Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2013

Ανάλυση της Κ. Σώκου ότι οι ΗΠΑ επιμένουν κατά της γερμανικής λιτότητας

Οι ΗΠΑ επιμένουν κατά της γερμανικής λιτότητας
Εμφαση στην ανάπτυξη και μείωση των εμπορικών πλεονασμάτων στις ισχυρές χώρες της Ευρωζώνης ζητεί η Ουάσιγκτον
Της ανταποκρίτριάς μας στην Ουασιγκτον Κατερίνας Σ΄βκου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Σε αντίθεση με την πρόσφατη ρητορική που θέλει την κρίση χρέους πίσω μας χάρη στην πολιτική της λιτότητας που ακολούθησε η Ευρωζώνη υπό την καθοδήγηση της Γερμανίας, οι Αμερικανοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει πολιτική και να δώσει έμφαση στην ανάπτυξη.
Ωστόσο, οι ανησυχίες τους για τις συνέπειες που θα είχε μία ενδεχόμενη κατάρρευση της Ευρωζώνης για την οικονομία των ΗΠΑ έχουν υποχωρήσει, καθώς η αμερικανική οικονομία κερδίζει έδαφος. Αν και η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ, η αναιμική ανάπτυξη στην Ευρώπη δεν επηρεάζει πολύ τη χώρα, με δεδομένο ότι η αμερικανική οικονομία είναι σχετικά κλειστή, με εξαγωγές «μόλις» 2,2 τρισ. δολαρίων επί Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΠ) 16,6 τρισ.
Μία χρόνια ασθένεια
Παράλληλα, η κρίση που μέχρι πρότινος απειλούσε το ίδιο το μέλλον του ευρώ, αργά αλλά σταθερά μετατρέπεται σε μία χρόνια ασθένεια που απαιτεί επώδυνη προσαρμογή. Οι περισσότεροι Αμερικανοί οικονομολόγοι αναγνωρίζουν την ανάγκη δημιουργίας μιας μεγαλύτερης ασπίδας προστασίας και βαθύτερης δημοσιονομικής ενοποίησης, πιέζοντας ιδιαίτερα και για την τραπεζική ένωση – αν και δεν έχουν μεγάλες προσδοκίες σχετικά με το πόσο γρήγορη ή πλήρης θα είναι αυτή η τελευταία.
Σύμφωνα με τον επίτιμο διευθυντή του Ινστιτούτου Πέτερσον, Φρεντ Μπέργκστεν, η κρίση στην Ευρώπη έχει μειώσει το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά 1% λόγω των μειωμένων εξαγωγών και επιχειρηματικών κερδών, με επιπτώσεις και στην αγορά εργασίας. Ωστόσο, το πρώην στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ δεν θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή περιπέτεια μπορεί να πλήξει σημαντικά την αμερικανική οικονομία. Αντιθέτως, σημειώνει ότι αυτή έχει επωφεληθεί από τα προβλήματα της Ευρώπης, «διότι η κρίση μεταφέρει κεφάλαια στο δολάριο, κυρίως στα κρατικά ομόλογα, κρατώντας τα επιτόκια χαμηλά, κάτι που συμβάλλει στην ανάκαμψη της αγοράς κατοικίας και της καταναλωτικής ζήτησης».
Οι παρακολουθήσεις
Το ότι οι ΗΠΑ επωφελήθηκαν ως ένα βαθμό από την ευρωπαϊκή κρίση, ωστόσο, δεν σημαίνει και ότι επιθυμούν αυτή να συνεχισθεί. «Για πολλά μπορεί να κατηγορήσει κανείς τους Αμερικανούς, αλλά σε ό,τι αφορά το υπουργείο Οικονομικών και την Κεντρική Τράπεζα, είναι διεθνιστές: θέλουν μία ισχυρή και υγιή αμερικανική οικονομία εντός μιας ισχυρής και υγιούς παγκόσμιας οικονομίας», σχολιάζει στέλεχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στην «Κ».
Μία σειρά από πολιτικά ζητήματα, ωστόσο, έχουν σε αυτή τη συγκυρία στρέψει την προσοχή της αμερικανικής κυβέρνησης στο εσωτερικό, περιορίζοντας τις παρεμβάσεις στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης. Επιπλέον, το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων από την Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας έχει περιορίσει το περιθώριο νουθεσιών των Αμερικανών προς τη Γερμανία, ύστερα από τις αποκαλύψεις για την παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνομιλιών της Γερμανίδας καγκελαρίου. Το θέμα μπορεί να «χάθηκε» από τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, ωστόσο εξακολουθεί να κυριαρχεί στο διπλωματικό παρασκήνιο.
