Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

Άρθρο του P. Krugman στους ΝΥΤ γιατί η κρίση του 2008 δεν οδήγησε τις ΗΠΑ στο 1930


Γιατί η κρίση του 2008 δεν οδήγησε τις ΗΠΑ στο... 1930
PAUL KRUGMAN / THE NEW YORK TIMES
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Βρίσκομαι μόλις στη μέση των απομνημονευμάτων του Μπεν Μπερνάνκι (σ.σ. πρόεδρος της αμερικανικής ομοσπονδιακής τράπεζας από το 2006 έως το 2014), αλλά θέλω να κάνω τον δικηγόρο του διαβόλου όσον αφορά στο κεντρικό θέμα του βιβλίου, όχι για να ασκήσω κριτική στον ίδιο ή στο έργο του, αλλά για να προκαλέσω συζήτηση σχετικά με τα διδάγματα που θα έπρεπε να πάρουμε από την κρίση του 2008.
Βασική θέση του Μπερνάνκι είναι ότι το οικονομικό σοκ του 2008 ήταν τόσο άσχημο ώστε θα μπορούσε να οδηγήσει σε κανονική επανάληψη της Μεγάλης Υφεσης. Ο λόγος που δεν συνέβη αυτό, υποστηρίζει ο Μπερνάνκι, είναι ότι στη δεκαετία του 1930 οι κεντρικοί τραπεζίτες παρέμειναν άπραγοι όσο κατέρρεε το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ενώ αυτή τη φορά κατέβαλαν κάθε προσπάθεια προκειμένου να διασφαλίσουν τη λειτουργία των αγορών. Πρέπει να πιστέψουμε αυτό τον ισχυρισμό; Σίγουρα μπορεί να γίνει πιστευτός και συμφωνώ με τον Μπερνάνκι ότι ορθώς χρησιμοποίησε όλα τα μέσα που είχε στη διάθεσή του. Δεν παίζεις παιχνίδια σε τέτοιες εποχές. Δεν έχω πειστεί όμως ότι η ουσιαστικά διαφορά μεταξύ του 2008 και του 1930-31 ήταν η δράση που ανέλαβε η κεντρική τράπεζα ή οι οικονομικές διασώσεις. Αληθεύει ότι στη δεκαετία του ’30 είχαμε μεγάλη αναταραχή στον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Ενας δείκτης για να αξιολογήσουμε πόσο μεγάλη ήταν η αναταραχή (και το έμαθα από το πανεπιστημιακό έργο του Μπερνάνκι) είναι η διαφορά στην απόδοση μεταξύ εταιρικών ομολόγων που έχουν μικρό ρίσκο και των κρατικών ομολόγων. Η διαφορά αυτή ήταν τον Ιανουάριο του 1929 στο 2% για να αυξηθεί στο 7,2% στα μέσα του 1932. Ωστόσο, μεγάλη χρηματοπιστωτική αναταραχή είχαμε και το 2008-09 και μάλιστα ευθέως συγκρίσιμη σύμφωνα με αυτό το ίδιο μέτρο. Η διαφορά στην απόδοση μεταξύ εταιρικών και κρατικών ομολόγων ήταν 1,8% στις αρχές του 2007 και έφτασε το 6,1% στα τέλη του 2008. Η περίοδος της αύξησης στη διαφορά της απόδοσης δεν διήρκεσε τόσο πολύ, αλλά αυτό μπορεί κάλλιστα να είναι τόσο αποτέλεσμα όσο και αιτία του γεγονότος ότι δεν είχαμε πλήρους κλίμακας ύφεσης.
Γιατί, όμως, ήταν τόσο μεγάλη η αναταραχή παρά τις οικονομικές διασώσεις και τον δανεισμό έκτακτης ανάγκης; Οι τράπεζες δεν κατέρρευσαν, ωστόσο συρρικνώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό ο δανεισμός μέσω του σκιώδους χρηματοπιστωτικού τομέα (ρέπος κτλ.). Εξετάζοντας τις συνέπειες της επιδείνωσης των πιστωτικών συνθηκών, θυμηθείτε ότι η πιστωτική πολιτική επιδρά κυρίως μέσω της αγοράς ακινήτων. Η επένδυση σε κατοικίες περιορίστηκε το επίμαχο χρονικό διάστημα κατά περισσότερο από 60% ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι επενδύσεις σε κατοικίες αποτελούσαν το 6,5% του αμερικανικού ΑΕΠ στις αρχές του 2005, για να υποχωρήσουν σχεδόν στο 2,5% του ΑΕΠ στις αρχές του 2010. Ομως ακόμη και η πλήρης κατάρρευση του δανεισμού για απόκτηση κατοικίας δεν θα μπορούσε να είχε αφαιρέσει περισσότερο από 1% ή 2% από τη συνολική ζήτηση. Οπότε ήταν πράγματι η ανάσχεση της χρηματοπιστωτικής κρίσης η αιτία που δεν είχαμε επανάληψη του 1930; Ή ήταν μήπως κάτι άλλο; Υπάρχει μια σημαντική διαφορά μεταξύ του κόσμου το 2008 και του κόσμου το 1930: το μέγεθος του αμερικανικού δημόσιου τομέα.
Αυτό που βοήθησε δεν ήταν τόσο τα μέτρα ενίσχυσης της οικονομίας, αν και σίγουρα βοήθησαν, όσο οι αυτόματοι σταθεροποιητές (σ.σ. ειδικότερα η φορολογία εισοδήματος και οι κοινωνικές δαπάνες που ρυθμίζονται ανάλογα ώστε να περιοριστεί η επίδραση της ύφεσης π.χ. μέσω της μείωσης της πρώτης και της αύξησης των δεύτερων). Το δημοσιονομικό έλλειμμα των ΗΠΑ αυξήθηκε πολύ περισσότερο την περίοδο 2007-2010 απ’ όσο την περίοδο 1930-1933, παρόλο που η ύφεση ήταν τώρα πολύ πιο ήπια, απλούστατα διότι σήμερα τα φορολογικά έσοδα και οι κοινωνικές δαπάνες ήταν πολύ μεγαλύτερα ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος είχε ευεργετική επίδραση, διότι στήριξε τη ζήτηση σε μια κρίσιμη περίοδο. Και πάλι ο Μπερνάνκι ορθώς παρενέβη τόσο δυνατά, ωστόσο υποστηρίζω πως πιθανότατα ήταν σημαντικότερο το δημοσιονομικό περιβάλλον από τη νομισματική πολιτική στον περιορισμό της ζημιάς. Μετά το 2010 οι αξιωματούχοι παντού, και ιδιαίτερα στην Ευρώπη, κάνουν ό,τι μπορούν ώστε να διαγράψουν τη θετική επίδραση των αυτόματων σταθεροποιητών. Το αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας είναι σημαντικά χειρότερη απ’ ό,τι ήταν την αντίστοιχη χρονική περίοδο της κρίσης το 1930.