Η «σεμνή μόδα» κατέκτησε τη Vogue
ΕΛΙΣ ΚΙΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Καλυμμένο κατά το ήμισυ από μια κεντημένη-στο-χέρι μαντίλα, το όμορφο πρόσωπο της Τζίτζι Χαντίντ επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς κόσμους.
Η στιγμή, απαθανατισμένη σε ασπρόμαυρη παλέτα από τον φακό του ολλανδικού δίδυμου Inez Van Lamsweerde και Vinoodh Matadin, δίνει το πρώτο στίγμα του new entry στον χώρο των «γυαλιστερών» εντύπων, της Vogue Arabia.
Η παγκόσμια πρεμιέρα του περιοδικού –και 22ης διεθνούς έκδοσης του ιστορικού τίτλου της Conde Nast– έγινε στις 5 Μαρτίου. Η δίγλωσση (αραβικά, αγγλικά) εκδοτική προσπάθεια απευθύνεται σε χώρες της Μέσης Ανατολής και στην αραβική διασπορά, ενώ είχε προηγηθεί μια πρώτη εκδοχή της σε διαδικτυακή μορφή πέρυσι. H διανομή περιλαμβάνει χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν, το Κατάρ, το Κουβέιτ, το Ομάν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο Λίβανος, η Ιορδανία και η Αίγυπτος, αλλά και δυτικές μητροπόλεις όπως το Παρίσι, το Λονδίνο και η Νέα Υόρκη.
Ιδανική, θα έλεγε κανείς, η επιλογή της Χαντίντ, μιας 21χρονης Αμερικανίδας supermodel της εποχής, η οποία συνδυάζοντας στοιχεία από Ανατολή και Δύση αντιπροσωπεύει την ιδέα της πολυπολιτισμικότητας στον 21ο αιώνα: ο κτηματομεσίτης πατέρας της είναι Παλαιστίνιος-Αμερικανός, ενώ η μητέρα της, πρώην μοντέλο, γεννήθηκε στην Ολλανδία.
Αν και κάνει την εμφάνισή της σε μια βεβαρημένη πολιτικοοικονομικά εποχή, η Vogue Arabia δεν αναμένεται να υιοθετήσει «αμφιλεγόμενες» θέσεις. Ομως ίσως θελήσει να αντικρούσει και να αντιστρέψει κάποια από τα στερεότυπα που θρέφει η Δύση, όπως το γεγονός ότι πολλές καλές μουσουλμάνες πελάτισσες –κάποιες από τις οποίες χρησιμοποιούν την κατανάλωση ως αντίβαρο στην καταπίεση που δέχονται στις κοινωνίες τους– συντηρούν κατά ένα μεγάλο ποσοστό πολλούς δυτικούς οίκους.
«Αξιζαν μια θέση»
Η έκδοση «έχει την εγκυρότητα και τη γνώση που χρειάζεται για να εκφράσει τη δημιουργικότητα ενός ξεχωριστού, εξελισσόμενου και συχνά διαστρεβλωμένου μέρους του κόσμου», δηλώνει η διευθύντρια σύνταξης του νέου περιοδικού, η δυναμική 42χρονη μητέρα τριών παιδιών και επιχειρηματίας, πριγκίπισσα Deena Aljuhani Abdulaziz από τη Σαουδική Αραβία. «Εδώ και καιρό αυτό το κολάζ χωρών σε όλη την έκταση του αραβικού κόσμου άξιζε μια θέση στην ιστορία της μόδας», προσθέτει.
Το εναρκτήριο τεύχος περιλαμβάνει συνεντεύξεις με δύο πετυχημένες γυναίκες της αραβικής διασποράς, την Ιορδανορουμάνα σχεδιάστρια υποδημάτων Amina Muaddi και τη Racil Chalhoub, η οποία γεννήθηκε στη Βηρυτό, μεγάλωσε στο Παρίσι και σήμερα σχεδιάζει τα γυναικεία σμόκιν της στο Λονδίνο.