Ο Νότος πνίγεται
Οι ΗΠΑ μπορεί να μη φαίνονται το ίδιο μαχητικοί όσο στην αρχή της κρίσης, όταν πίεζαν δημοσίως τη Γερμανία να αλλάξει πολιτική, ωστόσο η θέση τους παραμένει η ίδια: στην τελευταία έκθεσή του για την παγκόσμια οικονομία, το υπουργείο Οικονομικών θεωρεί ότι η λιτότητα στραγγαλίζει την ανάπτυξη στις αδύναμες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και καλεί τις χώρες με εμπορικά πλεονάσματα να συνεισφέρουν στη μείωση των ανισορροπιών εντός της Ευρωζώνης. Στην πράξη, αυτό σημαίνει μικρότερα εμπορικά πλεονάσματα για χώρες όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, κάτι που ζητάει και το ΔΝΤ. Ωστόσο, σε αντίθεση με την πίεση των προγραμμάτων στήριξης προς τις ελλειμματικές χώρες, δεν υπάρχουν αντίστοιχα τα κατάλληλα εργαλεία πολιτικής για τις πλεονασματικές χώρες ώστε να πεισθούν να συνδράμουν σε αυτήν την προσπάθεια.
Η πολιτική του Ομπάμα αποδίδει καρπούς
Η αμερικανική οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται δυναμικά. Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, το ΑΕΠ του τρίτου τριμήνου αυξήθηκε κατά 3,6%, υψηλότερα από τους προηγούμενους υπολογισμούς, που περιόριζαν την ανάπτυξη στο 2,5%. Η ανάπτυξη πυροδοτήθηκε από την ιδιωτική κατανάλωση και τις αυξήσεις των αποθεμάτων των επιχειρήσεων, που αντιστάθμισαν τη μείωση των ομοσπονδιακών δαπανών. Οι εξαγωγές των ΗΠΑ ανήλθαν σε ιστορικό ρεκόρ τον Οκτώβριο, στα 192,7 δισ. δολάρια, σημειώνοντας ρεκόρ έναντι όλων των εμπορικών τους εταίρων πλην της Ευρωζώνης, όπου η ζήτηση παραμένει υποτονική. Ακόμη και η αγορά εργασίας, ένας τομέας που καθυστέρησε να ανακάμψει μετά την κρίση, βρίσκεται σε σταθερή πορεία βελτίωσης στις ΗΠΑ. Τον περασμένο μήνα, ο ιδιωτικός τομέας δημιούργησε 251.000 νέες θέσεις εργασίας, περισσότερες από τις εκτιμήσεις των αναλυτών, ενώ και τα στοιχεία του Οκτωβρίου αναθεωρήθηκαν προς τα πάνω, καθώς το κλείσιμο της κυβέρνησης δεν επηρέασε την αγορά εργασίας όσο φοβούνταν οι οικονομολόγοι. Την ίδια ώρα, η Ευρωζώνη εξακολουθεί να παλεύει με την αναιμική ανάπτυξη, που το τρίτο τρίμηνο περιορίστηκε στο 0,1%. Οι λιανικές πωλήσεις υποχώρησαν 0,2% τον Οκτώβριο, ενώ οι δείκτες PMI της βιομηχανικής δραστηριότητας δείχνουν εκ νέου συρρίκνωση στην Ιταλία και στη Γαλλία. Οι εξαγωγές επίσης αυξήθηκαν οριακά 0,2% για το σύνολο της Ευρωζώνης. Η ΕΚΤ διεμήνυσε ότι έχει συναίσθηση των κινδύνων μιας παρατεταμένης περιόδου αποπληθωρισμού και ότι είναι έτοιμη να δράσει για να τον αντιμετωπίσει.
Η στρεβλή εικόνα της Ευρωζώνης στην Αμερική
Η αποσπασματική κάλυψη της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους στις ΗΠΑ δημιούργησε μία στρεβλή εικόνα για την Ευρωζώνη, καθώς βασιζόταν κυρίως σε Αμερικανούς αναλυτές που συχνά είχαν τη δική τους ατζέντα. «Μεγάλο μέρος του ρεπορτάζ γινόταν από την Ουάσιγκτον και τη Νέα Υόρκη», σημειώνει η εκπρόσωπος Tύπου της ευρωπαϊκής αντιπροσωπείας στις ΗΠΑ Σίλβια Κόφλερ.
Οπως παρατηρεί, ακόμη και στην περίπτωση που κάποια αμερικανικά Mέσα πρόσθεταν κάποιες πληροφορίες από την Ευρώπη, αυτές έτειναν να είναι από το (περίφημο για τον σκεπτικισμό του απέναντι στο ευρώ) Λονδίνο. Tο αποτέλεσμα ήταν να δημιουργείται και το ανάλογο κλίμα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Απέναντι στους ευρωσκεπτικιστές που ανά πάσα στιγμή προέβλεπαν την κατάρρευση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σε αποσπασματικά ρεπορτάζ λόγω περικοπής των ανταποκριτών στην Ευρώπη και σε γνώμες «που δεν βασίζονταν σε πραγματικά στοιχεία», η αντιπροσωπεία της Ε.Ε. στις ΗΠΑ προσπάθησε να βάλει την ευρωπαϊκή κρίση στο ευρύτερο πλαίσιο της χρηματοοικονομικής κρίσης.
