Η απίθανη ιστορία πίσω από τη «φανέλα του Θεού»
Sportscaster
(Πηγή : http://www.protagon.gr/)
Οι στολές των ποδοσφαιρικών ομάδων είναι -πια- ολόκληρη επιστήμη. Οι εταιρείες αθλητικών ειδών που ντύνουν τις κορυφαίες από αυτές, είναι υποχρεωμένες να τηρούν μια σειρά αυστηρών προδιαγραφών, οι οποίες αφορούν τον σχεδιασμό ή το υλικό τους. Αν πρόκειται για τις φιναλίστ του Μουντιάλ -για παράδειγμα- οι οδηγίες της FIFA γεμίζουν ένα βιβλιαράκι 92 σελίδων. Γι’ αυτό, η ιστορία που -προ ημερών- ανέβασε στον ιστότοπό της η παγκόσμια συνομοσπονδία ποδοσφαίρου, σε πολλούς φάνηκε απίστευτη.
Αλλά είναι αληθινή. Αναφέρεται στην ημέρα (22 Ιουνίου), πριν από 30 χρόνια, που η Αργεντινή νίκησε (2-1) την Αγγλία στον πιο πολυσυζητημένο αγώνα όλων των εποχών. Ποιος δεν θυμάται -ή δεν έχει ακούσει για- το περιβόητο ματς της προκριματικής φάσης του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1986, το οποίο διεξήχθη στη σκιά του ακραίου μίσους, τέσσερα χρόνια μετά τον «Πόλεμο των Φόκλαντ»; Ποιος δεν θυμάται -ή δεν έχει ακούσει για- το «χέρι του Θεού» και το «γκολ του αιώνα», που το καθόρισαν; Κι όμως, αυτό το τόσο διάσημο παιχνίδι κρύβει ένα μυστικό που ελάχιστοι γνωρίζουν: ο Ντιέγκο Μαραντόνα δεν έβαλε το χεράκι του μόνο στη νίκη της ομάδας του, αλλά και στις εμφανίσεις της.
Τρεις μέρες πριν από τον αγώνα, που διεξήχθη στο στάδιο «Αζτέκα» της Πόλης του Μεξικού ενώπιον 114.000 θεατών, οι Αργεντινοί ανακάλυψαν ότι δεν είχαν στολές να φορέσουν. Στον γύρο των «16» είχαν νικήσει την Ουρουγουάη φορώντας βαμβακερές φανέλες, όμως ο προπονητής τους, Κάρλος Μπιλάρδο, φοβήθηκε πως θα είναι υπερβολικά ζεστές, αυτό το καυτό απόγευμα που θα γινόταν το παιχνίδι, και οτι θα επηρεάσουν αρνητικά τους παίκτες του.
Ηταν πολύ αργά για να ράψουν άλλες, κι έτσι ο Μπιλάρδο ξαμόλησε έναν βοηθό του -τον Ρούμπεν Μοστσέλα- να ψάξει στην αχανή πόλη για κάποιες ελαφρύτερες. Βρήκε δυο στα χρώματα που ταίριαζαν με τη σημαία της Αργεντινής, σε ένα συνοικιακό κατάστημα, και έτρεξε να τις δείξει στον προπονητή του.
Ο Μπιλάρδο δυσκολευόταν να αποφασίσει. Κάλεσε όλο το τεχνικό τιμ της ομάδας και μερικά στελέχη της αργεντίνικης ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, για να του πουν τη γνώμη τους. Ο… διχασμός εξακολούθησε, ώσπου εμφανίστηκε ο Μαραντόνα. Εδειξε μια από τις δυο και είπε την «ατάκα» που δεν άφηνε περιθώρια για αντιρρήσεις: «Ωραία φανέλα. Με αυτή θα νικήσουμε τους Αγγλους». Ο Μοστσέλα πήγε πίσω στο μαγαζί και αγόρασε όσες χρειάζονταν για όλους τους παίκτες.
Η ιστορία, όμως, δεν τελειώνει εδώ. Οι φανέλες δεν είχαν, ούτε έμβλημα, ούτε αριθμούς. Τότε άρχισε ένας νέος αγώνας δρόμου. Η ομοσπονδία βρήκε κάποια πάνινα σήματα που προόριζε για αναμνηστικά δώρα, ενώ τα νούμερα τα δανείστηκαν από φανέλες του ράγκμπι. Επειτα επιστρατεύτηκαν μερικές γυναίκες, για να ράψουν και να σιδερώσουν, τα σήματα και τα νούμερα, πάνω στις φανέλες.
