Υπάρχει, άραγε, plan C για το χρέος;
Της Ζέζας Ζήκου
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Ο εκπρόσωποςτου Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Τζέρι Ράις έσπευσε χθες να σβήσει την παραφιλολογία για νέα αναδιάρθρωση («κούρεμα») του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Με την ωμή γλώσσα του ρεαλισμού, δήλωσε ότι το καθεστώς προτεινόμενου πιστωτή, τόσο για την Ελλάδα όσο και για οπουδήποτε αλλού, «δεν βρίσκεται υπό συζήτηση». Με την αυτονόητη αυτή δήλωση, όμως, παράλληλα ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Το χρέος, όπως εκτιμά το ίδιο το ΔΝΤ, είναι μη βιώσιμο! Ετσι μετά τα δύο «κουρέματα» (το διαβόητο PSI και η επαναγορά), to plan C (δηλαδή το OSI) για το χρέος, παραμένει μετέωρο.
Σε σπουδαία ερώτηση του Reuters κατά πόσον ο κ. Ράις εκτιμά ότι με την πολυδιαφημισμένη αναμενόμενη νέα αναδιάρθρωση («κούρεμα») του ελληνικού χρέους, η Ελλάδα θα γίνει η πρώτη χώρα στην ιστορία που θα αποφασίσει να αναδιαρθρώσει το χρέος της προς το ΔΝΤ, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ επανέλαβε ότι «δεν οραματιζόμαστε» νέες συζητήσεις για τη συμμετοχή του επίσημου τομέα (OSI) σ’ αυτή τη φάση, τονίζοντας παράλληλα ότι το καθεστώς προτεινόμενου πιστωτή, τόσο για την Ελλάδα, όσο και για οπουδήποτε αλλού, «δεν βρίσκεται υπό συζήτηση».
Στις 4 Ιουνίου θα πραγματοποιηθεί η νέα αποστολή των τεχνικών κλιμακίων της τρόικας στην Αθήνα για δύο εβδομάδες, ανακοίνωσε, επίσης χθες, ο Τζέρι Ράις, κατά την καθιερωμένη ενημέρωση των δημοσιογράφων, στα γραφεία του Ταμείου στην Ουάσιγκτον.
Οπως είπε, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο Πολ Τόμσεν παραμένει επικεφαλής της αποστολής στην Ελλάδα. Ο κ. Ράις επανέλαβε ότι το διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ θα συνεδριάσει στις 31 Μαΐου για να συζητήσει την πρόσφατη έκθεση που συνέταξε η αποστολή του Ταμείου στην Αθήνα και αναμένεται να αποφασίσει την έγκριση της δόσης ύψους 1,8 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα (αντιστοιχεί στον έλεγχο που ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο).
Σημειώνεται ότι στην έκθεση για την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος υπογραμμίζεται -κάτι που επανέλαβε και ο κ. Ράις-, ότι η Ελλάδα έκανε πρόοδο στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της, αλλά χρειάζεται να συνεχίσει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αντιμετωπίζοντας κυρίως το πρόβλημα της φοροδιαφυγής.
«Αυτή τη στιγμή επικεντρωνόμαστε στην τρίτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος και στην τήρηση όσων προβλέπει» τόνισε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας τη θέση του Ταμείου ότι για την ολοκλήρωση του προγράμματος, απαιτείται η μείωση του χρέους, όπως έχει συμφωνηθεί με τους Ευρωπαίους εταίρους, προσθέτοντας: «Οι δικές μας εκτιμήσεις δείχνουν ότι θα χρειαστεί περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος». Για την Κύπρο, ο κ. Ράις είπε ότι τεχνικά κλιμάκια της τρόικας βρίσκονται στη Λευκωσία για τον έλεγχο του προγράμματος, η αποστολή αναμένεται να είναι εκεί προς τα τέλη Ιουλίου, ενώ αναφέρθηκε ξανά στη διαδικασία εξυγίανσης του τραπεζικού τομέα.
Τέλος, για τη δικαστική υπόθεση της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, ο εκπρόσωπος του Ταμείου ανέφερε ότι το διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ είναι ενημερωμένο και εξέφρασε την «απόλυτη εμπιστοσύνη» προς το πρόσωπό της.
Εμείς θα υπενθυμίσουμε στο ΔΝΤ πως η κρατική χρεοκοπία εξακολουθεί να διαλύει με ισχυρούς ρυθμούς την ελληνική οικονομία και τον ιδιωτικό τομέα. Και ότι η συνταγή που ξεκίνησε να εφαρμόζεται στη χώρα μας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ με το πρώτο Μνημόνιο και μάλιστα με την προωθημένη στρατηγική είναι φαύλη: Οτι, για να ανακτήσει τη χαμένη ανταγωνιστικότητά της, η Ελλάδα οφείλει να φθηνύνει και να φτωχύνει τόσο ώστε να φτάσει στα επίπεδα των γειτονικών της χωρών.
Βασικό χαρακτηριστικό των οικονομικών εξελίξεων στην Ελλάδα ήταν η παραμονή της οικονομίας σε βαθιά ύφεση. Η ελληνική οικονομία έχει περιπέσει σε ένα φαύλο κύκλο δημοσιονομικής προσαρμογής - ύφεσης - προσπάθειας επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων, με κεντρικό σημείο αναφοράς την αβεβαιότητα, ο οποίος μπορεί να διακοπεί μόνο αν ενισχυθούν οι θετικές προσδοκίες για την οικονομία. Αν τα 11,3 δισ. ευρώ της επαναγοράς των κρατικών ομολόγων «έπεφταν» στην αγορά, τότε θα μπορούσαμε να κάναμε λόγο για πιθανή επανεκκίνηση της οικονομίας. Βεβαίως το πρόβλημα είναι ότι οι Ευρωπαίοι δύσκολα θα κατέληγαν σε μια τέτοια επιλογή. Διότι είναι θέμα αξιοπιστίας: σε ποιον να δώσουν τα λεφτά, ποιος θα τα διαχειριστεί κ.λπ. Ενώ με την επαναγορά δίνουν ομόλογα EFSF στις τράπεζες και τα επενδυτικά κεφάλαια και ξεμπερδεύουν.
Απέτυχαν να αναδιαρθρώσουν σωτήρια και αποτελεσματικά το ελληνικό χρέος και η χώρα συνεχίζει να μην έχει ουσιαστική ευκαιρία ανάκαμψης. Αλλά, η Ελλάδα αντιμετωπίζει ήδη ένα άκρως επώδυνο πρόγραμμα λιτότητας.