Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Το εύστοχο άρθρο του Στ. Κασιμάτη για τον λόρδο Βύρωνα Πολύδωρα


Εις τον (νεοδημοκρατικόν) θάνατον του λόρδου Μπάυρον
Του Στέφανου Κασιμάτη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Τους χαμογελούσε πλατιά και συγχρόνως έσειε τη γροθιά του προς το μέρος εκείνων που είχαν χειροκροτήσει την ομιλία του, εν είδει αγωνιστικού χαιρετισμού.
Ηταν ο Βύρων Πολύδωρας που ανηφόριζε προς τα επάνω έδρανα της Βουλής και ουσιαστικά εγκατέλειπε τη Ν.Δ., αφού η καταψήφιση ισοδυναμούσε με τη διαγραφή του από την Κοινοβουλευτική Ομάδα. Ο χαιρετισμός του απευθυνόταν στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξέλεγκτων Ψεκασμένων. Η ειρωνεία είναι ότι οι χειροκροτητές του ήσαν οι ίδιοι που τον είχαν καθυβρίσει τότε που, ως πρόεδρος της μονοήμερης Βουλής, είχε διορίσει τη θυγατέρα του στο Δημόσιο. Εκείνη τη στιγμή, όμως, όλα αυτά ο Βύρων τα είχε αφήσει πίσω. Οχι μόνο γιατί ως χαρακτήρας είναι ανεξίκακος, αλλά κυρίως επειδή οι παλιοί υβριστές του τώρα του προσέφεραν ό,τι επιθυμεί περισσότερο στη ζωή του: το χειροκρότημα της αναγνώρισης.
Ετσι είναι ο Πολύδωρας. Στο βάθος, ένας απλός άνθρωπος σε όλες τις πλευρές του. Τυπικός επαρχιώτης λαϊκιστής ως πολιτευόμενος, εμφορούμενος από την κλασική ιδεολογία του ελληνικού εθνικισμού, εμπλουτισμένη όμως με στοιχεία από τις ιστορικές ρίζες της στον Ρομαντισμό. Διαφοροποιείται από το πλήθος των ομοίων του μόνο ως προς τη μόρφωσή του. Αυτή είναι που του επιτρέπει να καλύπτει με στρώματα επιτήδευσης και λογιοτατισμού ιδέες που ανήκουν στον 19ο αιώνα και οι οποίες στην αυθεντική, τη μουσειακή μορφή τους (έτσι τις θέλει ο Βύρων), ελάχιστη σχέση έχουν με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Αλλά αυτό δεν τον ενοχλεί καθόλου. Αντιθέτως, θα ήθελε πολύ να είναι ένας οιονεί θεωρητικός της οπισθοδρόμησης.
Γλαφυρός στον λόγο, θεατρικός στην παρουσία, ο Βύρων ντύνει το αίτημα της οπισθοδρόμησης με έναν μανδύα ρομαντισμού. Υπάρχουν φορές που φαντάζομαι ότι, αν δεν τον εμπόδιζε ο συντηρητισμός του, θα ερχόταν στη Βουλή με ξίφος στη ζώνη, μπέρτα στους ώμους και στο κεφάλι τον ατίθασο θύσανο βοστρύχων του Shelley (περούκα, φυσικά). Ωστόσο, μολονότι εκκεντρικός ως φιγούρα, η οπισθοδρομικότητα του Πολύδωρα εκφράζει στην πραγματικότητα ένα σημαντικό μέρος του πολιτικού κόσμου, που διασπείρεται οριζοντίως σε όλο το πολιτικό φάσμα. Είναι εκείνοι που όσο περισσότερο ο κόσμος προχωρεί και αλλάζει τόσο αυτοί στρέφονται προς το παρελθόν.