Είχαμε φτάσει, πλέον, στην παραμονή του αγώνα. Η δουλειά έγινε στις εγκαταστάσεις της Κλουμπ Αμέρικα (ομάδας του Μεξικού), και ο Μαραντόνα έχει κρατήσει ένα βίντεο που δείχνει τις ράφτρες να τελειοποιούν τις εμφανίσεις, το οποίο δημοσίευσε. Μάλιστα, σε αυτό εμφανίζεται και ο Χόρχε Μπουρουσάγα να φορά μια φανέλα της εθνικής Νορβηγίας…
Μερικές ώρες αργότερα, αυτές οι φανέλες πρωταγωνίστησαν στα τέσσερα πιο συναρπαστικά λεπτά που έχουν ζήσει τα γήπεδα. Στα τέσσερα λεπτά που -όπως λένε οι Αργεντινοί- ο Θεός περπάτησε στο χορτάρι. Στο 51′, ο Πίτερ Σίλτον -ο τερματοφύλακας των Αγγλων- πηδάει να πιάσει την μπάλα καθώς βλέπει τον Μαραντόνα να τρέχει κατά πάνω του. Δευτερόλεπτα αργότερα, αυτή αναπαύεται στα δίχτυα του. Μα, πώς; Ο Σίλτον είναι 20 πόντους πιο ψηλός. Πώς του πήρε κεφαλιά, ένας παίκτης 1,65; Με το αριστερό χέρι, όπως παραδέχτηκε στο τέλος ο… δράστης: «Το γκολ μπήκε λίγο με το κεφάλι του Μαραντόνα και λίγο με το χέρι του Θεού».
Μερικά χρόνια αργότερα, ο Μαραντόνα ένιωσε την ανάγκη να εξομολογηθεί για την πιο διάσημη απάτη που έγινε ποτέ σε ποδοσφαιρικό αγώνα: «Ο Σίλτον ήταν 1,85. Δεν υπήρχε περίπτωση να φτάσω την μπάλα. Ετσι, σήκωσα το χέρι μου. Για να πω την αλήθεια, εάν δεν ήταν αντίπαλος η Αγγλία, δεν θα το έκανα. Θα ντρεπόμουν. Με τους Αγγλους, όμως, το καμαρώνω. Τους άξιζε, για όσα έκαναν στον πόλεμο (των Φόλκλαντ)».
Ο Μπάρι Ντέιβις, ο κορυφαίος αγγλος σχολιαστής της εποχής, ο οποίος μετέδιδε εκείνον τον αγώνα στο ΒΒC, χρειάστηκε 32 δευτερόλεπτα και δύο replay για να καταλάβει ότι οι συμπατριώτες του δεν διαμαρτύρονται για οφσάιντ, αλλά για χέρι. «Η αλήθεια είναι πως ο Μαραντόνα έρχεται πίσω από τον Στιβ Χοτζ. Τώρα πού είναι το οφσάιντ; Μήπως ο Μαραντόνα χρησιμοποίησε το χέρι του, και γι’ αυτό διαμαρτύρονται οι παίκτες της Αγγλίας;», αναρωτήθηκε on air. Οταν ξεκαθάρισε τι είχε συμβεί, το σχόλιό του εξόργισε τους άγγλους τηλεθεατές: «Είναι υπέροχο. Πρόκειται για μια ποδοσφαιρική ιδιοφυΐα».
Μετά την πιο «βρώμικη» ποδοσφαιρική ανάμνηση όλων των εποχών, ήρθε η πιο συναρπαστική. Καμία άλλη ενέργεια, οποιουδήποτε παίκτη, δεν έχει αγγίξει τόσο πολύ, τόσες ψυχές. Στα 30 χρόνια που ακολούθησαν, το βιντεάκι με τη φάση του 54′ παίζει ξανά και ξανά. Εκατοντάδες φορές. Και κάθε φορά, ο Μαραντόνα είναι σαν να το το ξανακάνει. Σαν να ξαναπερνάει τον Χοτζ, τον Μπίρτσλι, τον Ριντ, τον Σάνσομ, τον Μπούτσερ, τον Φένγουικ και -στο φινάλε- τον Σίλτον. Τον Τέρι Μπούτσερ, τον πιο σκληρό αμυντικό των Αγγλων, τον ντρίμπλαρε εις διπλούν. Ακόμη τον στοιχειώνει: «Τον μισώ (τον Μαραντόνα). Τον μισώ και τον θαυμάζω ταυτόχρονα. Επειδή όλους τους άλλους τους πέρασε μία φορά, ενώ εμένα δύο. Μικρέ μπάσταρδε…».
Ο Γκάρι Λίνεκερ, σκόρερ του μοναδικού γκολ των Αγγλων σε εκείνο το παιχνίδι και διάσημος τηλεσχολιαστής σήμερα, έχει ομολογήσει: «Τον είδα να τους περνάει όλους και, για πρώτη φορά στην καριέρα μου, ένιωσα μια ακατανίκητη επιθυμία να χειροκροτήσω τον αντίπαλο. Εστω κι αν προηγουμένως μας είχε βάλει γκολ με το χέρι. Εστω κι αν, με αυτό το ποίημα, μας απέκλειε».
