Η σημασία του να είσαι σοβαρός
Τάκης Θεοδωρόπουλος
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Το καλοκαίρι, μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών που ανέδειξαν μεν σε πρώτη δύναμη τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν κατέδειξαν δε καμία ιδιαίτερη δυναμική για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναρωτιόμασταν μεταξύ αστείου και σοβαρού τι άλλο πρέπει να κάνει πια η κυβέρνηση για να φέρει στην εξουσία την Αριστερά.
Τη ευγενεί φροντίδι του υπουργείου Οικονομικών εμφανίστηκε ο ΕΝΦΙΑ, το φιλί του θανάτου στις σχέσεις των ευρωπαϊστών του Κοινοβουλίου με τις μεσαίες τάξεις, που μέχρι προχθές τους υποστήριζαν. Τους κραδασμούς που προκάλεσε η παγιοποίηση του φόρου στην ακίνητη περιουσία δεν μπόρεσε να τους αφομοιώσει ούτε η θυμηδία που προκάλεσε η εμφάνιση ενός Αργύρη Ντινόπουλου και μιας Σοφίας Βούλτεψη στο ανασχηματισθέν κυβερνητικό σχήμα. Υποθέτω ότι και η μία και ο άλλος θα δυσκολεύτηκαν να πιστέψουν την υπουργοποίησή τους όταν κοιτάχτηκαν για πρώτη φορά στον καθρέφτη μετά την ορκωμοσία με τον ίδιο τρόπο που οι ψηφοφόροι της κυβέρνησης αναρωτήθηκαν: «Μα πού το πάει ο άνθρωπος;». Μετά έφυγαν όλοι μαζί για διακοπές, ελπίζοντας πως το ελληνικό καλοκαίρι είτε θα διαγράψει τα προβλήματα είτε θα τα αναβάλει επ’ αόριστον, ενώ ο νέος υπουργός Οικονομικών φρόντιζε για τη διόρθωση των λαθών στον ΕΝΦΙΑ, που αποδίδονταν στην προηγούμενη ηγεσία και γενικά ήταν μια ωραία ατμόσφαιρα, ιδανική για να εμπνεύσει εμπιστοσύνη και στους πολίτες της αγαπημένης χώρας και στους εταίρους της.
Τη ευγενεί φροντίδι του υπουργείου Οικονομικών εμφανίστηκε ο ΕΝΦΙΑ, το φιλί του θανάτου στις σχέσεις των ευρωπαϊστών του Κοινοβουλίου με τις μεσαίες τάξεις, που μέχρι προχθές τους υποστήριζαν. Τους κραδασμούς που προκάλεσε η παγιοποίηση του φόρου στην ακίνητη περιουσία δεν μπόρεσε να τους αφομοιώσει ούτε η θυμηδία που προκάλεσε η εμφάνιση ενός Αργύρη Ντινόπουλου και μιας Σοφίας Βούλτεψη στο ανασχηματισθέν κυβερνητικό σχήμα. Υποθέτω ότι και η μία και ο άλλος θα δυσκολεύτηκαν να πιστέψουν την υπουργοποίησή τους όταν κοιτάχτηκαν για πρώτη φορά στον καθρέφτη μετά την ορκωμοσία με τον ίδιο τρόπο που οι ψηφοφόροι της κυβέρνησης αναρωτήθηκαν: «Μα πού το πάει ο άνθρωπος;». Μετά έφυγαν όλοι μαζί για διακοπές, ελπίζοντας πως το ελληνικό καλοκαίρι είτε θα διαγράψει τα προβλήματα είτε θα τα αναβάλει επ’ αόριστον, ενώ ο νέος υπουργός Οικονομικών φρόντιζε για τη διόρθωση των λαθών στον ΕΝΦΙΑ, που αποδίδονταν στην προηγούμενη ηγεσία και γενικά ήταν μια ωραία ατμόσφαιρα, ιδανική για να εμπνεύσει εμπιστοσύνη και στους πολίτες της αγαπημένης χώρας και στους εταίρους της.
Την ωραία ατμόσφαιρα, που προσπάθησαν να κάνουν ακόμη πιο ωραία διαφημίζοντας την ανασκαφή της Αμφίπολης σχεδόν ως κυβερνητικό επίτευγμα, ήρθαν να την αμαυρώσουν οι ομοβροντίες που ακούστηκαν στο βάθος του ορίζοντα πριν ακόμη ο στόλος της ελληνικής οικονομίας σκάσει μύτη για να κατακτήσει τις αγορές. Αλήθεια, αναρωτιέμαι ειλικρινά, με τον ίδιο τρόπο που αναρωτιέμαι για τα κριτήρια επιλογής ενός υπουργού σαν τον Ντινόπουλο, δεν υπήρξε κανείς στο περιβάλλον του πρωθυπουργού για να του υπενθυμίσει πως οι προσδοκίες που δημιουργείς μπορεί να είναι γοητευτικές όσο ισχύουν ως προσδοκίες, όταν όμως πάψει η ισχύς τους, η απογοήτευση είναι ανεπανόρθωτη; Η Ελλάδα είναι μια χώρα απογοητευμένη από την πολιτική της ηγεσία, απογοητευμένη από τον εαυτό της. Είναι σαφές πως την απογοήτευση στην παρούσα φάση την εισπράττει η Αριστερά στο επίπεδο του «τι χειρότερο μπορεί να μας συμβεί;». Το ερώτημα είναι κατά πόσον η Αριστερά, αυτή η συγκεκριμένη Αριστερά, όχι το «φάντασμα που πλανιέται πάνω από την Ευρώπη», η Αριστερά του κ. Τσίπρα, του κ. Λαφαζάνη, του κ. Στρατούλη, του κ. Παπαδημούλη και του κ. Δραγασάκη, το ερώτημα λοιπόν είναι κατά πόσον αυτή η συγκεκριμένη Αριστερά, στην οποίαν συμπεριλαμβάνονται και φυσιογνωμίες όπως ο ποιητής Κουράκης και ο κ. Μιχελογιαννάκης γιατρός, κατά πόσον αυτή η συγκεκριμένη Αριστερά είναι σε θέση να μετασχηματίσει, να μεταμορφώσει την απογοήτευση σε δυναμική. Και δεν μιλάω για εκλογική δυναμική. Αυτήν ας την αφήσουμε στις δημοσκοπήσεις οι οποίες την καταγράφουν. Μιλώ για την κοινωνική δυναμική που χρειάζεται η Ελλάδα για να ορθοποδήσει.
Κρυμμένη κάπου στη ζώνη του λυκόφωτος, κάπου ανάμεσα στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό και στην απειλή ενός φαντασιακού αλλού, που ούτε η ίδια δεν μπορεί να προσδιορίσει αν βρίσκεται στα θλιβερά καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής ή στο εξίσου απροσδιόριστο μέλλον, εκκρεμεί σε ένα λόγο που πότε νοσταλγεί το επαναστατικό της παρελθόν και πότε προσγειώνεται υποκριτικά στην καλή συμπεριφορά του παρόντος. Ξέρουμε άραγε ποιες είναι οι θέσεις της Αριστεράς για τα όσα συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή; Τι άραγε να σκέφτεται για το Χαλιφάτο ο κ. Σκουρλέτης, εκτός του ότι φταίνε και γι’ αυτό οι Αμερικανοί και ότι είχε δίκιο ο Αρης, ο Βελουχιώτης εννοώ, όχι ο Θεσσαλονίκης.