Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

Ένα ενδιαφέρον άρθρο για το μοντέλο επιτυχίας των γερμανικών ομάδων


Γερμανικό το μοντέλο επιτυχίας στο γήπεδο
Μπάγερν και Ντόρτμουντ ακολουθούν διαφορετικά αλλά άκρως αποδοτικά πλάνα
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Βεστφαλία, 2003. Η Ντόρτμουντ πληρώνει τις συνεχόμενες άστοχες οικονομικές κινήσεις της, τις πλουσιοπάροχες μεταγραφές που ήταν υπεράνω των δυνατοτήτων της και βρίσκεται αντιμέτωπη με το εφιαλτικό σενάριο της διάλυσης.
Η Μπάγερν Μονάχου, εκτιμώντας πως χωρίς τη μεγάλη της αντίπαλο και η ίδια θα επηρεαστεί αρνητικά, χορηγεί ένα άτοκο δάνειο περίπου 3 εκατομμυρίων ευρώ, που είναι το ποσό που χρειάζονται οι «κιτρινόμαυροι» προκειμένου να οριστικοποιήσουν μια σειρά από συμφωνίες προς όφελος μιας οικονομικής εξυγίανσης.
Σχεδόν 10 χρόνια μετά, η Μπάγερν έχει δει την Ντόρτμουντ να της «κλέβει» δύο πρωταθλήματα αλλά και να προβάλει με αξιώσεις ως το αντίπαλο δέος για την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ.
Η Μπάγερν Μονάχου είναι μία από τις μεγαλύτερες και πιο σταθερές ομάδες παγκοσμίως, η οικονομική πολιτική της οποίας είναι άρτια χωρίς ποτέ να υπερβαίνει τις δυνατότητές της. Πάντοτε μάζευε ό,τι καλύτερο κυκλοφορούσε στην εγχώρια αγορά της Γερμανίας, πρωταγωνιστώντας τόσο στις διοργανώσεις εντός της χώρας, όσο και στις ευρωπαϊκές.
Σε γενικές γραμμές στο ποδόσφαιρο, τρεις είναι οι δρόμοι που μπορούν να οδηγήσουν στην επιτυχία: Ο ένας βρίσκει την τέλεια προσωποποίησή του στον τρόπο λειτουργίας της Μπάγερν που αφορά πολυδάπανες μεν, προγραμματισμένες δε μεταγραφές που με σταθερά βήματα οδηγούν σε αγωνιστικές επιτυχίες. Ο δεύτερος, μπορεί να οριστεί αυτός της Ντόρτμουντ που χρησιμοποιώντας ένα ικανό τμήμα σκάουτινγκ, έναν ταλαντούχο και φιλόδοξο προπονητή και ποδοσφαιριστές που θέλουν πολλά να αποδείξουν δημιουργεί ένα εξαιρετικό σύνολο. Ο τρίτος τρόπος, είναι εκείνος των ξαφνικών επενδύσεων και των πολλών ταυτόχρονων μεταγραφών που φέρνει εύκολα τίτλους, αλλά δεν εγγυάται μια σταθερότητα στις υψηλές θέσεις των διοργανώσεων.
Η συμμετοχή της Μπάγερν Μονάχου στους τρεις από τους τέσσερις τελευταίους τελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ δεν μπορεί επ’ ουδενί να χαρακτηριστεί τυχαία. Η σημερινή υπερομάδα, ωστόσο, είναι απόρροια δύο πραγμάτων. Πρώτον, των ακριβών μεταγραφών που έγιναν στη διετία 2007-2009, αναδιαρθρώνοντας το περιορισμένου βεληνεκούς ρόστερ των προηγούμενων ετών. Φρανκ Ριμπερί, Μίροσλαβ Κλόζε, Λούκα Τόνι, Αριεν Ρόμπεν, Μάριο Γκόμες και Τόμας Μίλερ δημιούργησαν εξαιρετικές ομάδες ανά αγωνιστική περίοδο. Δεύτερον, το πέρασμα του Ολλανδού Λούις Φαν Γκάαλ και ο τρόπος παιχνιδιού του που ακολουθείται μέχρι σήμερα, μεταλλάσσοντας τη βαρετή και αμυντικογενή Μπάγερν, σε μια επιθετική, ταχύτατη και αθλητική ομάδα, παράγοντας ένα κράμα ολλανδικής και γερμανικής σχολής ποδοσφαίρου που άλλαξε τις ισορροπίες στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.
