Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Ανάλυση πώς η Μποτσουάνα πέρασε την Ελλάδα στην ανταγωνιστικότητα...


Πώς η Μποτσουάνα πέρασε την Ελλάδα
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΒΛΑΧΟΣ
Στην πρόσφατη έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για την ανταγωνιστικότητα, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 81η θέση. Παρότι αναβαθμισμένη κατά 10 θέσεις, δεν είναι έκπληξη ότι παραμένει ουραγός στην Ε.Ε. και σε χειρότερη θέση από χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής, όπως η Μποτσουάνα (74η) ή η Ρουάντα (62η). Δεν είναι λίγοι αυτοί που εκτιμούν ότι αυτές οι εκθέσεις δεν αντιπροσωπεύουν την κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα των κρατών. Οσες όμως μεθοδολογικές ενστάσεις και αν έχει κανείς, υπάρχουν δεδομένα που δεν προσπερνώνται εύκολα. Και η περίπτωση της Μποτσουάνας μάς προσφέρει μια διαφωτιστική ιστορία εθνικής επιτυχίας, αλλά και αφορμή να προβληματιστούμε.
Προκειμένου να «φωτογραφίσουν» το προφίλ ανταγωνιστικότητας μιας χώρας, οι διεθνείς οργανισμοί εστιάζουν και στους δημόσιους θεσμούς της. Η βιωσιμότητα των δημόσιων πολιτικών, το πολιτικό ρίσκο, η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η εφαρμογή του νόμου, οι υπηρεσίες υγείας και παιδείας αποτελούν συντελεστές που λαμβάνονται σοβαρά υπ’ όψιν. Για αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι στους έξι πρώτους παράγοντες που υποβαθμίζουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, άρα και τη δυνατότητα να επιχειρήσει κανείς, εντοπίζονται η αναποτελεσματικότητα της κεντρικής διοίκησης (2η), η πολιτική αστάθεια (4η) και η διαφθορά (6η). Το τελευταίο επιβεβαιώνει και η οργάνωση Διεθνής Διαφάνεια: η Μποτσουάνα βρίσκεται στις πρώτες 30 μη διεφθαρμένες χώρες, ενώ εμείς στην 80ή θέση. Παρόμοια εικόνα καταγράφει και η αξιολόγηση της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία εστιάζει στις ρυθμίσεις που ευνοούν την επιχειρηματικότητα (έναρξη επιχείρησης, πρόσβαση σε κεφάλαιο, φορολογία, ηλεκτροδότηση, άδειες κατασκευής κ.ά.). Ο ελληνικός ρυθμιστικός «παράδεισος» αγγίζει την 72η θέση, ενώ η «τριτοκοσμική» Μποτσουάνα βρίσκεται στην 56η.
Με ΑΕΠ που σήμερα την κατατάσσει μεταξύ Ουγγαρίας, Εσθονίας και Μεξικού, η Μποτσουάνα προβάλλει ως ένα αξιοπρόσεκτο success story για τους μελετητές της πολιτικής οικονομίας. Μόλις το 1966, όταν κατέκτησε την ανεξαρτησία της, ήταν από τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη. Το συνολικό μήκος οδικών αξόνων ήταν 12 χλμ. και μόλις 22 πολίτες της ήταν απόφοιτοι πανεπιστημίου.
Στην Μποτσουάνα όμως, οι θεσμοί λειτούργησαν συμπεριληπτικά, όπως αναφέρουν οι Ασέμογλου και Ρόμπινσον, ακαδημαϊκοί και συγγραφείς του βιβλίου «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη». Οι ηγέτες της -και ιδιαίτερα το Δημοκρατικό Κόμμα- αξιοποίησαν τη φυλετική παράδοση του διαλόγου και του πλουραλισμού, προσαρμόζοντάς την στις διοικητικές νόρμες που κληρονόμησαν από τους Βρετανούς αποικιοκράτες.Δημιούργησαν μια ισχυρή κεντρική γραφειοκρατία που δεν υπονόμευε τη λαϊκή βούληση, αλλά ευνόησε την ιδιοκτησία, τη διοχέτευση των πόρων σε κοινωνικές υπηρεσίες και την οικονομία της αγοράς. Αντί για την «κατάρα» των πλουτοπαραγωγικών πηγών ή της νομισματικής υποτίμησης, η Μποτσουάνα έζησε την ευλογία της δίκαιης αναδιανομής και της έξυπνης προσαρμογής στις κρίσεις των διεθνών ροών κεφαλαίου. Οταν ανακαλύφθηκαν διαμάντια το 1970, η χώρα ούτε αιματοκυλίστηκε από κάποιον εμφύλιο ούτε τα χρήματα πήγαν στις τσέπες κάποιας ολιγαρχίας. Αντίθετα, επενδύθηκαν σε σχολεία, νοσοκομεία, δρόμους, στη μεταποίηση. Εδώ και 40 χρόνια, τα πλεονάσματα διοχετεύονται σε ταμείο για να χρηματοδοτηθεί η διαφοροποίηση του μοντέλου ανάπτυξης και για να προλαμβάνονται νομισματικές κρίσεις. Η μάχη κατά της διαφθοράς και της αδιαφάνειας έγινε «σημαία» των κυβερνήσεων. Προφανώς, η σύγκριση της χώρας μας με την Μποτσουάνα είναι αδόκιμη επιστημονικά. Μας βοηθάει όμως να σκεφτούμε διαφορετικά από την πεπατημένη, που θέλει τη Γη να γυρίζει γύρω από τον ευρωπαϊκό ή εθνικό μας μικρόκοσμο. Σε έναν πλανήτη που αλληλεπιδρά, κανείς δεν έχει πλέον το μονοπώλιο της κοινωνικής και τεχνολογικής καινοτομίας. Η διάκριση μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών σε λίγο θα στερείται περιεχομένου.

* Ο κ. Βλάχος είναι ειδικός στη στρατηγική, στις δημόσιες πολιτικές και στην επικοινωνία και ένας από τους συνιδρυτές της πρωτοβουλίας «Vouliwatch.gr».