Στο μεταξύ, σε δήλωσή της στους Financial Times, η διεύθυνση του περιοδικού ανέφερε ότι η Vogue Arabia θα αποφύγει το γυμνό, τους θρησκευτικούς συμβολισμούς και τη συζήτηση περί σεξουαλικότητας με ομοφυλόφιλους σχεδιαστές.
«Είναι αλήθεια ότι η περιοχή μας είναι εκ φύσεως συντηρητική, αλλά οι γυναίκες της Αραβίας δεν διαφέρουν από τις υπόλοιπες στο γεγονός ότι θέλουμε να νιώθουμε δυνατές και όμορφες», αναφέρει στο Business of Fashion η Abdulaziz.
Η λεγόμενη «σεμνή μόδα» απασχολεί όλο και περισσότερο την παγκόσμια βιομηχανία. Τον περασμένο χρόνο, π.χ., ο ιταλικός οίκος Dolce & Gabbana παρουσίασε μια αποκλειστική συλλογή για μουσουλμάνες βασισμένη στην αμπάγια (κελεμπία-φόρεμα που καλύπτει το σώμα) και το χιτζάμπ (μαντίλα που καλύπτει το κεφάλι), ενώ άλλες εταιρείες παρουσιάζουν κατά καιρούς στοχευμένες κολεξιόν, κυρίως την περίοδο του Ραμαζανιού. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Thomson Reuters, οι μουσουλμάνοι καταναλωτές ξόδεψαν 243 δισ. δολάρια για ρουχισμό το 2015 –11% της παγκόσμιας αγοράς– ενώ υπολογίζεται ότι μέχρι το 2021 η κατανάλωση θα φτάσει τα 368 δισ. δολάρια.
Πριν από ακριβώς 10 χρόνια, ο ισχυρός άντρας της Conde Nast Τζόναθαν Νιούχαους είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων όταν σε μια ηλεκτρονική αλληλογραφία του, η οποία διέρρευσε, εξηγούσε γιατί ήταν κατηγορηματικά αρνητικός σε οποιοδήποτε άνοιγμα στην αγορά της Μέσης Ανατολής.
«Στον αραβικό κόσμο ή για να είμαστε πιο ακριβείς, στον μουσουλμανικό κόσμο υπάρχει ένα στοιχείο που αποδέχεται τις δυτικές αξίες. Υπάρχει επίσης ένα ισχυρό φονταμενταλιστικό, θρησκευτικό στοιχείο που τις απορρίπτει. Αυτό το στοιχείο απορρίπτει την ελευθερία της έκφρασης, την ισότητα των γυναικών, την έκφραση της σεξουαλικότητας», έγραφε τότε ο Νιούχαους. «Η εταιρεία μας δεν επιθυμεί να επιβάλλει τις αξίες της σε μια κοινωνία με την οποία δεν τις μοιράζεται πλήρως. Και δεν θα θέλαμε να προκαλέσουμε μια πολύ αρνητική, έως και βίαιη αντίδραση... Οπότε, απλά θα το αποφύγω με το να μην μπω ποτέ στην αγορά. Και θα κοιμάμαι καλύτερα το βράδυ».
Νέα δυναμική
Ομως οι νόμοι της παγκόσμιας αγοράς επικράτησαν και ο εκδοτικός κολοσσός δεν μπόρεσε να αγνοήσει τη νέα δυναμική που διαμορφώθηκε σε περιοχές όπως τα Αραβικά Εμιράτα, όπου τα πολυτελή brands έχουν σημειώσει τεράστια άνοδο, συμπαρασύροντας μαζί τους και τα διαφημιστικά οφέλη. Το 2013, ο οίκος λάνσαρε το Conde Nast Traveller Middle East και την αραβική έκδοση του Architectural Digest. Η γυναίκα της Vogue Arabia θα είναι σίγουρα κομψή. Θα ζει άραγε υπό τον νόμο της σαρία ή θα απολαμβάνει την κοσμικότητα;
Ενας ενδιαφέρων διάλογος ξεκινάει και η μόδα θα είναι ένα κομμάτι του ή απλώς η αφορμή του.
(Στην φωτογραφία : H 21χρονη Τζίτζι Χαντίντ ποζάρει στις σελίδες και στο πρώτο εξώφυλλο της Vogue Arabia)