Προσπάθησε παράλληλα να παρουσιάσει τα κοινά προβλήματα με τις ΗΠΑ στο ζήτημα του χρέους και να τονίσει την αξιοσημείωτη πρόοδο που έχει επιτύχει η Ευρωζώνη, με τη θέσπιση νέων μηχανισμών και την προώθηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων στα κράτη-μέλη.
Σύμφωνα μάλιστα με την κ. Κόφλερ, προχώρησε και ένα βήμα παραπάνω. Συγκεκριμένα, η ευρωπαϊκή αντιπροσωπεία προσπάθησε να μιλήσει με μία κοινή, ευρωπαϊκή φωνή, σε συνεργασία με τις πρεσβείες των χωρών της Ευρωζώνης στην Ουάσιγκτον. Κάτι που, ωστόσο, ακόμη δεν έχει επιτευχθεί στο εσωτερικό της Ευρωζώνης και το οποίο στους Ευρωπαίους τουλάχιστον δεν προκαλεί εντύπωση.
Εξαιρέσεις
Η συζήτηση περί αλλαγής της πολιτικής του ΔΝΤ, έτσι ώστε να ζητάει «κούρεμα» του χρέους προτού συμμετάσχει σε προγράμματα διάσωσης, δεν αφορά υφιστάμενα προγράμματα όπως το ελληνικό, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ». Στην περίπτωση της Ελλάδας, έχει ήδη συμφωνηθεί ότι η όποια ελάφρυνση του χρέους θα γίνει από τους Ευρωπαίους, εφόσον η Ελλάδα τηρήσει τις δικές της υποχρεώσεις.
Με βάση, πάντως, σχετικό δημοσίευμα των New York Times, το Ταμείο επανεξετάζει τους όρους συμμετοχής του σε νέα ευρωπαϊκά προγράμματα λόγω του αρνητικού παραδείγματος της Ελλάδας. Οπως γράφει η εφημερίδα, «η χώρα αφέθηκε να αναλάβει όλο το βάρος της προσαρμογής μόνη της», διά της λιτότητας, ενώ παρά τις προτροπές του ΔΝΤ οι Ευρωπαίοι παραμένουν απρόθυμοι να «κουρέψουν» το ελληνικό χρέος που έχουν στην κατοχή τους.
Σχολιάζοντας την πληροφορία ότι το Ταμείο πιέζει για μια πιο επιθετική αντιμετώπιση των ομολογιούχων ώστε να αναλάβουν και αυτοί το κόστος της προσαρμογής, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Τζέρι Ράις τόνισε ότι δεν εξετάζεται η υιοθέτηση ενός νέου νομικού πλαισίου, σε μία προσπάθεια να καθησυχάσει κάποιους από τους μεγαλύτερους μετόχους του Ταμείου. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν ότι «δεν είναι όλες οι περιπτώσεις ίδιες» και άρα δεν επιθυμούν την κοινή αντιμετώπισή τους από το ΔΝΤ.
Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών τόνισε ότι οποιαδήποτε προσπάθεια αλλαγής της διαδικασίας αναδιάρθρωσης του χρέους «ώστε να γίνει περισσότερο προβλέψιμη και συντεταγμένη» θα πρέπει να βασίζεται «σε ένα συναινετικό πλαίσιο, με βάση τα συμβόλαια της αγοράς». Ενδιαφέρον είναι ότι ο κ. Ράις χρησιμοποίησε τα ίδια σχεδόν λόγια, τονίζοντας ότι οι προτάσεις που προωθούνται «βασίζονται σε μία προσέγγιση που έχει τη βάση της στην αγορά και στα συμβόλαια».
Ο τραπεζικός κλάδος
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι αντιρρήσεις των ΗΠΑ προστέθηκαν σε αυτές του τραπεζικού κλάδου και ευρωπαϊκών χωρών όπως η Γερμανία, που προειδοποιούν για νέο πλήγμα στην ευάλωτη εμπιστοσύνη των επενδυτών στην Ευρωζώνη. Αλλωστε, το προηγούμενο με το «κούρεμα» των καταθέσεων στην Κύπρο έχει προκαλέσει ήδη πολύ μεγάλο θόρυβο και ανάλογη ανησυχία.
Μετέθεσαν, έτσι, τη συζήτηση των σχετικών προτάσεων στο διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ από τις αρχές του νέου έτους στον Ιούνιο του 2014. Σύμφωνα με τον κ. Ράις, το αρχικό χρονοδιάγραμμα προβλέπει τη συζήτηση πιθανών προτάσεων «το νωρίτερο τον Ιούνιο του 2014», με τις όποιες αποφάσεις να λαμβάνονται ακόμη αργότερα, ύστερα από περαιτέρω διαβουλεύσεις, εφόσον αυτές οι τελευταίες κριθούν απαραίτητες, πριν από τη λήψη των οριστικών αποφάσεων.