Δυο συμπαίκτες του, ο Βαλντάνο και ο Μπουρουσάγα, του φώναζαν να τους δώσει την μπάλα. Αλλά ο Μαραντόνα τους αγνόησε και έκανε την κούρσα προς το «γκολ του αιώνα». Το γιατί, το έχει εξηγήσει ο ίδιος: «Δεν θα έκανα πάσα, ακόμα και εάν οι Αγγλοι με σκότωναν στις κλωτσιές. Ηξερα ότι εκείνη τη στιγμή θα έκανα κάτι τρελό. Μου το φώναζε το μυαλό μου. Ημουν έτοιμος να οδηγήσω τον εαυτό μου και τη χώρα μου στη δόξα». Ο Βαλντάνο το έχει περιγράψει υπέροχα: «Ηταν 10 δευτερόλεπτα, 10 βήματα και ένας Θεός με το Νο 10». Ποιητική αδεία, βεβαίως. Διότι τα 10 βήματα ήταν -στην πραγματικότητα- μια κούρσα 60 μέτρων. Μισό γήπεδο.
Μέχρι και ο τυνήσιος διαιτητής του αγώνα τον αποθέωνε, στα κρυφά. Ο Αλί Μπενασέρ δεν το κρύβει. Ούτε μετανιώνει για το λάθος του, να κατακυρώσει το γκολ – χέρι. «Κάθε φορά που ακουμπούσε την μπάλα, έλεγα μέσα μου: «Πέρασέ τον κι αυτόν, όρμα αγόρι μου, τρέλανέ μας». Δεν μπορώ να περιγράψω τα συναισθήματά μου, καθώς τον χάζευα να καλπάζει. Ξέρω, ήμουν ο διαιτητής και έπρεπε να είμαι ουδέτερος. Αλλά με τον Ντιέγκο, δεν γινόταν. Μετά το ματς, όταν είδα σε βίντεο το γκολ που έβαλε με το χέρι, δεν θύμωσα με τον εαυτό μου. Σκέφτηκα ότι ήμουν μέρος της ιστορίας, η οποία έπρεπε να γραφτεί με αυτόν τον τρόπο». Πάντως, ύστερα από εκείνο το Μουντιάλ, ο ρέφερι δεν ξανασφύριξε.
Εκτοτε, ο Μαραντόνα λατρεύεται από τους Αργεντινούς. Σαν Θεός. Στη χάρη του υπάρχει κι εκκλησία, στο Ροζάριο της Αργεντινής, η οποία ονομάζεται Maradoniana και έχει 80.000 μέλη – πιστούς, από 55 χώρες. Ανάμεσά τους και ο Λίνεκερ. «Εις το όνομα της La Tota, της Μητέρας, και του Don Diego, του πατέρα, ο καρπός της αγάπης τους, ο ποδοσφαιρικός Θεός, να σας ευλογεί όλους σας. Ντιέγκο, Ντιέγκο, Ντιέγκο»! Αυτή είναι η προσευχή των πιστών, καθώς εισέρχονται στον ναό.
Την 22η Ιουνίου, τη μέρα που πέτυχε τα δυο γκολ σε βάρος της Αγγλίας, βαφτίζονται οι νέοι… μαθητές. Πώς, νομίζετε; Καλούνται να περάσουν μια μπάλα πάνω από ένα χάρτινο ομοίωμα του Σίλτον και να την στείλουν με το αριστερό τους χέρι σε ένα ειδικά διαμορφωμένο δίχτυ. Στη συνέχεια καλούνται να ακούσουν τον σχολιασμό του δεύτερου γκολ: «Ο Μαραντόνα έχει την μπάλα, αυτή ή ιδιοφυία του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Πάντα Μαραντόνα. Ιδιοφυΐα, ιδιοφυΐα, ιδιοφυΐα! Γκολ! Γκόοοοοολ! Θέλω να κλάψω! Αγιος ο Θεός, ζήτω το ποδόσφαιρο, τι γκολ! Αυτό με κάνει να κλαίω! Συγχωρέστε με. Ο Μαραντόνα σκοράρει το καλύτερο γκολ όλων των εποχών. Από ποιον πλανήτη ήρθες;».
Αμέσως μετά τον αγώνα της ιστορίας μας, ο Στιβ Χοτζ (ο οποίος ακόμη δεν είχε δει το replay του πρώτου γκολ) διασταυρώθηκε με τον Μαραντόνα στα αποδυτήρια. Του ζήτησε να ανταλλάξουν φανέλες -όπως προβλέπει το έθιμο- και ο Ντιέγκο δέχτηκε πρόθυμα. Ο Χοτζ επέστρεψε στην Αγγλία με τη φανέλα του Μαραντόνα και τη φύλαξε στο σπίτι του. Το 2002 την προσέφερε με μακροχρόνιο δανεισμό στο Εθνικό Μουσείο Ποδοσφαίρου, όπου εκτίθεται μέχρι σήμερα. Απρόσμενη τιμή, για μια φανέλα που αγοράστηκε σε ένα μικρό μαγαζάκι της Πόλης του Μεξικού.