αρχαίους Έλληνες, οι οποίοι, αν μη τι άλλο, είχαν τις εμφύλιες διαμάχες για «πρωινό»…
Είναι λοιπόν σαφές ότι ο μύθος για τον «εξυπνότερο λαό του κόσμου» κάπου χωλαίνει, αφού παρά την «εξυπνάδα» και τις «μοναδικές» ικανότητες του λαού της, η Ελλάδα ουκ ολίγες φορές, ουχί μόνο έχει φθάσει στο χείλος του γκρεμού, αλλά έχει κατρακυλήσει κιόλας προς την άβυσσο. Και αυτό γιατί αδυνατούμε να ομονοήσουμε και να συνασπιστούμε, ακόμη και όταν το έθνος κινδυνεύει. Βάζουμε το προσωπικό «εγώ» και τα ατομικά συμφέροντα πάνω από το εθνικό συμφέρον. Ακόμη και τις φορές εκείνες που το έθνος ξεκινά ενωμένο απέναντι στον κοινό εχθρό, η ομόνοια αυτή είναι πρόσκαιρη, αφού τα αδελφοκτόνα μίση και πάθη υπερισχύουν και ωθούν τη χώρα στον όλεθρο και την καταστροφή.
Για την αυτοκαταστροφική αυτή συμπεριφορά μας ευθύνεται ενδεχομένως ότι έχουμε γαλουχηθεί με «μύθους» και έχει καλλιεργηθεί η πεποίθηση ότι ο κάθε Έλληνας κατέχει «μοναδικές» ικανότητες που τον καθιστούν κορυφαίο εκ γενετής, και συνεπώς άκοπα. Συγχρόνως, υπάρχει πάντα έτοιμη η εύκολη δικαιολογία των «κακών» ξένων που μας μισούν, σε περίπτωση αποτυχίας.
Ουδέποτε αποτέλεσε κύριο στοιχείο της εκπαίδευσης η εμπέδωση της εθνικής συλλογικότητας και των πλεονεκτημάτων αυτής. Η εκμάθηση των αρετών του Έλληνα δεν περιλάβανε τις αρετές εκείνες που θα ενίσχυαν την κοινή εθνική δράση και συνεργασία. Προτιμήσαμε να προτάξουμε την ανάπτυξη της ατομικότητας έναντι του εθνικού συμφέροντος, γιατί έτσι ικανοποιείτο καλύτερα το «εγώ» μας.
Δεν μάθαμε ποτέ να συνεργαζόμαστε ως έθνος, ενδεχομένως να μην θέλουμε κιόλας. Καθώς λοιπόν ο καθένας μας είναι πεπεισμένος ότι κατέχει τη μόνη αλήθεια, αδυνατεί να εξεύρει για ποιο λόγο θα πρέπει να ακούσει τη γνώμη του άλλου, πόσω μάλλον να την υιοθετήσει.
Ο συνδυασμός όμως της πεποίθησης περί «εξυπνότερου λαού» και της απουσίας κουλτούρας συνεννόησης και συνεργασίας έχει αποδειχθεί καταστροφικός σε συνθήκες εθνικής κρίσης. Και δυστυχώς τον έχουμε πληρώσει ως έθνος με βαρύ κόστος. Μυαλό όμως δεν βάζουμε. Ο «εξυπνότερος λαός του κόσμου» επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη στο διηνεκές…