Η αδυναμία να διαχειριστούμε τη σχέση μας με το μέλλον και η εξιδανίκευση του παρελθόντος ως αντίδραση στον φόβο του μέλλοντος είναι μια φυσιολογική, εντελώς ανθρώπινη τάση, η οποία, σε διαφορετικό μέτρο για τον καθένα, υπάρχει σε όλους και συνήθως ενισχύεται καθώς μεγαλώνουμε. Πολιτικά, την εντοπίζουμε να εκφράζεται σε όλους εκείνους που, είτε ανήκουν στη Δεξιά είτε στην Αριστερά, ουσιαστικά δεν συνομιλούν με την πραγματικότητα, δεν προσπαθούν να την καταλάβουν, δεν τους νοιάζει να προσαρμόσουν τις ιδέες τους στα μέτρα της και οι μόνες λύσεις που προτείνουν είναι η επιστροφή σε κάποιο φαντασιακό παρελθόν, έστω και αν τα μέσα για την πολυπόθητη επιστροφή δεν υπάρχουν. Ολοι αυτοί μοιάζουν μεταξύ τους και ήταν αυτή η βαθύτερη ομοιότητα που τους έκανε να χειροκροτήσουν αυθόρμητα την ομιλία του Πολύδωρα. Το μόνο στο οποίο διαφέρουν είναι το είδος του παρελθόντος που ονειρεύεται ο καθένας.
Η επιλεκτική και φαντασιακή φύση του παρελθόντος, κατά συνέπεια δε η ποικιλία των μορφών που παίρνει ως ιδέα, είναι το κύριο εμπόδιο στη συνένωση των οπισθοδρομικών δυνάμεων του πολιτικού φάσματος. Εντούτοις, από την άλλη πλευρά, των λεγομένων «μνημονιακών» δυνάμεων και ανεξαρτήτως του αν αργότερα διαφώνησαν στην πορεία εφαρμογής του προγράμματος, το γεγονός παραμένει ότι Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ κάποια στιγμή συμφώνησαν στη βασική διαπίστωση πως η χώρα οφείλει να προσαρμοσθεί με την αναπόφευκτη πραγματικότητα ότι δεν μπορεί να δαπανά περισσότερα από όσα παράγει. Μπορούμε όμως να φαντασθούμε τον πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ (το 4%-5% της παλαβής νεοκομμουνιστικής Αριστεράς), το ΚΚΕ, τους Ανεξέλεγκτους και τη Χρυσή Αυγή να συμφωνούν ποτέ, έστω και περιστασιακά, σε ένα κοινό πρόγραμμα οπισθοδρόμησης;
Ιδού το τοπίο μέσα στο οποίο ο Πολύδωρας φαντάζεται το μέλλον του στην πολιτική. Η αποχώρησή του από τη Ν.Δ. ήταν αναμενόμενη ―άλλη επιλογή δεν του έμενε, εκτός από τον αργό θάνατο της πολιτικής ακινησίας. Ως υποψήφιος ηγέτης της Ν.Δ. κάποτε, έλαβε πέντε ή επτά ψήφους. Ως υπουργός απεδείχθη για τα πανηγύρια. Η δε προεδρία της Βουλής τού προσφέρθηκε ως φάρσα εις βάρος του. Τώρα, έστω και στα 66 χρόνια του, θα προσπαθήσει να προβάλει ως ηγετική μορφή της άκρας Δεξιάς που έχει πια οριστικά αποδεσμευθεί από τη Ν.Δ., όσο και αν η τελευταία αρνείται ακόμη να το συνειδητοποιήσει. Πολλά λέγονται στους διαδρόμους της Βουλής: ότι θα συνεργασθεί με τους Ανεξέλεγκτους, ακόμη και ότι θα προσχωρήσει στη Χρυσή Αυγή.
Θα τα καταφέρει να επιβληθεί ως ηγετική μορφή των οπισθοδρομικών; Πολύ αμφίβολο. Στους μεν Ανεξέλεγκτους, η σύγκρουση με τον Καμμένο προδικάζεται βεβαία και προμηνύεται σφοδρή, στη δε Χ.Α., δεν έχει τη δυνατότητα να επιβληθεί. Η πολιτεία του τα τελευταία χρόνια μάς προϊδεάζει ότι έχει κάπως διαταράξει τις σχέσεις του με τη συμβατική έννοια της ισορροπίας· και είναι απαραίτητο να είσαι ισορροπημένος προκειμένου να επιβληθείς στους ανισόρροπους. (Ισχύει, βέβαια, και το αντίστροφο: χρειαζόταν ένας ανισόρροπος, όπως ο Χίτλερ, για να επιβληθεί σε έναν λαό ισορροπημένων...)
Το μέλλον, που ο ίδιος τόσο απεχθάνεται, θα δείξει. Προσωπικώς, θα μου λείψει πολύ ―διότι εγώ τους καλούς πελάτες μου τους τιμώ και τους σέβομαι. Ομως, όλα τα ωραία στη ζωή έχουν κάποτε ένα τέλος...