Ν.Δ. και ΔΗΜΑΡ, το μέλλον του ΠΑΣΟΚ
Του Στέφανου Κασιμάτη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η πολιτική ζωή δεν είναι αυτό που ήταν κάποτε. Εδώ και τρία χρόνια -μετά το Μνημόνιο δηλαδή- έχει χάσει το γούστο της. Εξελίσσεται μέσα σε ένα κλίμα διαρκούς αβεβαιότητας.
Αλλοτε μας βαραίνει αφόρητα, άλλοτε γίνεται κάπως πιο υποφερτή, πάντως η αβεβαιότητα είναι κατάσταση μόνιμη. Το ίδιο είναι και η αγωνία. Αγωνία για τις τριβές μεταξύ των τριών συνεργαζομένων στην κυβέρνηση κομμάτων, αγωνία για τις επιπτώσεις στη σταθερότητα του κυβερνητικού σχήματος, αγωνία για τις ψηφοφορίες στη Βουλή και, βέβαια, αγωνία για την πορεία της οικονομίας και τις εκθέσεις των επιτηρητών.
Η κατάσταση αυτή, ίσως έχετε προσέξει, επηρεάζει την αντίληψή μας για τον πολιτικό χρόνο: κατά κάποιο τρόπο, σε κάνει να νιώθεις ότι το παρόν κυλάει πάρα πολύ αργά και ότι το μόλις πρόσφατο παρελθόν απέχει δεκαετίες πίσω. Δείτε, λ.χ., πόσο γρήγορα ξεχάσαμε τον Γιώργο Παπανδρέου. Βοήθησε -δεν αμφιβάλλω καθόλου- η οικειοθελής εξαφάνισή του από το προσκήνιο. (Αλλο που δεν ήθελε κι αυτός, με τόσα πράγματα που έχει να κάνει: ποδήλατο, σοσιαλιστική διεθνή, διαλέξεις, κουπί τώρα που καλοκαιριάζει κ.λπ.) Μα, κυρίως, έχω την εντύπωση ότι τον ξεχάσαμε γρήγορα επειδή η αποχώρησή του μας έκανε να νιώσουμε ανακούφιση ― την ανακούφιση που νιώθει κάποιος όταν απαλλάσσεται από έναν κίνδυνο περιττό.
Ως πρωθυπουργός, ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν καλών προθέσεων και, υπό άλλες συνθήκες, οι εμμονές του με διάφορες επιφανειακές εκφάνσεις της νεωτερικότητας θα ήσαν -γιατί όχι;- διασκεδαστικές. Στις συγκεκριμένες περιστάσεις, όμως, δεν μπορούσε να ανταποκριθεί. Θύμιζε τον σαιξπηρικό (όχι τον ιστορικό) Ερρίκο Στ΄ της Αγγλίας: ελέω Θεού και κάποτε παρά τη θέλησή του, μονίμως εν συγχύσει, ευεπηρέαστος, χωρίς ισχυρή βούληση, καλοπροαίρετος, αξιολύπητος. Δεδομένων, λοιπόν, των κινδύνων που ενείχε η κρίση από τη φύση της, η τόσο έκδηλη προσωπική αδυναμία του τελευταίου (ας το ελπίσουμε αυτό...) των Παπανδρέου ήταν ένας περιττός κίνδυνος.
Αν προτιμάτε, ήταν μια περιττή τιμωρία, εφόσον τη θεωρήσουμε ως το τίμημα της νοσηρής προσήλωσής μας στην οικογενειοκρατία. Και έτσι όμως, η ταλαιπωρία να υπόκεισαι στους κινδύνους εξαιτίας τού ότι ο Γιώργος κρατούσε το τιμόνι ήταν κάτι παραπανίσιο για το μαρτύριό μας. Κοινωνική αναταραχή, πλήρης εξάρτηση από τους δανειστές, η χώρα στα όρια της στάσης πληρωμών και ο Γιώργος από πάνω! Ε, δεν πάει πολύ; (Θυμάμαι, εδώ, τον Ντισραέλι. Σε μια πολύ δύσκολη φάση της πρωθυπουργίας του, όταν είχε μπροστά του το Συνέδριο του Βερολίνου και πάντα στην αντιπολίτευση τον νευρωτικό Γλάδστωνα, καθώς πνιγόταν από μια κρίση άσθματος, ο Ντισραέλι αναφώνησε: «Κύριε, ξέρω πως το μαρτύριό μου είναι σημάδι της εύνοιάς Σου, αλλά για μια φορά ένας απλός πονοκέφαλος δεν θα ήταν αρκετός;»)
Από μια άλλη πλευρά, αισθητική, ίσως να μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος ότι η σύντομη εποχή του Γιώργου στην πρωθυπουργία ήταν το ταιριαστό φινάλε για μια εποχή, της οποίας το κύριο χαρακτηριστικό ήταν ο σταδιακός εκφυλισμός της δημοκρατίας σε κομματοκρατία. Αν λοιπόν η Μεταπολίτευση ξεκίνησε με τραγωδία στην Κύπρο, γιατί να μην τελειώσει με ιλαροτραγωδία στην Αθήνα; Εν πάση περιπτώσει, εκτός από κάτι περιθωριακούς παλαβούς που θα ήθελαν να τον δουν στην κρεμάλα (αλλά αυτοί θα ήθελαν να τους δουν όλους στην κρεμάλα και, κατά βάθος, τον εαυτό τους...), νομίζω ότι οι άλλοι τον ξεχάσαμε και ησυχάσαμε. Καμιά φορά στην παρέα, έλεγε κάποιος: «Θυμάστε τον Γιώργο, τότε που έκανε εκείνο ή το άλλο;». Επεφτε ένα πικρό χαμόγελο και η κουβέντα έκλεινε με ένα θυμόσοφο: «Τι έχουμε περάσει κι εμείς, βρε παιδάκι μου!». Ο Γιώργος και τα ωραία του ήταν παρελθόν.