Η Ντόρτμουντ από την άλλη πλευρά, δεν είχε τη δυνατότητα να ακολουθήσει μια παρόμοια στρατηγική, ούσα πνιγμένη στα οικονομικά προβλήματα. Απεδείχθη πως οι τυφλές και πανάκριβες μεταγραφές δεν ήταν η λύση για την καταξίωση. Με κύριο άξονα τον κόσμο της που δικαιωματικά κατέχει τον τίτλο των πιο πιστών φιλάθλων στη Γερμανία (ακόμη και στις χρονιές που η ομάδα απλώς υπήρχε στο πρωτάθλημα το γήπεδο ήταν γεμάτο), προσανατολίστηκε σε έναν επενδυτικό τρόπο λειτουργίας. Βρίσκοντας ταλέντα από Ευρώπη και Ασία, δημιουργεί ποδοσφαιρικούς αστέρες που πουλά σε υψηλές τιμές και τηρεί απαρέγκλιτα αυτό το πλάνο. Σίνσι Καγκάβα, Μάριο Γκέτσε και Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι είναι χαρακτηριστικές περιπτώσεις παικτών που είτε αποκτήθηκαν με λίγα χρήματα και πουλήθηκαν με πολλαπλάσια οφέλη, είτε δημιουργήθηκαν από τις ακαδημίες του συλλόγου την τελευταία δεκαετία και ετοιμάζονται να αποσβέσουν τα τόσα χρόνια σιωπηρής δουλειάς τους. Στην Ντόρτμουντ ξέρουν, πώς θα βρεθεί ο νέος Λεβαντόφσκι, ο νέος Γκέτσε, ο νέος Ρόις κ.ο.κ.
Ο ρόλος της Μπουντεσλίγκα
Το γερμανικό πρωτάθλημα έχει παίξει καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη των δύο ομάδων, αποτελώντας το ταχύτερα αναπτυσσόμενο ποδοσφαιρικό προϊόν. Η βελτίωση του επιπέδου, σε συνδυασμό με τις υψηλές χορηγίες, τα αυξανόμενα τηλεοπτικά έσοδα των ομάδων αλλά και τα γεμάτα γήπεδα έχουν αυξήσει τον ανταγωνισμό. Πίσω από τις δύο φιναλίστ του Τσάμπιονς Λιγκ κρύβονται κι άλλες ομάδες που μελλοντικά θα πρωταγωνιστήσουν στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Κάποιες το έχουν ήδη κάνει όπως η Σάλκε και η Βέρντερ Βρέμης παλαιότερα, ωστόσο στο μέλλον θα μας απασχολήσουν ομάδες όπως η Μπάγερ Λεβερκούζεν, η Φράιμπουργκ αλλά και η Αϊντραχτ Φρανκφούρτης.
Είναι χαρακτηριστικό πως αυτή η ανάπτυξη οδηγεί τέσσερις γερμανικές ομάδες στο Τσάμπιονς Λιγκ, την ώρα που το παρηκμασμένο ιταλικό πρωτάθλημα για παράδειγμα στέλνει μονάχα τρεις. Η κόντρα των γερμανικών ομάδων με τις ισπανικές για τα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ, απέδειξε κάτι πολύ σημαντικό που ισχύει στο ποδόσφαιρο. Η συνετή πολιτική και η σταθερή δουλειά στους δευτερογενείς τομείς του ποδοσφαίρου όπως οι ακαδημίες και το σκάουτινγκ, οδηγούν με Οι υποδομές και οι ακαδημίες
Το γεγονός πως δύο γερμανικές ομάδες βρίσκονται στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ (το προσεχές Σάββατο στο Λονδίνο) δεν αποτελεί φωτοβολίδα, αλλά δικαιολογεί το γερμανικό πλάνο στο ποδόσφαιρο που ξεκίνησε πριν από περίπου 15 χρόνια.
Γυρνώντας πίσω στο 1999, βρίσκουμε μια από τις παραδοσιακότερες δυνάμεις του διεθνούς ποδοσφαίρου να βρίσκεται σε ένα ιστορικό χαμηλό βάσει επιτυχιών, αλλά και ποδοσφαιρικού ταλέντου. Δύο η τρεις παίκτες ξεχωρίζουν μονάχα από τη γενική μετριότητα στο γερμανικό ποδόσφαιρο και οι ιθύνοντες αποφασίζουν πως κάπως πρέπει να δράσουν έτσι ώστε να επέλθει ανάπτυξη στην παρηκμασμένη εθνική Γερμανίας.
Η Ομοσπονδία της χώρας αποφασίζει να προβεί σε δυο σημαντικότατες αλλαγές που θα προσδώσουν μακροπρόθεσμα οφέλη στο ποδόσφαιρο της χώρας. Αυτά εντοπίζονται σε μεγάλες επενδύσεις όσον αφορά τις ακαδημίες, αλλά και την αξιοποίηση μεταναστών που είτε γεννήθηκαν, είτε μεγάλωσαν στη Γερμανία.
Κύριος εκφραστής του νέου τρόπου δομής του ποδοσφαίρου ήταν ο παλαίμαχος ποδοσφαιριστής Φρανς Μπεκενμπάουερ που επί της ουσίας αντέγραψε βασικά στοιχεία του τρόπου λειτουργίας της γαλλικής ομοσπονδίας. Γαλλία και Γερμανία με βάση τις εθνικές τους ομάδες, άλλωστε, παρουσιάζουν πολλά κοινά στοιχεία σε σχέση με τις καταβολές των ποδοσφαιριστών που τις απαρτίζουν. Στην εθνική Γαλλίας αγωνίζονται αρκετοί ποδοσφαιριστές με καταγωγή από αφρικανικές χώρες (Αλγερία, Κονγκό, Σενεγάλη, Μάλι, Γκαμπόν), ενώ στη Γερμανία αγωνίζονται αυτή τη στιγμή 10 ποδοσφαιριστές με καταγωγή από την Τουρκία την Πολωνία, την Ισπανία και την Τυνησία.
Από το 1999 μέχρι σήμερα, η Γερμανία έχει επενδύσει περισσότερα από 500 εκατομμύρια ευρώ στην ανάπτυξη ποδοσφαιρικών υποδομών, ενώ και οι σύλλογοι από μόνοι τους δαπανούν υψηλά ποσά που καταλήγουν στις ακαδημίες τους. Τα χρήματα δόθηκαν για κατασκευή αθλητικών εγκαταστάσεων και προπονητικών κέντρων, που απευθύνονται αποκλειστικά σε παιδιά. Επιπρόσθετα, η ομοσπονδία προσέλαβε πολλούς προπονητές που διοχέτευσε στις ομάδες ούτως ώστε να διαμορφώσουν μια ποδοσφαιρική κουλτούρα σε εκκολαπτόμενους επαγγελματίες.
Το σημαντικότερο στοιχείο που ακολουθήθηκε από τους πάντες, ήταν η τήρηση του σχεδίου που δεν παρεξέκλινε στιγμή από τον αρχικό σχεδιασμό. Πρωτοποριακή ήταν και η απόφαση να δοθεί μια ενιαία φιλοσοφία στις σχέσεις της εκάστοτε ακαδημίας με την ανδρική ομάδα, ούτως ώστε η ένταξη των μικρών να γίνεται ευκολότερα και ομαλότερα όταν έφθανε η στιγμή της ποδοσφαιρικής τους ενηλικίωσης.
Τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό στοιχείο, είναι ο ισοσκελισμός εσόδων-εξόδων πολύ πριν επιβληθεί αναγκαστικά από την UEFA. Αυτό βοήθησε τις γερμανικές ομάδες να έχουν μια σταθερά ανοδική πορεία όλα αυτά τα χρόνια και από την πλήρη αφάνεια των προηγούμενων ετών, να δημιουργούν για πρώτη φορά στην παγκόσμια ποδοσφαιρική ιστορία έναν γερμανικό εμφύλιο στον τελικό της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης.μαθηματική ακρίβεια στην επιτυχία.