Ωσπου κάποιος πονηρός και κακός ξαφνικά τον θυμήθηκε! Κάποιος ο οποίος πρέπει να απεχθάνεται βαθύτατα το ΠΑΣΟΚ. (Περισσότερο και από εμένα, τολμώ να πω...) Κάποιος ο οποίος να μην μπορεί να ησυχάσει με το μονοψήφιο ποσοστό του, να μην εμπιστεύεται καθόλου την καλή προσπάθεια του Ευάγγελου του Βενιζέλου να το μειώσει ακόμη περισσότερο, αλλά να θέλει σώνει και καλά να δει το ΠΑΣΟΚ να κονιορτοποιείται. Να μη μένει τίποτε! Διότι ποιος δεν μπορεί να καταλάβει ότι, καλώς ή κακώς, το όνομα του Γιώργου σημαίνει ΠΑΣΟΚ; Ποιος δεν καταλαβαίνει ότι, όταν ανακύπτει θέμα κακοδιαχείρισης των οικονομικών του ΠΑΣΟΚ επί ηγεσίας Γιώργου, ουδείς θα καθίσει να διαχωρίσει το τότε ΠΑΣΟΚ από το σημερινό ΠΑΣΟΚ ― τα οποία, σε τελευταία ανάλυση, σε τίποτε δεν διαφέρουν επί της ουσίας; Οπως ακριβώς κανείς δεν ξεχωρίζει μέσα του τον Ακη Τσοχατζόπουλο, που η δίκη του θα συνεχιστεί στις 8 Μαΐου, από τους σημερινούς πολιτικούς αρχηγούς (Βενιζέλο και Λοβέρδο) οι οποίοι κάποτε υπερασπίζονταν την εντιμότητα του Ακη και απαιτούσαν συγγνώμη για λογαριασμό του.
Προσωπικώς, δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι αυτός που εγείρει το ζήτημα μπορεί να είναι μέσα από το ΠΑΣΟΚ, δηλαδή κάποιος ο οποίος βυθίζει τη βάρκα που τον κρατάει στην επιφάνεια, για να εκδικηθεί τον καπετάνιο που βούλιαξε το καράβι. Αν η τακτική του ισχυρισμού περί «καμένης γης», ότι για όλα φταίνε οι προηγούμενοι στην κυβέρνηση, εκτείνεται πλέον και εντός του ΠΑΣΟΚ, τότε αμφιβάλλω αν το κόμμα θα καταφέρει να πάρει ένα 3% στις επόμενες εκλογές ― το υπόλοιπο ποσοστό του θα απορροφηθεί από τη Ν.Δ. και τη ΔΗΜΑΡ. Ωστόσο, οφείλω να σεβαστώ τα ρεπορτάζ που διαβάζω και τα οποία αποδίδουν στον Ευάγγελο τον Βενιζέλο την ανακίνηση της υπόθεσης και να τα λάβω υπ’ όψιν. Οχι όμως και να δεχθώ ότι ο πρόεδρος ο Ευάγγελος, ο ευφυέστερος εν ζωή Ελλην πολιτικός, μπορεί να διαπράττει τέτοιο σφάλμα! Αναμφίβολα, εκείνος, με τη σατανική ευφυΐα του, βλέπει κάπου μακρύτερα, εκεί όπου το βλέμμα ημών των κοινών θνητών δεν φθάνει. Ως εκ τούτου, καταλήγω στη σκέψη μήπως ο πρόεδρος ο Ευάγγελος βλέπει το μέλλον του ΠΑΣΟΚ μέσω της απορρόφησής του από τη Ν.Δ. και τη ΔΗΜΑΡ...